"Τσεκούρι" έως 75% στην "προσωπική
διαφορά" των νέων συντάξεων μέχρι το 2018 προβλέπει το νέο
Ασφαλιστικό, όπως αποσαφηνίζει εγκύκλιος την οποία εξέδωσε σήμερα
υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης, κ. Τάσος Πετρόπουλος.
Και αυτό γιατί η εν λόγω εγκύκλιος
επισημαίνει πως η "προσωπική διαφορά" η οποία θα προκύψει μετά τον
υπολογισμό των κύριων συντάξεων με βάση τις διατάξεις του νέου
Ασφαλιστικού (σ.σ. ο νέος τύπος εκκρεμεί ακόμα) θα καλύπτεται κατά 25%
για τις συντάξεις τις οποίες θα αιτηθούν ασφαλισμένοι το 2018. Συνεπώς το υπόλοιπο 75% της "προσωπικής διαφοράς" θα κοπεί.
Για τις αιτήσεις του 2017, η "προσωπική
διαφορά" θα καλυφτεί κατά 35% (άρα θα κοπεί κατά 65%), ενώ για τις
αιτήσεις του 2016 (σ.σ. μεταξύ 13/5/2016 – 31/12/2016) η "προσωπική
διαφορά" θα καλυφτεί κατά 50% (άρα θα κοπεί το υπόλοιπο 50%)
Υπενθυμίζεται πως η "προσωπική διαφορά"
θα είναι η διαφορά μεταξύ του ύψους μίας κύριας
σύνταξης με βάση το
προηγούμενο Ασφαλιστικό και του ύψους της ίδιας σύνταξης με βάση το νέο
Ασφαλιστικό που ισχύει από 12/5/2016.
Στις περιπτώσεις πολλών (αν όχι των περισσότερων) νέων συντάξεων, η "προσωπική διαφορά" θα είναι αρνητική, δηλαδή οι συντάξεις
με το νέο τρόπο υπολογισμού (σ.σ. βάσει νόμου Κατρούγκαλου) θα είναι
χαμηλότερες από τις συντάξεις που θα προέκυπταν με τον παλιό τρόπο
υπολογισμού.
Έτσι η μη κάλυψη της "προσωπικής
διαφοράς" κατά 50% για τις συντάξεις τις οποίες θα αιτηθούν ασφαλισμένοι
το 2016, κατά 65% για τις αιτήσεις του 2017 και κατά 75% για τις
αιτήσεις του 2018, θα οδηγήσει σε :
* μείωση 50% στην "προσωπική διαφορά" των νέων συντάξεων του 2016
* μείωση 65% στην "προσωπική διαφορά" των νέων συντάξεων του 2017
* μείωση 75% στην "προσωπική διαφορά" των νέων συντάξεων του 2018.
* μείωση 65% στην "προσωπική διαφορά" των νέων συντάξεων του 2017
* μείωση 75% στην "προσωπική διαφορά" των νέων συντάξεων του 2018.
Σύμφωνα με την σημερινή υπουργική εγκύκλιο, για τις αιτήσεις που θα υποβληθούν από 13.5.2016 έως 31.12.2016, εάν το καθαρό προ φόρου ποσό της απονεμομένης σύνταξης με βάση το νέο νομοθετικό πλαίσιο
(δηλαδή το ακαθάριστο ποσό σύνταξης αφαιρουμένων της Εισφοράς
Αλληλεγγύης Συνταξιούχων και άλλων σχετικών εισφορών της περιόδου
2010-2011 αλλά και της εισφοράς 6% για υγειονομική περίθαλψη) υπολείπεται
του καθαρού προ φόρου ποσού της σύνταξης που θα ελάμβαναν με βάση το
προγενέστερο ανά ασφαλιστικό φορέα νομοθετικό πλαίσιο σε ποσοστό άνω
του 20%, το ήμισυ (σ.σ. 50%) της διαφοράς καταβάλλεται ως προσωπική
διαφορά.
* Για τις αιτήσεις που
θα υποβληθούν εντός του 2017, αντίστοιχα καταβάλλεται ως προσωπική
διαφορά το 1/3 (σ.σ. 35%) της ανωτέρω διαφοράς
* Για τις αιτήσεις που θα υποβληθούν εντός του 2018 καταβάλλεται ως προσωπική διαφορά το ¼ (σ.σ. 25%) της διαφοράς αυτής".
Με τις παραπάνω φράσεις εξειδικεύεται διάταξη του νόμου Κατρούγκαλου, σύμφωνα με την οποία "επί αιτήσεων που θα κατατεθούν εντός του 2016, εάν το ποσό της απονεμόμενης σύνταξης υπολείπεται του ποσού της σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύσαν καθεστώς σε ποσοστό άνω του 20%, το ήμισυ της διαφοράς καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά (…).
Με τις παραπάνω φράσεις εξειδικεύεται διάταξη του νόμου Κατρούγκαλου, σύμφωνα με την οποία "επί αιτήσεων που θα κατατεθούν εντός του 2016, εάν το ποσό της απονεμόμενης σύνταξης υπολείπεται του ποσού της σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύσαν καθεστώς σε ποσοστό άνω του 20%, το ήμισυ της διαφοράς καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά (…).
Επί αιτήσεων που θα κατατεθούν εντός του
2017 καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά το ένα τρίτο
(1/3) της διαφοράς, και επί αιτήσεων που θα κατατεθούν εντός του 2018 το
ένα τέταρτο (1/4) της διαφοράς"
Εγκύκλιοι για τις κύριες συντάξεις
Τρεις εγκυκλίους εξέδωσε σήμερα το Υπ.
Εργασίας σε σχέση με το νέο τρόπο υπολογισμού των κύριων συντάξεων,
βάσει όσων προβλέπονται στο νέο ασφαλιστικό νόμο Κατρούγκαλο, ο οποίος
έχει τεθεί σε ισχύ από 12/5/2016. Οι εγκύκλιοι αυτές αφορά τον
υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης, την εθνική σύνταξη και τις
συντάξεις χηρείας.
Το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης
υπολογίζεται με βάση τις συντάξιμες αποδοχές και τα κατ’ έτος ποσοστά
αναπλήρωσης όπως αυτά προκύπτουν από τον πίνακα:
Το ποσοστό αναπλήρωσης για κάθε έτος
ασφάλισης ανά κλίμακα ετών, αντιστοιχεί στο ποσοστό που αναγράφεται στην
τρίτη στήλη του πίνακα.
Το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης
αντιστοιχεί στα κατ’ έτος ποσοστά αναπλήρωσης για το σύνολο του χρόνου
ασφάλισης επί των συνταξίμων αποδοχών.
Για τον υπολογισμό το σύνολο του χρόνου ασφάλισης λαμβάνεται υπόψη με μαθηματική ακρίβεια δύο δεκαδικών ψηφίων.
Παράδειγμα 1
Ασφαλισμένος με 40 έτη ασφάλισης και
συντάξιμες αποδοχές 1.000 ευρώ δικαιούται ανταποδοτική σύνταξη ύψους 428
ευρώ υπολογιζόμενη ως ακολούθως: ((15*0,77%)+(3*0,84%)+(3*0,90%)+
(3*0,96%)+(3*1,03%)+(3*1,21%)+(3*1,42%)+ (3*1,59%)+(3*1,80%)+(1*2,00%))*1.000 = 42,8%*1.000 = 428 ευρώ.
Παράδειγμα 2
Ασφαλισμένος στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ με 10.635
ημέρες ασφάλισης (10.635:300=35,45 έτη ασφάλισης) και συντάξιμες
αποδοχές 1.000 ευρώ δικαιούται ανταποδοτική σύνταξη ύψους 345,3 ευρώ
υπολογιζόμενη ως ακολούθως:
((15Χ0,77%)+(3Χ0,84%)+(3Χ0,90%)+(3Χ0,96%)+(3Χ1,03%)+(3Χ1,21%)+(3Χ1,42%)+ (2,45Χ1,59%))Χ1.000 = 34,53%Χ1.000 = 345,3 ευρώ.
Υπολογισμός συντάξιμων αποδοχών
Α) Περίοδος υπολογισμού
Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού
μέρους της σύνταξης ασφαλισμένου λαμβάνονται υπόψη ως συντάξιμες
αποδοχές ο μέσος μηνιαίος μισθός - εισόδημα καθ’ όλη τη διάρκεια του
ασφαλιστικού του βίου.
Συγκεκριμένα για αιτήσεις
συνταξιοδότησης που υποβάλλονται από 13.5.2016 και εντός του έτους 2016,
οι συντάξιμες αποδοχές υπολογίζονται ως ο μέσος μηνιαίος μισθός -
εισόδημα του ασφαλισμένου από το έτος 2002 και έως την υποβολή της
αίτησης. Εφεξής ετησίως η χρονική περίοδος αναφοράς για τον υπολογισμό
των συνταξίμων αποδοχών αυξάνεται κατά ένα έτος.
Παράδειγμα
Ασφαλισμένος μισθωτός υποβάλει αίτηση
συνταξιοδότησης την 1.12.2018. Ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό
της ανταποδοτικής σύνταξης λαμβάνονται υπόψη ο μέσος όρος μηνιαίων
αποδοχών του ασφαλισμένου που υπόκεινται σε εισφορές για το χρονικό
διάστημα από 1.1.2002 έως 30.11.2018.
Β) Μισθωτοί
Για την εύρεση των συντάξιμων αποδοχών των μισθωτών:
Κατ’ αρχάς υπολογίζεται ο μέσος όρος των
μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου που υπόκεινται σε εισφορές υπέρ
Κλάδου Σύνταξης (επομένως, συμπεριλαμβάνονται τα δώρα Χριστουγέννων,
Πάσχα και επιδόματα αδείας για τα οποία έχουν καταβληθεί εισφορές) για
το χρονικό διάστημα από 1.1.2002 και έως την υποβολή της αίτησης
συνταξιοδότησης.
Ο μέσος αυτός όρος μηνιαίων αποδοχών του
ασφαλισμένου είναι το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των αποδοχών του
ασφαλισμένου επί των οποίων έχουν καταβληθεί εισφορές υπέρ Κλάδου
Σύνταξης (και μέχρι του ανωτάτου ορίου ασφαλιστέων αποδοχών όπως και
όπου αυτό προβλεπόταν για τα έτη 2002 και εφεξής) δια του συνολικού
χρόνου ασφάλισης του από 1.1.2002 μέχρι την προηγούμενη ημέρα της
υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης (αναγόμενος ο χρόνος αυτός σε μήνες,
π.χ. πλήρης μήνας για το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ = 25 ημέρες ασφάλισης).
Οι αποδοχές του ασφαλισμένου για κάθε
ημερολογιακό έτος προσαυξάνονται κατά την ετήσια μεταβολή μισθών, η
οποία όταν θα προσδιοριστεί, από την αρμόδια για τον καθορισμό Ελληνική
Στατιστική Αρχή, θα ακολουθήσουν νέες οδηγίες. Στα παραδείγματα που
ακολουθούν ως αποδοχές θεωρούνται οι αποδοχές μετά την εφαρμογή των
ανωτέρω προσαυξήσεων.
Στην εγκύκλιο δίνεται ο μαθηματικός
τύπος (σ.σ. δείτε τον στην στήλη Συνοδευτικό Υλικό) ότι σε κάθε
περίπτωση για όλους τους μισθωτούς που υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ
από 1.1.2017 το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών ανέρχεται στο
δεκαπλάσιο του ποσού που αντιστοιχεί στο κατώτατο βασικό μισθό άγαμου
μισθωτού άνω των 25 ετών, το οποίο με σημερινά δεδομένα ισούται με
586,08 Χ 10=5.860,8 ευρώ.
Επομένως, σε κάθε περίπτωση, και για τον
υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών των μισθωτών από 1.1.2017 ως ανώτατο
όριο μηνιαίων αποδοχών είναι το ποσό αυτό.
Στην περίπτωση ασφαλισμένων οι οποίοι,
υπό την ισχύ του προϊσχύοντος νομοθετικού καθεστώτος κατέβαλλαν εισφορές
ανώτερες από αυτές του κοινού καθεστώτος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ (6,67% για τον
ασφαλισμένο και 13,33% για τον εργοδότη), εφαρμόζεται το ανταποδοτικό
μέρος της σύνταξης τους για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον
εισφορά, θα υπολογίζεται με ετήσιο συντελεστή αναπλήρωσης 0,075% για
καθεμία ποσοστιαία μονάδα επιπλέον εισφοράς.
Παράδειγμα 1
α. Μισθωτός με πλήρη απασχόληση από την
1.1.2002 μέχρι την 31.7.2020. Υποβάλλει αίτημα συνταξιοδότησης λόγω
γήρατος την 1.8.2020 σε ηλικία 63 ετών και 12.000 ημέρες ασφάλισης (καθ’
όλο το διάστημα της ασφάλισης του το ποσοστό των εισφορών υπέρ Κλάδου
Σύνταξης δεν ξεπέρασε το 6,67% για τον ασφαλισμένο και 13,33% για τον
εργοδότη).
Αποδοχές επί των οποίων κατεβλήθησαν εισφορές υπέρ Κλάδου Σύνταξης από 1.1.2002 έως 31.7.2020 : 216.000 ευρώ.
Χρόνος ασφάλισης από 1.1.2002 έως 31.7.2020 : 223 μήνες.
Άρα, Συντάξιμες Αποδοχές = 216.000/223=968,61 ευρώ.
Ανταποδοτική Σύνταξη:
968,61Χ42,8%(ποσοστό αναπλήρωσης των 12.000 η.α.)=414,57 ευρώ (ο ίδιος
θα δικαιωθεί και εθνική σύνταξη ύψους 384 ευρώ δεδομένου ότι,
επιπρόσθετα έχει πάνω από 40 έτη διαμονής στη χώρα μεταξύ 15ου και 63ου
έτους της ηλικίας του).
Η συνολική σύνταξη του ανέρχεται σε 384+414,57=798,57 ευρώ.
Επί αυτού του ποσού θα υπολογιστούν η
κράτηση της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) υπέρ ΑΚΑΓΕ και όλες
οι εισφορές που επιβλήθηκαν την περίοδο 2010-2011 καθώς και η εισφορά
υπέρ υγειονομικής περίθαλψης όπως αυτή υπολογίζεται με τις ρυθμίσεις του
ν.4387/2016.
Παράδειγμα 2
Μισθωτός έως την ημέρα υποβολής της
αίτησης συνταξιοδότησης (έστω 1.8.2020) έχει συνολικά 12.000 ημέρες
ασφάλισης εκ των οποίων 8.755 ημέρες ασφάλισης στα ΒΑΕ. Για τις 8.755
ημέρες ασφάλισης έχουν καταβληθεί 3,6% υπέρτερες εισφορές υπέρ Κλάδου
Σύνταξης από αυτές του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ (6,67% για τον ασφαλισμένο και 13,33%
για τον εργοδότη). Υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης στο 63ο έτος της
ηλικίας του.
Υπολογισμός Ανταποδοτικής Σύνταξης:
Αποδοχές επί των οποίων κατεβλήθησαν εισφορές υπέρ Κλάδου Σύνταξης από
1.1.2002 έως 31.7.2020 : 267.600 ευρώ.
Χρόνος ασφάλισης από 1.1.2002 έως 31.7.2020 : 223 μήνες.
Άρα Συντάξιμες Αποδοχές = 267.600/223=1.200 ευρώ.
Παράδειγμα 3
Μισθωτός υποβάλλει αίτηση
συνταξιοδότησης λόγω γήρατος την 1.12.2022. Έχει συμπληρώσει το 62ο έτος
της ηλικίας του και 16 έτη ασφάλισης εκ των οποίων 3.900 στα ΒΑΕ εκ των
οποίων 1.100 την τελευταία 13ετία (συνταξιοδοτείται, επομένως, με τις
προϋποθέσεις των ΒΑΕ και λαμβάνει πλήρη σύνταξη).
Υπολογισμός Ανταποδοτικής Σύνταξης:
Αποδοχές επί των οποίων κατεβλήθησαν εισφορές υπέρ Κλάδου Σύνταξης από
1.1.2002 έως 30.11.2022 : 139.200 ευρώ.
Χρόνος ασφάλισης από 1.1.2002 έως 31.7.2020 :192 μήνες.
Άρα Συντάξιμες Αποδοχές : 139.200/192=725 ευρώ.
Ανταποδοτική Σύνταξη: 725 Χ 12,39% (ποσοστό αναπλήρωσης των 16 ετών ασφ.)=89,83 ευρώ.
Συνταξιοδότηση με βάση τις διατάξεις του νόμου 612/1977
Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης
μισθωτών με βάση τις διατάξεις του ν.612/1977, είτε με βάση τις
διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά, εφαρμόζεται το
τελευταίο εδάφιο της περ.γ παρ.2 άρθρο 28 του ν.4387/2016.
Η ανταποδοτική σύνταξη υπολογίζεται με
ποσοστό αναπλήρωσης 35 ετών, εφόσον ο χρόνος ασφάλισης υπολείπεται των
35 ετών και αν υπερβαίνει τα 35 έτη υπολογίζεται επί όλου του χρόνου
ασφάλισης. Επίσης στον υπολογισμό των συνταξίμων αποδοχών λαμβάνεται
υπόψη ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών κατά τη διάρκεια όλης της ασφάλισής
του από την 1.1.2002 μέχρι την προηγούμενη της αιτήσεως
συνταξιοδότησης, προσαυξανόμενες για κάθε ημερολογιακό έτος κατά την
ετήσια μεταβολή μισθών, όπως προσδιορίζεται από την Ελληνική Στατιστική
Αρχή.
Μισθωτοί αμειβόμενοι με κυμαινόμενες αποδοχές
Οι μισθωτοί ασφαλισμένοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ που χαρακτηρίζονται ως αμειβόμενοι με κυμαινόμενες αποδοχές και απασχολούνται σε συγκεκριμένες κατηγορίες επιχειρήσεων και ειδικότητες, κατατάσσονται μέχρι 31.12.2016 σε Ασφαλιστικές Κλάσεις Τεκμαρτών Ημερομισθίων και οι εισφορές τους υπολογίζονται επί αυτών των κλάσεων.
Οι μισθωτοί ασφαλισμένοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ που χαρακτηρίζονται ως αμειβόμενοι με κυμαινόμενες αποδοχές και απασχολούνται σε συγκεκριμένες κατηγορίες επιχειρήσεων και ειδικότητες, κατατάσσονται μέχρι 31.12.2016 σε Ασφαλιστικές Κλάσεις Τεκμαρτών Ημερομισθίων και οι εισφορές τους υπολογίζονται επί αυτών των κλάσεων.
Για αυτή την κατηγορία και μέχρι
31.12.2016, ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής
σύνταξης ορίζεται το ποσό που αντιστοιχεί στο ασφαλιστέο μηνιαίο
εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που πράγματι
καταβλήθηκε για κάθε μήνα ασφάλισης. Άρα, οι μηνιαίες αποδοχές
υπολογίζονται ως το γινόμενο των κατά μήνα ημερών ασφάλισης επί το
τεκμαρτό ημερομίσθιο που αντιστοιχεί στο έτος αναφοράς.
Για το διάστημα από 1.1.2017 έως την
προηγούμενη της αιτήσεως συνταξιοδότησης οι αποδοχές που λαμβάνονται
υπόψη στον υπολογισμό των συνταξίμων αποδοχών είναι οι πραγματικές
αντίστοιχες αποδοχές που υπόκεινται σε εισφορές Κλάδου Σύνταξης. Οι
αποδοχές για κάθε ημερολογιακό έτος, ανεξάρτητα αν είναι πριν ή μετά την
1.1.2017, λαμβάνονται υπόψη προσαυξανόμενες για κάθε ημερολογιακό έτος
κατά την ετήσια μεταβολή μισθών, όπως προσδιορίζεται από την Ελληνική
Στατιστική Αρχή.
Παράδειγμα:
Μισθωτός κατά τα έτη 1.1.2002 έως την
ημέρα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης (π.χ. 1.8.2020) έχει
απασχοληθεί ως μπάρμαν και κατά το ίδιο διάστημα έχει 2.100 ημέρες
ασφάλισης από τις οποίες 1.450 έως και 31.12.2016. Συνολικά έχει 21 έτη
ασφάλισης. Υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης στο 67ο έτος της ηλικίας
του.
Το ποσοστό αναπλήρωσης για τα 21 έτη ασφάλισης αντιστοιχεί σε 16,77%.
Χρόνος ασφάλισης από 1.1.2002 έως 31.7.2020 : 84 μήνες.
Οι αποδοχές υπολογίζονται ως εξής: Για
το διάστημα από 1.1.2002 έως 31.12.2016, για το οποίο ασφαλίζονταν βάσει
Τεκμαρτών Ημερομισθίων, οι αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη στον
υπολογισμό των συνταξίμων αποδοχών για κάθε ημερολογιακό έτος είναι το
γινόμενο των ημερών ασφάλισης ανά έτος επί του τ.η. της ασφαλιστικής
κλάσης στην οποία υπήγοντο το έτος αυτό, προσαυξανόμενες κατά την ετήσια
μεταβολή μισθών, όπως προσδιορίζεται από την ΕΛ.ΣΤΑΤ.
Για το διάστημα από 1.1.2017 έως την
προηγούμενη της αιτήσεως συνταξιοδότησης οι αποδοχές που λαμβάνονται
υπόψη στον υπολογισμό των συνταξίμων αποδοχών για κάθε ημερολογιακό έτος
είναι οι πραγματικές αντίστοιχες αποδοχές που υπόκεινται σε εισφορές
Κλάδου Σύνταξης ανά έτος προσαυξανόμενες κατά την ετήσια μεταβολή
μισθών, όπως προσδιορίζεται από την ΕΛ.ΣΤΑΤ.
Γ ) Ασφαλισμένοι ΟΑΕΕ
Για τους μέχρι 31.12.1992 (παλαιούς ασφαλισμένους του ΟΑΕΕ) ως μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές για μεν το χρονικό διάστημα από την έναρξη ισχύος του πδ 258/2005 και έως την 31.12.2016 θεωρούνται τα ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών επί των οποίων υπολογίζεται το ποσοστό εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης (20%).
Για τους ασφαλισμένους των
συγχωνευθέντων στον ΟΑΕΕ ταμείων οι οποίοι από 1.1.2002 και μέχρι την
ένταξη τους στις ασφαλιστικές κατηγορίες του ΟΑΕΕ - κατέβαλαν μηνιαία
συγκεκριμένο ποσό ανάλογα με την ασφαλιστική κατηγορία στην οποία
υπάγονταν, το μηνιαία καταβαλλόμενο αυτό ποσό ανάγεται σε μηνιαίο
εισόδημα, με ύψος ασφαλίστρου το 20%.
Για το χρόνο ασφάλισης από 1.1.2017 και
εφεξής ως μηνιαίο εισόδημα νοείται εκείνο επί του οποίου καταβάλλονται
ασφαλιστικές εισφορές σύμφωνα με το άρθρο 39.
Για τους από 1.1.1993 και εφεξής
ασφαλισμένους του ΟΑΕΕ είτε αυτοί προέρχονται από τα συγχωνευθέντα στον
ΟΑΕΕ Ταμεία, είτε ασφαλίστηκαν για πρώτη φορά στον ΟΑΕΕ ως μηνιαίες
συντάξιμες αποδοχές νοούνται τα ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών επί των
οποίων υπολογίζεται το ποσοστό εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης,
Ειδικά για τους μέχρι 31.12.1992
ασφαλισμένους του ΤΑΝΠΥ και για το χρόνο ασφάλισής τους μέχρι 31.12.2016
ως μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές νοείται ο τεκμαρτός μισθός της
ασφαλιστικής κλάσης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ στην οποία κατατάσσονται κάθε φορά . Με
δεδομένο ότι για τους ασφαλισμένους της κατηγορίας αυτής
(αυτοαπασχολούμενους και μισθωτούς) προβλέπεται και καταβολή εισφορών
επί δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και επιδόματος αδείας, τα ανωτέρω
επιδόματα συμπεριλαμβάνονται στις συντάξιμες αποδοχές τους.
Για τους ασφαλισμένους του ΤΑΝΠΥ από
1.1.1993 και εφεξής ως μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές νοούνται οι
ασφαλιστικές κατηγορίες επί των οποίων υπολογίζονται οι ασφαλιστικές
εισφορές.
Επισημαίνουμε ότι σε κάθε περίπτωση
καταβολής μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών (πχ μείωση κατά 30% των
ασφαλιστικών εισφορών των από 1.1.1993 νέων ασφαλισμένων του ΤΕΒΕ ή του
ΟΑΕΕ έχει ως αποτέλεσμα την αντίστοιχη μείωση του ποσού της ασφαλιστικής
κατηγορίας επί της οποίας υπολογίζονταν οι ασφαλιστικές εισφορές.
Ως προς την πρόβλεψη σχετικά με την
προσαύξηση των συντάξιμων αποδοχών που προκύπτουν με βάση τις
καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές με το ποσό από τους κοινωνικούς
πόρους κατόπιν σχετικής αναγωγής τους ανά ασφαλισμένο, επί του θέματος
αυτού θα σας δοθούν νεότερες οδηγίες.
Παράδειγμα
Παλαιός ασφαλισμένος του ΟΑΕΕ
ασφαλισμένος του πρώην ΤΕΒΕ συνταξιοδοτείται από 1.1.2017 με συνολικό
χρόνο ασφάλισης 40 έτη. Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών του
λαμβάνονται υπόψη οι εισφορές που καταβλήθηκαν από 1/1/2002 έως και
31/12/2016.
Συνεπώς από 1/1/2002 έως και
31/12/2016, δηλαδή για 180μήνες έχουν καταβληθεί συνολικά 222.750,48 και
οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται σε €1237,50
(222.750,48€/180μήνες). Το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης ανέρχεται σε
€529,03(€ 1237,5 x 42,75%).
Δ) Ασφαλισμένοι ΕΤΑΑ
Για τους μέχρι 31/12/1992 ελεύθερους
επαγγελματίες του ΕΤΑΑ (ΤΣΜΕΔΕ, ΤΣΑΥ, Τομέας Ασφάλισης Νομικών) για τον
υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνεται υπόψη για το χρονικό
διάστημα από 1/1/2017 και εφεξής το εισόδημα επί του οποίου έχουν
καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές (σ.σ. εισφορά 20% επί του καθαρού
δηλωτέου εισοδήματος), ενώ για τον προγενέστερο χρόνο ασφάλισης η
πραγματικά καταβληθείσα μηνιαία ασφαλιστική εισφορά ανάγεται σε μηνιαίο
εισόδημα θεωρώντας μηνιαίο ασφάλιστρο ύψους 20%.
Για τους μέχρι 31/12/1992 μισθωτούς του
ΕΤΑΑ (ΤΣΜΕΔΕ, ΤΣΑΥ, Τομέας Ασφάλισης Νομικών), για το χρόνο ασφάλισης
από 1/1/2017 και μετά για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών
λαμβάνονται υπόψη οι μηνιαίες αποδοχές επί των οποίων έχουν καταβληθεί
ασφαλιστικές εισφορές.
Για το χρόνο ασφάλισης μέχρι 31/12/2016 ως συντάξιμες αποδοχές, ανά Τομέα, λαμβάνονται οι εξής:
α) για τους ασφαλισμένους του ΤΣΜΕΔΕ,
για το χρόνο ασφάλισης από 1/1/2002 μέχρι 31/12/2006 η καταβληθείσα
εισφορά ανάγεται σε μηνιαίες αποδοχές θεωρώντας μηνιαίο ασφάλιστρο ύψους
20%. Για το χρόνο ασφάλισης από 1/1/2007 έως 31/12/2016 λαμβάνονται οι
μηνιαίες αποδοχές επί των οποίων καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές.
β) για τους ασφαλισμένους του ΤΣΑΥ,
δεδομένου ότι ο ασφαλισμένος καταβάλλει ως μηνιαία εισφορά σταθερό ποσό
και ο εργοδότης ποσοστιαία εισφορά ύψους 13,33% επί των αποδοχών,
αθροίζεται η εισφορά ασφαλισμένου και εργοδότη και το ποσό του
αθροίσματος ανάγεται σε μηνιαίες αποδοχές θεωρώντας μηνιαίο ασφάλιστρο
ύψους 20%.
γ) για τους ασφαλισμένους του Τομέα
Ασφάλισης Νομικών, η μηνιαία εισφορά ανάγεται σε συντάξιμο μισθό
θεωρώντας μηνιαίο ασφάλιστρο ύψους 20%.
Για τους από 1/1/1993 ασφαλισμένους
λαμβάνονται υπόψη για τους μεν ελεύθερους επαγγελματίες τα ποσά των
ασφαλιστικών κατηγοριών επί των οποίων έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές
εισφορές, για δε τους μισθωτούς οι μηνιαίες αποδοχές επί των οποίων
έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές.
Σε κάθε περίπτωση τα ποσά που προκύπτουν
ως συντάξιμες αποδοχές κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω αναπροσαρμόζονται κατά
την ετήσια μεταβολή μισθών, όπως αυτή θα προσδιοριστεί από την Ελληνική
Στατιστική Αρχή (στα παραδείγματα που ακολουθούν τα ποσά που
αναφέρονται δεν έχουν αναπροσαρμοστεί σύμφωνα με τα ανωτέρω).
Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση
καταβολής μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών (ασφαλισμένοι κάτω 5ετίας) για
τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνεται υπόψη η μειωμένη
ασφαλιστική εισφορά και ανάγεται σε συντάξιμο μισθό θεωρώντας ασφάλιστρο
ύψους 20%.
Στην περίπτωση των εμμίσθων που έχουν
καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές επί των δώρων εορτών και του επιδόματος
αδείας, για τον καθορισμό των συντάξιμων αποδοχών συνυπολογίζονται και
οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί επί των ποσών αυτών, και
θεωρείται ότι προσαυξάνουν τις μηνιαίες αποδοχές του μήνα που
καταβάλλονται.
Για τις περιπτώσεις που προβλέπεται
μείωση της καταβαλλόμενης σύνταξης, η ανταποδοτική σύνταξη καταβάλλεται
πλήρης, ενώ μειώνεται η εθνική σύνταξη.
Όσον αφορά την πρόσθετη εισφορά του
άρθρου 44 παρ. 14 του ν.3986/2011 (ύψους 2% επί του ποσού της 1ης
ασφαλιστικής κατηγορίας) που καταβάλλεται από τους ελεύθερους
επαγγελματίες από 1/7/2011, αυτή αθροίζεται με την κύρια ασφαλιστική
εισφορά και το άθροισμα ανάγεται σε μηνιαίες εισόδημα θεωρώντας μηνιαίο
ασφάλιστρο ύψους 20%.
Σημειώνεται ότι σε περίπτωση που δεν
συμπληρώνεται ακέραιος αριθμός ετών ασφάλισης, για παράδειγμα ο
ασφαλισμένος συμπληρώνει 41 έτη ασφάλισης 5 μήνες και 15 ημέρες
ασφάλισης, για το χρονικό διάστημα πέραν του πλήρους έτους, δηλαδή για
το διάστημα των 5 μηνών και 15 ημερών (5 x 25 + 15 = 140 ημέρες),
λαμβάνει αναλογία του ποσοστού αναπλήρωσης θεωρώντας ότι το έτος
αντιστοιχεί σε 12 μήνες και κάθε μήνας σε 25 ημέρες ασφάλισης, δηλαδή
στην προκειμένη περίπτωση το ποσοστό αναπλήρωσης καθορίζεται σε 45,73%
(44,80 + 2 x 140/300).
Ως προς την πρόβλεψη σχετικά με την
προσαύξηση των συντάξιμων αποδοχών που προκύπτουν με βάση τις
καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές με το ποσό από τους κοινωνικούς
πόρους κατόπιν σχετικής αναγωγής τους ανά ασφαλισμένο, επί του θέματος
αυτού θα σας δοθούν νεότερες οδηγίες.
Παράδειγμα 1
Παλαιός ασφαλισμένος του ΤΣΜΕΔΕ,
ελεύθερος επαγγελματίας για το σύνολο του χρόνου ασφάλισης, έχοντας
συμπληρώσει 41 έτη ασφάλισης, 5 μήνες και 15 ημέρες ασφάλισης, πρόκειται
να συνταξιοδοτηθεί από 1/1/2017 έχοντας καταβάλλει ασφαλιστικές
εισφορές μέχρι και 15/12/2016. Στην περίπτωση αυτή για τον υπολογισμό
των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται οι εισφορές που καταβλήθηκαν από
1/1/2002 έως και 15/12/2016.
Συνεπώς από 1/1/2002 έως και 15/12/2016,
δηλαδή για 179,60 μήνες (179 μήνες + 15/25) έχουν καταβληθεί συνολικά
€122.002,75 και οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται σε €679,30
(€122.002,75 / 179,60 μήνες).
Το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης ανέρχεται σε €310,65 (€679,30 x 45,73%).
Παράδειγμα 2
Παλαιός ασφαλισμένος του ΤΣΑΥ,
ελεύθερος επαγγελματίας για το σύνολο του χρόνου ασφάλισης, έχοντας
συμπληρώσει 41 έτη ασφάλισης, 5 μήνες και 15 ημέρες ασφάλισης, πρόκειται
να συνταξιοδοτηθεί από 1/1/2017 έχοντας καταβάλλει ασφαλιστικές
εισφορές μέχρι και 15/12/2016. Στην περίπτωση αυτή για τον υπολογισμό
των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται οι εισφορές που καταβλήθηκαν από
1/1/2002 έως και 15/12/2016.
Συνεπώς από 1/1/2002 έως και 15/12/2016,
δηλαδή για 179,60 μήνες (179 μήνες + 15/25) έχουν καταβληθεί συνολικά
€160.458,68 και οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται σε €893,42
(€160.458,68 / 179,60 μήνες).
Το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης ανέρχεται σε €408,56 (€893,42 x 45,73%).
Παράδειγμα 3
Παλαιά ασφαλισμένη του Τομέα Ασφάλισης
Νομικών, ασφαλισμένη ως άμισθη για το σύνολο του χρόνου ασφάλισης,
έχοντας συμπληρώσει 25 έτη ασφάλισης 8 μήνες και 12 ημέρες ασφάλισης
πρόκειται να συνταξιοδοτηθεί από 1/10/2018 έχοντας καταβάλλει
ασφαλιστικές εισφορές μέχρι και 30/9/2018. Στην περίπτωση αυτή για τον
υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται οι εισφορές που
καταβλήθηκαν από 1/1/2002 έως και 30/9/2018.
Για τα έτη 2017 και 2018 υποθέτουμε ότι έχει καταβληθεί εισφορά στο κατώτατο όριο των €586,00.
Συνεπώς από 1/1/2002 έως και 30/9/2018, δηλαδή για 201 μήνες έχουν καταβληθεί συνολικά €141.612,30 και οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται σε €704,54 (€141.612,30 / 201 μήνες).
Συνεπώς από 1/1/2002 έως και 30/9/2018, δηλαδή για 201 μήνες έχουν καταβληθεί συνολικά €141.612,30 και οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται σε €704,54 (€141.612,30 / 201 μήνες).
Το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης ανέρχεται σε €150,84 (€704,54 x 21,41%).
Παράδειγμα 4
Παλαιός ασφαλισμένος του ΤΣΜΕΔΕ, έχοντας
συμπληρώσει 37 έτη ασφάλισης 3 μήνες και 2 ημέρες ασφάλισης, πρόκειται
να συνταξιοδοτηθεί από 1/7/2016 έχοντας καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές
μέχρι και 30/6/2016. Ο εν λόγω ασφαλισμένος έχει απασχοληθεί για ένα
χρονικό διάστημα ως έμμισθος και για τον υπόλοιπο χρόνο έχει καταβάλλει
εισφορές ελεύθερου επαγγελματία. Στην περίπτωση αυτή για τον υπολογισμό
των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται οι εισφορές που καταβλήθηκαν από
1/1/2002 έως και 30/6/2016.
Για τα έτη 2004 και 2005 ο ασφαλισμένος
απασχολήθηκε ως μισθωτός, όμως με το ισχύον τότε νομοθετικό πλαίσιο
καταβλήθηκαν εισφορές ελεύθερου επαγγελματία σε 12μηνη βάση. Μισθωτή
απασχόληση προκύπτει και για τα έτη 2009, 2010, 2014 και 2015 οπότε
καταβλήθηκε συνολική εισφορά ασφαλισμένου και εργοδότη ύψους 20% (6,67%
για τον ασφαλισμένο και 13,33% για τον εργοδότη) επί των αποδοχών, ενώ
καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές και επί των δώρων εορτών και
επιδόματος αδείας (εισφορές σε 14μηνη βάση)
Συνεπώς από 1/1/2002 έως και 30/6/2016,
δηλαδή για 174 μήνες, έχουν καταβληθεί συνολικά €207.422,80 και οι
μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται σε €1.192,09 (€207.422,80 / 174
μήνες).
Το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης ανέρχεται σε €448,94 (€1.192,09 x 37,66%).
Παράδειγμα 5
Παλαιός ασφαλισμένος του ΤΣΑΥ, έχοντας
συμπληρώσει 37 έτη ασφάλισης 3 μήνες και 2 ημέρες ασφάλισης, πρόκειται
να συνταξιοδοτηθεί από 1/7/2016 έχοντας καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές
μέχρι και 30/6/2016. Ο εν λόγω ασφαλισμένος έχει απασχοληθεί για ένα
χρονικό διάστημα ως έμμισθος και για τον υπόλοιπο χρόνο έχει καταβάλλει
εισφορές ελεύθερου επαγγελματία. Στην περίπτωση αυτή για τον υπολογισμό
των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται οι εισφορές που καταβλήθηκαν από
1/1/2002 ως και 30/6/2016.
Για τα έτη 2002, 2004, 2005, 2006, 2010,
2011, 2014, 2015 και 2016 ο ασφαλισμένος απασχολήθηκε ως μισθωτός. Για
τα διαστήματα αυτά ο ασφαλισμένος κατέβαλε ως μηνιαία εισφορά ένα
σταθερό ποσό σε 12μηνη βάση και ο εργοδότης μηνιαία εισφορά ύψους 13,33%
επί των αποδοχών σε 14μηνη βάση.
Συνεπώς από 1/1/2002 έως και 30/6/2016, δηλαδή για 174 μήνες έχουν καταβληθεί συνολικά €334.352,10 και οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται σε €1.921,56 (€334.352,10 / 174 μήνες).
Συνεπώς από 1/1/2002 έως και 30/6/2016, δηλαδή για 174 μήνες έχουν καταβληθεί συνολικά €334.352,10 και οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται σε €1.921,56 (€334.352,10 / 174 μήνες).
Το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης ανέρχεται σε €723,66 (€1.921,56 x 37,66%).
Παράδειγμα 6
Νέος ασφαλισμένος του ΤΣΜΕΔΕ υποβάλλει
αίτημα συνταξιοδότησης με έναρξη συνταξιοδότησης από 1/1/2021
(συνταξιοδότηση με 15 έτη ασφάλισης στο 67ο έτος της ηλικίας). Ο εν λόγω
ασφαλισμένος έχει καταβάλει εισφορές από 1/1/2005 έως 31/12/2020 ως
ελεύθερος επαγγελματίας, συνεπώς για τον υπολογισμό των συντάξιμων
αποδοχών λαμβάνεται το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών που έχουν
καταβληθεί στο σύνολο του χρόνου ασφάλισης.
Για τα έτη 2005, 2006 ο ασφαλισμένος
έχει καταβάλλει μειωμένες ασφαλιστικές εισφορές κατά 40% και για το 2005
κατά 50% (ασφαλισμένος κάτω 5ετίας), και συνεπώς για τον υπολογισμό των
συντάξιμων αποδοχών λαμβάνεται υπόψη η μειωμένη ασφαλιστική εισφορά.
Επίσης, για τα έτη από το 2017 έως το 2020 ο υπολογισμός των
ασφαλιστικών εισφορών γίνεται επί του εισοδήματος σύμφωνα με τα
προβλεπόμενα στο άρθρο 39 του ν.4387/2016 και θεωρούμε ότι έχει
καταβληθεί εισφορά στο κατώτατο όριο εισοδήματος των €586,00.
Συνεπώς από 1/1/2005 έως και 31/12/2020,
δηλαδή για 180 μήνες, έχουν καταβληθεί συνολικά €130.120,20 και οι
μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται σε €722,89 (€130.120,20 / 180
μήνες).
Το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης ανέρχεται σε €83,49 (€722,89 x 11,55%).
Στο ανωτέρω παράδειγμα, εάν ο
ασφαλισμένος συνταξιοδοτηθεί με τη συμπλήρωση του 62ου έτους της ηλικίας
(μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος βάσει του ν.2084/1992 κατά 1/200 για
κάθε μήνα που υπολείπεται μέχρι το 67ο έτος της ηλικίας και μέχρι 60
μήνες), το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης δεν μειώνεται (μειώνεται το
ποσό της δικαιούμενης εθνικής σύνταξης βάσει των άρθρων 7 και 27 του
ν.4387/2016).
Παράδειγμα 7
Παλαιός ασφαλισμένος του ΤΣΜΕΔΕ με 25
έτη ασφάλισης (μισθωτού και ελεύθερου επαγγελματία) υποβάλλει αίτημα
συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας με έναρξη συνταξιοδότησης από 1/1/2017,
με βαθμό αναπηρίας 70%. Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών
λαμβάνονται υπόψη οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβλήθηκαν από 1/1/2002
έως 31/12/2016 (180 μήνες).
Συνεπώς από 1/1/2002 έως και
31/12/2016, δηλαδή για 180 μήνες έχουν καταβληθεί συνολικά €227.966,40
και οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται σε €1.266,48 (€227.966,40
/ 180 μήνες).
Το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης ανέρχεται σε €261,91 (€1.266,48 x 20,68%).
Το ποσό της ανταποδοτικής δεν μειώνεται
παρά το γεγονός ότι το ποσοστό αναπηρίας είναι μικρότερο του 80%. Στην
περίπτωση αυτή θα μειωθεί το ποσό της δικαιούμενης εθνικής σύνταξης
βάσει των άρθρων 7 και 27 του ν.4387/2016.
Στο ανωτέρω παράδειγμα εάν ο
ασφαλισμένος υπέβαλε αίτημα για συνταξιοδότηση με τις ειδικές διατάξεις
του ν.612/1977, οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές δεν μεταβάλλονται όμως
το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης θα υπολογιστεί με το ποσοστό
αναπλήρωσης των 35 ετών ασφάλισης.
Συνεπώς ο ασφαλισμένος θα λάβει στην περίπτωση αυτή ανταποδοτική σύνταξη ύψους €428,20 (€1.266,48 x 33,81%).
Ε) Πλασματικός Χρόνος
Ως συντάξιμες αποδοχές, που αφορούν
χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται ως πλασματικός μετά από καταβολή του
προβλεπόμενου ποσού εξαγοράς, ορίζεται το ποσό που θα αποτελούσε τον
ασφαλιστέο μισθό-εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που
καταβλήθηκε για την εξαγορά κάθε μήνα ασφάλισης.
Η ποσοστιαία έκπτωση που παρέχεται στο
συνολικό ποσό εξαγοράς σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής του ποσού δεν
λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό των συνταξίμων αποδοχών. Δηλαδή οι
συντάξιμες αποδοχές υπολογίζονται στο αρχικό ποσό εξαγοράς, πριν την
εφαρμογή της έκπτωσης.
Σε κάθε περίπτωση, το υπολογιζόμενο ποσό
συνταξίμων αποδοχών, που αφορούν χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται ως
πλασματικός, θα συνυπολογισθεί για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής
σύνταξης εφόσον η αίτηση αναγνώρισης έχει υποβληθεί από το έτος 2002 και
εφεξής και θα προσαυξηθεί κατά την ετήσια μεταβολή μισθών από το έτος
υποβολής της αίτησης εξαγοράς, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της
Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
Πλασματικός χρόνος που αναγνωρίζεται
χωρίς εξαγορά (π.χ. χρόνος επιδότησης λόγω ασθένειας, χρόνος επιδότησης
λόγω τακτικής ανεργίας) δεν συνυπολογίζεται για τον υπολογισμό του ποσού
της ανταποδοτικής σύνταξης, δηλαδή δεν συνυπολογίζεται ούτε στα ποσοστά
αναπλήρωσης ούτε στον υπολογισμό των συνταξίμων αποδοχών (άρθρο 28
παρ.2.δ του ν.4387/2016).
Παράδειγμα 1:
Ασφαλισμένος μισθωτός έχει αναγνωρίσει,
το έτος 2014, 12 μήνες από χρόνο σπουδών καταβάλλοντας 167,85 ευρώ για
κάθε μήνα εξαγοράς, συνολικά 2.014,20 ευρώ. Οι αποδοχές επί των οποίων
θεωρούμε ότι κατεβλήθησαν εισφορές για τους συγκεκριμένους 12
πλασματικούς μήνες υπολογίζονται ως ακολούθως:
167,85/20% = 839,25 ευρώ για κάθε μήνα εξαγοράς.
167,85/20% = 839,25 ευρώ για κάθε μήνα εξαγοράς.
Το συγκεκριμένο ποσό των αποδοχών των 12
πλασματικών μηνών (12*839,25=10.071) θα προσαυξηθεί κατά την ετήσια
μεταβολή μισθών, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ελληνικής
Στατιστικής Αρχής, από το έτος 2014 έως το έτος υποβολής της αίτησης
συνταξιοδότησης και θα ληφθεί υπόψη στον υπολογισμό των συνταξίμων
αποδοχών και στη συνέχεια της ανταποδοτικής σύνταξης του ασφαλισμένου.
Παράδειγμα 2:
Ασφαλισμένος μισθωτός με πλήρη
απασχόληση και μηνιαίες αποδοχές 1.000 ευρώ, αναγνωρίζει τον Αύγουστο
του 2018, 18 μήνες από χρόνο σπουδών καταβάλλοντας για κάθε μήνα
εξαγοράς το 20% επί των αποδοχών του τελευταίου μήνα πλήρους απασχόλησης
του, συνολικά 18*1.000*20%=3.600 ευρώ. Το συγκεκριμένο ποσό των
αποδοχών των 18 πλασματικών μηνών (1.000*18=18.000) θα προσαυξηθεί κατά
την ετήσια μεταβολή μισθών, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ελληνικής
Στατιστικής Αρχής, από το έτος 2018 έως το έτος υποβολής της αίτησης
συνταξιοδότησης και θα ληφθεί υπόψη στον υπολογισμό των συνταξίμων
αποδοχών και στη συνέχεια της ανταποδοτικής σύνταξης του ασφαλισμένου.
Αιτήσεις συνταξιοδότησης που υποβάλλονται εντός της χρονικής περιόδου 13/5/2016 - 31/12/2018
Στις περιπτώσεις των αιτήσεων συνταξιοδότησης που υποβάλλονται εντός της χρονικής περιόδου από 13.5.2016 έως 31.12.2018 εφαρμόζονται οι διατάξεις του νέου Ασφαλιστικού.
Σύμφωνα με αυτές για τις αιτήσεις που θα
υποβληθούν από 13.5.2016 έως 31.12.2016, εάν το καθαρό προ φόρου ποσό
της απονεμομένης σύνταξης με βάση το νέο νομοθετικό πλαίσιο (δηλαδή το
ακαθάριστο ποσό σύνταξης αφαιρουμένων της Εισφοράς Αλληλεγγύης
Συνταξιούχων και άλλων σχετικών εισφορών της περιόδου 2010-2011 αλλά και
της εισφοράς για υγειονομική περίθαλψη) υπολείπεται του καθαρού προ
φόρου ποσού της σύνταξης που θα ελάμβαναν με βάση το προγενέστερο ανά
ασφαλιστικό φορέα νομοθετικό πλαίσιο σε ποσοστό άνω του 20%, το ήμισυ
της διαφοράς καταβάλλεται ως προσωπική διαφορά.
Για τις αιτήσεις που θα υποβληθούν εντός
του 2017, αντίστοιχα καταβάλλεται ως προσωπική διαφορά το ένα τρίτο
(1/3) της ανωτέρω διαφοράς ενώ για τις αιτήσεις που θα υποβληθούν εντός
του 2018 καταβάλλεται ως προσωπική διαφορά το ένα τέταρτο (1/4) της
διαφοράς αυτής.
Σημειώνουμε ότι τα ανωτέρω εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας.
Παράδειγμα:
Μισθωτός του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ με πλήρη
απασχόληση από το 2002 μέχρι την 31.7.2017. Υποβάλλει αίτημα
συνταξιοδότησης λόγω γήρατος την 1.8.2017 σε ηλικίας 63 ετών και 40
πραγματικά έτη ασφάλισης (καθ’ όλο το διάστημα της ασφάλισης του το
ποσοστό των εισφορών υπέρ Κλάδου Σύνταξης δεν ξεπέρασε το 6,67% για τον
ασφαλισμένο και 13,33% για τον εργοδότη). Στην περίπτωση αυτή, δεδομένης
της πρόβλεψης του άρθρου 94, παρ. 2, του ν.4387/2016, πρέπει να γίνουν
δύο υπολογισμοί : ένας σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις την 31.12.2014
στο ΙΚΑ- ΕΤΑΜ και ο δεύτερος σύμφωνα με τις κοινοποιούμενες διατάξεις
του ν.4387/2016.
Έστω εξαγόμενο καθαρό προ φόρου ποσό σύνταξης που θα λάμβανε με βάση το προγενέστερο νομοθετικό πλαίσιο : 1.200 ευρώ.
Έστω καθαρό προ φόρου ποσό σύνταξης με βάση το ν.4387/2016 (εθνική και ανταποδοτική): 840 ευρώ.
Διαφορά των δύο ποσών σύνταξης : 360 ευρώ.
Διαφορά των δύο ποσών σύνταξης : 360 ευρώ.
Ποσοστιαία διαφορά των δύο συντάξεων 360/1200 = 30% .
Επειδή η διαφορά είναι μεγαλύτερη του 20% θα καταβληθεί ως προσωπική διαφορά το εξής ποσό: 360/3=120 ευρώ.
Τελικό ποσό σύνταξης: 840+120=960 ευρώ.
Το επιπλέον ποσό της προσωπικής διαφοράς
των 120 ευρώ θα συμψηφίζεται κατ’ έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του
με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων.
Συνταξιοδότηση αναπηρίας από εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια
Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας που οφείλεται σε εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια, το ποσό της σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στο διπλάσιο ποσό της εθνικής σύνταξης για είκοσι έτη ασφάλισης, το οποίο σήμερα αντιστοιχεί σε 768 ευρώ.
Παράδειγμα 1:
Ασφαλισμένος υποβάλλει αίτηση
συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας με ποσοστό 85% που οφείλεται σε εργατικό
ατύχημα την 1.12.2020. Έχει συμπληρώσει το 34ο έτος της ηλικίας του και 3
έτη ασφάλισης.
Συντάξιμες αποδοχές : 28.800/36=800 ευρώ.
Συντάξιμες αποδοχές : 28.800/36=800 ευρώ.
Η εθνική σύνταξη που δικαιούται αντιστοιχεί σε 345,60 ευρώ.
Η ανταποδοτική σύνταξη που υπολογίζεται
βάσει των συνταξίμων αποδοχών του και του χρόνου ασφάλισης του είναι
800*2,31 %(ποσοστό αναπλήρωσης των 3 ετών ασφ.)=18,48 ευρώ.
Το συνολικό ποσό σύνταξης υπολογίζεται σε 345,60+18,48=364,08 ευρώ.
Επειδή όμως το ποσό της σύνταξης που
δικαιούται δεν μπορεί να υπολείπεται των 768 ευρώ, τελικά θα λάβει ως
σύνταξη το ποσό των 768 ευρώ, το οποίο αναλύεται σε εθνική σύνταξη ύψους
345,60 ευρώ και ανταποδοτική σύνταξη ύψους 422,40 ευρώ.
Παράδειγμα 2:
Μισθωτός υποβάλλει αίτηση
συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας με ποσοστό 80% που οφείλεται σε εργατικό
ατύχημα την 1.1.2019. Έχει συμπληρώσει το 54ο έτος της ηλικίας του και
34 έτη ασφάλισης.
Αποδοχές επί των οποίων κατεβλήθησαν εισφορές υπέρ Κλάδου Σύνταξης από 1.1.2002 έως 31.12.2018 : 295.800 ευρώ.
Χρόνος ασφάλισης από 1.1.2002 έως 31.12.2018 : 204 μήνες.
Άρα, Συντάξιμες Αποδοχές = 295.800/204=1450 ευρώ.
Ανταποδοτική Σύνταξη: 1450 Χ
30,63%(ποσοστό αναπλήρωσης των 34 ετών ασφ.)=444,14 ευρώ Ο ίδιος θα
δικαιωθεί και εθνική σύνταξη ύψους 384 ευρώ.
Η συνολική σύνταξη του ανέρχεται σε 384+414,14=798,14 ευρώ.
Του Δημήτρη Κατσαγάνη
capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου