Κυκλοφορεί στο διαδίκτυο, στη γειτονική Ιταλία, το παραμύθι με τον τίτλο: «Η κρίση των γαϊδουριών» που περιγράφει την οικονομική κρίση στην οποία έχει βρεθεί ολόκληρος ο κόσμος και με την οποία προσκαλούν τους πολίτες να κατέβουν στις πλατείες στις 15 Οκτωβρίου για την «παγκόσμια μέρα των αγανακτισμένων».
Ένας άντρας με κοστούμι και γραβάτα εμφανίστηκε μια μέρα σε ένα χωριό. Ανέβηκε σε ένα καφάσι με φρούτα και διαλαλούσε στους περαστικούς πως θα αγόραζε με 100 ευρώ σε μετρητά για κάθε γάιδαρο που θα του έφερναν. Οι χωρικοί έμειναν έκπληκτοι με την προσφορά αλλά επειδή η τιμή ήταν υψηλή όσοι δέχτηκαν επέστρεψαν στο σπίτι τους με γεμάτο πορτοφόλι και ευτυχισμένοι.
Ο επισκέπτης επέστρεψε και την επόμενη μέρα και αυτή τη φορά προσέφερε 150 ευρώ για κάθε γάιδαρο και αυτή τη φορά πολλά ήταν τα άτομα που πούλησαν τα ζώα τους. Την επόμενη μέρα προσέφερε 300 ευρώ σε όσους ακόμα δεν είχαν πουλήσει τα τελευταία γαϊδουράκια του χωριού. Βλέποντας πως δεν είχε μείνει γάιδαρος στο χωριό, δήλωσε πως θα αγόραζε την επόμενη εβδομάδα προς 500 ευρώ τον κάθε γάιδαρο που θα του πήγαιναν και έφυγε. Την επόμενη μέρα έδωσε σε ένα συνεργάτη του όλα τα γαϊδουράκια που είχε αγοράσει από τους χωριάτες και τον έστειλε στο χωριό με την εντολή να πουλήσει τα ζωντανά προς 400 ευρώ το καθένα.
Προβλέποντας τη δυνατότητα να αποκομίσει ένα πρόσθετο ποσό 100 ευρώ, την επόμενη εβδομάδα, οι κάτοικοι του χωριού αγόρασαν γαϊδουράκια τέσσερις φορές περισσότερο από αυτή που τα πούλησαν και για να το πετύχουν πήραν δάνειο από την τράπεζα.
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι δύο άντρες που έκλεισαν τη δουλειά πήγαν διακοπές σε κάποιο φορολογικό παράδεισο και όλοι οι κάτοικοι του χωριού έμειναν με τα γαϊδουράκια που δεν είχαν πλέον αξία και με χρέη μέχρι το λαιμό. Οι ατυχείς χωριάτες προσπάθησαν χωρίς αποτέλεσμα να πουλήσουν τα γαϊδούρια για να ξεχρεώσουν τα δάνεια που είχαν πάρει από τη τράπεζα. Οι τιμές των γαϊδουριών έπεσαν κατακόρυφα. Τα ζωντανά κατασχέθηκαν από τις τράπεζες και επεστράφησαν με ενοίκιο στους προηγούμενους ιδιοκτήτες από την τράπεζα.
Παρόλ’ αυτά ο τραπεζίτης πήγε να κλαφτεί στον δήμαρχο, εξηγώντας πως αν δεν επανακτούσε το κεφάλαιό του, θα καταστρεφόταν και θα έπρεπε να ζητήσει την άμεση επιστροφή όλων των δανείων που είχε δώσει στη κοινότητα.
Για να αποφύγει την καταστροφή, ο δήμαρχος, αντί να δώσει τα λεφτά σους κατοίκους του χωριού για να αποπληρώσουν τα δάνειά τους, έδωσε τα λεφτά στον τραπεζίτη (που όλως τυχαίως ήταν φίλος και βασικός μέτοχος). Κι όμως ο τελευταίος, αφού άδειασε το λογαριασμό στο θησαυροφυλάκιο, δεν ακύρωσε τα χρέη των χωρικών ούτε τα χρέη της κοινότητας και έτσι όλοι συνέχισαν να κολυμπάνε στα χρέη. Πνιγμένη στα χρέη η κοινότητα ζήτησε βοήθεια από τα διπλανά χωριά, αλλά εκείνοι απάντησαν πως δεν μπορούσαν να τους βοηθήσουν με κανένα τρόπο λόγω του ότι και αυτοί ζούσαν τον ίδιο εφιάλτη.
Μετά από την πρόταση του τραπεζίτη, όλοι αποφάσισαν να περικόψουν τις εισφορές: λιγότερα λεφτά για τα σχολεία, για τις κοινωνικές υπηρεσίες, για τους δημόσιους δρόμους, την υγεία… Αυξήθηκε η ηλικία για τις συντάξεις και απολύθηκαν πολλοί δημόσιοι υπάλληλοι, μειώθηκαν οι μισθοί και την ίδια στιγμή όλοι οι φόροι αυξήθηκαν. Λέγανε πως ήταν κάτι το αναπόφευκτο και υποσχέθηκαν να καταγγείλουν το ανήθικο αυτό το σκανδαλώδες εμπόριο των γαϊδουριών.
Αυτή η θλιβερή ιστορία αποκτά περισσότερο ενδιαφέρον μετά την αποκάλυψη πως ο τραπεζίτης και οι δυο απατεώνες είναι αδέρφια και ζουν μαζί σε ένα νησί των Βερμούδων, που το απέκτησαν με την απάτη.
Εμείς τους ονομάζουμε αδερφούς «αγορές». Πολύ γενναιόδωρα, υποσχέθηκαν να χρηματοδοτήσουν την εκλογική εκστρατεία του απερχόμενου δήμαρχου. Αυτή η ιστορία δεν τελειώνει γιατί δεν γνωρίζουμε ποιο ήταν το τέλος των κατοίκων του χωριού.
Εσείς τι θα κάνατε αν βρισκόσασταν στη θέση τους; Τι θα κάνετε;
Αν αυτή η ιστορία σας θυμίζει κάτι , σας περιμένουμε να βρεθούμε όλοι μαζί στους δρόμους και τις πλατείες των χωριών και των πόλεών μας το Σάββατο στις 15 Οκτωβρίου 2011 (Στην παγκόσμια μέρα των αγανακτισμένων)…
Προωθήστε αυτή την ιστορία…
Ένας άντρας με κοστούμι και γραβάτα εμφανίστηκε μια μέρα σε ένα χωριό. Ανέβηκε σε ένα καφάσι με φρούτα και διαλαλούσε στους περαστικούς πως θα αγόραζε με 100 ευρώ σε μετρητά για κάθε γάιδαρο που θα του έφερναν. Οι χωρικοί έμειναν έκπληκτοι με την προσφορά αλλά επειδή η τιμή ήταν υψηλή όσοι δέχτηκαν επέστρεψαν στο σπίτι τους με γεμάτο πορτοφόλι και ευτυχισμένοι.
Ο επισκέπτης επέστρεψε και την επόμενη μέρα και αυτή τη φορά προσέφερε 150 ευρώ για κάθε γάιδαρο και αυτή τη φορά πολλά ήταν τα άτομα που πούλησαν τα ζώα τους. Την επόμενη μέρα προσέφερε 300 ευρώ σε όσους ακόμα δεν είχαν πουλήσει τα τελευταία γαϊδουράκια του χωριού. Βλέποντας πως δεν είχε μείνει γάιδαρος στο χωριό, δήλωσε πως θα αγόραζε την επόμενη εβδομάδα προς 500 ευρώ τον κάθε γάιδαρο που θα του πήγαιναν και έφυγε. Την επόμενη μέρα έδωσε σε ένα συνεργάτη του όλα τα γαϊδουράκια που είχε αγοράσει από τους χωριάτες και τον έστειλε στο χωριό με την εντολή να πουλήσει τα ζωντανά προς 400 ευρώ το καθένα.
Προβλέποντας τη δυνατότητα να αποκομίσει ένα πρόσθετο ποσό 100 ευρώ, την επόμενη εβδομάδα, οι κάτοικοι του χωριού αγόρασαν γαϊδουράκια τέσσερις φορές περισσότερο από αυτή που τα πούλησαν και για να το πετύχουν πήραν δάνειο από την τράπεζα.
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι δύο άντρες που έκλεισαν τη δουλειά πήγαν διακοπές σε κάποιο φορολογικό παράδεισο και όλοι οι κάτοικοι του χωριού έμειναν με τα γαϊδουράκια που δεν είχαν πλέον αξία και με χρέη μέχρι το λαιμό. Οι ατυχείς χωριάτες προσπάθησαν χωρίς αποτέλεσμα να πουλήσουν τα γαϊδούρια για να ξεχρεώσουν τα δάνεια που είχαν πάρει από τη τράπεζα. Οι τιμές των γαϊδουριών έπεσαν κατακόρυφα. Τα ζωντανά κατασχέθηκαν από τις τράπεζες και επεστράφησαν με ενοίκιο στους προηγούμενους ιδιοκτήτες από την τράπεζα.
Παρόλ’ αυτά ο τραπεζίτης πήγε να κλαφτεί στον δήμαρχο, εξηγώντας πως αν δεν επανακτούσε το κεφάλαιό του, θα καταστρεφόταν και θα έπρεπε να ζητήσει την άμεση επιστροφή όλων των δανείων που είχε δώσει στη κοινότητα.
Για να αποφύγει την καταστροφή, ο δήμαρχος, αντί να δώσει τα λεφτά σους κατοίκους του χωριού για να αποπληρώσουν τα δάνειά τους, έδωσε τα λεφτά στον τραπεζίτη (που όλως τυχαίως ήταν φίλος και βασικός μέτοχος). Κι όμως ο τελευταίος, αφού άδειασε το λογαριασμό στο θησαυροφυλάκιο, δεν ακύρωσε τα χρέη των χωρικών ούτε τα χρέη της κοινότητας και έτσι όλοι συνέχισαν να κολυμπάνε στα χρέη. Πνιγμένη στα χρέη η κοινότητα ζήτησε βοήθεια από τα διπλανά χωριά, αλλά εκείνοι απάντησαν πως δεν μπορούσαν να τους βοηθήσουν με κανένα τρόπο λόγω του ότι και αυτοί ζούσαν τον ίδιο εφιάλτη.
Μετά από την πρόταση του τραπεζίτη, όλοι αποφάσισαν να περικόψουν τις εισφορές: λιγότερα λεφτά για τα σχολεία, για τις κοινωνικές υπηρεσίες, για τους δημόσιους δρόμους, την υγεία… Αυξήθηκε η ηλικία για τις συντάξεις και απολύθηκαν πολλοί δημόσιοι υπάλληλοι, μειώθηκαν οι μισθοί και την ίδια στιγμή όλοι οι φόροι αυξήθηκαν. Λέγανε πως ήταν κάτι το αναπόφευκτο και υποσχέθηκαν να καταγγείλουν το ανήθικο αυτό το σκανδαλώδες εμπόριο των γαϊδουριών.
Αυτή η θλιβερή ιστορία αποκτά περισσότερο ενδιαφέρον μετά την αποκάλυψη πως ο τραπεζίτης και οι δυο απατεώνες είναι αδέρφια και ζουν μαζί σε ένα νησί των Βερμούδων, που το απέκτησαν με την απάτη.
Εμείς τους ονομάζουμε αδερφούς «αγορές». Πολύ γενναιόδωρα, υποσχέθηκαν να χρηματοδοτήσουν την εκλογική εκστρατεία του απερχόμενου δήμαρχου. Αυτή η ιστορία δεν τελειώνει γιατί δεν γνωρίζουμε ποιο ήταν το τέλος των κατοίκων του χωριού.
Εσείς τι θα κάνατε αν βρισκόσασταν στη θέση τους; Τι θα κάνετε;
Αν αυτή η ιστορία σας θυμίζει κάτι , σας περιμένουμε να βρεθούμε όλοι μαζί στους δρόμους και τις πλατείες των χωριών και των πόλεών μας το Σάββατο στις 15 Οκτωβρίου 2011 (Στην παγκόσμια μέρα των αγανακτισμένων)…
Προωθήστε αυτή την ιστορία…
Κωστής Αποστολόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου