Δευτέρα 16 Μαΐου 2011

Το μνημόνιο είναι μια σύμβαση που νομιμοποιεί την ανοικτή κλοπή : μερικές σκέψεις πάνω στο ζήτημα της περικοπής των συντάξεων.


Ανήκω σ’ εκείνους που υποστηρίζουν την αντισυνταγματικότητα του Μνημονίου (και των εκάστοτε επικαιροποιημένων εκδόσεών του). Δεν θα μείνω όμως σ’ αυτό το θέμα.
Θα πάω ένα βήμα παρακάτω, για να υποστηρίξω ότι το Μνημόνιο, είναι μια σύμβαση άκυρη τουλάχιστον κατά τις επιταγές του Αστικού και Ποινικού Κώδικα, διότι περιέχει ρυθμίσεις οι οποίες αναφέρονται στην εφαρμογή μέτρων η υλοποίηση των οποίων στηρίζεται στην άσκηση παράνομων μέσων, και ιδίως της κλοπής.
Το ζήτημα της περικοπής συντάξεων (κυρίων και επικουρικών), αποτελεί, κατά την άποψή μου, ένα καλό παράδειγμα προσέγγισης του ισχυρισμού μου.
Τι είναι η σύνταξη; Είναι μια ανταποδοτική παροχή. Ένας άνθρωπος λαμβάνει σταδιακά την απόδοση απο το..............
κεφάλαιο που έχει σωρευθεί και από τις δικές του εισφορές, κατά τη διάρκεια του εργασιακού του βίου. Είναι δηλαδή, σαν να βάζεις επί 30, 35 ή 40 χρόνια στη Τράπεζα ένα ποσό, χωρίς ποτέ να το αναλαμβάνεις κατά της διάρκεια των ετών αυτών, κι όταν παρέλθουν αυτά τα χρόνια, αρχίζεις να εκταμιεύεις τμηματικά, ό,τι είχες αποταμιεύσει όλο αυτό το διάστημα.
Ουσιαστικά, οι εισφορές που καταβάλλονται κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου ενός εργαζόμενου από τον ίδιο, μπορεί να θεωρηθούν ως ένα είδος προθεσμιακής κατάθεσης 30 (ή 35, ή 40) ετών. Το τι θα λάβει στο τέλος της «προθεσμίας», θα εξαρτηθεί από το ποσό που θα έχει σωρευθεί, κι αυτό με τη σειρά του θα εξαρτηθεί από το πόσα χρήματα όλα αυτά τα χρόνια «αποταμιεύονταν».
Όσοι διέθεταν μεγαλύτερη «αποταμιευτική ικανότητα», θα λάβουν και μεγαλύτερη «απόδοση», και το αντίθετο, θα λάβουν μικρότερη απόδοση, όσοι διέθεταν μικρότερη. Είναι αυτό δίκαιο; Πάντως, δεν το λέω και άδικο.
Μπορεί κάποιος, εν όψει των ανωτέρω, να ισχυριστεί ότι έχει το νόμιμο δικαίωμα η όποια κυβέρνηση να μειώσει μετά από τη λήξη της «καταθετικής προθεσμίας», την αναλαμβανόμενη «απόδοση», με το έτσι θέλω, ιδιοποιούμενη το αποταμιευθέν κεφάλαιο (και μέρος της απόδοσής του); Αν για οποιοδήποτε λόγο η απάντηση είναι «ναι», τότε, ερωτάται γιατί η επιλεκτική εφαρμογή της ιδιοποίησης των συγκεκριμένων «προθεσμιακών καταθέσεων», και όχι η ιδιοποίηση όλων γενικώς των καταθέσεων, με βάση το ίδιο ακριβώς σκεπτικό που έγινε η λαθροχειρία στη πρώτη περίπτωση; Υποθέτω ότι ο λόγος θα είναι ο «σπουδαίος εθνικός λόγος» εν όψει της κρίσης που διέρχεται η οικονομία. Όμως, εν τοιαύτη περιπτώσει γιατί μια μερίδα «καταθετών» πρέπει να συνεισφέρουν στη κρίση και όχι όλοι οι καταθέτες ανεξαρτήτως νομικής υπόστασης; Με ποιο κριτήριο δικαιοσύνης, επιλέγηκε να μπει χέρι στους κατά τα ανωτέρω «προθεσμιακούς καταθετικούς συνταξιοδοτικούς λογαριασμούς», που είναι κατά τεκμήριο και λογαριασμοί των ασθενέστερων οικονομικά τάξεων, και όχι στις τραπεζικές καταθέσεις, κατά προτεραιότητα, των πιο ευημερουσών τάξεων, κατά την ίδια μάλιστα αναλογία που εκδηλώθηκε η λαθροχειρία στις συντάξεις, εφόσον τούτος ο «σπουδαίος λόγος» προβάλλεται;
Και βεβαίως, το σπουδαιότερο όλων : με ποιο κριτήριο ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΑ ιδιοποιείται ΙΔΙΩΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΘΕΤΙΚΟΣ – ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΟΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ; Διότι δεν πρέπει κανείς να ξεχνά, ότι οι διαχρονικές συνταξιοδοτικές καταθέσεις (κρατήσεις) που γίνονταν καθ’ όλο τον εργασιακό βίου ενός σημερινού συνταξιούχου, ΕΙΝΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ κατά το ποσοστό της δικής του συμμετοχής και της συμμετοχής του εργοδότη. Από πού κι ως πού το κράτος ΒΑΦΤΙΖΟΝΤΑΣ ΤΕΛΕΙΩΣ ΑΥΘΑΙΡΕΤΑ ΩΣ ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΗΜΑ το τμήμα εκείνο που προέρχεται καθαρά απ’ τον ιδιώτη εργαζόμενο και τον ιδιώτη επιχειρηματία, και επομένως ως δημόσια δαπάνη το σύνολο του συνταξιοδοτικού «κουμπαρά» βάζει χέρι και σε μη δημόσιο χρήμα ΚΑΤΑ ΤΡΟΠΟ ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΟ (δηλαδή εις βάρος μόνο των συνταξιούχων); Αν ήθελε να παρέμβει, κι αυτό ελέγχεται βεβαίως, θα μπορούσε να το κάνει μόνο ΚΑΤΑ ΤΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΉΣ στη δημιουργία του συνταξιοδοτικού κουμπαρά. Το κράτος, δεν είναι ο νόμιμος κάτοχος του συνόλου των συνταξιοδοτικών κεφαλαίων που έχουν σωρευθεί, αντιθέτως, είναι ο νόμιμος και θεωρούμενος φερέγγυος και έντιμος διαχειριστής τους. Το αν τώρα έγιναν πράγματα και θαύματα στα Ταμεία, ο συνταξιούχος ουδόλως έχει ευθύνη γι’ αυτό. Και αν το Κράτος, έχοντας ανεχθεί αυτά τα «πράγματα και θαύματα», έφτασε να μη έχει στα χέρια του όσα του εμπιστεύθηκαν οι εργαζόμενοι, τότε, υπάρχουν ΟΦΕΙΛΕΙ ΝΑ ΥΠΟΚΑΣΤΗΣΕΙ τα «διαφυγόντα» κεφάλαια και αποδόσεις με άλλα (ακόμη και εμπράγματα) περιουσιακά στοιχεία του Δημοσίου, όταν το ίδιο αυτό Δημόσιο είναι έτοιμο να αναγνωρίσει τέτοιες εξασφαλίσεις σε ξένους δανειστές. Τουλάχιστον εδώ, θα παραμείνει η περιουσία σε ελληνικά χέρια, και μάλιστα κατά τεκμήριο όχι προνομιούχων τάξεων.
Μια μόνο ενέργεια θα μπορούσε να θεωρηθεί ως νομότυπη : το να θεωρηθεί τούτη η «λαθροχειρία» σε μια προσωπική αποταμίευση, ως δάνειο προς το κράτος με ρητή δήλωση του χρόνου και τρόπου εξόφλησής του, που δεν μπορεί να εκτείνεται πέραν της ισχύος του Μνημονίου, και βεβαίως, ότι έχει προηγηθεί ανάλογη «παρέμβαση» στις προσωπικές καταθέσεις ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ.
Δεν είμαι νομικός, αλλά έχω αρκετή πείρα (ως πελάτης νομικών) ώστε να αντιλαμβάνομαι το πόσο εύκολα σχετικά μπορεί να αναπτυχθεί μια νομική επιχειρηματολογία υπέρ της μιας ή της άλλης προσέγγισης των πραγμάτων.
Όμως, το δίκαιο δεν ερμηνεύεται μονάχα από τους δικηγόρους, ούτε, συχνά, μόνο από τους δικαστές. Ερμηνεύεται και από τον απλό πολίτη, ερμηνεύεται και από τη κοινωνία συλλογικά. Και στη περίπτωση του παραδείγματός μας, νομίζω ότι η κοινωνία συνολικά, έχει ήδη κρίνει με το δικό της αισθητήριο το συνολικό ζήτημα της δικαιοσύνης που περιέχεται στο Μνημόνιο.
Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, λόγου χάρη, η προσωπική μου αίσθηση και ερμηνεία που δίνω, είναι ότι μιλάμε για μια κλασική λαθροχειρία σε οιωνοί «καταθετικούς λογαριασμούς», μια «γυμνή» κλοπή ατομικού εισοδήματος, χωρίς καμία ηθική και νομική υπόσταση, σύμφωνα με όσες γενικές παρατηρήσεις ήδη έκανα. Και ως τέτοια, νομίζω ότι ο κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να προσβάλλει τη μείωση της σύνταξής του με βάση όχι μόνο εθνικούς αλλά και διεθνείς συμβάσεις (όπως κι αυτή περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων), αφού εξασφαλιστεί βεβαίως η κατάλληλη νομική υποστήριξη.

ΥΓ. Είχα «κλείσει» το παρόν άρθρο, όταν διάβασα στο «ΒΗΜΑ της Κυριακής» της 15/5/2011, δήλωση του αναπληρωτή υπουργού Εργασίας κ. Γ. Κουτρουμάνη, ο οποίος επιχειρηματολογώντας για την σχεδιαζόμενη περαιτέρω μείωση των (επικουρικών) συντάξεων (επικαλούμενος πορίσματα αναλογιστικών μελετών που ήδη έγιναν και άλλες που αναμένονται) ότι αυτή θα αφορά και τους παλιούς συνταξιούχους, διότι : «Δεν μπορεί ο νέος συνταξιούχους να λαμβάνει το ένα τρίτο της σύνταξης που παίρνει ο παλαιός». Κύριε υπουργέ, θ’ αφήσω παράμερα τα περί ελλειμμάτων, διότι ισχύει ό,τι ήδη σημειώνω ανωτέρω. Όμως, σε ό,τι αφορά τη διαπίστωσή σας που ανωτέρω μνημονεύω σε εισαγωγικά, επιτρέψτε μου να πω, ότι χρειάζεται πριν δώσετε την όποια απάντηση ή κάνετε την όποια διαπίστωση, να προτάσσετε την βάση του επιχειρήματός σας. Δηλαδή τι μας λέτε (πέραν όλων των άλλων ερωτήσεων που προκύπτουν απ’ τη δήλωσή σας); Ότι η σύνταξη δεν είναι αναλογική προς τις ασφαλιστικές κρατήσεις; Και γιατί κάποιος που πλήρωνε 60% παραπάνω ασφαλιστικές κρατήσεις να μην έχει και ανάλογα μεγαλύτερη σύνταξη, ή το αντίστροφο : γιατί εγώ που πληρώνω το 1/3 των ασφαλιστικών εισφορών σε σχέση με κάποιον άλλο, να  απαιτώ την ίδια υψηλότερη σύνταξη; Θέλετε ισότητα; Εξισώστε λοιπόν όλες τις εισφορές, ώστε να έχει νόημα ο προβληματισμός σας, και φυσικά, αυτό δεν μπορεί να γίνει αναδρομικά, ΕΚΤΟΣ ΑΝ ΕΠΙΣΤΡΕΨΕΤΕ ΝΟΜΙΜΟΤΟΚΑ, (έστω και μέσω δημόσιου περιουσιακού στοιχείου), τις υψηλότερες κρατήσεις που γίνονταν στους παλιούς ασφαλισμένους, αλλιώς, πρόκειται για κλοπή –επομένως, παραπέμπω σε ό,τι ήδη σημειώνω στο άρθρο μου. Και φυσικά, δεν νομίζω ότι δεν θα βρεθεί έστω ένας θιγόμενος, που να μην διεκδικήσει πίσω το λεηλατηθέν του εισόδημα, ιδίως στη Χώρα της Θεσμοποιημένης Ατιμωρησίας (θαρρώ το λένε όλοι, το είπε και ο πρωθυπουργός νομίζω – ή κάνω λάθος;).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου