«Στη συντριπτική τους πλειονότητα, οι
επαγγελματίες δηλώνουν(!) κέρδη έως και 10.000 ευρώ για να μην πληρώνουν(!)
περισσότερες ασφαλιστικές εισφορές από το ελάχιστο όριο των 175 ευρώ». Θ. Τσίρος,
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 8/9/2019.
Ταυτόχρονα με την έρευνα
της Ε.Ε. για την φοροδιαφυγή που επιβεβαιώνει -για μια ακόμα φορά- ότι η
φοροδιαφυγή είναι ενδημικό φαινόμενο
στην Ελλάδα, προαναγγέλθηκαν μέτρα τα οποία στοχεύουν στην ελάφρυνση εκείνων κυρίως
οι οποίοι συντηρούν την παραοικονομία. Στο καθαρά δημοσιογραφικό-επαγγελματικό
ρεπορτάζ της Καθημερινής η αλήθεια διαχέεται μέσα στις γραμμές του κειμένου.
Είναι αλήθεια, πασίγνωστη και αναμφισβήτητη, ότι: «Στη συντριπτική
τους πλειονότητα» οι επαγγελματίες «δηλώνουν…» περίπου
ότι θέλουν ή ότι τους συμφέρει. Όχι
μόνο για να μην πληρώσουν «περισσότερες ασφαλιστικές
εισφορές από το ελάχιστο όριο», αλλά και για να πληρώσουν λιγότερο ή καθόλου φόρο ενώ ταυτόχρονα αποκτούν
και πρόσβαση σε κοινωνικές παροχές
(επιδόματα τέκνων, στεγαστικά, κ.λπ.).
Αν η χώρα δεν ήταν «πρωταθλήτρια» και σε αυτόν τον τομέα -με
ποσοστό αυτοαπασχολούμενων στο σύνολο των απασχολούμενων 30,65% έναντι 14,47%
του μέσου όρου της Ε.Ε.(Θ. Τσίρος, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 18/7/16), ερμηνεύοντας και τις «επιδόσεις» μας
στην παραοικονομία και την φοροδιαφυγή- το γεγονός δεν θα είχε
τόσο μεγάλη σημασία. Λόγω όμως ακριβώς αυτού του ποσοστού, ο συντάκτης της
Καθημερινής στο προαναφερθέν δημοσίευμα προέβλεπε ότι: «Στο τέλος του μνημονίου, οι εκκαθαρίσεις των φορολογικών
δηλώσεων, θα δείξουν ότι τα «συνήθη υποζύγια» –μισθωτοί και συνταξιούχοι– θα
έχουν κληθεί να σηκώσουν ακόμη περισσότερα δημοσιονομικά βάρη».
Δυστυχώς η εμπειρία, αλλά και η γνώση της Ελληνικής πραγματικότητας δεν μας
επιτρέπει σήμερα να προσδοκούμε διαφορετική εξέλιξη.
Εκ
παραλλήλου και προτασσόμενη (θα ισχύσει και για τα εισοδήματα του 2019) είναι η
ελάφρυνση με την μείωση της φορολογίας
στα κέρδη από 29% σε 24% στα νομικά πρόσωπα. Με αμετάβλητα τα δηλωθέντα
εισοδήματα το δημοσιονομικό κόστος ανέρχεται σε 690 εκ. ευρώ ή 34% των εσόδων
από αυτήν την πηγή και «απαιτείται αύξηση των
δηλωθέντων κερδών κατά 20%» για να «εκμηδενιστεί η επιβάρυνση»( Θ. Τσίρος, Καθημερινή 8/9/19). Αν και είναι δύσκολο να υπολογισθούν οι απευθείας
ευεργετικές επιπτώσεις που θα έχει το μέτρο στην ανάπτυξη –αφαιρουμένων των
άλλων παραγόντων που θα επηρεάσουν την πορεία της οικονομίας- το σενάριο αυτό
φαντάζει μάλλον αισιόδοξο. Με δεδομένο ότι από τα περίπου 255.000 νομικά
πρόσωπα/επιχειρήσεις: «1. Οι 100.000 εμφανίζουν ζημίες. 2. Οι
64.000 δηλώνουν μηδενικά κέρδη. 3. Οι 45.000 έχουν κέρδη έως 15.000 ευρώ τον
χρόνο, όσα δηλαδή δηλώνει και ένας μέσος μισθωτός ή συνταξιούχος»(Θ. Τσίρος, Καθημερινή 8/9/19) η αντίδρασή τους
είναι μάλλον προβλέψιμη και μετά τα
νέα μέτρα.
Η πρόταξη των κινήτρων προωθείται γιατί: «Σύμφωνα με ανώτατο κυβερνητικό στέλεχος, ο βασικός στόχος
είναι να αυξηθεί η «φορολογητέα ύλη» […] καθώς με αυτόν τον τρόπο θα καλυφθεί
μεγάλο μέρος του δημοσιονομικού κόστους…»(Θ. Τσίρος, Καθημερινή 8/9/19). Δηλαδή,
εικάζεται ότι θα σπεύσουν οι φοροφυγάδες να κάνουν πιο ειλικρινείς δηλώσεις! Προφανώς, για να παρεπιδημούν η
παραοικονομία και η φοροδιαφυγή δεν είναι εύκολα αντιμετωπίσιμες με τα μέχρι
σήμερα χρησιμοποιούμενα «εργαλεία» και απαιτούνται νέες ριζοσπαστικές πολιτικές.
Αλλά, παρά το γεγονός ότι: «η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία», η αισιοδοξία
και τα κίνητρα σίγουρα δεν θα λύσουν τα δημοσιονομικά προβλήματα ούτε θα
συμβάλλουν στην αναδιάρθρωση της «αγοράς».
Αντώνης Αντωνάκος
12-09-2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου