Όταν σκουραίνουν τα πράγματα, η φύση του ανθρώπου είναι τέτοια που τον κάνει να αναζητά έστω και μια χαραμάδα ελπίδας.
Έτσι και οι χρηματαγορές, χτυπημένες από την κρίση χρέους της ευρωζώνης, συσπειρώθηκαν αυτές τις μέρες, πίσω από την ελπίδα ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα αναγκαστούν να συμφωνήσουν σε ένα «μεγάλο σχέδιο» διάσωσης του ευρώ. Οι επενδυτές έφυγαν για λίγο από τα ασφαλή τους καταφύγια, και μπήκαν σε κάποια πιο επισφαλή «χωράφια». Οι μετοχές εκτινάχτηκαν, με αυτές των ταλαιπωρημένων γαλλικών τραπεζών να κερδίζουν κατά 20% μέσα σε δυο μόνο ημέρες.
Αυτές οι ελπίδες όμως θα ξεθωριάσουν σύντομα, για τρεις λόγους:
Πρώτον, παρά τις πομπώδεις επικεφαλίδες για τη συνάντηση του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στη Ουάσιγκτον, η Ευρώπη απέχει ακόμη πολύ από την εξεύρεση μιας λύσης για το ενιαίο νόμισμα. Το πολύ να παραδεχτούμε, ότι «υπάρχει σχέδιο για να συμφωνηθεί ένα σχέδιο», ίσως μέχρι τις αρχές του Νοεμβρίου.
Δεύτερον, ακόμη και αν αποφευχθεί η καταστροφή στην Ευρώπη, οι προοπτικές για την παγκόσμια οικονομία είναι μαύρες και άραχλες, καθώς αυξάνεται η λιτότητα στις πλούσιες οικονομίες, και οι ανερχόμενες δεν δείχνουν πως μπορούν να προσφέρουν κάποιο «μαξιλάρι» ασφάλειας.
Τρίτον, για μια ακόμη φορά οι Αμερικανοί πολιτικοί απειλούν να διαλύσουν την οικονομική ανάκαμψη με την ανεύθυνη οικονομικά στάση τους.
Όλες μαζί αυτές οι εξελίξεις, αποδεικνύουν πως το μέλλον θα είναι επώδυνο.
Το μεγαλύτερο φταίξιμο είναι των ηγετών της ευρωζώνης, στην οποία και οφείλεται ο μεγάλος κίνδυνος που μας απειλεί όλους. Οι πεσιμιστικές υποδείξεις που έκαναν προς τους Ευρωπαίους οι Αμερικανοί στην Ουάσιγκτον, πέτυχαν κάτι. Οι Ευρωπαίοι συνειδητοποίησαν επιτέλους πως πρέπει να δράσουν. Και άρχισαν να εστιάζουν στις σωστές προτεραιότητες: Να χτίσουν δηλαδή ένα τείχος προστασίας γύρω από την Ιταλία, να στηρίξουν τις τράπεζές τους, και να είναι πιο αποφασιστικοί σε σχέση με την Ελλάδα. Όλα αυτά θα πρέπει να είναι έτοιμα, και στη θέση τους, όταν θα διεξαχθεί η συνάντηση των G20 στις Κάννες τον Νοέμβριο.
Το διάστημα όμως αυτό είναι πολύ μεγάλο, και ήδη οι Ευρωπαίοι διαφωνούν μεταξύ τους για το τι πρέπει να γίνει. Για παράδειγμα, η Γερμανία θεωρεί πως το βασικό πρόβλημα είναι οι δημόσιες σπατάλες, για αυτό και διστάζει να ενισχύσει τον νέο μηχανισμό στήριξης, κάτι όμως που είναι απαραίτητο αν θέλουν να υπάρξει μια βιώσιμη διάσωση.
Οι πιο άμεσες ανάγκες, όπως είναι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, και η προστασία της Ιταλίας, απαιτούν πολιτικό θάρρος, κάτι που ακόμη να μας δείξουν οι Angela Merkel, Nicolas Sarkozy, και λοιποί. Αν οι αγορές συρρικνωθούν, οι ελπίδες επιτυχίας ενός θαρραλέου σχεδίου θα ελαττωθούν. Όσο λιγότερο φοβούνται, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες πως οι ασπόνδυλοι Ευρωπαίοι ηγέτες θα προχωρήσουν και πάλι σε ένα σχέδιο που απλά θα αναβάλλει χρονικά την καταστροφή, αλλά που θα χειροτερεύει την όλη κρίση.
Ο κόσμος πληρώνει την ηπιότητά τους. Οι δείκτες θέλουν την Ευρώπη να εισέρχεται σε ύφεση, με τις γερμανικές εξαγωγές να επιβραδύνονται. Και όσο σφίγγουν οι βίδες, τόσο πέφτει η εμπιστοσύνη αλλά και η πίστωση από πλευράς τραπεζών. Ακόμη και αν η κρίση της ευρωζώνης λύνονταν αύριο, το ΑΕΠ της θα μειώνονταν στους επόμενους μήνες.
Το ίδιο άσχημα τα πάει και η αμερικανική οικονομία. Η Federal Reserve προσπαθεί να βρει νέους τρόπους στήριξής της, αν και με μισή καρδιά. Ότι όμως και να κάνει, οι ΗΠΑ οδεύουν προς δημοσιονομική λιτότητα. Αυτό μπορεί να αλλάξει μόνο αν το κογκρέσο συνέλθει, και εγκρίνει το σχέδιο απασχόλησης του Ομπάμα, και συμφωνήσει επίσης στη μεσοπρόθεσμη μείωση του ελλείμματος ως τον Νοέμβριο. Αν δεν τα βρουν οι Δημοκρατικοί με τους Ρεπουμπλικάνους, το 2013 θα σημαδευτεί από δρακόντειες περικοπές. Και παρά τις υποδείξεις προς τους Ευρωπαίους, η Αμερική μπαίνει σε ύφεση εξαιτίας των δικών της πολιτικών, που το μόνο για το οποίο ενδιαφέρονται είναι οι εκλογές του 2012, και όχι η εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης για την αποφυγή του οικονομικού κινδύνου.
Τι γίνεται με το «μαξιλάρι ασφαλείας» που θα μας παρείχαν οι αναδυόμενες οικονομίες; Και αυτό φθίνει. Η ανάπτυξή τους επιβραδύνεται, και αυτό είναι λογικό, αφού πολλές ήταν σε φάση υπερθέρμανσης. Οι πρόσφατες πτώσεις της αξίας κάποιων νομισμάτων, όπως και κάποιων μετοχών, αποδεικνύουν πως ο πανικός απειλεί και την περιφέρεια. Κάποιες ανερχόμενες οικονομίες, συμπεριλαμβανομένης και της Κίνας, δεν έχουν τα περιθώρια να επαναλάβουν τη πολιτική κινήτρων του 2008-09, εξαιτίας των χρεών.
Η νομισματική πολιτική μπορεί να χαλαρώσει, και ήδη κάποιες κεντρικές τράπεζες μείωσαν τα επιτόκια. Σε γενικές όμως γραμμές, ο αναπτυσσόμενος κόσμος δεν μπορεί να προσφέρει την ασφάλεια που πρόσφερε μέχρι τώρα.
Ορισμένα από τα παραπάνω εμπόδια είναι αναπόφευκτα. Πολλές κυβερνήσεις δεν έχουν πλέον τη δυνατότητα να στηρίξουν τις ασθενείς οικονομίες, όπως την είχαν το 2008. Η επιφυλακτικότητα των κεντρικών τραπεζών, είναι κατανοητή, αφού και αυτές έχουν μπει βαθιά μέσα σε ανορθόδοξες νομισματικές πολιτικές. Οι κυβερνήσεις όμως, όχι απλά αδρανούν, αλλά μεγεθύνουν το χάος.
Στον απόηχο της κρίσης της Lehman, οι πολιτικοί έδρασαν σε γενικές γραμμές σωστά. Μπορεί να μην υπήρξε μια ταχεία ανάκαμψη στη Δύση, αλλά μετά από μια τέτοια ύφεση, αυτό είναι φυσιολογικό. Τώρα όμως, οι πολιτικοί τα έχουν κάνει θάλασσα.
Τα λάθη τους είναι πολλά, με δυο προεξάρχοντα: Το πρώτο είναι μια μεγάλη έμφαση που δίνεται στη βραχυπρόθεσμη δημοσιονομική λιτότητα, αντί στην ανάπτυξη. Για να λυθεί αυτό, χρειάζονται ποικίλες αντιδράσεις. Η Γερμανία θα μπορούσε να χαλαρώσει τη δημοσιονομική πολιτική, ενώ η Βρετανία να σφίξει κι άλλο τα λουριά, έστω αργά. Η γενική όμως ψύχωση με τη λιτότητα, που κυριαρχεί σε ολόκληρη την ευρωζώνη, και γενικά στον πλούσιο κόσμο, βλάπτει.
Η δεύτερη αποτυχία αφορά στην ειλικρίνεια. Πάρα πολλοί πολιτικοί της Δύσης δεν θέλουν να πουν στους ψηφοφόρους τους το πραγματικό μέγεθος του προβλήματος. Στην Γερμανία, όπου η ανεργία είναι χαμηλότερη από το 2008, ο κόσμος πιστεύει ότι η κρίση οφείλεται στους τεμπέληδες Έλληνες και Ιταλούς. Η Merkel όμως, θα πρέπει να εξηγήσει ότι φταίνε και οι γερμανικές τράπεζες, και πως η χώρα τους αντιμετωπίζει ένα δίλημμα: Μια ακριβή επίλυση της κρίσης, ή μια καταστροφική.
Στην Αμερική φταίνε οι Ρεπουμπλικάνοι, που βάζουν εμπόδια και παραπλανούν με απλοϊκά επιχειρήματα, την ίδια ώρα που ο Ομπάμα προτιμά την ταξική σύγκρουση από το να ασκήσει μια δημοσιονομική ηγεσία.
Σε μια περίοδο γιγάντιων προβλημάτων, οι πολιτικοί μοιάζουν νάνοι. Για αυτό και πρέπει να φοβόμαστε.
The Economist
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου