Εκπαιδευτικός, Πρόεδρος Νομαρχιακού
Τμήματος ΑΔΕΔΥ Βοιωτίας
Στο επίπεδο της επιστημολογίας της
γνώσης μια σημαντική διάκριση των εννοιών και των οντοτήτων υφίσταται με βάση το
κριτήριο της φύσης της αξίας τους, δηλαδή αν διαθέτουν μια εγγενή, εσωτερική και
έμφυτη αξία ή παρουσιάζουν μια εργαλειακή, λειτουργική και χρηστική αξία. Στο εκπαιδευτικό σύστημα η διδασκαλία μαθημάτων με εγγενείς
αξίες, μη εργαλειακές και μη μετρήσιμες, είναι εκείνη που συμβάλλει σημαντικά στην
ανάπτυξη της κοινής ιστορικής και πολιτισμικής αφήγησης και συνδέεται άρρηκτα
και αλληλεπιδραστικά με τη δεξαμενή της συλλογικής μνήμης. Αντίθετα, η διδασκαλία μαθημάτων με εργαλειακή και
περισσότερο χρηστική αξία συνδέεται, ανεπίγνωστα ή μη, με τον εντυπωσιασμό της εξειδίκευσης, τη
μονοκαλλιέργεια της αποσπασματικότητας, τη θρυμματισμένη γνώση και προάγει
την κατασκευή μιας κατακερματισμένης και συνεπώς περισσότερο χειραγωγήσιμης
ταυτότητας.
Κάθε εκπαιδευτικό σύστημα δεν νοείται ως άχρωμο, άγευστο και
άοσμο ιδεολογικά και πολιτικά, αλλά αντίθετα συνιστά βασικό κοινωνικό μηχανισμό
αναπαραγωγής της κυρίαρχης ιδεολογίας. Στο
πλαίσιο αυτό, τα προγράμματα σπουδών της σχολικής εκπαίδευσης έχουν υποστεί και
υπόκεινται σε νέες σημαντικές μεταβολές σηματοδοτώντας μια εργαλειακή και χρηστική
κατεύθυνση. Την ίδια στιγμή πολλές πτυχές της εκπαιδευτικής πολιτικής συναινούν
στην αποδόμηση του σαφούς και του συγκεκριμένου, δημιουργώντας υπό την
καθοδήγηση συγκεκριμένων επιστημονικών ελίτ ένα ευνοϊκό πλαίσιο για τον
ατομικισμό και το μηδενισμό, την αποσπασματικότητα, την εκπαίδευση της αμάθειας
και την απονοηματοδότηση του βίου. Πρόσθετα
στοιχεία της εκπαιδευτικής πολιτικής που αποδυναμώνουν την ποιότητα της
σχολικής εκπαίδευσης, είναι η ασυμβατότητα διδακτικής ύλης και διδακτικού
χρόνου, η εμμονή στους μετρήσιμους και ποσοτικούς δείκτες της Εκπαίδευσης
μέσω ενός παρεξηγημένου θετικισμού,
η κακοποίηση του αιτήματος για ένα δημοκρατικό σχολείο, ο «δικαιωματισμός» ως
ανευθυνότητα, οι συνεχείς εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις κατά τον ύστερο
μεταπολιτευτικό κύκλο με τα διάφορα εύηχα επικοινωνιακά λεκτικά σχήματα περί διαθεματικότητας,
ανάπτυξης κριτικής ικανότητας, «ο μαθητής να μαθαίνει πώς να μαθαίνει» κ.α.
Στη βάση μιας άκριτης ανοητολογίας, αγνοείται, επιμελώς, ότι για
να αναπτύξει ένας μαθητής μεταγνωστικές ικανότητες προαπαιτείται να κατέχει στέρεες
γνώσεις και ότι μόνο μαθαίνοντας συγκεκριμένα πράγματα μαθαίνει κάποιος τελικά
να μαθαίνει ή ότι η ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας που έχει αναχθεί σε
πρωταρχικό στόχο της σύγχρονης εκπαίδευσης προϋποθέτει κοπιαστική μελέτη και
μαθητεία. Ενδιαφέροντα αποτελέσματα της εκπαιδευτικής πολιτικής και ιδιαίτερα
αποκαλυπτικά καταγράφονται στη γλωσσική
εκπαίδευση των μαθητών με τις κραυγαλέες γνωστικές αδυναμίες που εμφανίζουν στην
προφορική αλλά κυρίως στη γραπτή έκφραση του λόγου με ασυνταξίες, ανορθογραφία
και λεξιπενία. Εξίσου, ενδεικτική, αποτελεί και η αποδυνάμωση των σχολικών μαθημάτων
επιστημών του χώρου και του χρόνου, όπως η Γεωγραφία και η Ιστορία, που συμβάλλουν
σημαντικά στην αναγνώριση των ταυτοτικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών.
Στην πραγματικότητα σταδιακά δημιουργείται ένα «γνωστικό» και «αξιακό»
υπέδαφος που υπονομεύει τη νοηματοδότηση του βίου, τη δημιουργική σύνθεση, τις ταυτοτικές
μορφές συλλογικότητας και τελικά τη δυνατότητα ενός αυτόνομου εκσυγχρονισμού της παράδοσής μας που αποτελεί τον απαραίτητο
όρο για την εθνική μας επιβίωση στον 21ο αιώνα. Στο πλαίσιο αυτό,
η ευθύνη της εκπαιδευτικής κοινότητας είναι σημαντική και οφείλουμε να την
αναλάβουμε όπου απαιτηθεί, σε προσωπικό και σε συλλογικό επίπεδο. H γραφή τούτη αφιερώνεται στο μάχιμο
Δάσκαλο της σχολικής τάξης που κρατά σήμερα όρθιο το Δημόσιο Σχολείο, που
δεν μεταδίδει μόνο χρηστικές πληροφορίες στη νέα γενιά, αλλά με το βιωματικό
ήθος και την παιδαγωγική του ελευθερία
καθοδηγεί τους μαθητές του στο
δρόμο της νοηματοδότησης του βίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου