Στις πολλαπλές εκλογικές αναμετρήσεις, σε κράτη-μέλη, που
έχει μπροστά της η ΕΕ αναφέρεται το Stratfor, κάνοντας προβλέψεις για το
2017.
Στην ανάλυση επισημαίνεται ο κίνδυνος κατάρρευσης όχι μόνο λόγω του
ενδεχομένου επέλασης των ευρωσκεπτικιστικών δυνάμεων, αλλά και από την
αύξηση της δυναμικής τους.
Παράλληλα αναφέρεται στον ρόλο της Ρωσίας, λέγοντας ότι υπογείως
στηρίζει τις δυνάμεις αυτές με στόχο τη διαίρεση, αλλά και στην πίεση
που ίσως αντιμετωπίσει η Πολωνία.
Σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, το think tank δεν βλέπει εκλογές καθώς, όπως λέει, η κυβέρνηση φοβάται το αποτέλεσμα. Συγκεκριμένα αναφέρει:
Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση θα συνεχίσει να πιέζει τους πιστωτές της για
πρόσθετα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, αλλά λόγω των γερμανικών εκλογών η
πρόοδος που θα γίνει θα είναι μικρή.
Με την ελάφρυνση του χρέους να βρίσκεται προσωρινά εκτός
τραπεζιού, η Αθήνα θα απαιτήσει
χαμηλότερους στόχους για το
δημοσιονομικό πλεόνασμα και θα απορρίψει τις πρόσθετες περικοπές
δαπανών.
Οι σχέσεις μεταξύ της Αθήνας και των πιστωτών της θα είναι τεταμένες, αλλά θα υπάρχει περιθώριο συμβιβασμού.
Το ενδεχόμενο παραίτησης της ελληνικής κυβέρνησης είναι
υπαρκτό, αν και φαντάζει απίθανο, καθώς το αποτέλεσμα των εκλογών είναι
εξαιρετικά αβέβαιο και η κυβέρνηση δεν έχει καμία εγγύηση ότι θα
παραμείνει στην εξουσία.
Οι προβλέψεις του Stratfor για το 2017 για την Ευρώπη έχουν ως εξής:
Σημειώνοντας ότι η λέξη κρίση δεν είναι κάτι νέο για την Ευρώπη το Stratfor τονίζει ότι το 2017 η κρίση στην Ευρωζώνη μπορεί να μπει σε μια νέα, πιο επικίνδυνη φάση, καθώς οι κίνδυνοι αγγίζουν τους μεγαλύτερους οικονομικούς και πολικούς παίκτες της. Κάτι τέτοιο, όπως υποστηρίζει το think tank, «θα αποτελέσει απειλή γαι το μέλλον των θεσμών που κυβερνούν την ΕΕ με τρόπο πιο βαθύ απ’ ό,τι πριν».
Σημειώνοντας ότι η λέξη κρίση δεν είναι κάτι νέο για την Ευρώπη το Stratfor τονίζει ότι το 2017 η κρίση στην Ευρωζώνη μπορεί να μπει σε μια νέα, πιο επικίνδυνη φάση, καθώς οι κίνδυνοι αγγίζουν τους μεγαλύτερους οικονομικούς και πολικούς παίκτες της. Κάτι τέτοιο, όπως υποστηρίζει το think tank, «θα αποτελέσει απειλή γαι το μέλλον των θεσμών που κυβερνούν την ΕΕ με τρόπο πιο βαθύ απ’ ό,τι πριν».
Οι επερχόμενοι κίνδυνοι θα είναι μεγαλύτεροι για την Ιταλία, τη
Γαλλία και τη Γερμανία, τονίζει το Stratfor. «Οι εθνικιστικές δυνάμεις
που έχτιζαν όλα αυτά τα χρόνια θα δείξουν τις δυνάμεις τους σε Γερμανία
και Γαλλία, πιθανότατα και στην Ιταλία, αν η χώρα πάει σε εκλογές
νωρίτερα.
Ακόμη κι αν αποτύχουν να αναδειχθούν νικήτριες οι δυνάμεις
αυτές, η δημοτικότητά τους θα καταφέρει να επηρεάσει τις αποφάσεις των
ηγετών των χωρών αυτών, εντείνοντας τον πολιτικό κατακερματισμό της ΕΕ,
αυξάνοντας τις απαιτήσεις για την επιστροφή κυριαρχίας στις εθνικές
κυβερνήσεις και οδηγώντας τα κράτη σε ανάληψη περισσότερων μονομερών
ενεργειών. Η πολιτική αβεβαιότητα σε αυτές τις χώρες του σκληρού πυρήνα
της ΕΕ θα αυξήσει επίσης τους οικονομικούς κινδύνους, ιδίως στον
τραπεζικό τομέα».
Το think tank σημειώνει παράλληλα ότι η ΕΕ, εκτός από αυτές τις
προκλήσεις, θα πρέπει να ασχοληθεί και με άλλες, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ,
ενώ αναφέρει ότι τα εγχώρια πολιτικά προβλήματα θα αποτρέψουν τα κράτη
της ΕΕ από την εφαρμογή των οικονομικών και δημοσιονομικών
μεταρρυθμίσεων.
Δεν αποκλείεται, όπως σημειώνει, οι χώρες της ανατολικής
Ευρώπης να επιδιώξουν περιφερειακές και διμερείς συνεργασίες για να
προσπαθήσουν να δείξουν στη Ρωσία ότι λειτουργούν ως ένα ενιαίο μέτωπο.
Το τι θα συμβεί στη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία, στις τρεις
μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης, το 2017 θα επηρεάσει και ολόκληρη
τη νομισματική ένωση.
Οι εκλογές στη Γαλλία και τη Γερμανία θα δοκιμάσουν τη
γαλλο-γερμανική συμμαχία, πάνω στην οποία ιδρύθηκε η ΕΕ, και η
οικονομική απειλή της Ιταλίας θα επηρεάσει τη σταθερότητα της Ευρωζώνης.
Εν τω μεταξύ, θα δημιουργηθεί και πάλι πολιτική ένταση μεταξύ βόρειας
και νότιας Ευρώπης, καθώς οι δύο πλευρές έχουν διαφορετικές απόψεις για
το μέλλον της Ευρωζώνης.
Οσον αφορά στη Γαλλία, το Stratfor τονίζει ότι οι
μεταρρυθμίσεις θα καθυστερήσουν λόγω εκλογών, ενώ σημειώνει ότι οι
προεδρικοί υποψήφιοι έχουν εντελώς διαφορετικές θέσεις όσον αφορά στην
οικονομία. Το αποτέλεσμα των εκλογών και τα ποσοστά της Μαρίν Λεπέν,
ακόμη και αν κερδίσουν οι πιο μετριοπαθείς, θα επηρεάσουν τις κινήσεις
της νέας γαλλικής κυβέρνησης.
Μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι ενδέχεται να είναι πιο επιφυλακτική με το
ελεύθερο εμπόριο, να εισαγάγει μέτρα κατά της μετανάστευσης, να πιέσει
τις Βρυξέλλες να επανασχεδιάσουν τη συμφωνία για τη ζώνη Σένγκεν και για
τη βελτίωση των ελέγχων στα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Επίσης, είναι
πιθανό να κριτικάρει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ακόμη και να φτάσει στο
σημείο να απαιτήσει τον περιορισμό των ευθυνών της.
Αν οι μετριοπαθείς κερδίσουν, θα ζητήσουν από την Ευρωζώνη επιστροφή
εξουσιών στα κράτη-μέλη, ενώ είναι πιθανό να πιέσουν για καλύτερες
σχέσεις με τη Ρωσία. Αν κερδίσει η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν, η γαλλική
κυβέρνηση θα εισαγάγει μέτρα για τον περιορισμό της ελεύθερης
κυκλοφορίας εμπορευμάτων, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίων σε ολόκληρη
την ΕΕ. Είναι πιθανό επίσης να σχεδιάσει δημοψήφισμα για την αποχώρηση
της Γαλλίας από την ΕΕ.
Και αυτό θα είναι ένα μεγάλο πρόβλημα για την ΕΕ. Χωρίς τη
Γαλλία, ένα ιδρυτικό μέλος του οποίου η συμμαχία με τη Γερμανία
αποτέλεσε τη βάση για τον σχηματισμό της Ενωσης, η διάλυσή της θα είναι
πιθανόν μη αναστρέψιμη.
Στην επόμενη κρίση η ΕΕ θα κατακερματιστεί σε μικρότερες
περιφερειακές ομάδες. Οι αμφιβολίες για το μέλλον του ευρώ θα
προκαλέσουν τριγμούς στις τράπεζες του Νότου και την κατάρρευση της
νομισματικής ένωσης.
Η Γερμανία, από την άλλη, τονίζει το Stratfor, θα προσπαθήσει να
κρατήσει την ΕΕ ενωμένη. «Αλλά το Βερολίνο θα δυσκολευτεί». Πριν από τις
εκλογές στη Γερμανία, γράφει το think tank στην ανάλυσή του, δεν θα
ληφθεί καμία σημαντική απόφαση για την ΕΕ. Τα αντικρουόμενα εθνικά
συμφέροντα μεταξύ των μελών της ΕΕ θα καταστήσει, επίσης, δύσκολη
συναίνεση για τη μεταρρύθμιση της Ενωσης.
Οπως τονίζει το Stratfor, δεν θα πρέπει να αναμένονται σημαντικές
μεταρρυθμίσεις από πλευράς ΕΕ για την οικονομία. «Η Γερμανία και οι
βόρειοι γείτονές της, ως συνήθως, θα είναι σε αντίθεση με τη διαχείριση
των οικονομιών του νότου. Η κυβέρνηση του Βερολίνου θα παραμείνει
επιφυλακτική με θέματα όπως η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους ή το
περιθώριο χαλάρωσης των στόχων για το έλλειμμα. Η Γερμανία είναι
πιθανό να έρθει σε σύγκρουση με την ΕΚΤ, για το πρόγραμμα ποσοτικής
χαλάρωσης, με το Βερολίνο και τους βόριους γείτονές του να υποστηρίζουν
τη λήξη του προγράμματος, με την ΕΚΤ να αντιστέκεται.
Η ασφάλεια και η μετανάστευση θα παίξουν το δικό τους ρόλου στις
προεκλογικές εκστρατείες στη Γρμανία, ένα πιο διαιρεμένο κοινοβούλιο με
μικρότερα κόμματα από τα αριστερά και τα δεξιά είναι πιθανό, ωστόσο,
κάτι τέτοιο θα δυσκόλευε τις συνομιλίες για τη δημιουργία κυβέρνησης
συνασπισμού.
Αυτό που θα μπορούσε κατά το Stratfor να αναγκάσει τη Γερμανία να
αναλάβει πιο αποφασιστικό ρόλο στην ΕΕ, θα ήταν μια νίκη των
ευρωσκεπτικιστικών δυνάμεων στη Γαλλία ή την Ιταλία. Αν κάτι
τέτοιο συμβεί, το Βερολίνο θα προσπαθήσει να διατηρήσει την Ενωση και να
έρθουν σε συμφωνία με τις νέες αντιευρωπαϊκές κυβερνήσεις για
εσωτερικές μεταρρυθμίσεις. Θα κάνει όμως σχέδια και με τους
περιφερειακούς συμμάχους της για το ενδεχόμενο η ΕΕ και η Ευρωζώνη να
αποσυντεθούν.
Όσο για την Ιταλία, η πολιτική αβεβαιότητα, η χαμηλή οικονομική
ανάπτυξη και τα υψηλά επίπεδα χρέους θα εγείρουν και πάλι ερωτήματα για
το μέλλον της τρίτης μεγαλύτερης χώρας της ευρωζώνης -και για τη
νομισματική ένωση ως σύνολο. Η υπηρεσιακή κυβέρνηση της Ιταλίας θα είναι
αδύναμη και οι πρόωρες εκλογές πιθανές.
Ανεξαρτήτως από το ποιος θα είναι ο νέος ηγέτης της χώρας, η
ιταλική κυβέρνηση θα πιέσει για ευελιξία στους δημοσιονομικούς στόχους
της ΕΕ και θα ζητήσει την αλληλεγγύη από τους εταίρους της ΕΕ για την
αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης. Η κυβέρνηση της Ρώμης θα είναι
επίσης έτοιμη να δράσει μονομερώς και να επικρίνει την Ευρωπαϊκή Ένωση
για την επιτυχία των στόχων της.
Αν η Ιταλία πάει σε πρόωρες εκλογές, ο κίνδυνος νίκης των
αντιευρωπαϊκών δυνάμεων θα έβλαπτε τις ιταλικές τράπεζες, αυξάνοντας το
κόστος δανεισμού και δημιουργώντας πίεση στο ευρώ. Μια νίκη των
ευρωσκεπτικιστών θα έθετε την Ιταλία σε πορεία σύγκρουσης με την
Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η πρώτη αντίδραση από τη Γερμανία και τα όργανα της ΕΕ θα
ήταν να πείσουν την νέα κυβέρνηση της Ρώμης να μην προχωρήσει σε
δημοψήφισμα για την αποχώρηση από το ευρώ. Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, ένα
τέτοιο δημοψήφισμα θα ήταν δύσκολο να αποφευχθεί. Το 201, ως εκ τούτου, η
Ιταλία θα είναι ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους για το ευρώ.
Η Ολλανδία τώρα, μία από τις πλουσιότερες χώρες της ευρωζώνης και
ένας σημαντικός παίκτης στη Βόρεια Ευρώπη, θα πραγματοποιήσει γενικές
εκλογές το Μάρτιο. Όπως και σε άλλες χώρες της ευρωζώνης, οι
ευρωσκεπτικιστικές και αντι-μεταναστευτικές δυνάμεις θα παίξουν και εκεί
το ρόλο τους και θα δείξουν το κατά πόσο η δυσαρέσκεια με το status quo
είναι μεγάλη. Ακόμη και στην περίπτωση που οι ευρωσκεπτικιστές δεν
μπουν στη βουλή, η επιρροή τους θα αναγκάσει την ολλανδική κυβέρνηση να
γίνεται όλο και επικριτική με την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα αντισταθεί στα
σχέδια για την εμβάθυνση της ολοκλήρωσης της ΕΕ και να θα μπει στο λόμπι
των χωρών του Βορρά που κριτικάρουν το Νότο.
Αν οι εξελίξεις στη Γαλλία και την Ιταλία να επιφέρει την κατάρρευση
της ευρωζώνης, η Ολλανδία θα αντιδράσει συνεχίζοντας τη συνεργασία με τη
Γερμανία και άλλες χώρες της βόρειας Ευρώπης.
Η κυβέρνηση μειοψηφίας της Ισπανίας, από την άλλη, θα
αναγκαστεί να διαπραγματευτεί με την αντιπολίτευση για να μπορέσει να
περάσει διάφορα νομοσχέδια. Αυτό θα οδηγήσει σε μια πολύπλοκη διαδικασία
λήψης αποφάσεων και θα αυξήσει την πίεση για κατάργηση κάποιων από τις
μεταρρυθμίσεις που εισήχθησαν κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Η
Καταλονία θα συνεχίσει να πιέζει για την ανεξαρτησία της και θα
αμφισβητεί την κυβέρνηση της Μαδρίτης. Σε ορισμένες περιπτώσεις
θα την αγνοεί εξ ολοκλήρου σε άλλες θα διαπραγματεύεται μαζί της. Σε
κάθε περίπτωση η κυβέρνηση της Μαδρίτης δεν θα επιτρέψει δημοψήφισμα για
την ανεξαρτησία της Καταλονίας, ωστόσο, η τελευταία δεν θα εγκαταλείψει
τα σχέδιά της. Το Stratfor πάντως εκτιμά, ότι παρά τις πιέσεις, το 2017
η Καταλονία δεν θα θα κηρύξει μονομερώς την ανεξαρτησία της.
Ρήγματα στο εσωτερικό της Ευρώπης
Οι χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης θα προσπαθήσουν να προστατέψουν τους εαυτούς τους από αυτό που λέγεται ρωσική επιθετικότητα -και από την αβεβαιότητα που περιβάλλει την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Αυτή που θα επιβαρυνθεί θα είναι η Πολωνία η οποία θα προσπαθήσει να ενισχύσει την πολιτική, οικονομική και στρατιωτική συνεργασία με τους γείτονές της.
Οι χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης θα προσπαθήσουν να προστατέψουν τους εαυτούς τους από αυτό που λέγεται ρωσική επιθετικότητα -και από την αβεβαιότητα που περιβάλλει την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Αυτή που θα επιβαρυνθεί θα είναι η Πολωνία η οποία θα προσπαθήσει να ενισχύσει την πολιτική, οικονομική και στρατιωτική συνεργασία με τους γείτονές της.
Θα υποστηρίξει, επίσης, την κυβέρνηση της Ουκρανίας, πολιτικά
και οικονομικά και πιέσει τη Δύση (τα μέλη της ΕΕ πέραν των ανατολικών)
να σκληρύνουν τη στάση τους έναντι στη Μόσχα υποστηρίζοντας τη συνέχιση
των κυρώσεων, την αύξηση των στρατιωτικών δαπανώ, την υποστήριξη της
Ουκρανίας και άλλα (κάτι το οποίο είναι πιθανό να κάνουν τα κράτη της
Βαλτικής και η Σουηδία).
Αβέβαιοι αν το σύμφωνο της Βαρσοβίας θα στηριχθεί από την κυβέρνηση
Τραμπ, η Πολωνία θα εξακολουθήσει τις καλές σχέσεις με το Λευκό Οίκο,
καθώς υπερασπίζεται μια μόνιμη παρουσία του ΝΑΤΟ στην περιοχή. Οι χώρες
της ευρύτερης περιοχής μπορεί ακόμη να δεσμευτούν στη δαπάνη
περισσότερων χρημάτων για την άμυνα.
Φυσικά, όλες οι χώρες δεν θα αντιδράσουν με τον ίδιο τρόπο σε αυτό το
νέο γεωπολιτικό περιβάλλον. Η Ουγγαρία ή η Σλοβακία, για παράδειγμα, θα
προτιμήσουν να είναι πιο χαλαρές απέναντι στη Ρωσία και θα είναι πιο
συγκρατημένες στη λήψη προληπτικών μέτρων.
Εντωμεταξύ, οι προσπάθειες της Μόσχας για εκμετάλλευση της
διαίρεσης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα στοιχειώσει τις γερμανο-ρωσικές
σχέσεις. Η Γερμανία θα προσπαθήσει να διατηρήσει τις κυρώσεις κατά της
Ρωσίας, αλλά θα αντιμετωπίσει αντίσταση από κάποια μέλη της ΕΕ, τα οποία
μάλλον θα άρουν τις κυρώσεις για να βελτιώσουν τις σχέσεις τους με τη
Μόσχα. Η Γερμανία θα υπερασπιστεί επίσης τη συνεργασία στον
τομέα της άμυνας και της ασφάλειας ως έναν τρόπο για να ασχοληθεί με την
αβεβαιότητα σχετικά με το ΝΑΤΟ και η Ρωσία. Η γερμανική κυβέρνηση θα
συνεχίσει να υποστηρίζει την Ουκρανία πολιτικά και οικονομικά, αλλά όχι
στρατιωτικά.
Εν τω μεταξύ, η Ρωσία θα εκμεταλλευτεί τη διαίρεση στο εσωτερικό της
Ευρωπαϊκής Ένωσης, υποστηρίζοντας τα ευρωσκεπτικιστικά πολιτικά κόμματα
σε όλη την ήπειρο και επιδιώκοντας τη συνεργασία με τις φιλικότερες
κυβερνήσεις στην ΕΕ. Ορισμένες χώρες, όπως η Ιταλία, η Γαλλία και η
Αυστρία, θα υποστηρίξουν τη βελτίωση των σχέσεων με τη Ρωσία, δίνοντας
τη Μόσχα μια καλύτερη ευκαιρία για να σπάσει το μπλοκ των κυρώσεων.
Ετσι, η χαλάρωση την κυρώσεων της ΕΕ έναντι της Ρωσίας είναι πιθανές.
Διακοπή της μετανάστευσης στην πηγή της
Για να ανακοπούν οι μεταναστευτικές ροές θα πρέπει μια σειρά από κράτη της ΕΕ να κάνουν ορισμένα πράγματα. Στη δίοδο της Κεντρικής Μεσογείου, οι Βρυξέλλες θα προσπαθήσουν να αποτρέψουν τους μετανάστες να φεύγουν από την Αφρική, μέσω της συνεργασίας τους με τις χώρες καταγωγής τους και σε συνεργασία με τα πρωτογενή κράτη διέλευσης. Αλλά η δυσκολία στην πραγματικότητα στη διακοπή των δρομολογίων από την Αφρική και η απουσία βιώσιμης κυβέρνησης στη Λιβύη θα περιορίσει τις ικανότητες της ΕΕ να σταματήσουν τις μεταναστευτικές ροές μέσω της Μεσογείου.
Για να ανακοπούν οι μεταναστευτικές ροές θα πρέπει μια σειρά από κράτη της ΕΕ να κάνουν ορισμένα πράγματα. Στη δίοδο της Κεντρικής Μεσογείου, οι Βρυξέλλες θα προσπαθήσουν να αποτρέψουν τους μετανάστες να φεύγουν από την Αφρική, μέσω της συνεργασίας τους με τις χώρες καταγωγής τους και σε συνεργασία με τα πρωτογενή κράτη διέλευσης. Αλλά η δυσκολία στην πραγματικότητα στη διακοπή των δρομολογίων από την Αφρική και η απουσία βιώσιμης κυβέρνησης στη Λιβύη θα περιορίσει τις ικανότητες της ΕΕ να σταματήσουν τις μεταναστευτικές ροές μέσω της Μεσογείου.
Στην οδό Κεντρικής Μεσογείου, οι Βρυξέλλες θα προσπαθήσουν να
σταματήσουν οι μετανάστες να φύγουν από την Αφρική μέσω της συνεργασίας
με τις χώρες καταγωγής τους και σε συνεργασία με τις πρωτογενείς κράτη
διέλευσης. Αλλά η δυσκολία στην πραγματικότητα διακοπή δρομολογίων
αφρικανική μετανάστευση και η απουσία οποιασδήποτε βιώσιμης κυβέρνησης
στη Λιβύη θα περιορίσει την ικανότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να
σταματήσει τη ροή των λαών μέσω της Μεσογείου.
Στην ανατολική Μεσόγειο η ΕΕ θα διατηρήσει ανοιχτή τη γραμμή
επικοινωνίας με την Τουρκία, παρά τις πολιτικές διαφορές της με την
Αγκυρα. Οι εκλογές στην ΕΕ και οι εσωτερικές διαιρέσεις, ωστόσο, θα
αποτρέψουν την ΕΕ από το να ενδώσει σε πολλές από τις απαιτήσεις της
Τουρκίας, ιδίως σε εκείνη για την ελεύθερη βίζα. Ενα μικρό
παράθυρο για το θέμα θα ανοίξει στους πρώτους μήνες του έτους, αλλά αν
δεν σημειωθεί πρόοδος πριν την έναρξη των εκλογικών αναμετρήσεων σε
χώρες της ΕΕ (το Μάρτιο στην Ολλανδία), το θέμα θα πάει στην παράταση. Οι συμφωνίες για λιγότερο αμφιλεγόμενα θέματα, όπως το εμπόριο και τα χρήματα θα εγκριθούν ευκολότερα.
Εχοντας επίγνωση του πόσο αναξιόπιστοι είναι οι εξωτερικοί εταίροι
τους, τα μέλη της ΕΕ θα προσπαθήσουν να προστατέψουν τους εαυτούς τους
όσο το δυνατόν περισσότερο. Θα συνεχίσουν να σκληραίνουν τους εθνικούς
μεταναστευτικούς νόμους και να αυξάνουν τις απελάσεις, για να
αποθαρρύνουν τους μετανάστες να πηγαίνουν σε αυτές. Σε αντίθετη
περίπτωση, η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να ενισχύσει τους ελέγχους στα
σύνορα, αλλά πάντα θα υπάρχει μια συζήτηση για την αποτυχία των
Βρυξελλών να αναπτύξει μια συνεκτική μεταναστευτική πολιτική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου