Του Robert Skidelsky, μέλους της Βουλής των Λόρδων, και καθηγητού πολιτικής οικονομίας στο Warwick University.
Η Γερμανία ηγείται της εναντίωσης, εντός της ΕΕ, στη μείωση του χρέους των ταλαιπωρημένων κρατών. Αντί για σβήσιμο μέρους του χρέους, αυτό που θέλει είναι η δημιουργία μηχανισμών στήριξης, που μπορούν να δανείζουν έως και €500 δις, σε συνδυασμό με άλλα €250 δις από πλευράς του ΔΝΤ.
Πρόκειται στην ουσία για μηχανισμούς αναχρηματοδότησης. Τα κράτη μέλη μπορούν να δανείζονται με σχετικά χαμηλά επιτόκια, εφόσον όμως συμφωνούν στην εφαρμογή αυστηρών μέτρων λιτότητας.
Τα κεφάλαια και οι τόκοι στα χρωστούμενα παραμένουν άθικτα. Έτσι, οι πιστωτές (κυρίως οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες) δεν υφίστανται απώλειες στα υπάρχοντα δάνεια, ενώ οι δανειζόμενοι κερδίζουν χρόνο ώστε να βάλουν τα δημοσιονομικά τους σε τάξη. Αυτά στη θεωρία.
Μέχρι στιγμής, τρία κράτη (Ελλάδα, Ιρλανδία, και Πορτογαλία) έχουν εκμεταλλευτεί αυτούς τους μηχανισμούς. Τον Ιούλιο που μας πέρασε, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας έφτανε τα €350 δις ή το160% του ΑΕΠ της. Σήμερα, η Ελλάδα πρέπει να πληρώνει 25% για τα δεκαετή ομόλογά της, τα οποία πωλούνται με έκπτωση 50% στις δευτερογενείς αγορές.
Με άλλα λόγια, οι επενδυτές αναμένεται να εισπράξουν μόλις το μισό των όσων τους οφείλονται. Η ελπίδα είναι πως η μείωση το κόστος δανεισμού στα νέα δάνεια, μαζί με τα προγράμματα λιτότητας για τα οποία δεσμεύτηκαν οι κυβερνήσεις, θα επιτρέψουν στα ομόλογα να επανέλθουν στις κανονικές τους αξίες, χωρίς οι πιστώτριες τράπεζες να υποστούν απώλειες.
Πρόκειται περί ουτοπίας. Αν δεν σβηστεί σημαντικό μέρος του χρέους της, η Ελλάδα αποκλείεται να αποκτήσει φερεγγυότητα. Μάλιστα, αναμένεται να χρεοκοπήσει. Το ίδιο ισχύει ως ένα βαθμό, και για τις άλλες καταχρεωμένες χώρες.
Οποιοδήποτε αξιόπιστο σχέδιο διάσωσης, θα πρέπει να απαιτεί από τους πιστωτές να αποδεχτούν την απώλεια των μισών χρημάτων τους. Στην Αμερική, το πετυχημένο σχέδιο Brady Bond του 1989, οι οφειλέτριες χώρες (Μεξικό, Αργεντινή, και Βραζιλία) συμφώνησαν να αποπληρώσουν όσα μπορούσαν. Οι τράπεζες που τις είχαν δανείσει χρήματα, αντικατέστησαν το παλιό χρέος με νέα ομόλογα σε μισή περίπου αξία από τα παλιά, και η αμερικανική κυβέρνηση πρόσφερε κάποια «δωράκια».
Το σβήσιμο χρέους και οι υποτιμήσεις είναι που επέτρεψαν να επανέλθουν στα φυσιολογικά τους οι αξίες των ομολόγων, και όχι κάποια προγράμματα λιτότητας. Στη περίπτωση της Ελλάδας, οι πιστωτές αρνούνται μέχρι στιγμής το σβήσιμο χρέους, ενώ καμία ευρωπαϊκή κυβέρνηση δε τους πρόσφερε κάποιο κίνητρο για να το κάνουν.
Η γερμανική αντίθεση στο σβήσιμο χρέους αποτελεί κακή οικονομική πολιτική, κακή πολιτική γενικά, και κακή γνώση της ιστορίας. Οι Γερμανοί θα πρέπει να ενθυμούνται το φιάσκο των πολεμικών αποζημιώσεων της δεκαετίας του 1920. Στη Συνθήκη των Βερσαλλιών, οι νικητές σύμμαχοι απαίτησαν από τη Γερμανία να πληρώσει το κόστος του πολέμου. Έκαναν τους λογαριασμούς τους, και το 1921 παρουσίασαν το τελικό ποσό στο Βερολίνο. Η Γερμανία χρωστούσε £6.6 δις. ή 85% του ΑΕΠ της, τα οποία θα έπρεπε να εξοφληθούν σε 30 ετήσιες δόσεις. Στη πράξη, αυτό σήμαινε πως η Γερμανία θα έπρεπε να πληρώνει σε ετήσια βάση το 8-10% του ΑΕΠ της ή αλλιώς το 65-70% των εξαγωγών της.
Μέσα σε ένα χρόνο η Γερμανία ζήτησε και πέτυχε ένα μορατόριουμ. Με το σχέδιο Dawes εκδόθηκαν νέα ομόλογα, και το 1924 σβήστηκε μεγάλο μέρος του συνολικού χρέους. Έτσι, η Γερμανία μπόρεσε να δανειστεί ώστε να αποπληρώσει τις δόσεις της. Δανείστηκε χρήματα από τις ΗΠΑ, ώστε να ξοφλήσει τη Βρετανία, τη Γαλλία, και το Βέλγιο. Η Γαλλία και το Βέλγιο χρησιμοποίησαν αυτά τα χρήματα για να ξοφλήσουν την Βρετανία, και η Βρετανία για να ξοφλήσει την Αμερική.
Όλο αυτό το διαπλεκόμενο χρέος σβήστηκε ντε φάκτο και οριστικά το 1932, εν μέσω της τότε παγκόσμιας ύφεσης. Μέχρι όμως το 1980, η Γερμανία συνέχιζε να πληρώνει δόσεις για τα δάνεια που είχε πάρει ώστε να ανταποκριθεί στις πολεμικές αποζημιώσεις.
Από την αρχή ακόμη, ο οικονομολόγος John Maynard Keynes ήταν πολέμιος της πολιτικής αποζημιώσεων που είχε επιβληθεί στη Γερμανία. Όπως έλεγε, αν η Γερμανία ήταν να διατηρήσει ένα μέσο επίπεδο ζωής για τους πολίτες της, θα ήταν αδύνατο να ανταποκριθεί στα χρέη αυτά. Και αν εξαναγκάζονταν, θα εκδηλώνονταν επανάσταση. Και στο βαθμό που θα μπορούσε να αυξήσει τις εξαγωγές της για να πληρώσει τις αποζημιώσεις, αυτό θα γίνονταν εις βάρος των εξαγωγών των κρατών στα οποία χρωστούσε. Αυτό που χρειάζονταν να γίνει ήταν η ακύρωση όλων των αποζημιώσεων και των διακρατικών πολεμικών χρεών, σε συνδυασμό με ένα μεγάλο πρόγραμμα αναδόμησης, που θα βοηθούσε την ευρωπαϊκή οικονομία να ανανήψει.
Το 1919, ο Keynes παρουσίασε ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο σβησίματος του χρέους, με νέα ομόλογα που θα είχαν την εγγύηση των συμμαχικών δυνάμεων, και τα έσοδα των οποίων θα πήγαιναν σε νικητές και ηττημένους επί ίσοις όροις. Οι Αμερικανοί όμως, που θα έπρεπε να χρηματοδοτήσουν το μεγαλύτερο μέρος αυτού του σχεδίου, άσκησαν βέτο.
Ο Keynes επέμενε πως η απαίτηση για αποζημιώσεις, και μάλιστα μακροχρόνια, θα είχε καταστροφικές κοινωνικές συνέπειες. Όπως είχε γράψει, η ταπείνωση της Γερμανίας και η μετατροπή των κατοίκων της σε δούλους, θα είχε επαχθείς συνέπειες. «Μπορεί μάλιστα να σπείρει και τη διάβρωση ολόκληρου του ευρωπαϊκού πολιτισμού», είπε.
Η ιστορία ποτέ δεν επαναλαμβάνεται επακριβώς, αλλά αυτό τουλάχιστον το επεισόδιο έχει πολλά να μας διδάξει. Σίγουρα, οι σημερινοί Γερμανοί θα λένε πως τα χρέη της Ελλάδας και άλλων μεσογειακών χωρών δεν είναι υποχρεωτικές αποζημιώσεις, αλλά πρόκειται για χρήματα που εισπράχτηκαν εθελοντικά. Εδώ όμως τίθεται ζήτημα δικαιοσύνης, παραβλέποντας τις οικονομικές συνέπειες της επιμονής στην αποπληρωμή αυτών των χρεών. Παράλληλα, υπάρχει και κάτι οξύμωρο: Αν υπάρχουν πολλοί πιστωτές, θα εξαθλιώσουν τους λαούς από τους οποίους εξαρτάται και η δική τους ευμάρεια.
Στη δεκαετία του 1920, η Γερμανία κατέληξε να πληρώνει μικρό μόνο μέρος των αποζημιώσεων, όμως ο χρόνος που χρειάστηκε μέχρι να γίνει ακόμη κι αυτό, απέτρεψε τη πλήρη ανάκαμψη της Ευρώπης, κατέστησε την ίδια το πιο μεγάλο θύμα της τότε οικονομικής κρίσης, και καλλιέργησε θυμό, ο οποίος οδήγησε σε τρομακτικές πολεμικές συνέπειες.
Καλά θα κάνει λοιπόν η Angela Merkel να διαβάσει λίγο ιστορία.
Project Syndicate
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου