Αποφασισμένη να προχωρήσει σε σημαντική αναβάθμιση της Πολεμικής της Αεροπορίας εμφανίζεται η Αγκυρα με την αγορά εκατό αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών F-35 εντός της επόμενης τριετίας. Η απόφαση, την οποία ανακοίνωσε ενώπιον του Κοινοβουλίου ο υπουργός Αμυνας Ισμάτ Γιλμάζ, μεταφράζεται σε αντικατάσταση σχεδόν του 50% των σύγχρονων πολεμικών αεροπλάνων που διαθέτει η Τουρκία. Το κόστος της αγοράς ανέρχεται σε 16 δισ. δολάρια.
Με την επιλογή της αυτή, η τουρκική κυβέρνηση προσφέρει πολύτιμο στήριγμα στα αμερικανικά μαχητικά «πέμπτης γενεάς», τα οποία κατασκευάζονται από τη Lockheed και ανταγωνίζονται τα Eurofighter της ευρωπαϊκής κοινοπραξίας EADS και τα Rafale της
γαλλικής Dassault. Η παραγωγή των F-35 είναι το πλέον πολυδάπανο εξοπλιστικό πρόγραμμα στην ιστορία του αμερικανικού Πενταγώνου, με προϋπολογισμό ύψους 382 δισ. δολαρίων.Το τελευταίο διάστημα σειρά καθυστερήσεων, αποτυχιών σε τεχνικούς ελέγχους και υπερβάσεων στο προβλεπόμενο κόστος δημιούργησαν σοβαρές αμφιβολίες για το μέλλον του αμερικανικού προγράμματος.
Η Βρετανία ανακοίνωσε ότι αναβάλλει οποιαδήποτε επίσημη δέσμευση για αγορά F-35 μέχρι το 2015, ενώ προς την κατεύθυνση της αναθεώρησης των πρώτων παραγγελιών τους κινούνται Καναδάς, Αυστραλία, Δανία, Ολλανδία και Ιταλία – χώρες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα κατασκευής, όπως και η Τουρκία. Ακόμη και το ίδιο το αμερικανικό Πεντάγωνο ανακοίνωσε τον περασμένο Δεκέμβριο την επιβράδυνση των ρυθμών αγοράς F-35. Ο λόγος που επικαλέστηκε η αμερικανική διοίκηση ήταν η ανάγκη να εξοικονομηθούν κονδύλια, δεδομένης της ανησυχητικής αύξησης του δημοσίου χρέους.
Σε αντίθεση με την πλειονότητα των δυτικών χωρών που περιορίζουν τα πολυδάπανα εξοπλιστικά τους προγράμματα λόγω οικονομικής κρίσης, η Τουρκία -16η οικονομία του κόσμου σήμερα, με στόχο να γίνει μία από τις 10 μεγαλύτερες έως το 2023- ενισχύει τη στρατιωτική της ισχύ. Το 2010 οι αμυντικές δαπάνες της αυξήθηκαν κατά 6,5% για να φτάσουν τα 14,1 δισ. δολάρια. Για την πενταετία 2010-2015 προβλέπεται ετήσια αύξηση κατά 7,5%, κάτι που σημαίνει ότι οι ετήσιες αμυντικές δαπάνες της θα φτάσουν τα 20,4 δισ. δολάρια. Πέραν της προφανούς σημασίας που έχει αυτή η κλιμάκωση για την ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο, αντανακλά και τις φιλοδοξίες της Αγκυρας να παίξει ρόλο σημαντικής περιφερειακής δύναμης σε μια περιοχή με κοχλάζουσες εστίες αποσταθεροποίησης και πρώτα απ’ όλα στη γειτονική της Συρία.
Στις αρχές Ιανουαρίου, ο Τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν είχε αφήσει να εννοηθεί ότι ενδέχεται να αναθεωρηθεί η «αγορά του αιώνα», καθώς εξουσιοδότησε τις αρμόδιες αρχές να προχωρήσουν σε διαπραγματεύσεις με τη Lockheed για την αγορά μόνο δύο, σε πρώτη φάση, αεροσκαφών.
Πέραν των οικονομικών και τεχνικών προβλημάτων που συνοδεύουν την κατασκευή του F-35, η ταλάντευση της τουρκικής κυβέρνησης αποδίδεται στην απροθυμία των Αμερικανών να παραδώσουν στην Αγκυρα απευθείας πρόσβαση στο λογισμικό των αεροσκαφών, ιδιαίτερα του κρίσιμης σημασίας, σε συνθήκες εμπλοκής, συστήματος αναγνώρισης (IFF).
Οι ανησυχίες του Ισραήλ (το οποίο έχει ήδη παραγγείλει είκοσι αεροσκάφη F-35, με ανοιχτό το ενδεχόμενο να αγοράσει άλλα 75), ιδιαίτερα μετά τη διπλωματική του ρήξη με την Τουρκία που σηματοδότησε το επεισόδιο με τον «Στολίσκο της Ελευθερίας», ήρθαν να προσθέσουν άλλο ένα εμπόδιο στην οριστικοποίηση της αγοράς.
Η απόφαση της Αγκυρας αποτέλεσε τη δεύτερη, μέσα σε ένα μήνα, ψυχρολουσία για το ευρωπαϊκό κονσόρτσιουμ που κατασκευάζει τα Eurofighter. Προ τριών εβδομάδων η Ινδία αποφάσισε να αγοράσει 126 γαλλικά πολεμικά αεροσκάφη Rafale αντί 15 δισ. δολαρίων προκειμένου να εκσυγχρονίσει τον στόλο της, ο οποίος βασίζεται κυρίως σε ρωσικά Mig από την εποχή της Σοβιετικής Ενωσης.
Καθημερινή, Reuters, AFP
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου