Κυριακή 29 Απριλίου 2012

Στον Τύπο της Κυριακής: Τα υπόγεια ρεύματα της κάλπης - Υποχωρεί η ψήφος τιμωρίας

 
Η πρόβλεψη ότι το νέο πολιτικό σκηνικό, που θα προκύψει από τις κάλπες
της 6ης Μαΐου, δεν θα έχει καμία σχέση με αυτό που επικράτησε τα 38
χρόνια της μεταπολιτευτικής μας Ιστορίας είναι πλέον κοινή για αυτούς
που διαβάζουν προσεκτικά τις προεκλογικές έρευνες.
Αν και η δημοσιοποίηση συγκεκριμένων στοιχείων απαγορεύεται βάσει του
νόμου τις τελευταίες δύο εβδομάδες προ των εκλογών, τα πολιτικά
συμπεράσματα που εξάγονται είναι ιδιαίτερα χρήσιμα και διαφωτιστικά
για το σκηνικό που πιθανότατα θα δούμε από την επομένη των εκλογών.
Βασικό στοιχείο του νέου πολιτικού σκηνικού θα είναι η ύπαρξη ενός
μόνο μεγάλου κόμματος και ο πολυκερματισμός των δύο παρατάξεων
(Κεντροδεξιά - Κεντροαριστερά) σε βαθμό που θα καθιστά αναπόφευκτη την
ανασύνθεσή τους.
Τα κριτήρια με τα οποία θα προσέλθουν οι ψηφοφόροι στις κάλπες
ποικίλλουν και διαπερνούν και τις δύο παρατάξεις.
Για τη μεγάλη πλειοψηφία των κεντροδεξιών ψηφοφόρων βασικό κριτήριο
αποτελεί η καλύτερη επιλογή για τη διακυβέρνηση του τόπου, ένα
υπολογίσιμο ποσοστό ψηφοφόρων όμως θα προσέλθει στην κάλπη με
τιμωρητικές διαθέσεις και αίτημα την έξοδο της χώρας από το Μνημόνιο.
Αντίστοιχα, στην Κεντροαριστερά ένα μεγάλο κομμάτι των ψηφοφόρων
ψηφίζει επίσης με στόχο τη διακυβέρνηση της χώρας, χωρίς ωστόσο να
συνδέει αυτή την απόφασή του αποκλειστικά με την υπερψήφιση του ΠΑΣΟΚ.
Σε αρκετούς ερευνητές προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι πλέον ένα σημαντικό
ποσοστό αυτών που επιλέγουν να ψηφίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ το πράττουν
θεωρώντας ότι θα συμβάλουν έτσι στη διακυβέρνηση της χώρας.
Το ίδιο ισχύει και για πολλούς ψηφοφόρους της Δημοκρατικής Αριστεράς,
αλλά και μικρότερων αριστερών κομμάτων που διακηρύσσουν ότι επιθυμούν
τη συμμετοχή τους σε μια συμμαχική κυβέρνηση της επόμενης μέρας.
Η αντιμνημονιακή-τιμωρητική ψήφος πάντως παραμένει πλειοψηφική στο
χώρο της Κεντροαριστεράς, γεγονός που φέρνει σε εξαιρετικά δυσχερή
θέση το ΠΑΣΟΚ και προσωπικά τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Επιπροσθέτως, η συμπεριφορά του εκλογικού
σώματος δεν είναι ενιαία και με βάση τα γεωγραφικά κριτήρια. Στα μεγάλα αστικά κέντρα (Αθήνα, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη)
τα δύο μεγάλα κόμματα εμφανίζουν χαμηλά ποσοστά σε σχέση με προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις,
ενώ στην περιφέρεια το φαινόμενο αυτό υποχωρεί κατάτι στις μεγάλες πόλεις. Πιο «παραδοσιακοί» εμφανίζονται
οι ψηφοφόροι των αγροτικών περιοχών. Το στοίχημα των δύο μεγάλων κομμάτων (δηλαδή το 50% +1)
μία εβδομάδα πριν τις εκλογές δεν θεωρείται κερδισμένο. Αυτό οφείλεται κυρίως στο ΠΑΣΟΚ που
μετά τη μικρή ανάκαμψη η οποία ακολούθησε την εκλογή του Ευ. Βενιζέλου στις 18 Μαρτίου εμφανίζεται
να μένει από δυνάμεις παρά το γεγονός ότι ακόμα η δεξαμενή της λεγόμενης «αδιευκρίνιστης ψήφου»
παραμένει ψηλά και θεωρείται και ιδιαίτερα κρίσιμη για τη διαμόρφωση του τελικού αποτελέσματος.
Κρίσιμο επίσης θεωρείται το ότι οι μετακινήσεις ανάμεσα σε Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ κινούνται σε χαμηλό ποσοστό
καθώς τα διλήμματα των αναποφάσιστων αφορούν «μεγάλο ή μικρό κόμμα» ή και «ποιο μικρό κόμμα».
Με αυτά ως δεδομένα Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ σαφώς δικαιούνται να αναμένουν ακόμα από τη
δεξαμενή των αναποφάσιστων, δεν είναι όμως βέβαιο ότι όσοι σήμερα τοποθετούν τον εαυτό τους στη δεξαμενή
της αδιευκρίνιστης ψήφου θα επιλέξουν το ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα. Εχει δε σημασία ότι στις μετρήσεις
που διενεργούνται αυτήν την περίοδο ενώ δεν υπάρχουν μεγάλες διαφορές στη λεγόμενη «πρόθεση ψήφου»
από τις τελευταίες μετρήσεις που δημοσιεύθηκαν, οι λεγόμενες «ποιοτικές αναλύσεις» δείχνουν ότι στις εκτιμήσεις
τα πράγματα αλλάζουν. Η Νέα Δημοκρατία παγιώνει τη διαφορά της από το ΠΑΣΟΚ και διατηρεί μεγάλες
αποστάσεις από τα υπόλοιπα κόμματα του χώρου της Κεντροδεξιάς.
 Το ΠΑΣΟΚ ωστόσο δεν καταφέρνει να αυξήσει την απόσταση που το χωρίζει από τον ΣΥΡΙΖΑ
που διατηρεί τη δυναμική του, το ΚΚΕ εμφανίζει σταθερότητα και η Δημοκρατική Αριστερά
δείχνει ανθεκτικότητα στην πίεση που δέχεται από την Ιπποκράτους.
 
--------------------------------------------------------------------------------------------
 
 
Hγεμονία της Ν.Δ. στην Κεντροδεξιά, κανένα μεγάλο κόμμα στην Κεντροαριστερά


Η εικόνα που υπάρχει στις δύο παρατάξεις είναι εντελώς διαφορετική.

Στην Κεντροδεξιά, η ενίσχυση του πρωθυπουργικού προφίλ του Α. Σαμαρά την εβδομάδα
που πέρασε και η επανεμφάνιση του Κ. Καραμανλή στο προεκλογικό προσκήνιο έχουν προκαλέσει
κινητικότητα ψηφοφόρων από τα μικρότερα κόμματα της Κεντροδεξιάς -και ιδιαίτερα
από τους Ανεξάρτητους Ελληνες» του Πάνου Καμμένου– προς τη Νέα Δημοκρατία.
Στασιμότητα δείχνει ο ΛΑ.Ο.Σ. στην κρισιμότερη φάση της προεκλογικής αναμέτρησης
και όταν οι δημοσιευμένες προ μίας εβδομάδας μετρήσεις έδιναν το κόμμα του
Γ. Καρατζαφέρη στο όριο εισόδου, ενώ με την ίδια αγωνία οδεύει προς την τελική ευθεία
και η Δημοκρατική Συμμαχία της Ντόρας Μπακογιάννη.
Η Χρυσή Αυγή, παρά την προεκλογική της απήχηση που κατέγραψαν οι τελευταίες
δημοσκοπήσεις, δείχνει σταθερή, αν και θα ήταν υπερβολικό να αθροιστεί στα ποσοστά
της ευρύτερης Κεντροδεξιάς, αφενός λόγω της ακραίας πολιτικής της
δραστηριότητας και αφετέρου γιατί όλες οι έρευνες δείχνουν ότι το
εκλογικό της ακροατήριο είναι περιέργως... πολυσυλλεκτικό!
Στην Κεντροαριστερά, το τοπίο εμφανίζεται προεκλογικά, και
πιθανότατα θα εμφανιστεί και το βράδυ των εκλογών, ιδιαιτέρως ρευστό, με τη διαφορά
ότι απειλείται η ηγεμονική θέση του ΠΑΣΟΚ, καθώς αναδεικνύονται μεσαία και
μικρά κόμματα, χωρίς κανένα μεγάλο!
Αρκετοί θεωρούν ότι το αποτέλεσμα των εκλογών θα μπορούσε να
αμφισβητήσει ένα δεδομένο που διαμορφώθηκε στη Μεταπολίτευση από το
1977 και εντεύθεν, ότι δηλαδή το ΠΑΣΟΚ είναι το κόμμα που έχει την
πολιτική και εκλογική νομιμοποίηση να κινεί τα νήματα ως κυρίαρχη
πολιτική δύναμη στο χώρο της Κεντροαριστεράς.
Οι τελευταίες έρευνες δείχνουν ότι όλα παίζονται για το ποια θα είναι
η κυρίαρχη πολιτική δύναμη στο χώρο της Κεντροαριστεράς, με τον ΣΥΡΙΖΑ
του Αλέξη Τσίπρα να επιχειρεί ήδη να διαμορφώσει μέτωπο με τα άλλα
κόμματα της Αριστεράς (ΔΗ.ΜΑΡ., ΚΚΕ) και να ρίχνει τα δίχτυα του μέχρι και
στον... Πάνο Καμμένο. Το γεγονός ότι ο Τσίπρας «τρώει πόρτα» από όλους
δεν σημαίνει ότι το ίδιο θα συμβεί και μετεκλογικά, εφόσον καταγραφεί
στο εκλογικό αποτέλεσμα αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών στον ευρύτερο
κεντροαριστερό χώρο. Και έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ότι υπάρχει επίσης αυξημένη
κινητικότητα ψηφοφόρων ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τους Ανεξάρτητους Ελληνες,
αν και διαφαίνεται το προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ στο αριστερό αντιμνημονιακό μέτωπο.
Η Νέα Δημοκρατία, ακόμη και αν το ποσοστό της δεν κινηθεί στα επίπεδα
που προσδοκά η Συγγρού έτσι ώστε να της εξασφαλίζει αυτοδυναμία, θα
έχει πιθανότατα την πρωτοβουλία των κινήσεων και, μετεκλογικά, με βάση
το αποτέλεσμα ίσως είναι πιο εύκολο να συσπειρώσει γύρω της τις
μικρότερες κεντροδεξιές φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις (ΔΗ.ΣΥ., Δράση, ΛΑ.Ο.Σ.)
που είτε θα μείνουν εκτός Βουλής είτε θα πετύχουν οριακά την είσοδό
τους.
Από την άλλη μεριά το ΠΑΣΟΚ, παρά το γεγονός ότι ο Βενιζέλος διεκδικεί
να του δοθεί η πρωτοβουλία των κινήσεων για το σχηματισμό μιας
κυβέρνησης, το εκλογικό ποσοστό του ΠΑΣΟΚ θα είναι εκείνο που θα καθορίσει
αν θα έχει τον πρώτο λόγο στη συζήτηση περί μετεκλογικών συνεργασιών.
Αντίθετα, ο Τσίπρας ή ακόμη και ο Κουβέλης, έστω και αν ο ΣΥΡΙΖΑ ή η
ΔΗ.ΜΑΡ. βρεθούν πίσω από το ΠΑΣΟΚ το βράδυ των εκλογών (που και αυτό δεν
θα πρέπει να θεωρείται σίγουρο, ιδιαίτερα για τον ΣΥΡΙΖΑ), θα έχουν
περισσότερες δυνατότητες να εμφανιστούν ως οι φορείς μιας νέας
προσπάθειας στο χώρο της Κεντροαριστεράς, με στοιχεία πιο ριζοσπαστικά
απέναντι στην κεντροδεξιά κατεύθυνση της κυβέρνησης που θα προκύψει
από την κάλπη.
 
-------------------------------------------------------------------------------------------------
 
 
 
 
 
Η αυτοδυναμία και το δίλημμα των νέων εκλογών

Το δίλημμα «αυτοδύναμη Ν.Δ. ή επαναληπτικές εκλογές» έχει τεθεί από τον
Αντώνη Σαμαρά με προφανή στόχο τη συσπείρωση των δυνάμεων της Νέας
Δημοκρατίας. Το βράδυ των εκλογών, όμως, αν τελικά η Ν.Δ. δεν καταφέρει
να κερδίσει την αυτοδυναμία, το συγκεκριμένο δίλημμα μπορεί να φανεί
πολύ πιο ρεαλιστικό από όσο τώρα το θεωρούν ορισμένοι.
Οι κάλπες της 6ης Μαΐου θα αναδείξουν, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις
που προκύπτουν από τις έρευνες των τελευταίων ημερών, πρώτο κόμμα με
μεγάλη διαφορά τη Νέα Δημοκρατία.
Η αναζήτηση κυβερνητικού εταίρου (ή κυβερνητικών εταίρων) θα είναι εξαιρετικά δύσκολη.
Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι τα άλλα φιλοευρωπαϊκά κόμματα που θα μπορούν
να δώσουν χείρα βοηθείας για σχηματισμό κυβέρνησης θα είναι ένα βαθιά
απαξιωμένο και βαριά ηττημένο ΠΑΣΟΚ και -ίσως, εάν και εφόσον...-
κάποια μικρά κεντροδεξιά κόμματα που είναι αμφίβολο αν οι δυνάμεις
τους, αθροιζόμενες, θα βοηθούν στο στόχο της διακυβέρνησης.
Οι επαναληπτικές εκλογές σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας της Ν.Δ. θα πρέπει
να θεωρηθούν μια εξαιρετικά πιθανή περίπτωση, δεδομένου ότι θα τις
επιθυμούν άπαντες!
Ο Σαμαράς για να του δοθεί η δυνατότητα να κυβερνήσει χωρίς
συμβιβασμούς και «σπασμένα τηλέφωνα». Τα κόμματα της Αριστεράς για να
ενισχύσουν ακόμη περισσότερο τη θέση τους στον ευρύτερο παραταξιακό
τους χώρο, επιχειρώντας αφενός να «τελειώσουν» οριστικά την παραδοσιακή
πρωτοκαθεδρία του ΠΑΣΟΚ και αφετέρου για να ενισχύσουν το καθένα τη θέση του έναντι του άλλου. 
Ακόμη και στο ΠΑΣΟΚ, όμως, με ένα εκλογικό αποτέλεσμα που δεν
θα του δίνει δυνατότητα να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στα
πολιτικά πράγματα (ο Ευ. Βενιζέλος αναφέρθηκε προχθές από την Τρίπολη στο σενάριο
το ΠΑΣΟΚ να «κάτσει» στην αντιπολίτευση και να μη μετάσχει σε καμία συζήτηση
περί κυβερνητικής συνεργασίας), είναι πιθανόν ότι θα ακουστούν φωνές για νέες εκλογές
που μπορούν να οδηγήσουν και σε νέο εσωκομματικό ξεκαθάρισμα ή να
διευκολύνουν διασπαστικές κινήσεις.


Δημοσιεύεται στον Τύπο της Κυριακής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου