Τελείωνε ο Νοέμβριος. Βρισκόταν στο Παρίσι και στεκόταν στην ουρά έξω
από τη Σχολή Καλών Τεχνών. Περίμενε να αγοράσει εισιτήριο για μια
παράσταση του παρισινού Φεστιβάλ του Φθινοπώρου. Μια παράσταση
«πρωτοποριακή» (ό,τι και αν σημαίνει αυτό), με τη Σκωτσέζα ηθοποιό
Τίλντα Σουίντον, η οποία...
μένει σχεδόν ακίνητη επί δυόμισι ώρες, καθώς γύρω της τιτιβίζουν χαρωπά αιθέριοι μόδιστροι που ράβουν επάνω της ένα φόρεμα. (Περιέργως, έπρεπε να πληρώσει κάποιος 20 ευρώ για να παρακολουθήσει το θέαμα αυτό, ενώ κανονικά θα έπρεπε να τον πληρώνουν, αλλά τέλος πάντων...) Το κρύο ήταν τσουχτερό και η ακινησία στην ουρά σε έκανε να το νιώθεις περισσότερο. Ξαφνικά, όμως, η φίλη ένιωσε κάτι περίεργο. Της ήρθε μια ευχάριστη ζάλη, καθώς την τύλιξε ένα ζεστό, μεθυστικό αεράκι, που κουβαλούσε τη μυρωδιά της θάλασσας, λες και ερχόταν από το Καστελλόριζο! Αυτό ήταν, πράγματι. Διότι εκείνη τη στιγμή δίπλα της περνούσε, με την ανάλαφρη περπατησιά του γυμνασμένου εξηντάρη, ο πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς μαζί με την κυρία του. Είχαν ήδη τα εισιτήριά τους και έσπευδαν να πιάσουν τις θέσεις τους. Για κάποιο απροσδιόριστο λόγο, πέρασε από τον νου της εκείνο το τραγουδάκι που έλεγε «ήλθες σαν την άνοιξη και μου ’φερες αυτό που καρτερούσα». Υστερα, θέλω να πιστεύω ότι εξέβαλε εκ βαθέων ένα «άαααχ» και λιποθύμησε...
Σ. Κασιμάτης
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
μένει σχεδόν ακίνητη επί δυόμισι ώρες, καθώς γύρω της τιτιβίζουν χαρωπά αιθέριοι μόδιστροι που ράβουν επάνω της ένα φόρεμα. (Περιέργως, έπρεπε να πληρώσει κάποιος 20 ευρώ για να παρακολουθήσει το θέαμα αυτό, ενώ κανονικά θα έπρεπε να τον πληρώνουν, αλλά τέλος πάντων...) Το κρύο ήταν τσουχτερό και η ακινησία στην ουρά σε έκανε να το νιώθεις περισσότερο. Ξαφνικά, όμως, η φίλη ένιωσε κάτι περίεργο. Της ήρθε μια ευχάριστη ζάλη, καθώς την τύλιξε ένα ζεστό, μεθυστικό αεράκι, που κουβαλούσε τη μυρωδιά της θάλασσας, λες και ερχόταν από το Καστελλόριζο! Αυτό ήταν, πράγματι. Διότι εκείνη τη στιγμή δίπλα της περνούσε, με την ανάλαφρη περπατησιά του γυμνασμένου εξηντάρη, ο πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς μαζί με την κυρία του. Είχαν ήδη τα εισιτήριά τους και έσπευδαν να πιάσουν τις θέσεις τους. Για κάποιο απροσδιόριστο λόγο, πέρασε από τον νου της εκείνο το τραγουδάκι που έλεγε «ήλθες σαν την άνοιξη και μου ’φερες αυτό που καρτερούσα». Υστερα, θέλω να πιστεύω ότι εξέβαλε εκ βαθέων ένα «άαααχ» και λιποθύμησε...
Σ. Κασιμάτης
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου