Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2020

Δόλωμα ή άλλοθι; του Αντώνη Αντωνάκου.


Δόλωμα ή άλλοθι;
Τα νούμερα δεν βγαίνουν. Εκατόν πενήντα οκτώ και είκοσι δύο και δέκα και εννιά μας κάνουν παρά ένα διακόσια. Ακόμα και αν στέρξει το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, –αν του κάνουμε μερικές ακόμα υποκλίσεις-, και αν ομονοήσει η «Ελληνική Λύση» και αν αλληθωρίσει(πολιτικά) το «ΜέΡΑ25» δεν συμπληρώνονται οι πολυπόθητοι 200 ψήφοι για να ισχύσει άμεσα ο νέος εκλογικός νόμος. Φυσικά αν κάποιος από την κυβέρνηση πιστεύει ότι μπορεί να συντρέξει το ΚΚΕ στην ψήφιση της ενισχυμένης αναλογικής μάλλον πρέπει να εγκαταλείψει αμέσως την πολιτική ως ακατάλληλος. Ούτε βεβαίως ο ΣΥΡΙΖΑ -αν και είναι το μόνο κόμμα εκτός της ΝΔ που έχει ευθέως συμφέρον να το κάνει- μπορεί να απεγκλωβιστεί σε αυτήν την συγκυρία από τις πρόσφατες θέσεις και αποφάσεις του.  Κανένας φυσικά δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο μιας διαρροής από την αντιπολίτευση. Αυτό όμως προϋποθέτει, για να ευοδωθεί το εγχείρημα να στέρξουν τα τρία προαναφερθέντα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης καθώς και οι 31 βουλευτές τους, πράγμα μάλλον απίθανο. Άμεσα λοιπόν προκύπτει το ερώτημα. Τι προσδοκά ο Πρωθυπουργός μεταθέτοντας την ψήφιση του εκλογικού νόμου πριν από την αναγγελία του υποψηφίου Π.τ.Δ.;

Το προηγούμενο, του νόμου για την ψήφο των μεταναστών, δεν υπάρχει πιθανότητα να επαναληφθεί. Σε εκείνη την περίπτωση έπαιξε καταλυτικό ρόλο η θέση του ΚΚΕ. Με δεδομένη την συμφωνία ΚΙΝΑΛ(ΠΑΣΟΚ) αυτό έσυρε στην ουσία και τον ΣΥΡΙΖΑ -η επιμονή του στην άρνηση δεν θα είχε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα αφού ο νόμος θα υπερψηφιζόταν ούτως ή άλλως από τους απαιτούμενους βουλευτές- στην τελική λύση.  Η περίπτωση της ενισχυμένης αναλογικής δεν είναι αντίστοιχη. Δεν συνδράμουν κοινές κομματικές στοχεύσεις. Ακόμα και το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, που τοποθετείται υπέρ της ενισχυμένης αναλογικής, είναι δεδομένο ότι θα θέσει όρους που θα εξυπηρετούν τις προοπτικές του, μη αποδεχόμενο την λύση που προτείνει η κυβέρνηση. Αφού, λοιπόν, η αλλαγή του εκλογικού νόμου δεν πρόκειται να υπερψηφιστεί από 200 βουλευτές σε τι μπορεί να στοχεύει η σύνδεση της με την εκλογή του Π.τ.Δ.; Χρησιμοποιείται ως δόλωμα ή ως άλλοθι;  
Κατ’ αρχήν, είναι γεγονός ότι, ακόμα και αν ο νέος εκλογικός νόμος εγκριθεί με μειωμένη πλειοψηφία, θα είναι θετικό για την κυβέρνηση αν και άλλα κόμματα τον υπερψηφίσουν. Αλλά αυτό περιορίζεται μόνο στο πεδίο των εντυπώσεων αφού κανονικά η όποια συνεργασία στο μέλλον, εάν και όποτε υπάρξει, είναι σαφές ότι δεν θα εξαρτηθεί από αυτό. Αντίθετα, στο βαθμό που η αρχική πρόταση της κυβέρνησης θα έχει αλλοιωθεί –στο βωμό της συναίνεσης-, θα δυσχεραίνεται η επίτευξη σταθερής κυβερνητικής πλειοψηφίας. Γεγονός που δεν μπορεί να αποκλείσει την ανάγκη προκήρυξης διπλών εκλογών. Ενώ, ακόμα και στην περίπτωση που σχηματιστεί κυβέρνηση συνεργασίας, τόσο ο βίος της όσο και η ποιότητα του έργου της θα αποτελούν ένα ερωτηματικό.
Βέβαια είναι προφανές ότι αν τα κόμματα εννοούσαν αυτά που διακηρύσσουν –ότι προτάσσουν το Εθνικό συμφέρον- προφανώς θα είχαν ξεκάθαρες θέσεις και δεν θα συνδύαζαν την στάση τους στον εκλογικό νόμο με την εκλογή του Προέδρου. Ούτε και η κυβέρνηση φυσικά θα δεχόταν να μπει σε αυτό το παζάρι. Αν επιδιώκεται η θετική στάση στον εκλογικό νόμο με την προοπτική της «αντιπαροχής» στην εκλογή του Προέδρου –στο πλαίσιο και της δήλωσης τον Σεπτέμβριο Αντιπροέδρου της κυβέρνησης ότι: «Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας εντάσσεται σε ένα συνολικότερο πακέτο, που περιλαμβάνει τον εκλογικό νόμο τον…»(Πικραμένος)- αυτό θα είχε ενδεχομένως κάποιο νόημα μόνο αν με αυτόν τον τρόπο ο εκλογικός νόμος αποκτούσε άμεση ισχύ. Από την στιγμή που αυτό δεν πρόκειται να συμβεί η ανομολόγητη σκοπιμότητα του «πακέτου»(«Πάμε πακέτο» 20/09/2019)  είναι ακατανόητη.
Τι απομένει λοιπόν; Ίσως το μόνο που απομένει είναι η δημιουργία άλλοθι για επιλογές που δεν γίνονται αποδεκτές από το εκλογικό σώμα και ιδιαίτερα από τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της ΝΔ –οι οποίοι αποτελούν την αναλλοίωτη «ψυχή» της παράταξης- όπως έδειξε η πρόσφατη έρευνα της MRB. Το «έργο» αυτό προωθούν: «αναδυόμενοι επί σκηνής,  ορισμένοι εξ αναθέσεως υπέρ-καινοφανείς πολιτικοί αστέρες, που επιχειρούν να επηρεάσουν τις εξελίξεις. Κάνοντας αναφορές άλλος για «λύσεις πακέτο» και άλλος για Π.τ.Δ. «πέρα από πολιτικά στεγανά» προλειαίνουν το έδαφος, λειτουργώντας ως «πρόδρομοι», ενώ είναι άγνωστο αν «φυτρώνουν εκεί που δεν τους σπέρνουν» ή αν κάποιοι κινούν τα νήματα πίσω από κουίντα»(«Προεδρικό γιουσουρούμ.», 31/10/2019). Φυσικά και ορισμένοι οικονομικοί «πάτρωνες» που φιλοδοξούν όχι απλώς να υποδεικνύουν, αλλά να καθορίζουν και να επιβάλλουν πολιτικές και πρόσωπα.
Είναι καιρός να σταματήσουν τα απαράδεχτα παιχνίδια με τους θεσμούς. Το κρυφτούλι που παίζεται ένα χρόνο τώρα εξευτελίζοντας τον κορυφαίο θεσμό του Πολιτεύματος να τελειώσει. Είναι ανάξιο των πραγματικών πολιτικών ηγετών και επικίνδυνο ιδιαίτερα στην χρονική συγκυρία που διανύουμε. Μπορεί το πολιτικό ανάστημα να «κόντυνε» αλλά όλα έχουν τα όριά τους. Ο πολιτικός χρόνος κυλά αστραπιαία και οι ανατροπές είναι πιθανές, ιδιαίτερα όταν διανύουμε ρευστές και επικίνδυνες περιόδους σαν την σημερινή. Αρκεί να αναλογιστούν οι υπεύθυνοι το πώς αισθανόταν ο Παπανδρέου και οι «κηπουροί» του τον Ιανουάριο του 2010. Αν ποτέ είχαν διανοηθεί τις εξελίξεις που θα ακολουθούσαν. Σήμερα οι σύμβουλοι του τότε Πρωθυπουργού έχουν επανέλθει εκεί από όπου τους ανέσυρε. Στην αφάνεια. Έζησαν λίγες «στιγμές» δόξας και δύναμης ανάμεσα σε δύο «αιωνιότητες» αφάνειας και ασημαντότητας. Αυτός πού έμεινε να πληρώσει τον λογαριασμό στην ιστορία είναι ο πρώην Πρωθυπουργός και η παράταξη που ίδρυσε ο πατέρας του.
Στο παιγνίδι συμμετέχει και ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Την ευκαιρία να είναι «μονά - ζυγά» κερδισμένος του την προσέφερε η κυβέρνηση. Ασφαλώς και δεν «καίγεται» για την επανεκλογή Παυλόπουλου. Αντίθετα η επιμονή και η ένταση με την οποία επαναφέρει στο προσκήνιο την υποψηφιότητα αντί να την στηρίζει την αποδυναμώνει. Τα αρνητικά ανακλαστικά που έχει η πλειοψηφία της κοινωνίας απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ συμπαρασύρουν και τον νυν Π.τ.Δ.. Φυσικά αυτό δεν γίνεται από πολιτική απειρία. Δεν γίνεται αθώα. Κανένας δεν αμφιβάλει πλέον για την πολιτική πανουργία του τέως Πρωθυπουργού. Αφού όμως η κυβέρνηση του έκανε το «δώρο» -για ανομολόγητους και ακατανόητους λόγους- να ξεκινήσει και να συνεχίζει αυτό το «Προεδρικό γιουσουρούμ» δεν θα έχανε την ευκαιρία να το εκμεταλλευτεί. Επιμένοντας εμφατικά στην επανεκλογή αν τελικά αυτή προκύψει θα φανεί ότι η κυβέρνηση υιοθέτησε την άποψή του, συρόμενη μάλιστα. Αν αντιθέτως –πράγμα που κατά την προσωπική μου άποψη είναι η πραγματική του επιθυμία σε αντίθεση με τα φαινόμενα- επιλέξει άλλο πρόσωπο και ιδιαίτερα αν αυτό προέρχεται από τα επώνυμα στελέχη του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, τότε θα αποκομίσει οφέλη από τον διχασμό που έχει εν τω μεταξύ καλλιεργηθεί στην βάση της Ν.Δ..
Αν η κυβέρνηση αναζητά άλλοθι για την προώθηση στην Π.τ.Δ. έναν εκλεκτό του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ -με το πρόσχημα της «συναίνεσης» στον εκλογικό νόμο- είναι καιρός να ανακρούσει πρύμναν. Έχει απόλυτα δίκιο η κυρία Μπακογιάννη όταν δηλώνει ότι: «Χρειαζόμαστε έναν Πρόεδρο Δημοκρατίας που να μπορεί να εκλεγεί με την μεγαλύτερη δυνατή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, για να συμβολίσει στην πράξη την ενότητα του έθνους»(Realnews, 12/1/19). Σε τελική ανάλυση, πρέπει το Εθνικό συμφέρον -όχι τα απωθημένα- να καθορίζει τις πολιτικές αποφάσεις.
Αντωνάκος Αντώνης
12-01-2020

1 σχόλιο: