Δεν είναι υπερβολή εάν υποστηρίξει κανείς ότι τα βλέμματα της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών αυτές τις δύο ημέρες είναι στραμμένα στην Ελλάδα. Θα ψηφίσουν οι βουλευτές το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα; Πρέπει να ψηφισθεί ο εφαρμοστικός νόμος; Εάν όχι, η Ελλάδα κινδυνεύει με ακαριαία χρεοκοπία; Είναι μερικά από τα ερωτήματα που τίθενται με δραματικό τρόπο όχι μόνο από τους πιστωτές μας, αλλά κυρίως από τους άμεσα ενδιαφερομένους. Τους Ελληνες πολίτες και τις επιχειρήσεις που έχουν μπει τους τελευταίους 18 μήνες σε μία απίστευτη διαδικασία λιτότητας και απαξίωσης δεχόμενοι πρωτοφανείς πολιτικούς και οικονομικούς εκβιασμούς.
Σε αυτή, λοιπόν, την καθοριστική συγκυρία για τη χώρα, ο «Ελεύθερος Τύπος» παίρνει ξεκάθαρη θέση. Δηλώνει ότι ένα ηχηρό «όχι» στο Μεσοπρόθεσμο, όχι γιατί δεν πρέπει η Ελλάδα να προχωρήσει στη μείωση του ελλείμματος και του χρέους, αλλά γιατί με τις πολιτικές που υιοθετεί το πρόγραμμα η δημοσιονομική βελτίωση δεν είναι εφικτή. Το «όχι» στο Μεσοπρόθεσμο είναι η πιο έντιμη λύση. Για όλους.
Κατ’ αρχήν, για την ελληνική οικονομία, που ως πειραματόζωο καλείται να ανταποκριθεί σε πιο ισχυρή δόση οικονομικής ασφυξίας από αυτή που έως τώρα είχε δεχθεί. Για τους πιστωτές μας που θέλουν (δικαίως) να πάρουν πίσω τα λεφτά τους, αλλά δεν πρόκειται να το επιτύχουν εάν επιμείνουν σε μία πολιτική που οδηγεί σε χρεοκοπία την πραγματική οικονομία. Για τον πολιτικό κόσμο, που, εάν πει «ναι» σε ρυθμίσεις που δεν μπορεί να εφαρμόσει, γνωρίζει πολύ καλά ότι μέσα σε τρεις μήνες θα βρεθεί στην ίδια και χειρότερη θέση σπαταλώντας τις τελευταίες παραγωγικές εφεδρείες της χώρας.
Ναι, η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει, αλλά μόνο εάν ακολουθήσει την ίδια αποτυχημένη πολιτική. Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι και δείχνουν ότι το Μνημόνιο απέτυχε οικτρά να φέρει τη χώρα σε έναν ορθό δημοσιονομικό δρόμο. Στο πρώτο τετράμηνο του έτους οι αποκλίσεις του Προϋπολογισμού ξεπέρασαν τα 3,1 δισεκατομμύρια λόγω της μεγάλης υστέρησης στα έσοδα και της μικρότερης, αλλά ουσιαστικής υπέρβασης στις δαπάνες, εξαιτίας της πληρωμής υψηλών τόκων.
Το ταμιακό έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης στο τετράμηνο ξεπέρασε τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ, όταν στο σύνολο του έτους δεν πρέπει να υπερβεί τα 17 δισ. ευρώ! Δηλαδή, πολύ απλά, καταστροφή. Το έλλειμμα του Δημοσίου τρέχει με ρυθμό άνω του 10% και ήδη βρισκόμαστε στα μισά του έτους με μικρές δυνατότητες διόρθωσης. Οι αποκλίσεις αυτές φαινομενικά δεν δικαιολογούνται, αφού σε σχέση με πέρυσι όλοι οι φόροι έχουν αυξηθεί τρομερά. Πέρυσι ο ΦΠΑ ήταν 19% και τώρα είναι 23%, όλοι οι έμμεσοι και άμεσοι φόροι έχουν εκτιναχθεί, όμως η μαύρη τρύπα στα ταμεία του Δημοσίου διευρύνεται. Η θύελλα της ύφεσης στην οποία έχει πέσει η οικονομία ισοπεδώνει κάθε προσπάθεια δημοσιονομικής εξυγίανσης όταν αυτή προέρχεται από αυξήσεις φόρων. Η δυναμική του ελλείμματος είναι τόσο μεγάλη που οι ρυθμίσεις του νέου νόμου Βενιζέλου μοιάζουν με κάποιον ο οποίος προσπαθεί να αντιμετωπίσει με κουβάδες ένα παλιρροϊκό τσουνάμι.
Σε αυτήν, λοιπόν, την κρίσιμη ώρα ας είμαστε όλοι επιτέλους ειλικρινείς.
Η κυβέρνηση και η Τρόικα απέτυχαν παταγωδώς σε όλες τις εκτιμήσεις για την πορεία της πραγματικής οικονομίας. Αρχικά, υπολόγιζαν ότι φέτος η ύφεση θα είναι 3%, μετά αναθεώρησαν στο 3,5%, όμως τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Στο πρώτο τρίμηνο ξεπέρασε το 5,5% και δεν χρειάζεται κανείς να είναι μάντης για να προβλέψει ότι η ύφεση θα επιδεινωθεί μετά το πρωτοφανές μπαράζ φόρων που περιλαμβάνεται στον εφαρμοστικό νόμο του Μεσοπρόθεσμου. Το ίδιο συμβαίνει και με την ανεργία, που είχε εκτιμηθεί φέτος ότι θα ανέλθει στο 15,4%, όμως έχει ήδη εκτοξευθεί κοντά στο 16,5%.
Επομένως, οι αριθμοί πιστοποιούν μία αλήθεια που πρέπει να λάβουν υπόψη τους βουλευτές και Τρόικα: Οι στόχοι που έχουν τεθεί στο Μεσοπρόθεσμο δεν πρόκειται ποτέ να επιτευχθούν με την πολιτική της φοροεπιδρομής και της νέας, οριζόντιας, μείωσης σε μισθούς (δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων) και συντάξεις.
Αντιθέτως, η αύξηση των επιβαρύνσεων θα οδηγήσει ακόμη και τους τελευταίους νομοταγείς φορολογούμενους στη φοροδιαφυγή, στη μαύρη οικονομία, στην ανασφάλιστη εργασία. Είναι κρίμα επειδή υπήρξε ολοκληρωτική αποτυχία στην πάταξη της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής να αναζητούνται οι φόροι που λείπουν από τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους, τους επαγγελματίες και μικρομεσαίους.
Πόσο κινδυνεύουμε;
Αλήθεια, όμως, η Ελλάδα κινδυνεύει με χρεοκοπία εάν δεν ψηφισθεί το Μεσοπρόθεσμο; Σε αυτό το ερώτημα δεν υπάρχουν αστείες απαντήσεις, γι’ αυτό ας δούμε τα πράγματα σοβαρά. Κατ’ αρχήν είναι πλέον εμφανές ότι εάν εφαρμοσθεί η νέα φορολογική λαίλαπα, θα υπάρξει τους επόμενους μήνες στάση πληρωμών από χιλιάδες επιχειρήσεις και νοικοκυριά, που πολύ απλά δεν θα μπορέσουν να πληρώσουν τους φόρους τους. Θα μπουν στη λίστα με τους ληξιπρόθεσμους οφειλέτες ή θα σταματήσουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα παρασύροντας σε ένα ντόμινο χρεοκοπίας την αλυσίδα της παραγωγικής και εμπορικής δραστηριότητας. Τότε, θα είναι πλέον ζήτημα χρόνου το πρόβλημα να μετατοπισθεί στο Δημόσιο. Το Μεσοπρόθεσμο, όπως είναι τώρα, δεν είναι σωτηρία από τη χρεοκοπία, αλλά ο πιο «σίγουρος» δρόμος προς αυτήν. Το ξέρουν όλοι και καλύτερα από όλους τα μέλη του οικονομικού επιτελείου και του κυβερνητικού μηχανισμού που θέλουν να ψηφισθεί ένα πρόγραμμα το οποίο δεν έχει καμία πιθανότητα να υλοποιηθεί επιτυχώς.
Το ξέρουν, επιτέλους, και αρκετοί στην Ευρώπη. Το χθεσινό άρθρο του έγκυρου οικονομικού αναλυτή Βόλφγκανγκ Μινχάου στους «Financial Times» με τίτλο «Ισως οι Ελληνες βουλευτές πρέπει να πουν “όχι”» είναι αποκαλυπτικό για το αδιέξοδο της πολιτικής την οποία η χώρα καλείται με εκβιαστικό τρόπο να εφαρμόσει. Το έλλειμμα αναπτυξιακής κατεύθυνσης είναι ορατό σε όλους. Ο οικονομικός στραγγαλισμός μίας χώρας εν ονόματι της μείωσης των ελλειμμάτων (που μάλιστα δεν επιτυγχάνεται) δεν μπορεί να θεωρηθεί ευρωπαϊκή πολιτική, αλλά δημοσιονομικός στρουθοκαμηλισμός. Αυτό που έλεγε εδώ και ένα χρόνο ο πρόεδρος της Ν.Δ., ότι χωρίς την ανάπτυξη κάθε προσπάθεια λιτότητας είναι χαμένη, το ψελλίζουν τώρα κορυφαίοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, όπως ο κ. Μπαρόζο ή ο κ. Γιούνκερ, που δηλώνουν ότι εάν δεν αντιμετωπισθεί η ύφεση τα προβλήματα θα πολλαπλασιασθούν.
Πολύ απλά, εάν οι Ευρωπαίοι και το ΔΝΤ ενδιαφέρονται για τα λεφτά τους, πρέπει και αυτοί να αλλάξουν ρότα.
Να πουν «όχι» σε αυτή την πολιτική, αλλά να υποχρεώσουν την κυβέρνηση να εφαρμόσει ένα βιώσιμο πλάνο ανάπτυξης με πραγματικό άνοιγμα αγορών, διαδικασίες-εξπρές σε επενδύσεις στην κατοικία και την ενέργεια, ενθάρρυνση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και μείωση των δημοσίων δαπανών μέσω ενός γενναίου προγράμματος εφεδρείας που θα απελευθερώνει πόρους στο παραγωγικό δυναμικό της χώρας. Ακόμη και οι ιδιωτικοποιήσεις, που αποτελούν βασικό εργαλείο οικονομικής ανάπτυξης, έτσι όπως επιβάλλονται να εφαρμοσθούν από την Τρόικα, θα έχουν μηδαμινό εισπρακτικό αποτέλεσμα και δεν θα προσφέρουν καμία αναπτυξιακή δυναμική. Η ισοπέδωση εισηγμένων και μη επιχειρήσεων δεν συνιστά μηχανισμό ανάκαμψης, αλλά μπίζνες για λίγους. Ταυτόχρονα, όμως, οι τροϊκανοί πρέπει να δουν κατάματα το πρόβλημα του ευρωπαϊκού χρέους. Οι ηγέτες της ευρωζώνης δεν πρόκειται να αφήσουν την Ελλάδα να χρεοκοπήσει γιατί οι επιπτώσεις θα είναι πολλαπλασιαστικές στις μεγάλες οικονομίες, αλλά και στην περιοχή των Βαλκανίων. Το πρόβλημα ξεκινά από τις τοξικές ευρωπαϊκές τράπεζες και όχι από την Ελλάδα, τα οικονομικά μεγέθη της οποίας σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογούν πτώχευση. Εκτός εάν βάλουμε στην ίδια μοίρα τη Βρετανία (με έλλειμμα 10,4% το 2010, όσο το δικό μας δηλαδή) και τις ΗΠΑ (με έλλειμμα κοντά στο 11%). Εφόσον δεν υπάρξει εξυγίανση χαρτοφυλακίων στις μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες και ταυτόχρονα συνολική λύση στο χρέος με την έκδοση ευρωομολόγων, κανένας δεν θα μπορέσει να σταματήσει την καταιγίδα που σήμερα σκεπάζει την Ελλάδα και αύριο θα καλύψει όλη την ευρωζώνη.
Τι πρέπει να γίνει;
Αυτό που απαιτείται τώρα, είναι αυτό που έχει πει ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Αντώνης Σαμαράς με μία λέξη: Επαναδιαπραγμάτευση. Με ειλικρίνεια και εντιμότητα. Να τεθούν ρεαλιστικά και όχι ουτοπικά χρονοδιαγράμματα, ώστε οι στόχοι να είναι εφικτοί, και όχι σε χαρτιά, που «κοκκινίζουν» κάθε τρίμηνο από τους ελεγκτές της Τρόικας. Για παράδειγμα, ποιος μπορεί να πιστέψει ότι τους επόμενους μήνες το υπουργείο Οικονομικών θα μπορέσει να εισπράξει το φετινό Φόρο Ακίνητης Περιουσίας (με το νέο χαμηλότερο αφορολόγητο των 200.000 ευρώ), όταν ακόμη δεν έχει ολοκληρώσει τη διαδικασία για το 2010; Η επαναδιαπραγμάτευση πρέπει να έχει δύο βασικούς άξονες: Πρώτον, τη μείωση της έμμεσης και άμεσης φορολογίας ώστε να αναθερμανθεί η αγορά και, δεύτερον, την ενίσχυση της χώρας με αναπτυξιακά εργαλεία. Η εξ ολοκλήρου κοινοτική χρηματοδότηση των έργων με μετάθεση της εθνικής χρηματοδότησης για τα επόμενα χρόνια είναι μία σημαντική διευκόλυνση. Το ίδιο οι αποκρατικοποιήσεις, εφόσον γίνουν βάσει σχεδίου και όχι με όρους απαξίωσης. Η μείωση των δημοσίων δαπανών με εφεδρείες εργαζομένων, όταν όμως παράλληλα θα χτίζονται αναπτυξιακές πολιτικές ώστε ο ιδιωτικός τομέας να δημιουργεί θέσεις εργασίας και εισοδήματα. Η αντιμετώπιση των συντεχνιών, που θεωρούν τις ΔΕΚΟ παραμάγαζό τους.
Ενα ηχηρό «όχι» στις πολιτικές του Μεσοπρόθεσμου θα είναι η καλύτερη απάντηση ώστε όλοι να βγάλουν το κεφάλι τους από την άμμο και δουν την πραγματικότητα. Ενα ηχηρό «όχι» θα ισοδυναμεί με ένα δυνατό «ναι» σε πολιτικές ρεαλισμού, που θα προσφέρουν βιώσιμη ανάπτυξη και όχι το έδαφος για τις μαύρες τρύπες του επόμενου τριμήνου. Ενα ηχηρό «όχι» θα ταρακουνήσει όλους αυτούς που έχουν ξεφύγει τον τελευταίο καιρό και συμπεριφέρονται στους Ελληνες σαν να είναι υποτελείς. Ενα ηχηρό «όχι» δεν θα μας οδηγήσει στη χρεοκοπία, αλλά θα αποτελέσει σταθμό για να την αποφύγουμε.
Ενα ηχηρό «όχι» συνιστά το πιο μεγάλο «ναι», ώστε η Ελλάδα να μπορέσει να βρει ξανά τον ευρωπαϊκό της βηματισμό, όχι με εκβιασμούς και διλήμματα τρόμου, αλλά με βιώσιμες πολιτικές που θα αναδεικνύουν τα προτερήματα αυτού του τόπου και δεν θα ανακυκλώνουν τις παθογένειές του.
Π. Αμυράς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου