Παρασκευή 1 Ιουνίου 2012

Αριστερά και ανεδαφικά – Μια κριτική του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ


Η δημόσια συζήτηση μετά τις εκλογές κυριαρχήθηκε από τη δαιμονοποίηση της τακτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Απαίτησαν από αυτόν «να αναλάβει τις ευθύνες του», δηλαδή  να απεμπολήσει την προγραμματική δέσμευσή του για καταγγελία του «Μνημονίου». Α
πό τη σκοπιά αυτή, η ηθική (ή ό,τι απέμεινε από πολιτική ηθική στον τόπο) ήταν με το μέρος του ΣΥΡΙΖΑ. Οχι όμως η οικονομική λογική και το δημόσιο συμφέρον.

Πράγματι, το πρόβλημα δεν είναι η μετεκλογική τακτική του ΣΥΡΙΖΑ αλλά η ποιότητα του προγράμματός του: οι βασικές θέσεις και η ορολογία του αντανακλούν κυρίως ένα ιδιότυπο μείγμα αναπαλαιωμένων αντικαπιταλιστικών ρητορικών σχημάτων και πατερναλιστικού κρατισμού! 
Είναι προϊόν της συμμετοχής εν πολλοίς εξτρεμιστικών «συνιστωσών». 

Αν επιχειρηθεί η εφαρμογή τους θα οδηγήσουν τη χώρα σε περιπέτειες.
Αναμφίβολα ο ΣΥΡΙΖΑ αναπαλαιώνει τον λαϊκισμό του 1980 με αναφορές στο συνεταιριστικό κίνημα, την κρατική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, τη δημοψηφισματική δημοκρατία κ.ά. Πρέπει, διακηρύσσει το πρόγραμμα ενδεικτικά, «να επιστρέψουν στο Δημόσιο οι Επιχειρήσεις και Οργανισμοί που έχουν εν μέρει ή συνολικά ιδιωτικοποιηθεί (ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΟΣΕ, ΕΛΤΑ, ΕΥΔΑΠ, Μέσα Μεταφοράς)».

Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ οικοδομεί πάνω στην παραδοχή ότι το κράτος είναι η λύση για όλα τα δεινά. 
Για τον λόγο αυτό προτείνει επιπλέον μαζικές προσλήψεις στο Δημόσιο, αποκατάσταση των μισθών, νέες κοινωνικές παροχές. 
Και είναι ασαφές πώς θα τα χρηματοδοτήσει όλα αυτά. Συναφώς, κολακεύει συντεχνίες του Δημοσίου.

Αυτές οι ιδέες παραβλέπουν το δράμα της δεκαετίας του 1980 και την ακαδημαϊκή συζήτηση για τις αποτυχίες γενικά του κράτους, του νεοελληνικού ειδικότερα, που είναι ένα κενοτάφιο καλών προθέσεων. Ε, λοιπόν, πρέπει εδώ να υπενθυμίσουμε τα στοιχειώδη: το τεράστιο κράτος που οικοδομήσαμε δεν εκπληρώνει (ή δεν εκπληρώνει όπως πρέπει) και δεν θα εκπληρώνει με οποιουσδήποτε κομισάριους τις απαραίτητες για βιώσιμη ανάπτυξη λειτουργίες του χωρίς συγκεκριμένες αλλαγές στις δομές του και τα συστήματα κινήτρων και αντικινήτρων και χωρίς τη μείωσή του. 
Αυτά όμως συγκροτούν έναν πυλώνα του «Μνημονίου».

Ταυτόχρονα, το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ καλλιεργεί την ψευδαίσθηση ότι η Ελλάδα μπορεί να επιστρέψει στην ανάπτυξη με τις δικές της δυνάμεις. Δεν αναγνωρίζει τον πιθανό ρόλο των εξωτερικών πόρων και ειδικότερα τον ρόλο της ΕΤΕΠ, των ευρωπαϊκών εγγυήσεων και εμπειριών, των ξένων επενδύσεων, της πρόσβασης στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές.

Η ιδέα της δήθεν αυτοδύναμης ανάπτυξης (ή, πιο αιχμηρά, της εθνικής αυτοαπομόνωσης) είναι καθαρή φαντασίωση γιατί οι εθνικοί πόροι δεν θα αρκούν ούτε για τους μισθούς, τις συντάξεις και τις προσλήψεις που υπόσχεται το κόμμα. 
Στην πράξη μεταφράστηκε άλλοτε σε γενικευμένη προσοδοθηρία. Είναι, επίσης, σύμπτωμα ενός μονιμότερου χαρακτηριστικού της ελληνικής πολιτικής: να υποτιμά, παρερμηνεύει ή αγνοεί τα διεθνή και ευρωπαϊκά δεδομένα και τους οικονομικούς περιορισμούς. Οπως θα το διατύπωνε ο Δ. Γληνός, είναι σύμπτωμα του «νεοελληνικού ανεδαφισμού».

Τέλος, πρέπει να ειπωθεί καθαρά ότι το πρόγραμμά του αποτελεί συνταγή εξόδου από την ευρωζώνη και ίσως από την ΕΕ. Είμαι έτοιμος να δεχθώ τις διαβεβαιώσεις του Αλέξη Τσίπρα πως θα κάνει ό,τι μπορεί για να μείνει η Ελλάδα στην ευρωζώνη. Είναι επίσης πιθανό ότι δεν θα διακοπεί κάθε βοήθεια προς την Ελλάδα. 
Αλλά, με βάση όσες δαπάνες υπόσχεται στο πρόγραμμα, θα αναγκαστεί να κόψει χρήμα επιστρέφοντας στη δραχμή ακόμα και αν δεν το θέλει. 

Η επιστροφή στη δραχμή, σε συνδυασμό με τη χαλαρή δημοσιονομική και εισοδηματική πολιτική που προαναγγέλλει, τη διακοπή των μεταρρυθμίσεων και την καταγγελία της δανειακής σύμβασης, θα καταλήξουν σε άτακτη χρεοκοπία, πληθωρισμό, ελλείψεις σε αγαθά και, τελικά, σε πιο σκληρή λιτότητα και μεγαλύτερη ανεργία.

Θεωρητικά, η επιστροφή στη δραχμή και η υποτίμησή της θα μπορούσε να βοηθήσει, αλλά μόνον αν συνοδευόταν από αυστηρή δημοσιονομική και εισοδηματική πολιτική και μεταρρυθμίσεις.
 Ομως, αυτά ακριβώς δεν θέλει να αποφύγει ο ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλοντας το πρόγραμμα προσαρμογής;

Για την πολιτική που εξαγγέλλει δεν θα έχουμε συμμάχους, όπως προειδοποιεί ακόμα και ο νέος Πρόεδρος της Γαλλίας Φρ. Ολάντ μαζί με την Καγκελάριο Α. Μέρκελ! Αν αυτό το πρόγραμμα καθορίσει τελικά την πολιτική της χώρας θα χαθούν ευκαιρίες και μάλιστα σε μια περίοδο κατά την οποία η Ευρώπη εξετάζει τις δυνατότητες για αναπτυξιακές πρωτοβουλίες και η χώρα θα περιέλθει σε νέους φαύλους κύκλους.

Ο Πάνος Καζάκος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου