Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

Πρέπει να βρεθεί μία χρυσή τομή για τις μετεγγραφές των φοιτητών


Πρέπει να βρούμε μία χρυσή τομή για το πώς πρέπει να γίνονται οι μετεγγραφές. Πρέπει αυτές να γίνονται αποκλειστικά με κριτήρια που έχουν σχέση με εισοδήματα και κοινωνικές ανάγκες. Πρέπει ταυτόχρονα οι γονείς έχοντας –και εμείς και αυτοί- συνείδηση των δυσκολιών, να έχουν μια μέριμνα ότι είναι πολύ πιο ακριβό για τους ίδιους, να σπουδάσουν τα παιδιά μακριά από το σπίτι τους. Και όσο μπορεί η πολιτεία στις δύσκολες οικονομικές συνθήκες που βρίσκεται, θα βοηθήσει. Να καταλάβουν, όμως, ότι δεν μπορεί να τα κάνει όλα. Και άρα να υπάρχει και μια ευθύνη ως προς το πώς συμπληρώνουν τα παιδιά τα μηχανογραφικά.
Τα παραπάνω είπε  σήμερα στη Βουλή ο υπουργός Παιδείας Αριστείδης Μπαλτάς, κατά τη συζήτηση επίκαιρης ερώτησης του Βουλευτή Γιάννη Γκιόκα, σχετικά με τις μετεγγραφές των φοιτητών της

Αρχιτεκτονικής Σχολής του Μετσόβιου Πολυτεχνείου και του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης, και υπογράμμισε τα εξής:
Α. Η προηγούμενη κυβέρνηση εκτίναξε πέρα από κάθε όριο τις μετεγγραφές. Το αποτέλεσμα ήταν να αδειάσουν πολλά από τα περιφερειακά πανεπιστήμια και να γεμίσουν τα κεντρικά πανεπιστήμια με τρόπους που και στις δύο περιπτώσεις –και στα κεντρικά και στα περιφερειακά- να διαταράσσεται πλήρως η εκπαιδευτική διαδικασία.
Β. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τα περισσότερα πανεπιστήμια υπάκουσαν στο νόμο και ενέγραψαν τους μετεγγραφόμενους φοιτητές και οι δύο Αρχιτεκτονικές αντιστάθηκαν σε αυτό. Προσέφυγαν –όπως ξέρετε- στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Αντιστάθηκαν για έναν εύλογο λόγο –θα πω αμέσως μετά δύο λόγια για το τι εννοώ και πώς το εκτιμούμε- τολμώ να πω.
Γ. Ο εύλογος λόγος είναι ότι οι Αρχιτεκτονικές Σχολές λόγω της μορφής της διδασκαλίας, τον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο γίνεται το μάθημα, ομαδικά, ανά ομάδες παιδιών και με ομάδες διδασκόντων, έχουν φτάσει στο απόλυτο απροχώρητο ως προς τη δυνατότητα στοιχειώδους εκπαίδευσης των φοιτητών. Γι’ αυτό το λόγο προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας, για να μην ισχύσουν γι’ αυτές οι μετεγγραφές.
Δ. Το Υπουργείο -ήδη πριν αναλάβουμε εμείς- ήταν υπέρ της ισονομίας βεβαίως, και άρα το Υπουργείο παρουσιάστηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας ενάντια στην προσφυγή των Αρχιτεκτονικών Σχολών. Η προσφυγή αυτή ακόμα εκκρεμεί.
Ε. Από τη μεριά μας, μόλις αντιληφθήκαμε το πρόβλημα προσπαθήσαμε να μιλήσουμε με την Αρχιτεκτονική Σχολή και της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, να τους πείσουμε κατά το δυνατόν να αποσύρουν την προσφυγή, ακριβώς για λόγους ισονομίας. Δικαίως –ίσως- από τη μεριά τους είπαν να περιμένουμε τι θα αποφασίσει το Συμβούλιο της Επικρατείας και βλέπουμε.
Ζ. Και άρα, με αυτή την έννοια είμαστε εκεί. Νομικά και θεσμικά δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα παραπάνω, παρά εάν χάσουν οι Αρχιτεκτονικές την προσφυγή να βοηθήσουμε όσο μπορούμε ως Υπουργείο να ενισχυθούν στοιχειωδώς διδακτικά –ψάχνουμε να βρούμε συναφείς τρόπους- οι δύο αυτές Σχολές.
Η. Από εκεί και πέρα πρέπει κάπου να συνειδητοποιήσουμε ότι οι μετεγγραφές είναι ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα. Δεν μπορεί να γίνονται μονότροπα οι μετεγγραφές -για κοινωνικούς λόγους, θα συμφωνήσω- προς την κατεύθυνση των σχολών και χωρίς να λαμβάνεται υπόψιν το γεγονός ότι οι σχολές έχουν πεπερασμένες δυνατότητες αξιοπρεπούς διδασκαλίας.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΚΙΟΚΑΣ: Κύριε Υπουργέ, με συγχωρείτε, αλλά η απάντησή σας με εξέπληξε και μπορώ να σας πω ότι με εξέπληξε δυσάρεστα. Θα σας πω το λόγο.
Είπατε για τη στάση των Αρχιτεκτονικών, ότι αντιστάθηκαν. Εναντίον ποιων αντιστάθηκαν; Εναντίον των φοιτητών, στο ότι αυτή τη στιγμή δηλαδή υπάρχουν διακόσιοι φοιτητές οι οποίοι δεν μπορούν να εγγραφούν;
Ξέρετε ποια θα ήταν πράξη αντίστασης; Να εγγράψουν τους φοιτητές και να διεκδικήσουν με κάθε τρόπο –να τον επιλέξουν αυτοί- από την Κυβέρνηση, από την πολιτεία και το κράτος να λυθούν αυτά τα προβλήματα, προκειμένου και αυτοί οι πρωτοετείς, αλλά και όλοι οι άλλοι φοιτητές να μπορούν να παρακολουθούν απρόσκοπτα τις σπουδές τους. Αυτό θα ήταν πραγματική πράξη αντίστασης. Αυτό που γίνεται όμως τώρα δεν είναι πράξη αντίστασης. Αυτό είναι μια ενέργεια η οποία στρέφεται εναντίον των φοιτητών και γίνονται οι φοιτητές στην κυριολεξία «μπαλάκι» μεταξύ Υπουργείου, ιδρυμάτων και Συμβουλίου της Επικρατείας.
Δεύτερον, λέτε ότι το προηγούμενο καθεστώς εκτίναξε τις μετεγγραφές και δημιουργούνται προβλήματα στις σχολές. Και εδώ δεν συμφωνώ. Το πρόβλημα των σχολών, κύριε Υπουργέ, δεν το δημιουργούν οι μετεγγραφές, αλλά μια πολιτική που υπάρχει στα ιδρύματα. Οι μετεγγραφές το δημιουργούν το πρόβλημα; Οι μετεγγραφές είναι αναγκαίες επειδή υπάρχουν σοβαρά προβλήματα οι οικογένειες να ανταποκριθούν στο κόστος των σπουδών. Και επειδή ακριβώς υπάρχουν αυτά τα προβλήματα το ελάχιστο που θα έπρεπε να γίνει είναι να μπορούν αυτά τα παιδιά να σπουδάζουν. Οι μετεγγραφές δημιουργούν το οξυμένο πρόβλημα στις σχολές; Δεν το κατάλαβα. Μια πολιτική το δημιουργεί, μια πολιτική που λέει υποχρηματοδότηση, μια πολιτική που λέει ιδιωτικοποίηση, μια πολιτική που λέει «πάγωμα» των προσλήψεων με μνημονιακούς νόμους όλο αυτό το διάστημα.
Kαι επειδή πολύς λόγος γίνεται για τέλος του μνημονίου, όλοι διαπιστώνουμε ότι οι εφαρμοστικοί νόμοι που έχουν διαμορφώσει μια τέτοια κατάσταση και στο χώρο της εκπαίδευσης ζουν και βασιλεύουν. Αυτά πρέπει να αλλάξουν και όχι να ψάχνουμε να τετραγωνίσουμε τον κύκλο και να λέμε ότι οι μετεγγραφές δημιουργούν πρόβλημα στις σχολές. Όχι, οι μετεγγραφές είναι αναγκαίες και πρέπει να γίνονται. Το πρόβλημα στις σχολές το δημιουργεί η πολιτική και όχι οι μετεγγραφές.
Με αυτήν την έννοια νομίζω ότι στο βασικό ερώτημα πότε θα λυθεί το συγκεκριμένο πρόβλημα με τις οικογένειες και τα παιδιά που αγωνιούν, η Κυβέρνηση δεν έδωσε απάντηση. Αυτό περιμένουν όσοι παρακολουθούν τη συζήτηση σήμερα, δηλαδή αν και πότε τα παιδιά αυτά θα μπορέσουν να εγγραφούν και να μπορούν να παρακολουθούν απρόσκοπτα τις σπουδές τους. Αντί γι’ αυτό ακούμε εδώ περί αυστηροποίησης του πλαισίου. Και μάλιστα ακούσαμε και το εκπληκτικό, ότι μια οικογένεια και ένας φοιτητής πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους στη συμπλήρωση του μηχανογραφικού τις οικονομικές δυνατότητες. Μα, καλά σοβαρά μιλάμε; Δηλαδή, το πού θα σπουδάζει ένας νέος δεν θα το καθορίζουν οι βαθμοί, αλλά θα το καθορίζει το πορτοφόλι του και η οικονομική του δυνατότητα;
Όχι, εμείς διαφωνούμε με όλα αυτά, εν πάση περιπτώσει. Η ουσία είναι ότι εδώ πρέπει να δοθεί λύση σε ένα οξυμένο πρόβλημα. Περιμένουμε στη δευτερολογία σας να μας πείτε πότε και πώς θα γίνει αυτό.
ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΜΠΑΛΤΑΣ (Υπουργός Παιδείας, Πολιτισμού και Θρησκευμάτων): Μου κάνει λίγο εντύπωση η τοποθέτησή σας γιατί, παραδείγματος χάριν, ξέρετε ότι τα εισοδηματικά κριτήρια ήταν μειωμένα έως ανύπαρκτα στις μετεγγραφές που «τρέχουν»;
Ξέρετε ότι στους μετεγγραφόμενους υπάρχουν πολύ εύπορες οικογένειες, απ’ ό,τι είδαμε;
Ξέρετε, παραδείγματος χάριν, την οριζόντια για τρίτεκνους και πολύτεκνους, ανεξαρτήτως εισοδήματος, δυνατότητα μετεγγραφής;
Αυτά πρέπει να τα αλλάξουμε.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΚΙΟΚΑΣ: Δεν δημιουργούν οι μετεγγραφές το πρόβλημα στις σχολές. Αλλού είναι το πρόβλημα. Αυτό μην το ξεχνάμε.
ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΜΠΑΛΤΑΣ (Υπουργός Παιδείας, Πολιτισμού και Θρησκευμάτων): Ξεχνάτε ότι σε ό,τι αφορά το θέμα που θίγετε υπάρχουν τουλάχιστον δύο ή τρεις περισσότεροι θεσμοί απ’ το Υπουργείο. Υπάρχει το αυτοδιοίκητο του πανεπιστημίου, άρα δεν μπορεί να επιβάλλει το Υπουργείο και να πει «Γράψε αυτούς και μην γράφεις τους άλλους».
Υπάρχει επίσης το Συμβούλιο Επικρατείας, το οποίο και αυτό θα αποφανθεί επί του θέματος.
Από εκεί και πέρα, αφού λυθούν σε επίπεδο τέτοιων θεσμών τα ερωτήματα, μπορεί να βοηθήσει, όπως λέτε και σε αυτό δεν θα διαφωνήσω, το Υπουργείο Παιδείας στην απορρόφηση αυτού του τεράστιου κύματος μετεγγραφών το οποίο διαλύει την πανεπιστημιακή εκπαίδευση στη χώρα μας.
Άρα, ένα Υπουργείο Παιδείας θέλει αφενός μεν, στο μέτρο του δυνατού, να βοηθήσει όσους έχουν οικονομική ανάγκη για τη μεταγραφή -δεν θα διαφωνήσουμε εκεί- αλλά από την άλλη πρέπει και να προστατεύσει τη δυνατότητα των παιδιών αυτών -και των άλλων και των μεταγραφομένων- να σπουδάσουν στοιχειωδώς κανονικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου