Η υπέρβαση του διλήμματος «Μνημόνιο/αντιμνημόνιο» από ένα άλλο που
υπερβαίνει την οικονομία, «σταθερότητα/ομαλότητα ή αταξία/ανωμαλία», δεν
περιλαμβανόταν στους σχεδιασμούς του ΣΥΡΙΖΑ, που τώρα δυσκολεύεται να
αναπροσαρμόσει αποτελεσματικά τη στρατηγική του. Η προϊούσα προσπάθεια
της αξιωματικής αντιπολίτευσης να...
συνδέσει τη μάχη εναντίον του Φασισμού με τη μάχη εναντίον του Μνημονίου είναι το επόμενο βήμα μετά την κατάρρευση της προσδοκίας ότι οι φθινοπωρινές κοινωνικές εντάσεις θα έφερναν ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις. Οι απεργιακές κινητοποιήσεις, ειδικά στους χώρους της Παιδείας και της Υγείας, δεν εξελίχθηκαν όπως ανέμενε η Κουμουνδούρου και προσωπικά ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος -για να δείξει πόσο πιστεύει ότι θα φουσκώσει το ποτάμι της οργής- δίδαξε στους μαθητές αντίσταση σε προαύλιο σχολείου τη μέρα του Αγιασμού.
Οι καταιγιστικές εξελίξεις μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα άλλαξαν άρδην την ατζέντα της πολιτικής αντιπαράθεσης και σε μεγάλο βαθμό σκέπασαν τα εκρηκτικά προβλήματα της καθημερινότητας και της πραγματικής οικονομίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε στη δύσκολη θέση τη μια να καταγγέλλει τη θεωρία των δύο άκρων, την άλλη να ζητά σύσκεψη πολιτικών αρχηγών, μετά να αρκείται σε προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή. Στελέχη του άλλοτε ισχυρίζονται ότι Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ βρίσκονται εκτός συνταγματικού τόξου, άλλοτε φωνάζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να αποδείξει ότι ανήκει στο συνταγματικό τόξο, κάποτε καλούν την κυβέρνηση να κάνει αυτό που ήδη κάνει, να ξεριζώσει ακροδεξιούς θύλακες από τα Σώματα Ασφαλείας και τελικά όλοι μαζί ζητούν εκλογές εδώ και τώρα για να τελειώνουμε ταυτόχρονα με τη Χρυσή Αυγή και το Μνημόνιο, όπως υποστηρίζουν.
Τι δείχνουν όλα αυτά; Νευρικότητα, αμηχανία και σύγχυση στρατηγικής, όπως αναγνωρίζουν ακόμη και κύκλοι φίλα προσκείμενοι στην αξιωματική αντιπολίτευση. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε από την πρώτη στιγμή την αγωνία να μη γίνει το λάθος που θα επέτρεπε στην άλλη πλευρά να επιχειρηματολογήσει ότι αυτό το κόμμα έχει επιλεκτική ευαισθησία απέναντι στη βία. Και μέχρι στιγμής κατάφερε να αποφύγει μια τέτοια παγίδα. Αλλά δεν βρήκε τον τρόπο να ξεπεράσει το σάστισμα και την απογοήτευση που προκάλεσε στην Κουμουνδούρου η απώλεια της πρώτης θέσης στις δημοσκοπήσεις, την οποία για πολύ λίγο κράτησε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το πρόβλημα για τον Αλέξη Τσίπρα γίνεται ακόμη βαθύτερο, δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να απαντήσει στο ερώτημα με ποιους θα κυβερνήσει, ούτε -για προφανείς λόγους- θέλει να θυμίζει τον εναγκαλισμό με τους ΑΝ.ΕΛ., που περνούν τη δική τους κρίση. Ακόμη δεν έχει καταφέρει να πείσει για την κυβερνησιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις προσπάθειες που γίνονται, όπως η πρόσφατη συνάντηση με το μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ, Γ. Ασμουσεν. Πολύ περισσότερο το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ευάλωτο στις επιθέσεις για τη στάση του σε θέματα τάξης και ασφάλειας επειδή υπάρχουν εσωτερικές αντιφάσεις και αντιθέσεις και ένα ριζοσπαστικό κομμάτι που δεν έχει πάντα ξεκάθαρες θέσεις όταν πρόκειται για μέτωπα όπως αυτό στις Σκουριές. Το σημαντικότερο ίσως είναι ότι η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ δεν εμπνέει μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, με αποτέλεσμα η λαϊκή αντίδραση να είναι περιορισμένη και να παραμένει βουβή, πόσω μάλλον που οι συνδικαλιστές έχουν χάσει την επιρροή τους και δεν μπορούν να κινητοποιήσουν τις μάζες.
Κάπως έτσι, ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται μπροστά σε νέες προκλήσεις και σε σοβαρά διλήμματα, ενώ για την ώρα δεν δείχνει να έχει στέρεες απαντήσεις, αντίθετα φαίνεται ότι παρασύρεται από τον άνεμο των δημοσκοπήσεων και των επικοινωνιακών κλισέ.
Αγγελική Σπανού, στον «Τύπο της Κυριακής»
συνδέσει τη μάχη εναντίον του Φασισμού με τη μάχη εναντίον του Μνημονίου είναι το επόμενο βήμα μετά την κατάρρευση της προσδοκίας ότι οι φθινοπωρινές κοινωνικές εντάσεις θα έφερναν ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις. Οι απεργιακές κινητοποιήσεις, ειδικά στους χώρους της Παιδείας και της Υγείας, δεν εξελίχθηκαν όπως ανέμενε η Κουμουνδούρου και προσωπικά ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος -για να δείξει πόσο πιστεύει ότι θα φουσκώσει το ποτάμι της οργής- δίδαξε στους μαθητές αντίσταση σε προαύλιο σχολείου τη μέρα του Αγιασμού.
Οι καταιγιστικές εξελίξεις μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα άλλαξαν άρδην την ατζέντα της πολιτικής αντιπαράθεσης και σε μεγάλο βαθμό σκέπασαν τα εκρηκτικά προβλήματα της καθημερινότητας και της πραγματικής οικονομίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε στη δύσκολη θέση τη μια να καταγγέλλει τη θεωρία των δύο άκρων, την άλλη να ζητά σύσκεψη πολιτικών αρχηγών, μετά να αρκείται σε προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή. Στελέχη του άλλοτε ισχυρίζονται ότι Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ βρίσκονται εκτός συνταγματικού τόξου, άλλοτε φωνάζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να αποδείξει ότι ανήκει στο συνταγματικό τόξο, κάποτε καλούν την κυβέρνηση να κάνει αυτό που ήδη κάνει, να ξεριζώσει ακροδεξιούς θύλακες από τα Σώματα Ασφαλείας και τελικά όλοι μαζί ζητούν εκλογές εδώ και τώρα για να τελειώνουμε ταυτόχρονα με τη Χρυσή Αυγή και το Μνημόνιο, όπως υποστηρίζουν.
Τι δείχνουν όλα αυτά; Νευρικότητα, αμηχανία και σύγχυση στρατηγικής, όπως αναγνωρίζουν ακόμη και κύκλοι φίλα προσκείμενοι στην αξιωματική αντιπολίτευση. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε από την πρώτη στιγμή την αγωνία να μη γίνει το λάθος που θα επέτρεπε στην άλλη πλευρά να επιχειρηματολογήσει ότι αυτό το κόμμα έχει επιλεκτική ευαισθησία απέναντι στη βία. Και μέχρι στιγμής κατάφερε να αποφύγει μια τέτοια παγίδα. Αλλά δεν βρήκε τον τρόπο να ξεπεράσει το σάστισμα και την απογοήτευση που προκάλεσε στην Κουμουνδούρου η απώλεια της πρώτης θέσης στις δημοσκοπήσεις, την οποία για πολύ λίγο κράτησε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το πρόβλημα για τον Αλέξη Τσίπρα γίνεται ακόμη βαθύτερο, δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να απαντήσει στο ερώτημα με ποιους θα κυβερνήσει, ούτε -για προφανείς λόγους- θέλει να θυμίζει τον εναγκαλισμό με τους ΑΝ.ΕΛ., που περνούν τη δική τους κρίση. Ακόμη δεν έχει καταφέρει να πείσει για την κυβερνησιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις προσπάθειες που γίνονται, όπως η πρόσφατη συνάντηση με το μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ, Γ. Ασμουσεν. Πολύ περισσότερο το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ευάλωτο στις επιθέσεις για τη στάση του σε θέματα τάξης και ασφάλειας επειδή υπάρχουν εσωτερικές αντιφάσεις και αντιθέσεις και ένα ριζοσπαστικό κομμάτι που δεν έχει πάντα ξεκάθαρες θέσεις όταν πρόκειται για μέτωπα όπως αυτό στις Σκουριές. Το σημαντικότερο ίσως είναι ότι η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ δεν εμπνέει μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, με αποτέλεσμα η λαϊκή αντίδραση να είναι περιορισμένη και να παραμένει βουβή, πόσω μάλλον που οι συνδικαλιστές έχουν χάσει την επιρροή τους και δεν μπορούν να κινητοποιήσουν τις μάζες.
Κάπως έτσι, ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται μπροστά σε νέες προκλήσεις και σε σοβαρά διλήμματα, ενώ για την ώρα δεν δείχνει να έχει στέρεες απαντήσεις, αντίθετα φαίνεται ότι παρασύρεται από τον άνεμο των δημοσκοπήσεων και των επικοινωνιακών κλισέ.
Αγγελική Σπανού, στον «Τύπο της Κυριακής»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου