Τι κάνουμε με τους αδύναμους μαθητές;
Γιατί μου αρέσει να ασχολούμαι, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, με τους αδύναμους μαθητές; Δεν ξέρω. Δεν κερδίζω κάτι. Ξέρω μόνο ότι είναι σκληρό. Είναι σκληρό να βλέπεις ένα παιδί να παλεύει με όλες του τις δυνάμεις και να αποτυγχάνει ξανά και ξανά. Είναι σκληρό να πηγαίνεις στην τάξη γεμάτος ενθουσιασμό, σίγουρος ότι αυτή τη ϕορά θα τα καταϕέρει, σίγουρος ότι βρήκες το κόλπο, και να αποτυγχάνει ξανά. Είναι σκληρό να αϕιερώνεις περισσότερο χρόνο σε αυτόν και να μαθαίνει τα λιγότερα. Είναι σκληρό να τον παραμελείς, δήθεν για να ασχοληθείς με άλλους, ενώ στην πραγματικότητα δεν ξέρεις τι άλλο
να κάνεις, ενώ στην πραγματικότητα έχεις κουραστεί…
Παρακάτω παραθέτω έναν προσωπικό οδηγό αντιμετώπισης των αδύναμων μαθητών για τους οποίους δεν υπάρχει διάγνωση από το ΚΕΔΔΥ. Αποτελεί και μια απολογία για όσες ϕορές δε στάθηκα δίπλα τους.
Διάγνωση
Προϕανώς δεν μπορούμε να υποκαταστήσουμε το ΚΕΔΔΥ. Ωστόσο το πρώτο βήμα για να βοηθήσουμε τον αδύναμο μαθητή είναι να σχηματίσουμε μια υπόθεση σχετικά με την αιτία που προκαλεί τη μαθησιακή δυσκολία. Μπορεί να είναι η ϕτώχεια, προβλήματα στο οικογενειακό περιβάλλον, ειδικές μαθησιακές δυσκολίες, αυτισμός κ.τ.λ. Όποια και αν είναι η αιτία, εμείς πρέπει να προσπαθήσουμε να την εντοπίσουμε.
Πώς θα το πετύχουμε; Ρωτώντας άλλους συναδέλϕους που μπορεί να είχαν το ίδιο παιδί ή αδέλϕια του τα προηγούμενα χρόνια· ψάχνοντας στο διαδίκτυο για τους τρόπους διάγνωσης και τα συμπτώματα που έχουν η δυσλεξία, η ΔΕΠ-Υ κ.ά.· συζητώντας με τους γονείς και με το ίδιο το παιδί. Με αυτόν τον τρόπο θα σχηματίσουμε μια πρώτη εικόνα, μια υποθετική διάγνωση.
Παρέμβαση
Η υποθετική διάγνωση θα μας καθοδηγήσει στη σύνταξη της παρέμβασης. Αλλιώς θα συμπεριϕερθούμε αν το παιδί πιστεύουμε ότι έχει δυσλεξία κι αλλιώς αν βρίσκεται στο φάσμα του αυτισμού. Ευτυχώς στο διαδίκτυο υπάρχει πολύ υλικό για να ενημερωθούμε.
Αρχές
Η όλη προσπάθεια, πάντως, πρέπει να διέπεται από 3 αρχές: την αρχή της απλότητας, την αρχή της αποδοχής και την αρχή της πλειοψηϕίας.
Η αρχή της απλότητας
Δε θα σώσουμε τον κόσμο. Απλώς προσπαθούμε να κάνουμε τη δουλειά μας καλύτερα. Έτσι, ξεκινάμε πάντα από τα εύκολα. Τόσο στη διάγνωση όσο και στην αντιμετώπιση. Αν δεν ξέρουμε τι συμβαίνει επιλέγουμε την απλούστερη περίπτωση. Αν υποψιαζόμαστε τι συμβαίνει προσπαθούμε να εϕαρμόσουμε τις απλούστερες υποδείξεις. Αν πετύχουμε καλώς. Ενσωματώνουμε στη διδασκαλία μας δυσκολότερες οδηγίες. Αν όχι, κρατάμε την ψυχραιμία μας και διαβάζουμε παρακάτω.
Η αρχή της αποδοχής
Όταν ένας μαθητής δε μαθαίνει, δε μαθαίνει. Το αποδεχόμαστε. Το να σκάμε, να βασανιζόμαστε, να αγανακτούμε, να ϕωνάζουμε, να κατηγορούμε τους πάντες και τα πάντα δε βοηθάει κανέναν. Όταν διδάσκεις κάτι με κάποιον τρόπο και ο μαθητής δε μαθαίνει, κάτι πρέπει να αλλάξει: Ο τρόπος διδασκαλίας; Η οικογενειακή κατάσταση; Οι εκπαιδευτικοί στόχοι; Ό,τι και να ‘ναι δεν αλλάζει αν εμείς αγανακτούμε. Τις δυσκολίες του παιδιού όσο παράξενες, εκνευριστικές, περίεργες, αλλοπρόσαλλες, ακατανόητες και να είναι, πρέπει να τις αποδεχτούμε.
Η αρχή της πλειοψηϕίας
Υπάρχουν ϕορές που διδάσκουμε κάτι δύσκολο, κάτι που δυσκολεύει όλους και όχι μόνο έναν. Σε αυτές τις περιπτώσεις υποχρεωτικά προτεραιότητα έχουν οι πολλοί. Είναι χαοτικό να διδάσκουμε και να σκεϕτόμαστε: «Και τώρα ποιον θα βοηθήσω;». Στις περιπτώσεις που υπάρχει δίλημμα και τεράστια εσωτερική πίεση η απάντηση είναι απλή: την πλειοψηϕία.
Αποτυχία
Σε περίπτωση που η υποθετική διάγνωση αποτύχει, υπάρχουν 3 δυνατότητες:
Να μειώσουμε τις προσδοκίες μας
Να διορθώσουμε την παρέμβαση
Να αλλάξουμε διάγνωση
Μείωση προσδοκιών
Είναι η πρώτη επιλογή. Συνήθως πάνω στον ενθουσιασμό μας νομίζουμε ότι θα πετύχουμε περισσότερα από αυτά που πράγματι μπορούμε. Ξεχνάμε ότι οι δυνατότητές μας είναι περιορισμένες. Αυτό επομένως που κάνουμε είναι να απλουστεύσουμε τους εκπαιδευτικούς μας στόχους.
Διόρθωση παρέμβασης
Δεν μπορείς να κατασκευάζεις συνέχεια απλούστερους στόχους. Αν κάτι δεν πάει καλά μπορεί να ευθύνεται το πρόγραμμα παρέμβασης. Δεν είναι εύκολο να κατασκευαστεί ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα παρέμβασης, ειδικά όταν το κάνεις πρώτη ϕορά και δεν είσαι ειδικός. Επομένως, πρέπει να κοιτάξουμε και πάλι το υλικό που συμβουλευτήκαμε, να αναζητήσουμε καινούριο υλικό σύμϕωνα με τις νέες ανάγκες που δημιουργήθηκαν, για να δούμε τι διορθώσεις μπορούμε να κάνουμε.
Νέα διάγνωση
Αν αποτύχει η νέα διορθωμένη παρέμβαση, τότε πιθανότατα είναι λανθασμένη η διάγνωση. Λογικό, μιας και δεν έχουμε τις εξειδικευμένες γνώσεις και τη συσσωρευμένη εμπειρία του ΚΕΔΔΥ. Δεν υπάρχει λόγος να τα παρατήσουμε. Ας μην ξεχνάμε ότι συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις το παιδί έχει μόνο εμάς. Κανέναν άλλον. Καλό είναι να αποτραβηχτούμε για λίγο, να βρούμε νέες δυνάμεις και να ριχτούμε ξανά στη μάχη. Πάλι ψάξιμο, πάλι διάβασμα, πάλι ερωτήσεις από δω κι από κει και στο τέλος κάποια άκρη θα βρούμε. Κι ο κύκλος αρχίζει ξανά από την αρχή…
Γιατί μου αρέσει να ασχολούμαι, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, με τους αδύναμους μαθητές; Δεν ξέρω. Δεν κερδίζω κάτι. Ξέρω μόνο ότι είναι σκληρό. Είναι σκληρό να βλέπεις ένα παιδί να παλεύει με όλες του τις δυνάμεις και να αποτυγχάνει ξανά και ξανά. Είναι σκληρό να πηγαίνεις στην τάξη γεμάτος ενθουσιασμό, σίγουρος ότι αυτή τη ϕορά θα τα καταϕέρει, σίγουρος ότι βρήκες το κόλπο, και να αποτυγχάνει ξανά. Είναι σκληρό να αϕιερώνεις περισσότερο χρόνο σε αυτόν και να μαθαίνει τα λιγότερα. Είναι σκληρό να τον παραμελείς, δήθεν για να ασχοληθείς με άλλους, ενώ στην πραγματικότητα δεν ξέρεις τι άλλο
να κάνεις, ενώ στην πραγματικότητα έχεις κουραστεί…
Παρακάτω παραθέτω έναν προσωπικό οδηγό αντιμετώπισης των αδύναμων μαθητών για τους οποίους δεν υπάρχει διάγνωση από το ΚΕΔΔΥ. Αποτελεί και μια απολογία για όσες ϕορές δε στάθηκα δίπλα τους.
Διάγνωση
Προϕανώς δεν μπορούμε να υποκαταστήσουμε το ΚΕΔΔΥ. Ωστόσο το πρώτο βήμα για να βοηθήσουμε τον αδύναμο μαθητή είναι να σχηματίσουμε μια υπόθεση σχετικά με την αιτία που προκαλεί τη μαθησιακή δυσκολία. Μπορεί να είναι η ϕτώχεια, προβλήματα στο οικογενειακό περιβάλλον, ειδικές μαθησιακές δυσκολίες, αυτισμός κ.τ.λ. Όποια και αν είναι η αιτία, εμείς πρέπει να προσπαθήσουμε να την εντοπίσουμε.
Πώς θα το πετύχουμε; Ρωτώντας άλλους συναδέλϕους που μπορεί να είχαν το ίδιο παιδί ή αδέλϕια του τα προηγούμενα χρόνια· ψάχνοντας στο διαδίκτυο για τους τρόπους διάγνωσης και τα συμπτώματα που έχουν η δυσλεξία, η ΔΕΠ-Υ κ.ά.· συζητώντας με τους γονείς και με το ίδιο το παιδί. Με αυτόν τον τρόπο θα σχηματίσουμε μια πρώτη εικόνα, μια υποθετική διάγνωση.
Παρέμβαση
Η υποθετική διάγνωση θα μας καθοδηγήσει στη σύνταξη της παρέμβασης. Αλλιώς θα συμπεριϕερθούμε αν το παιδί πιστεύουμε ότι έχει δυσλεξία κι αλλιώς αν βρίσκεται στο φάσμα του αυτισμού. Ευτυχώς στο διαδίκτυο υπάρχει πολύ υλικό για να ενημερωθούμε.
Αρχές
Η όλη προσπάθεια, πάντως, πρέπει να διέπεται από 3 αρχές: την αρχή της απλότητας, την αρχή της αποδοχής και την αρχή της πλειοψηϕίας.
Η αρχή της απλότητας
Δε θα σώσουμε τον κόσμο. Απλώς προσπαθούμε να κάνουμε τη δουλειά μας καλύτερα. Έτσι, ξεκινάμε πάντα από τα εύκολα. Τόσο στη διάγνωση όσο και στην αντιμετώπιση. Αν δεν ξέρουμε τι συμβαίνει επιλέγουμε την απλούστερη περίπτωση. Αν υποψιαζόμαστε τι συμβαίνει προσπαθούμε να εϕαρμόσουμε τις απλούστερες υποδείξεις. Αν πετύχουμε καλώς. Ενσωματώνουμε στη διδασκαλία μας δυσκολότερες οδηγίες. Αν όχι, κρατάμε την ψυχραιμία μας και διαβάζουμε παρακάτω.
Η αρχή της αποδοχής
Όταν ένας μαθητής δε μαθαίνει, δε μαθαίνει. Το αποδεχόμαστε. Το να σκάμε, να βασανιζόμαστε, να αγανακτούμε, να ϕωνάζουμε, να κατηγορούμε τους πάντες και τα πάντα δε βοηθάει κανέναν. Όταν διδάσκεις κάτι με κάποιον τρόπο και ο μαθητής δε μαθαίνει, κάτι πρέπει να αλλάξει: Ο τρόπος διδασκαλίας; Η οικογενειακή κατάσταση; Οι εκπαιδευτικοί στόχοι; Ό,τι και να ‘ναι δεν αλλάζει αν εμείς αγανακτούμε. Τις δυσκολίες του παιδιού όσο παράξενες, εκνευριστικές, περίεργες, αλλοπρόσαλλες, ακατανόητες και να είναι, πρέπει να τις αποδεχτούμε.
Η αρχή της πλειοψηϕίας
Υπάρχουν ϕορές που διδάσκουμε κάτι δύσκολο, κάτι που δυσκολεύει όλους και όχι μόνο έναν. Σε αυτές τις περιπτώσεις υποχρεωτικά προτεραιότητα έχουν οι πολλοί. Είναι χαοτικό να διδάσκουμε και να σκεϕτόμαστε: «Και τώρα ποιον θα βοηθήσω;». Στις περιπτώσεις που υπάρχει δίλημμα και τεράστια εσωτερική πίεση η απάντηση είναι απλή: την πλειοψηϕία.
Αποτυχία
Σε περίπτωση που η υποθετική διάγνωση αποτύχει, υπάρχουν 3 δυνατότητες:
Να μειώσουμε τις προσδοκίες μας
Να διορθώσουμε την παρέμβαση
Να αλλάξουμε διάγνωση
Μείωση προσδοκιών
Είναι η πρώτη επιλογή. Συνήθως πάνω στον ενθουσιασμό μας νομίζουμε ότι θα πετύχουμε περισσότερα από αυτά που πράγματι μπορούμε. Ξεχνάμε ότι οι δυνατότητές μας είναι περιορισμένες. Αυτό επομένως που κάνουμε είναι να απλουστεύσουμε τους εκπαιδευτικούς μας στόχους.
Διόρθωση παρέμβασης
Δεν μπορείς να κατασκευάζεις συνέχεια απλούστερους στόχους. Αν κάτι δεν πάει καλά μπορεί να ευθύνεται το πρόγραμμα παρέμβασης. Δεν είναι εύκολο να κατασκευαστεί ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα παρέμβασης, ειδικά όταν το κάνεις πρώτη ϕορά και δεν είσαι ειδικός. Επομένως, πρέπει να κοιτάξουμε και πάλι το υλικό που συμβουλευτήκαμε, να αναζητήσουμε καινούριο υλικό σύμϕωνα με τις νέες ανάγκες που δημιουργήθηκαν, για να δούμε τι διορθώσεις μπορούμε να κάνουμε.
Νέα διάγνωση
Αν αποτύχει η νέα διορθωμένη παρέμβαση, τότε πιθανότατα είναι λανθασμένη η διάγνωση. Λογικό, μιας και δεν έχουμε τις εξειδικευμένες γνώσεις και τη συσσωρευμένη εμπειρία του ΚΕΔΔΥ. Δεν υπάρχει λόγος να τα παρατήσουμε. Ας μην ξεχνάμε ότι συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις το παιδί έχει μόνο εμάς. Κανέναν άλλον. Καλό είναι να αποτραβηχτούμε για λίγο, να βρούμε νέες δυνάμεις και να ριχτούμε ξανά στη μάχη. Πάλι ψάξιμο, πάλι διάβασμα, πάλι ερωτήσεις από δω κι από κει και στο τέλος κάποια άκρη θα βρούμε. Κι ο κύκλος αρχίζει ξανά από την αρχή…
https://mcsotos.wordpress.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου