Με επιφυλάξεις αντιμετώπισαν τόσο τα συνδικάτα όσο και οι εργοδοτικές
οργανώσεις την πρόταση του υπουργείου Εργασίας για συνάντηση των
κοινωνικών εταίρων με στόχο το πάγωμα της νομοθεσίας για τις συμβάσεις
και τις αμοιβές έως τις εκλογές.
Αντίθετα όλοι οι φορείς τάσσονται υπέρ, αν και με διαφορετικές
τοποθετήσεις, της πρότασης του προέδρου του Συνδέσμου Βιομηχανιών και
Επιχειρήσεων Δημήτρη Δασκαλόπουλου για επανέναρξη του κοινωνικού
διαλόγου, για τους μισθούς και τις εργασιακές σχέσεις.
Πάντως, όπως όλα δείχνουν η συνάντηση του υπηρεσιακού υπουργού Εργασίας
Αντώνη Ρουπακιώτη με τους κοινωνικούς εταίρους η οποία επρόκειτο να
πραγματοποιηθεί την ερχόμενη Παρασκευή οδηγείται σε αναβολή.
Η πρόταση για προσωρινό «πάγωμα του νόμου» του Μνημονίου είχε υποβληθεί
προς τον υπηρεσιακό υπουργό Εργασίας την περασμένη Δευτέρα, από 8
ομοσπονδίες (των ιδιωτικών υπαλλήλων, των ηλεκτροτεχνιτών, ακροάματος
και θεάματος, του προσωπικού ραδιοφωνίας τηλεόρασης, των θυρωρών, των
εργαζομένων στις εταιρείες πετρελαιοειδών και χημικών, των νοσηλευτών
και των ενώσεων συντακτών).
Σε σημερινή του δήλωσή του ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Γιάννης Παναγόπουλος
αναφερόμενος στην πρόταση του υπουργείου Εργασίας και στην επιστολή του
ΣΕΒ επισημαίνει, ότι «ο κοινωνικός διάλογος έχει καταρρεύσει, εφόσον δεν
τον σέβεται κανείς» και εκτιμά, ότι η λύση μπορεί να προκύψει από
διαβούλευση «σε θεσμικό επίπεδο και συμφωνίες που θα δεσμεύουν πολιτικά
και ηθικά την επόμενη κυβέρνηση».
Προς την κατεύθυνση αυτή η ΓΣΕΕ ζήτησε με επιστολή της, από τον
υπηρεσιακό υπουργό Εργασίας Α. Ρουπακιώτη, «να συγκληθούν αμέσως οι
Εθνικές Επιτροπές Κοινωνικής Προστασίας και Απασχόλησης, ενώ στην
απάντησή της προς τον ΣΕΒ η Συνομοσπονδία υποστηρίζει, ότι «επανάληψη
του διαλόγου χωρίς δεσμεύσεις από την Εκτελεστική Εξουσία είτε θα φέρει
τα ίδια αρνητικά αποτελέσματα είτε θα χρησιμοποιηθεί ως επικοινωνιακό
τέχνασμα με διαφορετικές στοχεύσεις, όπως η εμπειρία μας δείχνει, από
τους κομματικούς φορείς».
Σε δήλωσή του ο Γενικός Γραμματέας της ΓΣΕΕ Νίκος Κιουτσούκης
υποστηρίζει ότι τα συνδικάτα πρέπει να διατηρούν επιφυλάξεις απέναντι
στους εργοδοτικούς φορείς που πίεζαν την τρόικα να επιβάλει αυτά τα
μέτρα και τάσσεται υπέρ του διαλόγου στην Εθνική Επιτροπή Απασχόλησης με
ισχυρές δεσμεύσεις.
Σχολιάζοντας τις δηλώσεις Παναγόπουλου κύκλοι του ΣΕΒ, δήλωσαν στο
ΑΜΠΕ, ότι συντάσσονται με τις απόψεις της Συνομοσπονδίας και εκτιμούν
ότι μόνο ένας θεσμικά κατοχυρωμένος διάλογος είναι πιο πιθανό να
οδηγήσει στα σταθερά και μόνιμα αποτελέσματα. Τόνισαν επίσης ότι τα μέλη
του ΣΕΒ είναι σύγχρονες επιχειρήσεις που φροντίζουν τους εργαζομένους
και παρέχουν αμοιβές που υπερβαίνουν σε πολλές περιπτώσεις τις
συλλογικές συμβάσεις ενώ οι όποιες αλλαγές γίνονται πάντα σε συνεννόηση
με τους εργαζόμενους.
Στην επιστολή του προς τους κοινωνικούς εταίρους ο πρόεδρος του
Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, ζητούσε να αξιοποιηθεί ο χρόνος
ως τις εκλογές για να συζητηθούν τα θέματα της άρσης των εμποδίων στην
ανταγωνιστικότητα, που επιβαρύνουν το μη μισθολογικό κόστος και οδηγούν
σε αύξηση της ανεργίας καθώς και το ζήτημα της προσαρμογής του μέσου
κόστους εργασίας σε επιχειρήσεις που σήμερα κινδυνεύουν από τη διαρκώς
οξυνόμενη κρίση.
Διευκρίνιζε επίσης ότι ο ΣΕΒ είναι έτοιμος να προωθήσει λύσεις όπως η
κατάργηση της νομοθετικής διάταξης που προβλέπει τη μείωση του κατώτατου
μισθού κατά 22% για τους μόνιμα απασχολούμενους.
Υπέρ της χρονικής επέκτασης της μετενέργειας, της διατήρησης του
δικαιώματος επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας από το υπουργείο
Εργασίας και την επαναφορά στην αποκλειστική αρμοδιότητα των Κοινωνικών
Εταίρων της διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού, τάσσεται η Γενική
Συνομοσπονδία Βιοτεχνιών Επαγγελματιών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) που
τονίζει ωστόσο, ότι «το θέμα των εργασιακών σχέσεων και της Συλλογικής
Διαπραγμάτευσης δεν πρέπει να αποτελεί αντικείμενο πολιτικών
διαγκωνισμών».
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Ελληνικού
Εμπορίου Βασίλης Κροκίδης τονίζει ότι η Συνομοσπονδία αποδέχεται την
έναρξη ενός ειλικρινούς διαλόγου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και
προσθέτει ότι τα μέτρα που εφαρμόζονται επήλθαν με νομοθετική ρύθμιση
και δεν νοείται «πάγωμα νόμου» με «κοινωνική συμφωνία» αντιθέτως
απαιτείται νέα νομοθετική διαδικασία, αρμοδιότητα που δεν έχει η
σημερινή κυβέρνηση.
Τέλος το Πανελλήνιο Αγωνιστικό Μέτωπο, (ΠΑΜΕ) με ανακοίνωση του, καλεί
τους εργαζόμενους σε επαγρύπνηση και επισημαίνει ότι «η επίθεση των
εργοδοτών είναι γενικευμένη σε όλους τους κλάδους και δεν αφορά μόνο
τους μισθούς, καθώς επιδιώκουν ισοπέδωση κάθε συλλογικού δικαιώματος με
στόχο φτηνή εργατική δύναμη, για μεγαλύτερη κερδοφορία σε ένα όλο και
πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον».
Συνδικαλιστικά στελέχη αναφέρουν πάντως ότι σύμφωνα με τις δεσμεύσεις
του 2ου Μνημονίου κυβέρνηση και κοινωνικοί εταίροι θα πρέπει ως τον
επόμενο Ιούλιο να επανεξετάσουν τις κατώτατες αποδοχές λαμβάνοντας υπόψη
τις συνθήκες ανταγωνισμού που επικρατούν στα γειτονικά κράτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου