Τα ερείπια της γνωστής, ιδιαίτερα στους ρωμαϊκούς και παλαιοχριστιανικούς χρόνους, πόλης των Φιλίππων βρίσκονται στην περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας.Ο Αρχαιολογικός χώρος των Φιλίππων, βρίσκεται δίπλα στην έδρα του Δήμου της Κρηνίδες και απέχει 15χλμ. από την Καβάλα και 21χλμ. από τη Δράμα.
ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΧΩΡΟ
Τείχη
Ο περίβολος των τειχών ξεκινούσε από την κορυφή του λόφου, όπου η οχυρή Ακρόπολη, και προχωρώντας στις απότομες κατωφέρειες της νότιας πλαγιάς περιέκλειε στους πρόποδες του λόφου ένα τμήμα της πεδιάδας, η οποία προσφερόταν για κατοίκηση και για ανάπτυξη δημόσιων χώρων. Η αρχαιότερη φάση του περιβόλου ανάγεται στην εποχή του Φιλίππου Β' και η νεότερη στα χρόνια του Ιουστινιανού Α' (527-565 μ.Χ.). Το τείχος του Φιλίππου Β', που είναι ορατό στο ανατολικό κυρίως σκέλος και στην ακρόπολη, έχει πάχος 2,30-2,85μ. και είναι χτισμένο από μεγάλες μαρμάρινες πλίνθους κατά το ισοδομικό κυρίως σύστημα. Το συνολικό μήκος της περιμέτρου των τειχών φτάνει τα 3,5χλμ. Το τείχος ενισχύεται κατά διαστήματα από ισχυρούς πύργους. Πύργοι πλαισιώνουν επίσης τις τρεις πύλες που εντόπισαν οι ανασκαφές. Από αυτές οι δύο βρίσκονται στη δυτική πλευρά του τείχους και η τρίτη στην ανατολική. Στο σημερινό επισκέπτη είναι προσιτή μόνο η τελευταία, που ονομάζεται από τους ανασκαφείς συμβατικά πύλη της Νεάπολης, γιατί από αυτήν ξεκινά ο δρόμος που οδηγεί στο λιμάνι της Νεάπολης (σημερινής Καβάλας).
Ακρόπολη
Στην κορυφή του οχυρού λόφου, στην ακρόπολη της αρχαίας πόλης, οδηγεί το μονοπάτι που ξεκινά λίγο βορειότερα από το Μουσείο. Στον περίβολο της ακρόπολης διακρίνονται οι διάφορες οικοδομικές φάσεις των τειχών της αρχαίας πόλης. Το τείχος των βυζαντινών χρόνων είναι θεμελιωμένο πάνω στο αρχαίο τείχος της εποχής του Φιλίππου Β'. Στο εσωτερικό της ακρόπολης δεσπόζει ένας μεγάλος τετράπλευρος πύργος υστεροβυζαντινών χρόνων. Η είσοδός του βρίσκεται στα βόρεια, σε ύψος 1,50μ. πάνω από την επιφάνεια του εδάφους, για λόγους ασφαλείας. Χαρακτηριστικά είναι δύο διακοσμητικά θέματα από πλίνθους στις εξωτερικές πλευρές του πύργου: σταυρός στη νότια και ιχθυάκανθα στη δυτική πλευρά. Επιφανειακή κεραμική που έχει βρεθεί στην ακρόπολη των Φιλίππων, βεβαιώνει ότι ο λόφος κατοικούνταν ήδη από την πρώιμη εποχή του σιδήρου. Χαράγματα στο βράχο (σχηματοποιημένοι τροχοί, πλοίο), που χρονολογήθηκαν στον 5ο αι. π.Χ., μαρτυρούν επίσης την παρουσία ζωής στο λόφο πριν από την άφιξη των Θασίων αποίκων.
Η Βασιλική Α'
Μεγάλη τρίκλιτη βασιλική με εγκάρσιο κλίτος στην ανατολική πλευρά, που χρονολογείται στο τέλος του 5ου αι. και διακρίνεται για τη μεγαλοπρέπεια του γλυπτικού διακόσμου (κιονόκρανα, επίκρανα, θωράκια). Χρονολογείται γύρω στα 500 μ.Χ. Το μέγεθος και η θέση της αποτελούν στοιχεία για να αντιληφθεί κανείς πόσο πολύ σπουδαία και λαμπρή ήταν. Έχει μήκος 136μ. και πλάτος μαζί με τα προκτίσματα της βόρειας πλευράς 50μ. Πρόκειται δηλαδή για τη μεγαλύτερη βασιλική που έχει ανασκαφεί. Στο ιερό βήμα μετά την πελώρια αψίδα της κόγχης υπήρχε τεράστιο σύνθρονο και προ αυτού στη θέση της Αγίας τράπεζας αποκαλύφθημε το εγκαίνιο με μορφή τετράγωνης τάφρου. Μέσα σε αυτήν τοποθετούσαν το μαρμάρινο ή μεταλλικό κιβώτιο που περιείχε τεμάχια ιερών λειψάνων Αγίων μαρτύρων τυλιγμένα μέσα σε ύφασμα. Στον κυρίως ναό και στα δεξιά του κεντρικού κλίτους σώζεται η βάση του μεγάλου και επιβλητικού άμβωνα. Μετά το νάρθηκα ήταν η φιάλη ή κρήνη στη μέση της αυλής, που επεκτείνονταν μέχρι τον δυτικό τοίχο, στου οποίου στη μια από τις πέντε κόγχες, τη μεσαία και υπερυψωμένη στεκόταν ο Επίσκοπος κατά το προλειτουργικό στάδιο. Η φιάλη ήταν διόροφη. Κίονες βάσταζαν τόξα διακοσμημένα και πρόσδιδαν στο τεράστιο οικοδόμημα χαρακτήρα μνημειώδη και μεγαλοπρεπή. Στη βόρεια πλευρά, μεταξύ του βορείου τοίχου του ναού και του λαξευμένου βράχου του λόφου της Ακροπόλεως, διατηρείται σε σχετικά καλή κατάσταση το βαπτιστήριο και άλλοι χώροι απαραίτητοι στην τέλεση του βαπτίσματος. Το δάπεδο του βαπτιστηρίου και των προθαλάμων ήταν στρωμένο με πλάκες πολύχρωμων μαρμάρων, ενώ οι τοίχοι καλυπτόταν με τοιχογραφίες. Από τον προθάλαμο του βαπτιστηρίου ξεκινούσε το κλιμακοστάσιο, που οδηγούσε στα υπερώα της Βασιλικής.
Μετά από μια εκατονταετία λειτουργίας του ναού, πιθανόν το 600 μ.Χ. ο ναός ισοπεδώνεται μάλλον από σεισμό, χωρίς να ξανακτισθεί. Ο χώρος του βαπτιστηρίου διαμορφώθηκε σε μεταγενέστερους χρόνους σε ναϊσκο, διατηρώντας και μαρτυρώντας την ιερότητα του χώρου.
Η Βασιλική Β'
Στη νότια πλευρά της ρωμαϊκής αγοράς είναι κτισμένος ο βόρειος τοίχος της Βασιλικής Β'. Το οικοδόμημα απομακρύνεται ως προς την αρχιτεκτονική του από τον τύπο της ελληνικής βασιλικής και πλησιάζει τον τύπο της βασιλικής με τρούλο, όπως είναι η Αγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως. Δύο κιονοστοιχίες με 6 κολώνες η κάθε μια χώριζαν το εσωτερικό σε τρία κλίτη, με ολικό πλάτος 31μ. Το μεσαίο κλίτος στεγαζόταν με μια μεγάλη καμάρα. Η αρχή των τόξων που την στήριζαν, φαίνεται ψηλά στους πεσσούς. Επάνω από τα πλάγια κλίτη και το νάρθηκα ήταν ο γυναικωνίτης που είχε μορφή Π. Ο μαρμάρινος στηλοβάτης του τέμπλου σώζεται στη θέση του και το ιερό στην ανατολική του πλευρά έχει μια μεγάλη ημικυκλική αψίδα. Συμμετρικά στην αψίδα του ιερού είναι κτισμένες δυο μικρές αψίδες στη Β.Α και Ν.Α γωνία της εκκλησίας, που ανήκουν στα προκτίσματα.
Στα Β.Α βρίσκεται το βαπτιστήριο, ένα τετράγωνο δωμάτιο (6,89Χ5,57μ.). Το δάπεδό του πλακοστρωμένο άλλοτε, έχει στο μέσο μια τετράγωνη αβαθή λεκάνη (2,51Χ1,83μ.), εφοδιασμένη με αγωγό για την αποχέτευση του νερού. Το βαπτιστήριο επικοινωνεί στα ανατολικά του με ένα στενόμακρο δωμάτιο που καταλήγει σε μια μικρή αψίδα. Το δωμάτιο αυτό χρησιμοποιούνταν κατά την τελετή του βαπτίσματος και ίσως ήταν κατηχουμενείο ή χρισμάριο.
Στη Β.Α γωνία υπάρχει χώρος που μάλλον ήταν το διακονικό της εκκλησίας κι όταν αυτή καταστράφηκε, τότε το δωμάτιο μεταβλήθηκε σε παρεκκλήσι. Τα τρία κλίτη του ναού επικοινωνούν με το νάρθηκα με τρεις εισόδους. Με τη καταστροφή της Βασιλικής, ο νάρθηκάς της που έμεινε ανέπαφος μεταβλήθηκε σε μικρή εκκλησία και με το κτίσιμο της αψίδας δημιουργήθηκε ο χώρος για το ιερό.
Αίθριο Δε χτίστηκε αν και ετοιμάστηκε γι'αυτό ένας μεγάλος χώρος. Χωρίς αυτό, το μήκος του ναού είναι 62 περίπου μέτρα και το πλάτος του μαζί με τα προκτίσματα περίπου 47 μέτρα. Για τον αρχιτεκτονικό τύπο και τη διακόσμησή της χρησίμευσαν σαν πρότυπα οι περίφημες εκκλησίες της Κων/πολης, Αγία Σοφία και Αγία Ειρήνη. Έξοχα δείγματα διακοσμητικής τέχνης είναι τα κιονόκρανα, τα επίκρανα και τα επιθήματα. Πλατειά φύλλα ακάνθου απλωμένα στον κάλαθο του κιονόκρανου και λογής-λογής φυλοστοιχίες είναι τα διακοσμητικά θέματα. Το τρυπάνι σκάλισε τόσο βαθειά τα περιγράμματα που έκανε το μάρμαρο να μοιάζει με δαντέλα.
Η μεγάλη και ωραία Βασιλική Β', στο κεντρικότερο σημείο της πόλης των Φιλίππων κτίσθηκε το 550μ.Χ περίπου. Πριν όμως ολοκληρωθούν οι εξωραϊστικές εργασίες του εσωτερικού χώρου, κατέρρευσε ο τρούλος. Μένουν επιβλητικά υψωμένοι οι παράπλευροι τοίχοι να φθείρονται από τον χρόνο και τους ανθρώπους.
Το Οκτάγωνο
Ναός Παλαιοχριστιανικός οκταγωνικού τύπου, στην ανατολική πλευρά της Αγοράς, που άρχισε να ανασκάπτεται στη δεκαετία του '60 από το Στυλιανό Πελεκανίδη, καθηγητή της Βυζαντινής αρχαιολογίας, έφερε στο φως άλλους δύο επάλληλους αρχαιότερους ναούς και καθώς συνεχίζονταν οι ανασκαφές των προκτισμάτων και κοντινών άλλων οικοδομημάτων, άρχισε να γίνεται πλέον λόγος για το συγκρότημα του Οκταγώνου. Γύρω από τον Οκταγωνικό ναό αναπτύσσονται βαπτιστήριο και άλλα προκτίσματα, δημόσιος λουτρώνας, επισκοπικό μέγαρο και αποθήκες. Στο κέντρο του συγκροτήματος διατηρείται μεγάλος τάφος μακεδονικού τύπου της ελληνιστικής εποχής.
Στο χώρο του ναού αρχικά είχε κτισθεί στα μέσα του 4ου αι. ο Ευκτήριος Οίκος του Πορφυρίου. Αμέσως μετά πάνω στα ερείπιά του οικοδομείται τρίκλιτος Βασιλική και τον 5ο αι. το Οκτάγωνο (ορισμένες οικοδομικές φάσεις χρονολογούνται στον 6ο αι.). Σύμφωνα με επιγραφική μαρτυρία ο ναός ήταν αφιερωμένος στον Απόστολο Παύλο, γεγονός που δείχνει, μαζί με τη θέση του στο κέντρο της πόλης, δίπλα στην αγορά και την ύπαρξη παραπλεύρως του επισκοπείου, ότι ήταν ο καθεδρικός ναός των Φιλιππησίων. Στα προκτίσματα του ναού διακρίνονται, η πρόθεση, το διακονικό, το βαπτιστήριο (φωτιστήριο και κολυμβήθρα), η φιάλη (κρήνη) και άλλα συνήθη στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές. Στα δυτικά προ του ναού υπήρχε μικρή τρίκλιτη στοά, που οδηγούσε στην κοντινή και βορείως διερχομένη Εγνατία οδό.
Επισκοπείο
Στην ίδια περίπου εποχή με την ανοικοδόμηση του Οκταγώνου, κτίζεται ανατολικά των προκτισμάτων του και το ανεξάρτητο κτιριακό συγκρότημα του επισκοπείου, στο κέντρο του οποίου υπήρχε υπαίθρια κλειστή αυλή. Γύρω απ'αυτήν αναπτύσσονται τετραγωνικά πτέρυγες διαμερισμάτων, από τις οποίες η νότια και η δυτική είχαν και υπερκείμενο όροφο, που χρησίμευε για κατοικία τουεκάστοτε επισκόπου και των άλλων κληρικών. Η ύπαρξη διαμερίσματος, εστιών, πυθώνων, δυο ληνών για το πάτημα σταφυλιών, πολλών και μεγάλων αποθηκών, αιθουσών υποδοχής και συγκεντρώσεων μαρτυρούν για την καλά οργανωμένη εκκλησία των Φιλίππων γύρω από τον Επίσκοπο και το ενδιαφέρον της για τους αναξιοπαθούντες αδελφούς. ’λλωστε η εκκλησία των Φιλίππων πρωτοστατούσε σε έργα ευποιϊας από την εποχή του Αποστόλου Παύλου, όπως και η καθόλου Εκκλησία πρωτοπορούσε στην έμπρακτη εκδήλωση αγάπης και φιλανθρωπίας.
Αγορά
Η Αγορά (forum), το διοικητικό κέντρο των Φιλίππων στη ρωμαϊκή εποχή βρίσκεται στο κέντρο της αρχαίας πόλης ανάμεσα σε δύο μεγάλους παράλληλους πλακόστρωτους δρόμους, από τους οποίους ο βόρειος έχει ταυτιστεί με την αρχαία Εγνατία οδό
. Η οδός αυτή συνέδεε δύο πύλες των τειχών της πόλης και αποτέλεσε τον decumanus maximus της ρωμαϊκής αποικίας. Η αρχαιότερη φάση της ρωμαϊκής αγοράς των Φιλίππων χρονολογείται στον 1ο αι. μ.Χ., στην ιουλιοκλαυδιανή περίοδο και έχει χτιστεί πάνω σε κτίρια της πόλης των ελληνιστικών και πρώιμων ρωμαϊκών χρόνων. Η αγορά είναι ένα ενιαία σχεδιασμένο συγκρότημα δημόσιων κτιρίων, που οργανώνονται γύρω από μία κεντρική πλατεία με μνημειακότερα κτίσματα τον ανατολικό ναό αφιερωμένο στην αυτοκρατορική λατρεία και το δυτικό ναό, ή curia. Στην εποχή των Αντωνίνων, περίοδο μεγάλης άνθησης για τη ρωμαϊκή αποικία των Φιλίππων, χτίστηκε στην ίδια θέση ένα νέο forum στα χρόνιατου ρωμαίου αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου (161-187 μ.Χ.). Στο forum της εποχής των Αντωνίνων διατηρήθηκε η αρχική κεντρική πλατεία, γύρω, ωστόσο, από αυτή χτίστηκαν νέα κτίρια, πολύ πιο μνημειακά, τα ερείπια των οποίων δεσπόζουν σήμερα στον αρχαιολογικό χώρο.
Παλαίστρα
Στα δυτικά της παλαιοχριστιανικής Βασιλικής Β' οι ανασκαφές έχουν αποκαλύψει τα ερείπια της παλαίστρας που χρονολογείται στο 2ο αι. μ.Χ. Το κτίριο επικοινωνούσε με τη μεγάλη Εμπορική οδό. Η περίστυλη κεντρική αυλή ήταν χώρος ασκήσεων. Στα δυτικά υπήρχαν δωμάτια και στα ανατολικά ένα μικρό αμφιθέατρο με επτά σειρές εδωλίων. Ο καλύτερα διατηρημένος χώρος είναι οι βεσπασιανές στη νοτιοανατολική γωνία του κτιρίου. Με κλίμακα, από την οποία σώζονται εννέα βαθμίδες, κατεβαίνουμε σ'έναν προθάλαμο που οδηγεί στην αίθουσα των βεσπασιανών. Στις τρεις πλευρές της αίθουσας υπάρχει συνεχόμενο έδρανο με 42 κυκλικές οπές. Κάτω από το έδρανο υπάρχει βαθιά υπόνομος με συνεχή ροή νερού, με την οποία εξασφαλιζόταν η μόνιμη καθαριότητα του χώρου. Το κτιριακό συγκρότημα της παλαίστρας χτίστηκε στα μέσα του 2ου αι. μ.Χ. και καταστράφηκε με το τέλος της αρχαίας πόλης και την ανέγερση της παλαιοχριστιανικής Βασιλικής Β' στην περιοχή αυτή.
(Οι Βεσπασιανές)
Κτιριακό συγκρότημα (Θέρμες-Λέσχη)
Το κτιριακό αυτό συγκρότημα βρίσκεται στα νοτιοανατολικά της παλαίστρας και της Βασιλικής Β', κοντά στο νότιο τείχος της πόλης. Είναι μια ορθογώνια οικοδομή, με μνημειακή είσοδο στα βόρεια, που χωρίζεται από μία κεντρική αυλή σε δύο πτέρυγες. Στην ανατολική υπάρχουν αίθουσες συγκεντρώσεων και αναψυχής, ενώ στη δυτική βρίσκονταν τα διαμερίσματα του λουτρού και οι εγκαταστάσεις για τη θέρμανση του νερού. Στην ανατολική ξεχωρίζουν δύο μεγάλες αίθουσες με πισίνες στο κέντρο. Τοδάπεδο της αψιδωτής αίθουσας διακοσμούνταν με ένα θαυμάσιο ψηφιδωτό, τμήματα του οποίου σώζονται στο Μουσείο των Φιλίππων. Στη δυτική πτέρυγα υπήρχε μία αντίχτοιχη μεγάλη αίθουσα με δεξαμενή και κρήνη. Το κτιριακό αυτό συγκρότημα, που χτίστηκε στα μέσα του 3ου αι. μ.Χ., πιστεύεται ότι στην πρώτη φάση του υπήρξε και ιερό των θεών Liber Pater,Libera και Ηρακλή. Η καταστροφή του κτιρίου πιθανότατα σχετίζεται με τις επιδρομές των Γότθων, που χρονολογούνται μετά το 378 μ.Χ. Στα ερείπια του εγκαταλειμμένου κτιρίου εγκαταστάθηκαν από τα τέλη του 4ου αι. μ.Χ. τοπικά εργαστήρια (π.χ μεταλλουργίας κ.ά.), η ζωή των οποίων συνεχίστηκε ως τις αρχές του 7ου αι. μ.Χ. Στην τελευταία φάση του κτιρίου πρέπει πιθανότατα να χρονολογηθεί και το κυκλικό κτίσμα (καμίνι;) στην εσωτερική αυλή.
Μνημείο του C. Vibius Quartus
Στα ανατολικά όρια του σύγχρονου χωριού των Κρηνίδων σώζεται το μνημείο του Ρωμαίου βετεράνου αξιωματούχου C. Vibius Quartus. Το μνημείο υψωνόταν στη βόρεια παρειά της Ρωμαϊκής Εγνατίας οδού , της οποίας πιθανώς υπήρχε σταθμός στη θέση αυτή αναφερόμενος ως Co Fons (πηγή νερού) στα ρωμαϊκά itineraria. Η πηγή του νερού αυτής της περιοχής, τροφοδοτεί και σήμερα το σύγχρονο χωριό, μαζί με το παρακείμενο έλος, το οποίο αποτελεί τμήμα του μεγάλου έλους της πεδιάδας των Φιλίππων που έχει αποξηρανθεί. Η παρουσία του σύγχρονου δρόμου, που ακολουθεί την πορεία της Εγνατίας οδού, ο γειτονικός λόφος του προϊστορικού οικισμού και το επιβλητικό μνημείο του ρωμαίου στρατιωτικού διατηρούν σημαντικά στοιχεία αυθεντικότητας του αρχαίου ιστορικού τοπίου και του περιβάλλοντος χώρου, παρά τις αλλοιώσεις που η σύγχρονη ζωή έχει επιφέρει. Το ελληνικό τοπωνύμιο της περιοχής "Μεγάλο Λιθάρι", όπως και το τουρκικό "Ντικιλί Τας", που αναφέρονται από το Γάλλο περιηγητή-αρχαιολόγο L. Heuzey, ο οποίος επισκέφθηκε την περιοχή στα 1862, προέρχονται από το τεράστιο σε όγκο μνημείο, που σώθηκε σχεδόν άθικτο από την αρχαιότητα. Οι μοναδικές αλλοιώσεις του μνημείου εμφανίζονται στο κάτω τμήμα του, που είναι φθαρμένο, εξαιτίας της λαϊκής παράδοσης που το συνδέει με τον Μέγα Αλέξανδρο. Το μνημείο ονομαζόταν στην εποχή της τουρκοκρατίας Παχνί του Βουκεφάλα και τη σκόνη από το τριμμένο μάρμαρο του έπιναν οι γυναίκες για να γεννήσουν παιδιά αρσενικά, γερά σαν τον Μέγα Αλέξανδρο.
Προϊστορικός οικισμός Μεγάλο Λιθάρι ή Ντικιλί Τας
Ακολουθώντας το μικρό μονοπάτι δίπλα στο έλος φτάνει κανείς στο λόφο του προϊστορικού οικισμού, η συστηματική ανασκαφική έρευνα του οποίου άρχισε στα 1961 και πραγματοποιείται με κοινό πρόγραμμα συνεργασίας της Αρχαιολογικής Εταιρείας και της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής. Στο χώρο της ανασκαφής δεν υπάρχουν ακόμα μνημεία επισκέψιμα, όμως ορισμένα αντιπροσωπευτικά ευρήματα των ανασκαφών είναι εκτεθειμένα σε προσωρινή έκθεση στον προθάλαμο του Μουσείου των Φιλίππων. Ειδώλια, αγγεία, εργαλεία και κοσμήματα αποτελούν χαρακτηριστικά στοιχεία του πολιτισμού των πρώτων κατοίκων της περιοχής των Φιλίππων από τη μέση νεολιθική εποχή ως το τέλος της εποχής του χαλκού. Η ζωή στον προϊστορικό οικισμό πρέπει να διακόπτεται με το τέλος της εποχής του χαλκού. Στην πρώϊμη εποχή του σιδήρου πρέπει να άρχισε η κατοίκηση της οχυρής Ακρόπολης των Φιλίππων, στην οποία εγκαταστάθηκαν στον 4ο αι. π.Χ. οι Θάσιοι άποικοι των Κρηνίδων και την οποία τείχισε λίγα χρόνια αργότερα ο Βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος
ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΧΩΡΟ
Τείχη
Ο περίβολος των τειχών ξεκινούσε από την κορυφή του λόφου, όπου η οχυρή Ακρόπολη, και προχωρώντας στις απότομες κατωφέρειες της νότιας πλαγιάς περιέκλειε στους πρόποδες του λόφου ένα τμήμα της πεδιάδας, η οποία προσφερόταν για κατοίκηση και για ανάπτυξη δημόσιων χώρων. Η αρχαιότερη φάση του περιβόλου ανάγεται στην εποχή του Φιλίππου Β' και η νεότερη στα χρόνια του Ιουστινιανού Α' (527-565 μ.Χ.). Το τείχος του Φιλίππου Β', που είναι ορατό στο ανατολικό κυρίως σκέλος και στην ακρόπολη, έχει πάχος 2,30-2,85μ. και είναι χτισμένο από μεγάλες μαρμάρινες πλίνθους κατά το ισοδομικό κυρίως σύστημα. Το συνολικό μήκος της περιμέτρου των τειχών φτάνει τα 3,5χλμ. Το τείχος ενισχύεται κατά διαστήματα από ισχυρούς πύργους. Πύργοι πλαισιώνουν επίσης τις τρεις πύλες που εντόπισαν οι ανασκαφές. Από αυτές οι δύο βρίσκονται στη δυτική πλευρά του τείχους και η τρίτη στην ανατολική. Στο σημερινό επισκέπτη είναι προσιτή μόνο η τελευταία, που ονομάζεται από τους ανασκαφείς συμβατικά πύλη της Νεάπολης, γιατί από αυτήν ξεκινά ο δρόμος που οδηγεί στο λιμάνι της Νεάπολης (σημερινής Καβάλας).
Ακρόπολη
Στην κορυφή του οχυρού λόφου, στην ακρόπολη της αρχαίας πόλης, οδηγεί το μονοπάτι που ξεκινά λίγο βορειότερα από το Μουσείο. Στον περίβολο της ακρόπολης διακρίνονται οι διάφορες οικοδομικές φάσεις των τειχών της αρχαίας πόλης. Το τείχος των βυζαντινών χρόνων είναι θεμελιωμένο πάνω στο αρχαίο τείχος της εποχής του Φιλίππου Β'. Στο εσωτερικό της ακρόπολης δεσπόζει ένας μεγάλος τετράπλευρος πύργος υστεροβυζαντινών χρόνων. Η είσοδός του βρίσκεται στα βόρεια, σε ύψος 1,50μ. πάνω από την επιφάνεια του εδάφους, για λόγους ασφαλείας. Χαρακτηριστικά είναι δύο διακοσμητικά θέματα από πλίνθους στις εξωτερικές πλευρές του πύργου: σταυρός στη νότια και ιχθυάκανθα στη δυτική πλευρά. Επιφανειακή κεραμική που έχει βρεθεί στην ακρόπολη των Φιλίππων, βεβαιώνει ότι ο λόφος κατοικούνταν ήδη από την πρώιμη εποχή του σιδήρου. Χαράγματα στο βράχο (σχηματοποιημένοι τροχοί, πλοίο), που χρονολογήθηκαν στον 5ο αι. π.Χ., μαρτυρούν επίσης την παρουσία ζωής στο λόφο πριν από την άφιξη των Θασίων αποίκων.
Η Βασιλική Α'
Μεγάλη τρίκλιτη βασιλική με εγκάρσιο κλίτος στην ανατολική πλευρά, που χρονολογείται στο τέλος του 5ου αι. και διακρίνεται για τη μεγαλοπρέπεια του γλυπτικού διακόσμου (κιονόκρανα, επίκρανα, θωράκια). Χρονολογείται γύρω στα 500 μ.Χ. Το μέγεθος και η θέση της αποτελούν στοιχεία για να αντιληφθεί κανείς πόσο πολύ σπουδαία και λαμπρή ήταν. Έχει μήκος 136μ. και πλάτος μαζί με τα προκτίσματα της βόρειας πλευράς 50μ. Πρόκειται δηλαδή για τη μεγαλύτερη βασιλική που έχει ανασκαφεί. Στο ιερό βήμα μετά την πελώρια αψίδα της κόγχης υπήρχε τεράστιο σύνθρονο και προ αυτού στη θέση της Αγίας τράπεζας αποκαλύφθημε το εγκαίνιο με μορφή τετράγωνης τάφρου. Μέσα σε αυτήν τοποθετούσαν το μαρμάρινο ή μεταλλικό κιβώτιο που περιείχε τεμάχια ιερών λειψάνων Αγίων μαρτύρων τυλιγμένα μέσα σε ύφασμα. Στον κυρίως ναό και στα δεξιά του κεντρικού κλίτους σώζεται η βάση του μεγάλου και επιβλητικού άμβωνα. Μετά το νάρθηκα ήταν η φιάλη ή κρήνη στη μέση της αυλής, που επεκτείνονταν μέχρι τον δυτικό τοίχο, στου οποίου στη μια από τις πέντε κόγχες, τη μεσαία και υπερυψωμένη στεκόταν ο Επίσκοπος κατά το προλειτουργικό στάδιο. Η φιάλη ήταν διόροφη. Κίονες βάσταζαν τόξα διακοσμημένα και πρόσδιδαν στο τεράστιο οικοδόμημα χαρακτήρα μνημειώδη και μεγαλοπρεπή. Στη βόρεια πλευρά, μεταξύ του βορείου τοίχου του ναού και του λαξευμένου βράχου του λόφου της Ακροπόλεως, διατηρείται σε σχετικά καλή κατάσταση το βαπτιστήριο και άλλοι χώροι απαραίτητοι στην τέλεση του βαπτίσματος. Το δάπεδο του βαπτιστηρίου και των προθαλάμων ήταν στρωμένο με πλάκες πολύχρωμων μαρμάρων, ενώ οι τοίχοι καλυπτόταν με τοιχογραφίες. Από τον προθάλαμο του βαπτιστηρίου ξεκινούσε το κλιμακοστάσιο, που οδηγούσε στα υπερώα της Βασιλικής.
Μετά από μια εκατονταετία λειτουργίας του ναού, πιθανόν το 600 μ.Χ. ο ναός ισοπεδώνεται μάλλον από σεισμό, χωρίς να ξανακτισθεί. Ο χώρος του βαπτιστηρίου διαμορφώθηκε σε μεταγενέστερους χρόνους σε ναϊσκο, διατηρώντας και μαρτυρώντας την ιερότητα του χώρου.
Η Βασιλική Β'
Στη νότια πλευρά της ρωμαϊκής αγοράς είναι κτισμένος ο βόρειος τοίχος της Βασιλικής Β'. Το οικοδόμημα απομακρύνεται ως προς την αρχιτεκτονική του από τον τύπο της ελληνικής βασιλικής και πλησιάζει τον τύπο της βασιλικής με τρούλο, όπως είναι η Αγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως. Δύο κιονοστοιχίες με 6 κολώνες η κάθε μια χώριζαν το εσωτερικό σε τρία κλίτη, με ολικό πλάτος 31μ. Το μεσαίο κλίτος στεγαζόταν με μια μεγάλη καμάρα. Η αρχή των τόξων που την στήριζαν, φαίνεται ψηλά στους πεσσούς. Επάνω από τα πλάγια κλίτη και το νάρθηκα ήταν ο γυναικωνίτης που είχε μορφή Π. Ο μαρμάρινος στηλοβάτης του τέμπλου σώζεται στη θέση του και το ιερό στην ανατολική του πλευρά έχει μια μεγάλη ημικυκλική αψίδα. Συμμετρικά στην αψίδα του ιερού είναι κτισμένες δυο μικρές αψίδες στη Β.Α και Ν.Α γωνία της εκκλησίας, που ανήκουν στα προκτίσματα.
Στα Β.Α βρίσκεται το βαπτιστήριο, ένα τετράγωνο δωμάτιο (6,89Χ5,57μ.). Το δάπεδό του πλακοστρωμένο άλλοτε, έχει στο μέσο μια τετράγωνη αβαθή λεκάνη (2,51Χ1,83μ.), εφοδιασμένη με αγωγό για την αποχέτευση του νερού. Το βαπτιστήριο επικοινωνεί στα ανατολικά του με ένα στενόμακρο δωμάτιο που καταλήγει σε μια μικρή αψίδα. Το δωμάτιο αυτό χρησιμοποιούνταν κατά την τελετή του βαπτίσματος και ίσως ήταν κατηχουμενείο ή χρισμάριο.
Στη Β.Α γωνία υπάρχει χώρος που μάλλον ήταν το διακονικό της εκκλησίας κι όταν αυτή καταστράφηκε, τότε το δωμάτιο μεταβλήθηκε σε παρεκκλήσι. Τα τρία κλίτη του ναού επικοινωνούν με το νάρθηκα με τρεις εισόδους. Με τη καταστροφή της Βασιλικής, ο νάρθηκάς της που έμεινε ανέπαφος μεταβλήθηκε σε μικρή εκκλησία και με το κτίσιμο της αψίδας δημιουργήθηκε ο χώρος για το ιερό.
Αίθριο Δε χτίστηκε αν και ετοιμάστηκε γι'αυτό ένας μεγάλος χώρος. Χωρίς αυτό, το μήκος του ναού είναι 62 περίπου μέτρα και το πλάτος του μαζί με τα προκτίσματα περίπου 47 μέτρα. Για τον αρχιτεκτονικό τύπο και τη διακόσμησή της χρησίμευσαν σαν πρότυπα οι περίφημες εκκλησίες της Κων/πολης, Αγία Σοφία και Αγία Ειρήνη. Έξοχα δείγματα διακοσμητικής τέχνης είναι τα κιονόκρανα, τα επίκρανα και τα επιθήματα. Πλατειά φύλλα ακάνθου απλωμένα στον κάλαθο του κιονόκρανου και λογής-λογής φυλοστοιχίες είναι τα διακοσμητικά θέματα. Το τρυπάνι σκάλισε τόσο βαθειά τα περιγράμματα που έκανε το μάρμαρο να μοιάζει με δαντέλα.
Η μεγάλη και ωραία Βασιλική Β', στο κεντρικότερο σημείο της πόλης των Φιλίππων κτίσθηκε το 550μ.Χ περίπου. Πριν όμως ολοκληρωθούν οι εξωραϊστικές εργασίες του εσωτερικού χώρου, κατέρρευσε ο τρούλος. Μένουν επιβλητικά υψωμένοι οι παράπλευροι τοίχοι να φθείρονται από τον χρόνο και τους ανθρώπους.
Το Οκτάγωνο
Ναός Παλαιοχριστιανικός οκταγωνικού τύπου, στην ανατολική πλευρά της Αγοράς, που άρχισε να ανασκάπτεται στη δεκαετία του '60 από το Στυλιανό Πελεκανίδη, καθηγητή της Βυζαντινής αρχαιολογίας, έφερε στο φως άλλους δύο επάλληλους αρχαιότερους ναούς και καθώς συνεχίζονταν οι ανασκαφές των προκτισμάτων και κοντινών άλλων οικοδομημάτων, άρχισε να γίνεται πλέον λόγος για το συγκρότημα του Οκταγώνου. Γύρω από τον Οκταγωνικό ναό αναπτύσσονται βαπτιστήριο και άλλα προκτίσματα, δημόσιος λουτρώνας, επισκοπικό μέγαρο και αποθήκες. Στο κέντρο του συγκροτήματος διατηρείται μεγάλος τάφος μακεδονικού τύπου της ελληνιστικής εποχής.
Στο χώρο του ναού αρχικά είχε κτισθεί στα μέσα του 4ου αι. ο Ευκτήριος Οίκος του Πορφυρίου. Αμέσως μετά πάνω στα ερείπιά του οικοδομείται τρίκλιτος Βασιλική και τον 5ο αι. το Οκτάγωνο (ορισμένες οικοδομικές φάσεις χρονολογούνται στον 6ο αι.). Σύμφωνα με επιγραφική μαρτυρία ο ναός ήταν αφιερωμένος στον Απόστολο Παύλο, γεγονός που δείχνει, μαζί με τη θέση του στο κέντρο της πόλης, δίπλα στην αγορά και την ύπαρξη παραπλεύρως του επισκοπείου, ότι ήταν ο καθεδρικός ναός των Φιλιππησίων. Στα προκτίσματα του ναού διακρίνονται, η πρόθεση, το διακονικό, το βαπτιστήριο (φωτιστήριο και κολυμβήθρα), η φιάλη (κρήνη) και άλλα συνήθη στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές. Στα δυτικά προ του ναού υπήρχε μικρή τρίκλιτη στοά, που οδηγούσε στην κοντινή και βορείως διερχομένη Εγνατία οδό.
Επισκοπείο
Στην ίδια περίπου εποχή με την ανοικοδόμηση του Οκταγώνου, κτίζεται ανατολικά των προκτισμάτων του και το ανεξάρτητο κτιριακό συγκρότημα του επισκοπείου, στο κέντρο του οποίου υπήρχε υπαίθρια κλειστή αυλή. Γύρω απ'αυτήν αναπτύσσονται τετραγωνικά πτέρυγες διαμερισμάτων, από τις οποίες η νότια και η δυτική είχαν και υπερκείμενο όροφο, που χρησίμευε για κατοικία τουεκάστοτε επισκόπου και των άλλων κληρικών. Η ύπαρξη διαμερίσματος, εστιών, πυθώνων, δυο ληνών για το πάτημα σταφυλιών, πολλών και μεγάλων αποθηκών, αιθουσών υποδοχής και συγκεντρώσεων μαρτυρούν για την καλά οργανωμένη εκκλησία των Φιλίππων γύρω από τον Επίσκοπο και το ενδιαφέρον της για τους αναξιοπαθούντες αδελφούς. ’λλωστε η εκκλησία των Φιλίππων πρωτοστατούσε σε έργα ευποιϊας από την εποχή του Αποστόλου Παύλου, όπως και η καθόλου Εκκλησία πρωτοπορούσε στην έμπρακτη εκδήλωση αγάπης και φιλανθρωπίας.
Αγορά
Η Αγορά (forum), το διοικητικό κέντρο των Φιλίππων στη ρωμαϊκή εποχή βρίσκεται στο κέντρο της αρχαίας πόλης ανάμεσα σε δύο μεγάλους παράλληλους πλακόστρωτους δρόμους, από τους οποίους ο βόρειος έχει ταυτιστεί με την αρχαία Εγνατία οδό
. Η οδός αυτή συνέδεε δύο πύλες των τειχών της πόλης και αποτέλεσε τον decumanus maximus της ρωμαϊκής αποικίας. Η αρχαιότερη φάση της ρωμαϊκής αγοράς των Φιλίππων χρονολογείται στον 1ο αι. μ.Χ., στην ιουλιοκλαυδιανή περίοδο και έχει χτιστεί πάνω σε κτίρια της πόλης των ελληνιστικών και πρώιμων ρωμαϊκών χρόνων. Η αγορά είναι ένα ενιαία σχεδιασμένο συγκρότημα δημόσιων κτιρίων, που οργανώνονται γύρω από μία κεντρική πλατεία με μνημειακότερα κτίσματα τον ανατολικό ναό αφιερωμένο στην αυτοκρατορική λατρεία και το δυτικό ναό, ή curia. Στην εποχή των Αντωνίνων, περίοδο μεγάλης άνθησης για τη ρωμαϊκή αποικία των Φιλίππων, χτίστηκε στην ίδια θέση ένα νέο forum στα χρόνιατου ρωμαίου αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου (161-187 μ.Χ.). Στο forum της εποχής των Αντωνίνων διατηρήθηκε η αρχική κεντρική πλατεία, γύρω, ωστόσο, από αυτή χτίστηκαν νέα κτίρια, πολύ πιο μνημειακά, τα ερείπια των οποίων δεσπόζουν σήμερα στον αρχαιολογικό χώρο.
Παλαίστρα
Στα δυτικά της παλαιοχριστιανικής Βασιλικής Β' οι ανασκαφές έχουν αποκαλύψει τα ερείπια της παλαίστρας που χρονολογείται στο 2ο αι. μ.Χ. Το κτίριο επικοινωνούσε με τη μεγάλη Εμπορική οδό. Η περίστυλη κεντρική αυλή ήταν χώρος ασκήσεων. Στα δυτικά υπήρχαν δωμάτια και στα ανατολικά ένα μικρό αμφιθέατρο με επτά σειρές εδωλίων. Ο καλύτερα διατηρημένος χώρος είναι οι βεσπασιανές στη νοτιοανατολική γωνία του κτιρίου. Με κλίμακα, από την οποία σώζονται εννέα βαθμίδες, κατεβαίνουμε σ'έναν προθάλαμο που οδηγεί στην αίθουσα των βεσπασιανών. Στις τρεις πλευρές της αίθουσας υπάρχει συνεχόμενο έδρανο με 42 κυκλικές οπές. Κάτω από το έδρανο υπάρχει βαθιά υπόνομος με συνεχή ροή νερού, με την οποία εξασφαλιζόταν η μόνιμη καθαριότητα του χώρου. Το κτιριακό συγκρότημα της παλαίστρας χτίστηκε στα μέσα του 2ου αι. μ.Χ. και καταστράφηκε με το τέλος της αρχαίας πόλης και την ανέγερση της παλαιοχριστιανικής Βασιλικής Β' στην περιοχή αυτή.
(Οι Βεσπασιανές)
Κτιριακό συγκρότημα (Θέρμες-Λέσχη)
Το κτιριακό αυτό συγκρότημα βρίσκεται στα νοτιοανατολικά της παλαίστρας και της Βασιλικής Β', κοντά στο νότιο τείχος της πόλης. Είναι μια ορθογώνια οικοδομή, με μνημειακή είσοδο στα βόρεια, που χωρίζεται από μία κεντρική αυλή σε δύο πτέρυγες. Στην ανατολική υπάρχουν αίθουσες συγκεντρώσεων και αναψυχής, ενώ στη δυτική βρίσκονταν τα διαμερίσματα του λουτρού και οι εγκαταστάσεις για τη θέρμανση του νερού. Στην ανατολική ξεχωρίζουν δύο μεγάλες αίθουσες με πισίνες στο κέντρο. Τοδάπεδο της αψιδωτής αίθουσας διακοσμούνταν με ένα θαυμάσιο ψηφιδωτό, τμήματα του οποίου σώζονται στο Μουσείο των Φιλίππων. Στη δυτική πτέρυγα υπήρχε μία αντίχτοιχη μεγάλη αίθουσα με δεξαμενή και κρήνη. Το κτιριακό αυτό συγκρότημα, που χτίστηκε στα μέσα του 3ου αι. μ.Χ., πιστεύεται ότι στην πρώτη φάση του υπήρξε και ιερό των θεών Liber Pater,Libera και Ηρακλή. Η καταστροφή του κτιρίου πιθανότατα σχετίζεται με τις επιδρομές των Γότθων, που χρονολογούνται μετά το 378 μ.Χ. Στα ερείπια του εγκαταλειμμένου κτιρίου εγκαταστάθηκαν από τα τέλη του 4ου αι. μ.Χ. τοπικά εργαστήρια (π.χ μεταλλουργίας κ.ά.), η ζωή των οποίων συνεχίστηκε ως τις αρχές του 7ου αι. μ.Χ. Στην τελευταία φάση του κτιρίου πρέπει πιθανότατα να χρονολογηθεί και το κυκλικό κτίσμα (καμίνι;) στην εσωτερική αυλή.
Μνημείο του C. Vibius Quartus
Στα ανατολικά όρια του σύγχρονου χωριού των Κρηνίδων σώζεται το μνημείο του Ρωμαίου βετεράνου αξιωματούχου C. Vibius Quartus. Το μνημείο υψωνόταν στη βόρεια παρειά της Ρωμαϊκής Εγνατίας οδού , της οποίας πιθανώς υπήρχε σταθμός στη θέση αυτή αναφερόμενος ως Co Fons (πηγή νερού) στα ρωμαϊκά itineraria. Η πηγή του νερού αυτής της περιοχής, τροφοδοτεί και σήμερα το σύγχρονο χωριό, μαζί με το παρακείμενο έλος, το οποίο αποτελεί τμήμα του μεγάλου έλους της πεδιάδας των Φιλίππων που έχει αποξηρανθεί. Η παρουσία του σύγχρονου δρόμου, που ακολουθεί την πορεία της Εγνατίας οδού, ο γειτονικός λόφος του προϊστορικού οικισμού και το επιβλητικό μνημείο του ρωμαίου στρατιωτικού διατηρούν σημαντικά στοιχεία αυθεντικότητας του αρχαίου ιστορικού τοπίου και του περιβάλλοντος χώρου, παρά τις αλλοιώσεις που η σύγχρονη ζωή έχει επιφέρει. Το ελληνικό τοπωνύμιο της περιοχής "Μεγάλο Λιθάρι", όπως και το τουρκικό "Ντικιλί Τας", που αναφέρονται από το Γάλλο περιηγητή-αρχαιολόγο L. Heuzey, ο οποίος επισκέφθηκε την περιοχή στα 1862, προέρχονται από το τεράστιο σε όγκο μνημείο, που σώθηκε σχεδόν άθικτο από την αρχαιότητα. Οι μοναδικές αλλοιώσεις του μνημείου εμφανίζονται στο κάτω τμήμα του, που είναι φθαρμένο, εξαιτίας της λαϊκής παράδοσης που το συνδέει με τον Μέγα Αλέξανδρο. Το μνημείο ονομαζόταν στην εποχή της τουρκοκρατίας Παχνί του Βουκεφάλα και τη σκόνη από το τριμμένο μάρμαρο του έπιναν οι γυναίκες για να γεννήσουν παιδιά αρσενικά, γερά σαν τον Μέγα Αλέξανδρο.
Προϊστορικός οικισμός Μεγάλο Λιθάρι ή Ντικιλί Τας
Ακολουθώντας το μικρό μονοπάτι δίπλα στο έλος φτάνει κανείς στο λόφο του προϊστορικού οικισμού, η συστηματική ανασκαφική έρευνα του οποίου άρχισε στα 1961 και πραγματοποιείται με κοινό πρόγραμμα συνεργασίας της Αρχαιολογικής Εταιρείας και της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής. Στο χώρο της ανασκαφής δεν υπάρχουν ακόμα μνημεία επισκέψιμα, όμως ορισμένα αντιπροσωπευτικά ευρήματα των ανασκαφών είναι εκτεθειμένα σε προσωρινή έκθεση στον προθάλαμο του Μουσείου των Φιλίππων. Ειδώλια, αγγεία, εργαλεία και κοσμήματα αποτελούν χαρακτηριστικά στοιχεία του πολιτισμού των πρώτων κατοίκων της περιοχής των Φιλίππων από τη μέση νεολιθική εποχή ως το τέλος της εποχής του χαλκού. Η ζωή στον προϊστορικό οικισμό πρέπει να διακόπτεται με το τέλος της εποχής του χαλκού. Στην πρώϊμη εποχή του σιδήρου πρέπει να άρχισε η κατοίκηση της οχυρής Ακρόπολης των Φιλίππων, στην οποία εγκαταστάθηκαν στον 4ο αι. π.Χ. οι Θάσιοι άποικοι των Κρηνίδων και την οποία τείχισε λίγα χρόνια αργότερα ο Βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου