Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2020

Οι «αναλώσιμοι». Ιστορίες για «ιθαγενείς» του Αντώνη Αντωνάκου.


Οι «αναλώσιμοι». Ιστορίες για «ιθαγενείς».
«Φτάνει πια με την «μονιμότητα» των πρώην πρωθυπουργών Σαμαράς, Καραμανλής, Παπανδρέου ή όποιος άλλος πρώην κάποια στιγμή θα πρέπει να καταλάβουν ότι δεν είναι κακή και η συνταξιοδότηση, η απεμπλοκή από την πολιτική» (Β. Κανέλλης, «ΤΟ ΒΗΜΑ», 30/01/2020).
Δεν ήταν «κεραυνός εν αιθρία» η νέα επίθεση του συγκροτήματος στον Κώστα Καραμανλή. Γιατί είναι προφανές ότι αυτός ήταν ο στόχος της «γνώμης» που δημοσιεύτηκε με την υπογραφή του κυρίου Β. Κανέλλη. Μπορεί να υπήρξε αναφορά και στους κυρίους Σαμαρά και Παπανδρέου αλλά είναι φανερό, ακόμα και από το ίδιο το δημοσίευμα, ότι κύριος στόχος ήταν ο Καραμανλής. Δεν αιφνιδιάστηκε κανένας αφού είναι συνεχείς οι επιθέσεις εναντίον του πρώην Πρωθυπουργού. Με κατασκευασμένα στοιχεία και με σαθρά έως γελοία επιχειρήματα. Είναι πρόσφατες οι μνήμες από το πρωτοσέλιδο -της άλλης εφημερίδας του συγκροτήματος του κυρίου Μαρινάκη(«ΤΑ ΝΕΑ», 14-15/12/2019)- με το οποίο διατυμπανίζεται –με πηχυαία γράμματα- ότι «ΓΙΑ ΟΛΑ ΦΤΑΙΕΙ Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ». Ο κύριος Σημίτης, στον οποίο αποδίδεται η πρωτοσέλιδη καταγγελία, την διέψευσε αλλά η «δουλειά» είχε γίνει. Η διάψευση εν τούτοις ξεγύμνωσε τις σκοπιμότητες του συγκροτήματος.

Σε ποια επιχειρήματα στηρίζεται το «αίτημα» για «απόσυρση» των πρώην πρωθυπουργών; Αν το Κοινοβούλιο «ασφυκτιούσε» από «σύναξη των αρίστων» και έπρεπε να γίνει χώρος για την εισδοχή και άλλων θα υπήρχε, ένα ελαφρυντικό για το δημοσίευμα. Όμως αυτό δεν ισχύει. Ούτε ηλικιακό μπορεί να είναι το κριτήριο. Ο Καραμανλής, για παράδειγμα είναι μόνο 63 ετών. Ο Γεώργιος Παπανδρέου το 1963 έγινε πρωθυπουργός στα 75 του. Αν κάποιος αντιτείνει ότι αυτό ανήκε στις «παλιές εποχές» θα του θυμίσουμε ότι ο Ανδρέας επανεξελέγη το 1993 σε ηλικία επίσης 75 ετών και με απαγορευτικό πρόβλημα υγείας(με την αμέριστη στήριξη του συγκροτήματος). Αλλά και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης εξελέγη το 1990 σε ηλικία 72 ετών ενώ παρέμεινε στο Κοινοβούλιο ως πρώην πρωθυπουργός από το 1993 μέχρι το 2004 –όταν αποσύρθηκε για να εισέλθει στην πολιτική ο Κυριάκος- δηλαδή μέχρι την ηλικία των 86(!!!) ετών. Δεν μπορεί λοιπόν κανένας να επικαλεσθεί ούτε το ποιοτικό αλλά ούτε το ηλικιακό κριτήριο.
Οι μέθοδοι αυτές εντάσσονται διαχρονικά στις πρακτικές διεκδίκησης και άσκησης της εξουσίας. Αν θέλεις να ελέγξεις μια κοινωνία ή έναν λαό πρέπει να του στερήσεις την ηγεσία. Να στρεβλώσεις ή να αποσαθρώσεις το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του πολιτεύματος και να εξουδετερώσεις τους φυσικούς ηγέτες του. Αυτή ήταν η επιδίωξη του Λύσανδρου με την κατάργηση της Δημοκρατίας και την εγκατάσταση των τριάκοντα τυράννων στην ηγεσία της πόλης των Αθηνών. Αυτή η λογική οδήγησε στο φρικιαστικό έγκλημα του Κατίν. Ποιο είναι αυτό το σύστημα που έχει στοχοποιήσει τον Καραμανλή, τον Σαμαρά δευτερευόντως και, μάλλον για άλλοθι, τον Παπανδρέου; Πρέπει να αναζητήσουμε τους λόγους αυτής της στοχοποίησης αν θέλουμε να απαντήσουμε στο πρώτο ερώτημα. Για όσους εξακολουθούν έστω και ρομαντικά να πιστεύουν στην εκπόρευση της νομιμοποιημένης εξουσίας από τους πολίτες, είναι φανερό, ότι αν ένα σύστημα θέλει να διαβρώσει ή να υποκλέψει αυτήν την νομιμοποίηση πρέπει να ακυρώσει την βούληση των πολιτών. Πρέπει να βγάλει από την μέση εκείνους οι οποίοι συγκεντρώνουν την αποδοχή των πολιτών αναγκάζοντας τους να στρέψουν αλλού –πάντα μεταξύ των επιλογών που τους διατίθενται από το σύστημα εξουσίας- την εμπιστοσύνη τους.  Αυτή είναι η μόνη επιλογή, όταν παρά την συστηματική προσπάθεια φθοράς αυτών που αποτελούν την κύρια επιλογή των πολιτών, αυτοί εξακολουθούν να συγκεντρώνουν την επιδοκιμασία τους. Η διαβολή αξιοποιήθηκε την δεκαετία του 60 εναντίον του Καραμανλή με καταστροφική κατάληξη όταν ο πολιτικός Φρανκεστάιν(Ε.Κ.) που επωφελήθηκε διαλύθηκε στα εξ ων συνετέθη.
Η δημοσκόπηση της MRB -του Δεκεμβρίου- έδειξε ότι παρά τις ανηλεείς επιθέσεις του «άδηλου» συστήματος εξουσίας εναντίον του Καραμανλή αυτός εξακολουθεί να αποτελεί θετικό σημείο αναφοράς για τους πολίτες. Στο ερώτημα που τέθηκε για το πρόσωπο του Π.τ.Δ. –σε περίπτωση μη επανεκλογής Παυλόπουλου- απάντησε το 65%. Οι απαντήσεις ήταν αυθόρμητες -δεν τους ετέθη υπ’ όψιν κατάλογος ονομάτων- και ήταν καταλυτικές. Ο Καραμανλής 26%(δηλαδή 40% στο σύνολο των απαντήσεων), ο Σαμαράς 11,2%(17,2%), η Μπακογιάννη 8%(12,3%). Ακολουθούσε, πρώτος από το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ ο Βενιζέλος 5,9%(9,9%) ενώ ο Σημίτης -παρά την διαχρονική «αγιογράφησή» του από τα εκδοτικά συμφέροντα- συγκέντρωσε το 2,4%(3,7%)! Φυσικά ούτε λόγος να γίνεται για την επιλεγείσα τελικώς κυρία Σακελλαροπούλου η οποία ήταν «στην χώρα του πουθενά». Ίσως μάλιστα η επιλογή της να αποτελεί την ουσιαστικότερη επιβεβαίωση του στόχου των συστημάτων εξουσίας που βρίσκονται πίσω από τις επιθέσεις εναντίον των πρώην πρωθυπουργών. Η δημιουργία δηλαδή ενός συστήματος εξουσίας που θα ξεφεύγει από τις προτιμήσεις των πολιτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι, στην ίδια δημοσκόπηση, στο ερώτημα «ποιοι επιθυμούν την ανανέωση της θητείας Παυλόπουλου», στο σύνολο όσων απάντησαν στο σχετικό ερώτημα(85,9%) η πλειοψηφία(52,15%) δήλωσε ότι επιθυμεί την ανανέωση της θητείας του. Ίσως, τελικά, κάποιοι πανηγύριζαν την ημέρα της εκλογής της κυρίας Σακελλαροπούλου λέγοντας «φάγαμε τα ορντέβρ, τώρα έχουν σειρά τα κυρίως».
Έτσι αφού δεν μπόρεσαν να τους φθείρουν(βασικά τον Καραμανλή), με τις συνεχείς και αήθεις επιθέσεις των ΜΜΕ, επιδιώκουν να τους εξαναγκάσουν να αποσυρθούν αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο. Ελεύθερο αλλά για ποίους; Για πολιτικά πρόσωπα -και δυνάμεις- που «αδικούνται» από τους πολίτες; Για πολιτικές και οικονομικές συμμαχίες αδηφάγων συμφερόντων που αδιαφορούν για το Δημόσιο συμφέρον; Ή αυτές οι συμμαχίες –αν υπάρχουν- χρησιμοποιούνται μόνο ως ενδιάμεσο στάδιο πριν τελικά η εξουσία καταλήξει απροσχημάτιστα εκεί που θεωρούν -αυτά τα οικονομικά συμφέροντα- ότι ανήκει; Δηλαδή στους ίδιους. Το παραμύθι της «αφωνίας»(«έχει πιεί το αμίλητο νερό», κατά τον δημοσιογράφο του Βήματος), εντάσσεται στην επιχειρηματολογία ενός κυκλώματος εξουσίας που συστηματικά προσπαθεί να εξουδετερώσει τον Καραμανλή επιδιώκοντας την «απόσυρσή» του. Επίμονα, επί δεκαετίες, τα ΜΜΕ του επιτίθενται, -«άφωνος», «πιττόγυρα», «ήπιε το αμίλητο νερό», «ο κουρασμένος της Ραφήνας», και αμέτρητες άλλες αθλιότητες υπαλλήλων της διαπλοκής που παριστάνουν του δημοσιογράφους-, ενώ άλλοι πολιτικοί «αγιογραφούνται», δίχως να καταφέρουν να τον εξουδετερώσουν πολιτικά. Χρησιμοποιούν φαιδρούς ισχυρισμούς, αντιστρέφοντας την πραγματικότητα, όπως ότι: «έχει δημιουργηθεί ένα επίσημο κι ένα ανεπίσημο «σύστημα» γύρω από τον πρώην πρωθυπουργό που τον «αβαντάρει» με την κάθε ευκαιρία», όταν οι ίδιοι φαίνεται να γράφουν εναντίον του εκτελώντας «συμβόλαιο». Την πρώτη ημέρα της εκλογής του στην ηγεσία της Ν.Δ. το «ΒΗΜΑ» είχε πρωτοσέλιδο την Ντόλι(πρόβατο) με τίτλο «κλωνοποίηση». Την ίδια άθλια μεταχείριση του επεφύλασσαν και κατά την διάρκεια της πρωθυπουργίας του.
Η πρακτική της «υπόγειας» και απρόκλητης επίθεσης εναντίον εκείνων που δεν μπορείς να πλήξεις καταπρόσωπο, είτε υποκινείται και υπαγορεύεται από αντιπάλους είτε από «φίλους», είναι πολιτικά και ηθικά ανέντιμη. Είναι συμπεριφορά εξουσιομανών που διακατέχονται από φοβίες και σύνδρομα μειονεξίας. Αν κάποια πρόσωπα ή κάποια πολιτικά συστήματα θεωρούν ότι αδικούνται γιατί δεν φτιάχνουν έναν αποκλειστικά δικό τους πολιτικό φορέα και να δοκιμάσουν την τύχη τους στις κάλπες; Αντί να αναζητούν «ξενιστές» στους οποίους να «επωάζονται» οι πολιτικές-ιδεολογικές τους απόψεις και να φωλιάζουν οι φιλοδοξίες τους γιατί δεν προχωράνε σε ένα δικό τους δημιούργημα όπως έκανε ο Ανδρέας το 1974 ιδρύοντας το ΠΑ.ΣΟ.Κ.; Αν δεν το κάνουν είναι γιατί ξέρουν ότι δεν μετράνε. Αυτό απέδειξε, για άλλη μια φορά η δημοσκόπηση της MRB. Φοβούνται ότι όταν χάσουν την στήριξη των ΜΜΕ θα αποδειχθεί ότι «ο Βασιλιάς είναι γυμνός». Φοβούνται την, «αγκυροβολημένη», δύναμη που έχουν στην λαϊκή συνείδηση ο Καραμανλής κυρίως αλλά και ο Σαμαράς.
Από το άλλο μέρος είναι εμφανείς οι θεσμικές αδυναμίες στην λειτουργία του πολιτεύματος. Είναι εμφανές ότι έχουν αντιστραφεί οι ρόλοι των εξουσιών και αμφισβητούνται αν δεν έχουν ήδη καταλυθεί τα «πρωτεία» της Βουλής και της Νομοθετικής Εξουσίας. Είναι εμφανές ότι, παρά τις διακηρύξεις, οι εξουσίες δεν είναι ανεξάρτητες αλλά διαπλέκονται. Οι πολίτες έχουν κάθε λόγο να θεωρούν ότι πολλές κρίσιμες αποφάσεις λαμβάνονται a la carte καταλύοντας την ισοπολιτεία και την ισονομία. Οι πλειοψηφία των πολιτών διαπαιδαγωγείται και εθίζεται να θεωρεί δεδομένη και δικαιολογημένη την υπερίσχυση της οικονομίας έναντι των θεσμικών κανόνων. Να μην την ξενίζει η επιλογή εκπροσώπων με μη πολιτικά κριτήρια. Να επιλέγει βουλευτές και δημάρχους με αθλητικά-οπαδικά κριτήρια. Να μην θεωρεί δημοκρατική στρέβλωση την «υπεξαίρεση» της πολιτικής εξουσίας μέσω σκιωδών εκπροσώπων. Η οικονομία και η ανάπτυξη καθιερώνονται στα συλλογικά στερεότυπα ως σκοποί και όχι ως μέσα. Η κοινωνική ευημερία, τα ατομικά και συλλογικά δικαιώματα, το «δικαίωμα να έχουμε δικαιώματα» -κατά την Χάνα Άρεντ- ωθούνται στην λήθη.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, κάποια οικονομικά συμφέροντα έχουν πλέον βγει «στο ξέφωτο» αδιαφορώντας για τα προσχήματα. Έχοντας αλώσει τα μέσα ενημέρωσης τείνουν να τα μετατρέψουν σε όργανα ελέγχου και χειραγώγησης των πολιτών. Η πρόσφατη ποδοσφαιρική «τρικυμία» ήταν ενδεικτική του γεγονότος. Με εντεινόμενη δυναμική διεκδικούν κέντρα εξουσίας που δεν τους ανήκουν. Διεκδικούν εξουσίες που ανήκουν στους πολίτες και πρέπει να ασκούνται μέσω των εκπροσώπων του λαού στα πλαίσια της θεσμικής συγκρότησης του Δημοκρατικού πολιτεύματος. Οι καταγγελίες για πολιτικά πρόσωπα και τις σχέσεις εξάρτησής τους με οικονομικά συμφέροντα δεν ξαφνιάζουν πλέον κανέναν. Δημιουργείται στο εκλογικό σώμα ένας μιθριδατισμός που το εθίζει να θεωρεί φυσιολογικό βουλευτές να υπηρετούν επιμέρους επιχειρηματικά-οικονομικά ή αθλητικά συμφέροντα. Από την πλευρά τους αυτά τα οικονομικά συμφέροντα, «μεθυσμένα» από την δύναμή τους, απολαμβάνουν τις «υποκλίσεις» και την «ευπείθεια» ορισμένων πολιτικών. Απολαμβάνουν την επιρροή που διαθέτουν και που τους καθιστά «περισσότερο ίσους» έναντι των θεσμών από τους «κοινούς θνητούς».  Δεν είναι λοιπόν απίθανο να σκοπεύουν –ορισμένοι εξ αυτών- στο μέλλον, να μην αρκεστούν στην άσκηση της εξουσίας μέσω αντιπροσώπων. Άλλωστε ο Μπερλουσκόνι και ο Τραμπ έχουν ανοίξει νέους δρόμους. Αρκεί να βγουν από την μέση τα «πολιτικά εμπόδια» που εξακολουθούν να αντιστέκονται, απολαμβάνοντας ταυτόχρονα την αγάπη των πολιτών σε πείσμα της συστηματικής διαβολής και του ανηλεούς «λιθοβολισμού» τους.
Αντωνάκος Αντώνης
08-02-2020
Δημοσιεύθηκε ή αναδημοσιεύθηκε και στα sites: diktyo, dakekavalas, kallitheapress,
ττττ

Οι Αθηναίοι ρήτορες στα τέλη του 5ου και 4ου αιώνα π.Χ., συχνά κατέφευγαν στη λοιδορία και στη διαβολή ώστε να μειώσουν την προσωπικότητα του αντιπάλου τους. Όταν άρχισε το 346 π.Χ. η προσπάθεια της Αθήνας για ειρήνη με τον Φίλιππο, έλαβαν χώρα οξύτατες αντιπαραθέσεις μεταξύ των δύο ρητόρων. Οι ρήτορες χρησιμοποιούσαν τη διαβολή με σκοπό να δημιουργήσουν κατηγορίες για την προσωπικότητα του κάθε ρήτορα ξεχωριστά, παρουσιάζοντας κάθε είδους δυσφήμηση, δεν δίσταζαν να προβαίνουν σε προσωπικές αναφορές και χρησιμοποιούσαν κάθε μέσο,  ώστε να κερδίσουν τις εντυπώσεις των δικαστών. Δεν δίσταζαν να αναφερθούν στην καταγωγή, στην ανατροφή, στην οικογένεια με ακραίες αντιλογίες. Οι δύο ρήτορες παραμέριζαν τον ουσιαστικό πολιτικό λόγο, στρεφόμενοι επί προσωπικού. Αμφότεροι επιδίδονταν σε διαβολή της οικογενειακής ζωής (ο μεν Δημοσθένης για τη φτωχή ζωή του Αισχίνη, ο δε Αισχίνης για τον τρυφηλό βίο του Δημοσθένη). Ο Αισχίνης τον κατηγορούσε για την εύπορη καταγωγή του και τις υποτιθέμενες αγαθοεργίες του, και ο Δημοσθένης τον ανέφερε ως γιο δούλου, ως άτομο επικίνδυνο για την αθηναϊκή δημοκρατία. Επί πλέον, χρησιμοποιούσαν την ειρωνεία και στρέφονταν σε προσωπικές επιθέσεις έως τον πλήρη εξευτελισμό του αντιπάλου. Ο Αισχίνης, στον λόγο του Κατά Κτησιφώντος, χαρακτήριζε τον Δημοσθένη ως κίναιδο, άνθρωπο φοβισμένο, με αδυναμίες, μαλθακότητα, δειλό αλλά και πονηρό. Σε αντιδιαστολή, ο Δημοσθένης, στον λόγο του Περί του στεφάνου, χλεύαζε τις ασχολίες του Αισχίνη, χαρακτηρίζοντάς τον ως αλαζόνα, ειρωνευόμενος και διακωμωδώντας τον.


Το τουλάχιστον φαιδρό της ιστορίας, είναι ότι ισχυρίζονται, αντιστρέφοντας την πραγματικότητα, ότι: «έχει δημιουργηθεί ένα επίσημο κι ένα ανεπίσημο «σύστημα» γύρω από τον πρώην πρωθυπουργό που τον «αβαντάρει» με την κάθε ευκαιρία», όταν οι ίδιοι φαίνεται να γράφουν εκτελώντας «συμβόλαιο».

Φτάνει πια με την «μονιμότητα» των πρώην πρωθυπουργών
Σαμαράς, Καραμανλής, Παπανδρέου ή όποιος άλλος πρώην κάποια στιγμή θα πρέπει να καταλάβουν ότι δεν είναι κακή και η συνταξιοδότηση, η απεμπλοκή από την πολιτική
Πώς να το πεις αυτό; Ματαιοδοξία; Υστεροφημία; Πολιτική επιβεβαίωση; Ή μήπως αδυναμία αποδοχής της αποστρατείας;
Όπως και να το χαρακτηρίσεις, ίσως μόνο στην Ελλάδα συμβαίνει αυτό με τους πολιτικούς, ιδίως με τους πρώην πρωθυπουργούς. Όχι όλους, αλλά τους περισσότερους.
Πάρτε για παράδειγμα τον Κώστα Καραμανλή. Εχει αποχωρήσει από το Μέγαρο Μαξίμου από το 2009, δηλαδή πάνω από μία δεκαετία. Παρ’ όλα αυτά συνεχίζει να είναι βουλευτής, να καταλαμβάνει μια έδρα στο ελληνικό κοινοβούλιο, έστω κι αν έχει πιει το αμίλητο νερό.
Δεν κάνει ερωτήσεις, δεν έχει κοινοβουλευτικό έργο, παρευρίσκεται σε κρίσιμες ψηφοφορίες και κάνει μία δήλωση κάθε δύο χρόνια.
Βεβαίως, σε παρασκηνιακό επίπεδο είναι πανταχού παρών. Η λεγόμενη «καραμανλική πτέρυγα», οι επίσημοι αλλά και οι ανεπίσημοι πολιτικοί… followers του δεν σταματούν να μιλούν.
Συνεχίζουν να στηρίζουν τον πρώην πρωθυπουργό, αποκρούουν τις «επιθέσεις» που δέχεται ο κ. Καραμανλής, υποστηρίζουν το έργο των κυβερνήσεών του κι ενίοτε «διαρρέουν» ότι είναι ενεργός, ότι έχει ρόλο στη ΝΔ, ότι θα ήταν καλός… Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ.λπ. Γενικώς, έχει δημιουργηθεί ένα επίσημο κι ένα ανεπίσημο «σύστημα» γύρω από τον πρώην πρωθυπουργό που τον «αβαντάρει» με την κάθε ευκαιρία, πολλές φορές κι εν αγνοία του.
Πολλοί λένε ότι η παραμονή του στην ενεργό (όχι τόσο ενεργό για τον ίδιο) πολιτική, έχει να κάνει με την υστεροφημία του. Ότι μπορεί να υπερασπίζεται ευκολότερα το πέρασμά του από την πρωθυπουργία κι ότι μπορεί να έχει κι ένα μερίδιο της εξουσίας στο κόμμα του.
2) Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Γιώργος Παπανδρέου. Κέρδισε πανηγυρικά τις εκλογές του 2009, παρέδωσε την εξουσία ο ίδιος, τον κατηγόρησαν για μύρια όσα κι αυτός δεν αποστρατεύτηκε.
Ενεργός πάντα, είτε στη Σοσιαλιστική Διεθνή, είτε στο εσωτερικό, επανέκαμψε το καλοκαίρι και στη Βουλή. Σε καμιά περίπτωση δεν τον λες συνταξιούχο πολιτικό, παρεμβαίνει όποτε το κρίνει σκόπιμο, υπερασπίζεται το δικό του έργο, αποκρούει τις επιθέσεις και είναι πάντα… ο γιος του Ανδρέα.
3) Η τρίτη περίπτωση είναι αυτή του Αντώνη Σαμαρά. Εχοντας περάσει από χίλια κύματα, έγινε πρωθυπουργός σε μια δύσκολη συγκυρία και είναι αλήθεια ότι πάλεψε για να μην καταρρεύσει η χώρα.
Οι πολίτες τον έκριναν, επέλεξαν τον Αλέξη Τσίπρα, αυτός παραιτήθηκε από τη ΝΔ αλλά ποτέ από την πολιτική.
Δεν πήγε σπίτι του, δεν άραξε ποτέ στον καναπέ του, κάνει συχνά παρεμβάσεις, έχει κι αυτός επίσημες και ανεπίσημες «σαμαρικές»… διμοιρίες που τον υποστηρίζουν, που κάνουν γενικών παιχνίδι και στα social media.
Η αλήθεια είναι ότι ο κ. Σαμαράς πίστευε και πιστεύει ότι του χρωστά η Ιστορία. Και γι’ αυτό ήθελε είτε μια κορυφαία θέση στην Ευρώπη είτε την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Δεν έγινε τίποτε από τα δυο, τώρα βγήκε στο «αντάρτικο» και η ΝΔ θα ζήσει… ωραίες στιγμές με τον «Καλαματιανό».
Γιατί τέτοιο πείσμα;
Δεν έχει σημασία αν αυτοί οι τρεις πρωθυπουργοί έχουν τα δίκια τους. Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι το πείσμα τους να παραμείνουν στην πρώτη γραμμή της πολιτικής και να διεκδικούν αξιώματα ή στη χειρότερη περίπτωση την προσοχή της κοινής γνώμης.
Και για τον Κώστα Σημίτη ισχύει ότι αξιώματα δεν διεκδίκησε ποτέ, αλλά την προσοχή του κόσμου. Τουλάχιστον αυτός είναι επίσημα στην αποστρατεία.
Οι άλλοι τρεις γιατί πιστεύουν ότι πρέπει να είναι μπροστάρηδες; Γιατί θα πρέπει να καταλαμβάνουν θέσεις στη Βουλή αν το κοινοβουλευτικό τους έργο είναι μηδαμινό;
Γιατί πιστεύουν ότι με το να μην αποστρατεύονται έχουν μεγαλύτερη δύναμη για να υπερασπίζονται την ιστορία τους;
Και γιατί τα κόμματα θα πρέπει να κρέμονται κάθε φορά από τα χείλη τους, μη τυχόν και πουν κάτι που θα ταράξει τα νερά;  Ή μη τυχόν και επηρεάζουν ομάδες της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και προκαλέσουν εμφύλιο και διασπάσεις;
Δεν θα έπρεπε κανονικά να πάνε σπίτι τους και να γράψουν τα απομνημονεύματά τους;
Γιατί αυτή η διαρκής ενασχόληση με το υπερεγώ τους, λες και η πολιτική είναι κάτι στατικό και πρέπει να βλέπουμε πρόσωπα του παρελθόντος;
Τι γίνεται στο εξωτερικό; Χάνει ο πολιτικός; Πάει σπίτι του, δεν στήνει «παραμάγαζα» για να πετύχει τη… δικαίωση που του στέρησε ο ελληνικός λαός.
Δεν είναι κακή η πολιτική συνταξιοδοτηση. Δεν είναι καθόλου κακή η αποστρατεία. Αντιθέτως μπορεί να προσφέρει πολλά στην πατρίδα και στα κόμματα.
Κυρίως να προσφέρει ανανέωση, λήθη, δημιουργία μιας νέας πολιτικής τάξης που δεν θα έχει τα βαρίδια του παρελθόντος. Κι από αυτά Σαμαράς, Καραμανλής, Παπανδρέου ή Σημίτης έχουν πολλά.
Δηλαδή τι να περιμένουμε; Μετά από μια 20ετία τον Τσίπρα να ξαναδιεκδικεί να γίνει πρωθυπουργός για να ξαναγράψει ιστορία;
Ας τελειώνουμε με όλο αυτό το σύστημα που σώνει και καλά θέλει να διασώζει πρώην πρωθυπουργούς. Εκαναν τη δουλειά τους, αγαπήθηκαν, μισήθηκαν; Ας πάνε σπίτι τους. Τελεία και παύλα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου