Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2019

Κλείνει σχολεία σε όλη τη χώρα η υπογεννητικότητα – SOS από τους εκπαιδευτικούς

Τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν

Στοιχεία σοκ για το δημογραφικό: Το 2050 θα φτάνουμε μόλις τα 8 εκατ. - Κλείνει σχολεία η υπογεννητικότητα

Σοκ προκαλούν τα τελευταία επεξεργασμένα στατιστικά στοιχεία αλλά και οι προβλέψεις για το μέλλον του Ελληνισμού, καθώς και το έτος 2020 αναμένεται να συνεχιστούν η μείωση των γεννήσεων και η γήρανση του πληθυσμού σε σχέση με το τρέχον έτος. Ολο και λιγότερα παιδιά θα συναντά κανείς στις παιδικές χαρές και στις σχολικές μονάδες, ενώ αντιθέτως θα αυξάνονται οι χώροι συνάθροισης των ηλικιωμένων. Εάν συνεχίσουμε με τους ίδιους ρυθμούς, χωρίς να λάβουμε δραστικά μέτρα για την επίλυση του δημογραφικού προβλήματος που ταλανίζει τη χώρα μας, το έτος 2050 μόλις και μετά βίας θα φθάνουμε τα 8 εκατομμύρια, εκ των οποίων τα 2.880.000 θα είναι γέροντες. Και αυτό είναι συντηρητικό σενάριο, γιατί θεωρείται πιθανό τα νέα ζευγάρια να συνεχίσουν να μην κάνουν πολλά παιδιά λόγω της οικονομικής δυσπραγίας και μιας σειράς άλλων ενδογενών και εξωγενών παραγόντων.

Κομβικό έτος γι’ αυτήν την κατηφόρα, σύμφωνα με την ψυχρή γλώσσα των αριθμών, ήταν το 2011. Εκείνη τη χρονιά που μπαίναμε για τα καλά στην κρίση, καταγράφηκε για πρώτη φορά αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων, τουτέστιν τα μωρά που γεννήθηκαν στα μαιευτήρια της χώρας μας ήταν λιγότερα από τα άτομα που απεβίωσαν.
Στις μέρες μας έχουμε φθάσει πλέον στο σημείο οι θάνατοι να είναι ετησίως 36.000 περισσότεροι σε σχέση με τις γεννήσεις. Το 2017 για παράδειγμα, που έχουμε τα τελευταία επικαιροποιημένα στοιχεία ολόκληρου του έτους, καταγράφηκαν 124.501 θάνατοι έναντι 88.553 γεννήσεων, ήτοι διαφορά 35.948 λιγότερων νέων ανθρώπων που έρχονταν στη ζωή σε σχέση με αυτούς που έφευγαν από αυτή. Η τάση αυτή δεν πρόκειται να αναστραφεί τα επόμενα τριάντα χρόνια. Απλώς είναι δυνατόν, εάν οι γεννήσεις σταθεροποιηθούν ή στην ευνοϊκότερη των περιπτώσεων αυξηθούν, το αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων θανάτων στη χώρα μας να περιοριστεί.
Μεταναστευτικό ισοζύγιο
Τέλος, ένας παράγοντας που δεν θα πρέπει να αγνοείται είναι η ανάδυση μετά το 2010 ενός νέου κύματος μετανάστευσης. Από τη χώρα μας έφυγαν πρώτιστα εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες αναζητώντας στο εξωτερικό μια καλύτερη τύχη και κυρίως περισσότερες ευκαιρίες στον επαγγελματικό τομέα. Η φυγή αυτή επικεντρώνεται σε νέους αναπαραγωγικής ηλικίας (από 25 μέχρι 45 ετών) και δεν αναμένεται να ανακοπεί σύντομα – εν αντιθέσει με αυτήν των αλλοδαπών που ζούσαν στον τόπο μας και έφυγαν την περίοδο της μεγάλης δημοσιονομικής κρίσης, η ένταση της οποίας βαίνει μειούμενη. Ετσι, το μεταναστευτικό ισοζύγιο της τρέχουσας δεκαετίας που μόλις ολοκληρώνεται είναι αρνητικό, παρ’ όλη την εγκατάσταση στη χώρα μας τα τελευταία έξι χρόνια τμήματος των παρατύπως εισερχόμενων αλλοδαπών.
Τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν
Οι όποιες παρεμβάσεις για την επίλυση του δημογραφικού προβλήματος που ταλανίζει τη χώρα μας, ή έστω του περιορισμού του, «θα πρέπει», όπως τονίζεται στην έκθεση της σχετικής διακομματικής επιτροπής της Βουλής, «να επικεντρωθούν βασικά στη μετανάστευση και τη γονιμότητα». Ειδικότερα θα πρέπει κατ’ αρχάς να τεθεί ως κεντρικός στόχος η ανακοπή της μετανάστευσης των νέων στο εξωτερικό.
Πρακτικά θα πρέπει να υπάρξουν ταχύτατη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, μείωση της ανεργίας των νέων και αύξηση των αμοιβών. Επίσης κρίνεται απαραίτητο να ληφθούν μέτρα που θα διευκολύνουν τον επαναπατρισμό τμήματος των νέων Ελλήνων που μετανάστευσαν την τρέχουσα δεκαετία και να υπάρξει μια ενεργή και συνεκτική μεταναστευτική πολιτική.
Στο πλαίσιο της αύξησης των γεννήσεων εντάσσεται επίσης η καταβολή του επιδόματος των 2.000 ευρώ που έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση ότι θα δίνεται από την 1η Ιανουαρίου 2020 για κάθε νέο παιδί που θα γεννιέται. Συν τοις άλλοις, αυξάνεται το αφορολόγητο στα 1.000 ευρώ για κάθε παιδί, ενώ παράλληλα μειώνεται ο ΦΠΑ για τα βρεφικά είδη και τα παιδικά καθίσματα αυτοκινήτου, από το 24% που είναι σήμερα, στο 13%.
Ξεχωριστή περίπτωση
Η Ελλάδα διαφοροποιείται σημαντικά από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες ως προς τον αριθμό γεννήσεων λόγω μιας σειράς ιδιοτυπιών που είχε. Για παράδειγμα, δεν γνώρισε μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου την «έκρηξη» των γεννήσεων (γνωστή και ως «baby boom»), που σημάδεψε την πλειονότητα των ανεπτυγμένων χωρών του πλανήτη, ενώ ταυτόχρονα η συσχέτιση ανάμεσα στον γάμο και την τεκνογονία είναι ισχυρή.
Ακόμη και σήμερα υπάρχει εν μέρει μια «αρνητική» εικόνα για τα εκτός γάμου παιδιά και την άγαμη μητέρα. Παράλληλα, η ένταση της διάλυσης των έγγαμων συμβιώσεων αν και με ανοδικές τάσεις είναι ακόμη χαμηλή, ενώ η ηλικία αποχώρησης των νέων από την οικογενειακή εστία ήταν και παραμένει από τις υψηλότερες στην Ευρώπη.
Δεν θα πρέπει να αγνοούμε επίσης ότι η μέση ηλικία απόκτησης παιδιών (έφθασε την ηλικία των 31,5 ετών το 2017) είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, ενώ η χώρα μας εντάσσεται με βάση τον συγχρονικό δείκτη γονιμότητας στην ομάδα εκείνη των ευρωπαϊκών χωρών (7 στις 28) με τη χαμηλότερη γονιμότητα (1,3-1,4 παιδιά ανά γυναίκα). Το δε ποσοστό των άτεκνων γυναικών αυξάνεται ταχύτατα στις νεότερες γενιές και είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη (μεγαλύτερο του 20%).
Τέλος, ανάμεσα στις «ιδιαιτερότητες» της Ελλάδας θα πρέπει να αναφέρουμε και τη μακρόχρονη και ιδιαίτερα έντονη οικονομική κρίση, χωρίς όμως όπως όλα δείχνουν να είναι αυτός ο βασικός λόγος. Η χαμηλή γονιμότητα έχει ιστορικό βάθος, απλώς με την οικονομική κρίση ενισχύθηκε.
Κλείνει σχολεία σε όλη τη χώρα η υπογεννητικότητα - SOS από τους εκπαιδευτικούς
Λουκέτο στα ελληνικά σχολεία βάζει η υπογεννητικότητα. Δημοτικά, νηπιαγωγεία, γυμνάσια και λύκεια κλείνουν το ένα μετά το άλλο, καθώς δεν υπάρχουν παιδιά για να γεμίσουν τις τάξεις. Το φαινόμενο της αναστολής ή κατάργησης λειτουργίας σχολικών μονάδων σε όλη την Ελλάδα έχει πάρει τη μορφή χιονοστιβάδας, αφού την τελευταία δεκαετία έχουν κλείσει ή συγχωνευτεί χιλιάδες νηπιαγωγεία, δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια.
Οι τεράστιες διαστάσεις που έχει λάβει το φαινόμενο αποτυπώνονται με ξεκάθαρο και επίσημο τρόπο στην απόφαση-βόμβα που δημοσιεύθηκε πριν από λίγες ημέρες στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως για το κλείσιμο 23 σχολείων σε 19 δήμους της Αττικής (14 νηπιαγωγεία και 9 δημοτικά), από τη Βούλα και τον Μαραθώνα μέχρι τον Γέρακα και τα Μέγαρα.
Ως κύριος λόγος του λουκέτου αναφέρεται η έλλειψη μαθητικού δυναμικού, καθώς επίσης οι τοπικές γεωγραφικές συνθήκες και οι ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής. Η απόφαση δημοσιεύθηκε στις 9 Δεκεμβρίου και αφορά τη σχολική χρονιά 2019-2020. Ενδεικτικό της δυσμενούς κατάστασης που έχει διαμορφωθεί είναι το γεγονός ότι κατά την περίοδο 2009-2014 έκλεισαν 1.705 σχολικές μονάδες: 796 δημοτικά, 509 νηπιαγωγεία και τα υπόλοιπα ήταν γυμνάσια και λύκεια.
Εκπέμπουν SOS οι εκπαιδευτικοί
«Εκεί που ανοίγει ένα σχολείο, κλείνει μια φυλακή» έγραφε ο Βίκτωρ Ουγκώ. Οταν κλείνουν εκατοντάδες σχολεία κάθε χρόνο, είναι ώρα για λήψη δραστικών μέτρων, προκειμένου να ανατραπεί η κατάσταση, καθώς οι επιστήμονες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου: «Ο πληθυσμός μειώνεται δραματικά και η Ελλάδα μετατρέπεται σε χώρα γερόντων»…
Η έλλειψη μαθητών, οι προβληματικές κτιριακές υποδομές, οι γεωγραφικές συνθήκες και οι ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής οδηγούν κάθε χρόνο τις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης και τις τοπικές Αρχές να υπογράφουν την «εξαφάνιση» δεκάδων σχολείων από τον χάρτη της Ελλάδας, τόσο στην περιφέρεια όσο και στην Αττική. Από το 2008 λειτουργεί στο υπουργείο Παιδείας ένας «μηχανισμός» ο οποίος αξιολογεί τις υποψήφιες για κατάργηση, αναστολή ή συγχώνευση σχολικές μονάδες, διαδικασία η οποία πλέον θεωρείται… αυτοματοποιημένη.
Σοβαρές οι κοινωνικές αλλά και οι οικονομικές συνέπειες της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί, καθώς στην περιφέρεια και ειδικότερα σε απομακρυσμένες περιοχές οι μαθητές είναι υποχρεωμένοι να διανύουν καθημερινά μεγάλες αποστάσεις προκειμένου να πάνε στο πλησιέστερο σχολείο, ενώ ακόμα και οικογένειες εγκαταλείπουν τα σπίτια τους για να εγκατασταθούν σε περιοχές όπου υπάρχουν σχολεία.
«H έλλειψη μαθητών είναι ο κυριότερος λόγος για το κλείσιμο σχολικών μονάδων. Το δημογραφικό πρόβλημα είναι πλέον στην πόρτα μας, σε λίγα χρόνια θα είμαστε χώρα γερόντων. Ενας άλλος παράγοντας είναι ότι χιλιάδες νέοι φεύγουν στο εξωτερικό, καθώς στην Ελλάδα δεν μπορούν πια να εργαστούν και να δημιουργήσουν οικογένεια. Η κυβέρνηση οφείλει να στηρίξει τη μητρότητα όχι μόνο με επιδόματα αλλά και με άλλα κίνητρα (παιδικοί και βρεφονηπιακοί σταθμοί, στήριξη νέων γονέων κ.ά.)» τονίζει στο «Εθνος της Κυριακής» ο γ.γ. της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας, Σταύρος Πετράκης.
Ανάλογη είναι και η θέση του Νικηφόρου Α. Κωνσταντίνου, ταμία της ΟΛΜΕ, ο οποίος υπογραμμίζει: «Το πρόβλημα της μείωσης του μαθητικού δυναμικού έχει οξυνθεί με την κρίση. Οι επιπτώσεις της, όπως η υπογεννητικότητα και η εξωτερική μετανάστευση, δεν έχουν αποτυπωθεί πλήρως στη λειτουργία της εκπαίδευσης. Από τη μία, η μείωση του αριθμού των μαθητών, λόγω της υπογεννητικότητας, έχει μόλις πρόσφατα αρχίσει να διαφαίνεται στη λειτουργία της εκπαίδευσης. Από την άλλη, η μείωση του αριθμού των μαθητών που οφείλεται στην εξωτερική μετανάστευση έχει ήδη συντελεστεί, χωρίς όμως να είναι βέβαιο ότι έχει ολοκληρωθεί».
Δυσοίωνες προβλέψεις
Σε 15 χρόνια ο μαθητικός πληθυσμός θα έχει μειωθεί κατά 430.000 παιδιά, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ΙΟΒΕ, ενώ ήδη οι μαθητές στα σχολεία λιγοστεύουν διαρκώς, αν και προς το παρόν αυτό περιορίζεται κυρίως στα νηπιαγωγεία και στις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Την πραγματική επιδείνωση από τη μαζική μείωση γεννήσεων μετά το 2010 θα αρχίσει να βιώνει για τα καλά το εκπαιδευτικό σύστημα από το 2022 και μετά.
Τότε θα αρχίσει να αποτυπώνεται η δραματική πτώση των γεννήσεων στη λειτουργία του γυμνασίου, ενώ το ίδιο θα συμβεί στα λύκεια από το 2025 και μετά, και στα πανεπιστήμια από το 2028 και μετά. Σωρευτικά ως το 2035 ο αριθμός μαθητών στα σχολεία υπολογίζεται ότι θα έχει μειωθεί κατά 430.000, μεταβάλλοντας ριζικά το τοπίο του εκπαιδευτικού συστήματος.
Εάν δεν αντιστραφεί η κατάσταση, το ΙΟΒΕ υπολογίζει ότι μέχρι το 2035 ο συνολικός αριθμός μαθητών στα σχολεία θα έχει μειωθεί σε 1.050.000, έναντι 1.480.000 το 2008. Δηλαδή θα έχουν «εξαφανιστεί» (μείωση 29,2%). Το φαινόμενο της αναστολής λειτουργίας σχολείων είναι πιο έντονο στην περιφέρεια και κυρίως σε απομακρυσμένες περιοχές. Για παράδειγμα, στην περιοχή της Λάρισας πέρυσι πήγαν στην Α’ Δημοτικού 258 μαθητές λιγότεροι. Ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί σε δύο εξαθέσια σχολεία!
Στη Στερεά Ελλάδα, δεκάδες δημοτικά και γυμνάσια λειτουργούν με μόλις έναν ή δύο μαθητές, αφού δεν υπάρχει η δυνατότητα τα παιδιά να μεταφερθούν σε άλλα κοντινά σχολεία με περισσότερους μαθητές. Ενδεικτικά, στα ολοήμερα Δημοτικά Αγράφων και Σκεπαστής φοιτά μόνο ένας μαθητής, ενώ από δύο μαθητές έχουν τα Δημοτικά Μίστρου και Καλλιανών.
Κατά το προηγούμενο σχολικό έτος η Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης Στερεάς Ελλάδας αναγκάστηκε να αναστείλει τη λειτουργία 22 σχολείων στην περιφέρεια, εννέα δημοτικών και 13 νηπιαγωγείων, εξαιτίας της έλλειψης μαθητών. Ιδιαίτερα στις απομακρυσμένες ορεινές περιοχές, οι γονείς βρίσκονται σε διαρκή αγωνία για την ασφάλεια των παιδιών τους, καθώς το οδικό δίκτυο είναι προβληματικό και οι καιρικές συνθήκες εξαιρετικά δύσκολες, κυρίως κατά τους χειμερινούς μήνες.Αναφερόμενος στις συγχωνεύσεις και στις καταργήσεις σχολικών μονάδων, ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ, Θ. Τσούχλος, τονίζει, ότι σύμφωνα με καταγγελίες ΕΛΜΕ, γονέων, μαθητών και τοπικών κοινωνιών, έχουν ξεκινήσει διαδικασίες συγχωνεύσεων-υποβιβασμών, οι οποίες ανακόπηκαν προσωρινά από κινητοποιήσεις των εμπλεκομένων.
Το ΔΣ της ΟΛΜΕ δηλώνει ότι δεν θα επιτρέψει καμία συγχώνευση, κλείσιμο ή υποβιβασμό σχολείου. Οι αποφάσεις για κλείσιμο ή συγχώνευση σχολείων λαμβάνονται συνήθως όταν ολοκληρώνεται το σχολικό έτος. Αυτό σημαίνει ότι για το 2020 οι σχετικές διαδικασίες θα ολοκληρωθούν στις αρχές του καλοκαιριού.
ΠΗΓΗ: Εθνος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου