Ακόμη και το ιδιοκτησιακό καθεστώς των τραπεζών εξαρτάται από το σύνολο της οικονομικής ενίσχυσής τους από το Δημόσιο
Του Γιάννη Θ. Μητσιόπουλου
Οικονομολόγου
Εφημερίδα ΚΟΣΜΟΣ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ
Οι εκλογές, τα γνωστά αποτελέσματα αυτών, η δυστοκία σχηματισμού κυβέρνησης και οι πολιτικές εξελίξεις που παραμένουν αδιέξοδες με την προκήρυξη νέων εκλογών έχουν οδηγήσει σε καθυστέρηση την προγραμματισμένη από καιρό ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, που
προβλεπόταν να γίνει αμέσως μετά την εφαρμογή του PSI, της εθελοντικής συμμετοχής στην ανταλλαγή των ομολόγων των ιδιωτών επενδυτών.
Την εν λόγω καθυστέρηση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών ενδέχεται να την ακολουθήσει η προσωρινή ή η εν μέρει ενίσχυση των τραπεζών με το ποσό των 18 δις ευρώ με το οποίο έχει δεσμευτεί η τράπεζα της Ελλάδος να τις ενισχύσει και αποδεσμεύονται από το EFSF.
Το ζητούμενο, όμως, είναι εάν η ενίσχυση των τραπεζών με αυτό το προσωρινό ποσό αφορά όλες τις τράπεζες (ιδιωτικές και κρατικές) ή μόνο τις τέσσερις μεγάλες ιδιωτικές τράπεζες (Εθνική, Alpha Bank, Eurobank και Πειραιώς) με εξαίρεση των κρατικών.
Απώλειες τραπεζών
Γιατί, σύμφωνα με το σχεδιασμό της Τράπεζας της Ελλάδος θα καλυφθούν οι απώλειες των τραπεζών από το «κούρεμα» των ομολόγων, από το PSI, με τη χρηματοδότησή τους από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Στήριξης με τα αντίστοιχα ποσά των απωλειών τους.
Αυτές οι τράπεζες είναι η Εθνική με το ποσό των 6,9 δις ευρώ, η Eurobank με το ποσό των 4,2 δις ευρώ, η Alpha Bank με το ποσό του 1,9 δις ευρώ και η Πειραιώς με το ποσό των 6 δις ευρώ.
Τα εν λόγω ομόλογα έναντι των οποίων θα ενισχυθούν οικονομικά αυτές οι τράπεζες από το ΤΧΣ θα τοποθετηθούν σε ειδικό λογαριασμό της ΤτΕ και θα κατανεμηθούν από κάθε τράπεζα χωριστά, έτσι ώστε να καταγραφούν στα εποπτικά τους κεφάλαια.
Η ολοκλήρωση της χρηματοδοτικής ενίσχυσης των τραπεζών από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Στήριξης γίνεται για να αντισταθμισθούν οι απώλειες των 23,5 δις ευρώ, περίπου, που προέκυψαν από το PSI.
Η εν λόγω χρηματοδοτική ενίσχυση των τραπεζών γίνεται βάσει των επιχειρησιακών τους σχεδίων που έχουν υποβάλει στην Τράπεζα της Ελλάδος και η οποία τα αξιολογεί κατά το δοκούν χωρίς να τα έχει δημοσιεύσει και χωρίς να γνωρίζει κανείς περί του περιεχομένου και των οικονομικών μεγεθών τους.
Κατά το δοκούν
Η μυστικότητα των επιχειρησιακών σχεδίων, η διατήρηση τους εν κρυπτώ και παραβύστω, καθώς επίσης η απόκρυψη των αποτελεσμάτων τους από την ενδελεχή διαγνωστική μελέτη της εταιρείας BlackRock για την ποιότητα των χαρτοφυλακίων των δανείων δίνουν τη δυνατότητα στην Τράπεζα της Ελλάδος και στο Υπουργείο Οικονομικών να διαμορφώνουν την πολιτική τους κατά το δοκούν. Να ενισχύσουν χρηματοδοτικά αυτές τις τράπεζες που θέλουν και να εξαιρούν άλλες.
Αλλιώς, πως εξηγείται να ενισχύουν χρηματοδοτικά από το ΤΧΣ μόνο τις τέσσερις μεγάλες ιδιωτικές τράπεζες (Εθνική, Alpha Bank, Eurobank και Πειραιώς) και να εξαιρούν τις κρατικές, όπως ATEbank και Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο; Ακόμη, όχι μόνο εξαιρούνται αυτές οι τράπεζες από την χρηματοδοτική ενίσχυση από το ΤΧΣ αλλά το Υπουργείο Οικονομικών τις παραπέμπει στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου για την πώληση του πακέτου των μετοχών τους.
Αυτό έγινε με απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων, στις 25 Απριλίου 2012 και είδε το φως της δημοσιότητας στις 10 Μαΐου, μετά τις εκλογές (Ν.3985/2011, ΦΕΚ Α’ 151). Με την απόφαση αυτή μια σειρά κρατικών επιχειρήσεων μεταβιβάζονται στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου μεταξύ των οποίων και οι κρατικές τράπεζες ATEbank και Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο (ΤΤ).
Ιδιοκτησιακό καθεστώς
Εδώ προκύπτει ένα θέμα όχι μόνο οικονομικό ή τραπεζικό αλλά και πολιτικό γιατί η κυβέρνηση Λ. Παπαδήμου απέκρυψε προεκλογικά από τον Ελληνικό λαό, από τους εργαζόμενους των κρατικών τραπεζών, από τους πελάτες τους και από τους μετόχους που συμμετέχουν στη σύνθεση του μετοχικού κεφαλαίου τους ότι θα προχωρήσει στην πώληση των μετοχικών τους «πακέτων». Τα εν λόγω «πακέτα» για μεν την ATEbank είναι το 92,684% επί του μετοχικού κεφαλαίου και σύνολο μετοχών 1.622.850.094, για δε το ΤΤ το 34,043% επί του μετοχικού κεφαλαίου και σύνολο μετοχών 96.841.396.
Προφανώς, είναι δικαίωμα του μεγαλομετόχου του δημοσίου να αποφασίζει και να υλοποιεί τις αποφάσεις του, αλλά όταν μιλάμε για προεκλογική περίοδο ο ψηφοφόρος είναι αυτός που διαμορφώνει το αποτέλεσμα των εκλογών και στέλνει στη Βουλή τα πολιτικά κόμματα αυτά που έχουν τις καλύτερες προτάσεις για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, σύμφωνα με τα συμφέροντα των κρατικών τραπεζών, του δημοσίου συμφέροντος, των εργαζομένων, των πελατών και του συνόλου της κοινωνίας.
Ωστόσο, σε εκκρεμότητα βρίσκεται ακόμη και το ιδιοκτησιακό καθεστώς των τραπεζών αυτών, εφόσον αυτό εξαρτάται από το σύνολο της οικονομικής ενίσχυσής τους από το Ελληνικό Δημόσιο και από το είδος των μετοχών που θα εκδοθούν υπέρ του δημοσίου.
Πολιτική απόφαση
Είναι γεγονός ότι εάν εκδοθούν κοινές μετοχές υπέρ του δημοσίου, από τις τράπεζες, με δικαίωμα ψήφου τότε οι τράπεζες κρατικοποιούνται. Αντίστοιχα, εάν εκδοθούν κοινές μετοχές υπέρ του δημοσίου χωρίς το δικαίωμα ψήφου οι τράπεζες παραμένουν στους παλαιούς μετόχους, στις παλαιές ιδιοκτησίες τους. Έτσι, η κρατικοποίηση ή μη των Ελληνικών τραπεζών είναι θέμα πολιτικής απόφασης.
Επιπλέον, πέραν, της ανακεφαλαιοποίσης των τραπεζών, σε εκκρεμότητα υπάρχει ακόμη και η πρόβλεψη των απωλειών από τις επισφάλειες των δανείων των τραπεζών, που ανέρχονται σε 15 δις ευρώ, περίπου, με μέσο όρο ανά τράπεζα από 1,5 έως 3 δις ευρώ.
Έτσι, η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίσης των τραπεζών θα πρέπει να συμπεριλάβει τόσο τις απώλειες από το PSI όσο και τις απώλειες από τις επισφάλειες των χαρτοφυλακίων των δανείων, που σημαίνει ότι η οικονομική τους ενίσχυση θα οδηγήσει τις τράπεζες στην αύξηση της ρευστότητας στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά με σκοπό την αναθέρμανση της πραγματικής οικονομίας.
Ακόμη, οι τράπεζες δεν αρκεί να τύχουν της ανακεφαλαιοποίησης και της προστασίας του κράτους αλλά θα πρέπει να εκσυγχρονιστούν, να αναδιαρθρωθούν και να λειτουργήσουν σύμφωνα με τις διεθνείς προδιαγραφές και τους διεθνείς κανόνες και να εμπλουτίσουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους προς όφελος του πελάτη, της οικονομίας και της κοινωνίας.
Τέλος, οι Ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να αξιοποιήσουν κάθε δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων και από άλλες πηγές χρηματοδότησης και ιδιαίτερα από την ΕΚΤ με χαμηλά επιτόκια για να φανούν χρήσιμες στην Ελληνική οικονομία με σκοπό την άμεση ανάκαμψη και ανάπτυξη και έξοδο της χώρας μας από την οικονομική κρίση.
Του Γιάννη Θ. Μητσιόπουλου
Οικονομολόγου
Εφημερίδα ΚΟΣΜΟΣ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ
Οι εκλογές, τα γνωστά αποτελέσματα αυτών, η δυστοκία σχηματισμού κυβέρνησης και οι πολιτικές εξελίξεις που παραμένουν αδιέξοδες με την προκήρυξη νέων εκλογών έχουν οδηγήσει σε καθυστέρηση την προγραμματισμένη από καιρό ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, που
προβλεπόταν να γίνει αμέσως μετά την εφαρμογή του PSI, της εθελοντικής συμμετοχής στην ανταλλαγή των ομολόγων των ιδιωτών επενδυτών.
Την εν λόγω καθυστέρηση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών ενδέχεται να την ακολουθήσει η προσωρινή ή η εν μέρει ενίσχυση των τραπεζών με το ποσό των 18 δις ευρώ με το οποίο έχει δεσμευτεί η τράπεζα της Ελλάδος να τις ενισχύσει και αποδεσμεύονται από το EFSF.
Το ζητούμενο, όμως, είναι εάν η ενίσχυση των τραπεζών με αυτό το προσωρινό ποσό αφορά όλες τις τράπεζες (ιδιωτικές και κρατικές) ή μόνο τις τέσσερις μεγάλες ιδιωτικές τράπεζες (Εθνική, Alpha Bank, Eurobank και Πειραιώς) με εξαίρεση των κρατικών.
Απώλειες τραπεζών
Γιατί, σύμφωνα με το σχεδιασμό της Τράπεζας της Ελλάδος θα καλυφθούν οι απώλειες των τραπεζών από το «κούρεμα» των ομολόγων, από το PSI, με τη χρηματοδότησή τους από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Στήριξης με τα αντίστοιχα ποσά των απωλειών τους.
Αυτές οι τράπεζες είναι η Εθνική με το ποσό των 6,9 δις ευρώ, η Eurobank με το ποσό των 4,2 δις ευρώ, η Alpha Bank με το ποσό του 1,9 δις ευρώ και η Πειραιώς με το ποσό των 6 δις ευρώ.
Τα εν λόγω ομόλογα έναντι των οποίων θα ενισχυθούν οικονομικά αυτές οι τράπεζες από το ΤΧΣ θα τοποθετηθούν σε ειδικό λογαριασμό της ΤτΕ και θα κατανεμηθούν από κάθε τράπεζα χωριστά, έτσι ώστε να καταγραφούν στα εποπτικά τους κεφάλαια.
Η ολοκλήρωση της χρηματοδοτικής ενίσχυσης των τραπεζών από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Στήριξης γίνεται για να αντισταθμισθούν οι απώλειες των 23,5 δις ευρώ, περίπου, που προέκυψαν από το PSI.
Η εν λόγω χρηματοδοτική ενίσχυση των τραπεζών γίνεται βάσει των επιχειρησιακών τους σχεδίων που έχουν υποβάλει στην Τράπεζα της Ελλάδος και η οποία τα αξιολογεί κατά το δοκούν χωρίς να τα έχει δημοσιεύσει και χωρίς να γνωρίζει κανείς περί του περιεχομένου και των οικονομικών μεγεθών τους.
Κατά το δοκούν
Η μυστικότητα των επιχειρησιακών σχεδίων, η διατήρηση τους εν κρυπτώ και παραβύστω, καθώς επίσης η απόκρυψη των αποτελεσμάτων τους από την ενδελεχή διαγνωστική μελέτη της εταιρείας BlackRock για την ποιότητα των χαρτοφυλακίων των δανείων δίνουν τη δυνατότητα στην Τράπεζα της Ελλάδος και στο Υπουργείο Οικονομικών να διαμορφώνουν την πολιτική τους κατά το δοκούν. Να ενισχύσουν χρηματοδοτικά αυτές τις τράπεζες που θέλουν και να εξαιρούν άλλες.
Αλλιώς, πως εξηγείται να ενισχύουν χρηματοδοτικά από το ΤΧΣ μόνο τις τέσσερις μεγάλες ιδιωτικές τράπεζες (Εθνική, Alpha Bank, Eurobank και Πειραιώς) και να εξαιρούν τις κρατικές, όπως ATEbank και Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο; Ακόμη, όχι μόνο εξαιρούνται αυτές οι τράπεζες από την χρηματοδοτική ενίσχυση από το ΤΧΣ αλλά το Υπουργείο Οικονομικών τις παραπέμπει στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου για την πώληση του πακέτου των μετοχών τους.
Αυτό έγινε με απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων, στις 25 Απριλίου 2012 και είδε το φως της δημοσιότητας στις 10 Μαΐου, μετά τις εκλογές (Ν.3985/2011, ΦΕΚ Α’ 151). Με την απόφαση αυτή μια σειρά κρατικών επιχειρήσεων μεταβιβάζονται στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου μεταξύ των οποίων και οι κρατικές τράπεζες ATEbank και Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο (ΤΤ).
Ιδιοκτησιακό καθεστώς
Εδώ προκύπτει ένα θέμα όχι μόνο οικονομικό ή τραπεζικό αλλά και πολιτικό γιατί η κυβέρνηση Λ. Παπαδήμου απέκρυψε προεκλογικά από τον Ελληνικό λαό, από τους εργαζόμενους των κρατικών τραπεζών, από τους πελάτες τους και από τους μετόχους που συμμετέχουν στη σύνθεση του μετοχικού κεφαλαίου τους ότι θα προχωρήσει στην πώληση των μετοχικών τους «πακέτων». Τα εν λόγω «πακέτα» για μεν την ATEbank είναι το 92,684% επί του μετοχικού κεφαλαίου και σύνολο μετοχών 1.622.850.094, για δε το ΤΤ το 34,043% επί του μετοχικού κεφαλαίου και σύνολο μετοχών 96.841.396.
Προφανώς, είναι δικαίωμα του μεγαλομετόχου του δημοσίου να αποφασίζει και να υλοποιεί τις αποφάσεις του, αλλά όταν μιλάμε για προεκλογική περίοδο ο ψηφοφόρος είναι αυτός που διαμορφώνει το αποτέλεσμα των εκλογών και στέλνει στη Βουλή τα πολιτικά κόμματα αυτά που έχουν τις καλύτερες προτάσεις για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, σύμφωνα με τα συμφέροντα των κρατικών τραπεζών, του δημοσίου συμφέροντος, των εργαζομένων, των πελατών και του συνόλου της κοινωνίας.
Ωστόσο, σε εκκρεμότητα βρίσκεται ακόμη και το ιδιοκτησιακό καθεστώς των τραπεζών αυτών, εφόσον αυτό εξαρτάται από το σύνολο της οικονομικής ενίσχυσής τους από το Ελληνικό Δημόσιο και από το είδος των μετοχών που θα εκδοθούν υπέρ του δημοσίου.
Πολιτική απόφαση
Είναι γεγονός ότι εάν εκδοθούν κοινές μετοχές υπέρ του δημοσίου, από τις τράπεζες, με δικαίωμα ψήφου τότε οι τράπεζες κρατικοποιούνται. Αντίστοιχα, εάν εκδοθούν κοινές μετοχές υπέρ του δημοσίου χωρίς το δικαίωμα ψήφου οι τράπεζες παραμένουν στους παλαιούς μετόχους, στις παλαιές ιδιοκτησίες τους. Έτσι, η κρατικοποίηση ή μη των Ελληνικών τραπεζών είναι θέμα πολιτικής απόφασης.
Επιπλέον, πέραν, της ανακεφαλαιοποίσης των τραπεζών, σε εκκρεμότητα υπάρχει ακόμη και η πρόβλεψη των απωλειών από τις επισφάλειες των δανείων των τραπεζών, που ανέρχονται σε 15 δις ευρώ, περίπου, με μέσο όρο ανά τράπεζα από 1,5 έως 3 δις ευρώ.
Έτσι, η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίσης των τραπεζών θα πρέπει να συμπεριλάβει τόσο τις απώλειες από το PSI όσο και τις απώλειες από τις επισφάλειες των χαρτοφυλακίων των δανείων, που σημαίνει ότι η οικονομική τους ενίσχυση θα οδηγήσει τις τράπεζες στην αύξηση της ρευστότητας στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά με σκοπό την αναθέρμανση της πραγματικής οικονομίας.
Ακόμη, οι τράπεζες δεν αρκεί να τύχουν της ανακεφαλαιοποίησης και της προστασίας του κράτους αλλά θα πρέπει να εκσυγχρονιστούν, να αναδιαρθρωθούν και να λειτουργήσουν σύμφωνα με τις διεθνείς προδιαγραφές και τους διεθνείς κανόνες και να εμπλουτίσουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους προς όφελος του πελάτη, της οικονομίας και της κοινωνίας.
Τέλος, οι Ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να αξιοποιήσουν κάθε δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων και από άλλες πηγές χρηματοδότησης και ιδιαίτερα από την ΕΚΤ με χαμηλά επιτόκια για να φανούν χρήσιμες στην Ελληνική οικονομία με σκοπό την άμεση ανάκαμψη και ανάπτυξη και έξοδο της χώρας μας από την οικονομική κρίση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου