Σε
πρωτοφανή σύγκρουση Βορρά-Νότου εξελίχθηκε η πρώτη ημέρα της Συνόδου
Κορυφής της Ε.Ε. στις Βρυξέλλες με την Άνγκελα Μέρκελ να είναι
περισσότερο από ποτέ απομονωμένη και τους ηγέτες χωρών του Νότου να
θέτουν βέτο στη μονομερή πολιτική του Βερολίνου.
Η
Γερμανίδα καγκελάριος επέμεινε στην αδιαλλαξία και τα «όχι» με
αποτέλεσμα η Σύνοδος να πάρει δραματική τροπή, καθώς οι πρωθυπουργοί της
Ιταλίας και της Ισπανίας, Μάριο Μόντι και Μαριάνο Ραχόι, απείλησαν να
μπλοκάρουν την έκδοση των τελικών συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού
Συμβουλίου εάν δεν συναινέσουν άμεσα οι Γερμανοί στη λήψη βραχυπρόθεσμων
μέτρων για την εκτόνωση της κρίσης στην Ευρωζώνη. Συγκεκριμένα για
άμεσα μέτρα ανάπτυξης και
μέτρα για τη μείωση των επιτοκίων δανεισμού
των δύο χωρών.
Χαρακτηριστικό της εμπλοκής που προκλήθηκε είναι
ότι παράλληλα με τη Σύνοδο Κορυφής συνεδρίαζε και η ομάδα εργασίας του
Γιουρογκρούπ που επιχειρούσε να λύσει το γόρδιο δεσμό και να αποφευχθεί
το ναυάγιο.
Οι κ.κ. Μόντι και Ραχόϊ ζήτησαν να μην υιοθετηθεί
ως μέρος του «πακέτου» για την ανάπτυξη ύψους 120 δισ. ευρώ το σημείο
που αναφέρεται στη στενότερη δημοσιονομική παρακολούθηση και πειθαρχία
των κρατών μελών.
Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Χέρμαν Βαν
Ρομπέι επιβεβαίωσε ότι δύο Ευρωπαίοι ηγέτες, τους οποίους δεν κατονόμασε
εμμένουν στη θέση τους πως στη Σύνοδο πρέπει να ληφθούν συγκεκριμένα
αποφάσεις για την κρίση δημόσιου χρέους.
Αρνήθηκε ωστόσο ότι ο
κ. Μόντι «μπλοκάρισε» την απόφαση για την ανάπτυξη, τονίζοντας ότι το
σκέλος του «πακέτου» αυτού που αναφέρεται στα δημοσιονομικά θέματα θα
συζητηθεί σήμερα μαζί με την έκθεση για την οικονομική και δημοσιονομική
ενοποίηση.
Νωρίτερα απέναντι στην επιμονή της Άνγκελα Μέρκελ
για «σκληρή» δημοσιονομική πειθαρχία βρέθηκε ένα ισχυρό μπλοκ
τουλάχιστον 15 κρατών μελών που ζητά- εδώ και τώρα- μέτρα για τη στήριξη
των τραπεζών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και οι
παραδοσιακοί σύμμαχοι της Γερμανίας, όπως η Αυστρία, εγκατέλειψαν το
Βερολίνο, συνειδητοποιώντας ότι η κατάσταση στην Ισπανία και την Ιταλία
τείνει να γίνει ανεξέλεγκτη. Τις σκληρές θέσεις του Βερολίνου που
υπεραμύνθηκε της γραμμής “πρώτα πειθαρχία και μετά χρήματα”, υποστήριξαν
ανοιχτά μόνο η Ολλανδία και η Φιλανδία.
Απέναντι σε αυτή την
άκαμπτη στάση που δεν αναμένεται να τροποποιηθεί αισθητά πριν από το
ερχόμενο φθινόπωρο βρέθηκε το μέτωπο του Νότου που επιμένει στην
τραπεζική ενοποίηση, τονίζοντας ότι οι τράπεζες θα πρέπει να μπορούν να
αντλούν κεφάλαια από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης και να προωθηθεί η
εγγύηση των τραπεζικών καταθέσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Μέτρα που, όπως
υποστήριξαν, θα πρέπει να αποφασιστούν υπό την εποπτεία της ΕΚΤ ως
εγγυήτρια δύναμη.
Με δεδομένο το διαφαινόμενο αυτό αδιέξοδο και
το τείχος που έχει υψώσει η Α. Μέρκελ συμβιβαστική πρωτοβουλία ανέλαβε ο
Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ, ο οποίος πρότεινε να παρεμβαίνει
“πυροσβεστικά ”η ΕΚΤ, όταν τα επιτόκια δανεισμού προβληματικών χωρών
φτάνουν σε απαγορευτικά επίπεδα.
Στο μόνο στο οποίο συμφώνησαν,
με συνοπτικές διαδικασίες, οι “27” ήταν το πακέτο για την ανάπτυξη ύψους
120 δισ. ευρώ με στόχο τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και την
ενίσχυση της ρευστότητας για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, το οποίο
είχε ήδη προεξοφληθεί στην τετραμερή συνάντηση Μέρκελ – Ολάντ – Ραχόϊ –
Μόντι στις 23 Ιουνίου.
Όπως δήλωσε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Χέρμαν Φαν Ρομπέι στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου «είχαμε καλή συζήτηση για το θέμα της ανάπτυξης. Θα
συνεχίσουμε στο θέμα της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας που είναι
απαραίτητη και τις βραχυπρόθεσμες πολιτικές που πρέπει να
ακολουθήσουμε».
Πρόσθεσε δε ο ίδιος ότι με την αύξηση κατά 10
δισ. ευρώ των κεφαλαίων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) θα
αυξηθεί, μέσω της μόχλευσης, η δανειοδοτική ικανότητα των τραπεζών κατά
60 δισ. ευρώ, ενώ 60 ακόμη δισ. ευρώ θα προέλθουν από πόρους των
διαρθρωτικών ταμείων που δεν έχουν χρησιμοποιηθεί καθώς και από τα
ευρωομόλογα έργων στους τομείς της ενέργειας και των μεταφορών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου