Γράφει ο Γεράσιμος Δ. Παγκράτης
Ιστορικός, Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Για
την «ενημερωμένη» κοινή γνώμη που ζητάει «ακόμη περισσότερο αίμα
εκπαιδευτικών», η έννοια του «υπεράριθμου» είναι πλέον ταυτόσημητου
«πλεονάζοντα» και σχεδόν αγγίζει το περιεχόμενο του όρου «αργόμισθος».
Ακόμη όμως και στη διοικητική ορολογία της εκπαίδευσης δεν φαίνεται να
υπάρχει η αναγκαία σημασιολογική διάκριση, τουλάχιστον ανάμεσα στις δύο
πρώτες λέξεις.
Η πλέον πρόσφατη περιγραφή του όρου «υπεράριθμος»
οφείλεται στον πρώην Υφυπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Αθλητισμού και
Πολιτισμού κ. Θ. Παπαθεοδώρου με την από 20 Ιουνίου 2013 εγκύκλιό του:
«Διευκρινιστικές οδηγίες για τοποθετήσεις και ρύθμιση υπεραριθμιών
εκπαιδευτικών Β/θμιας εκπαίδευσης» με αρ. πρωτοκόλλου 84582/Δ2». Σύμφωνα
με αυτήν, ως
υπεράριθμος χαρακτηρίζεται ο εκπαιδευτικός που στο
ερχόμενο σχολικό έτος εκτιμάται ότι θα διδάσκει λιγότερες από 12 ώρες
στο μάθημα πρώτης ανάθεσης. Το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο προβλέπει
ότι ο εν λόγω εκπαιδευτικός έχει τη δυνατότητα να αναζητήσει νέα
οργανική θέση. Αν δεν το κατορθώσει, παραμένει στην οργανική του θέση ως
υπεράριθμος και συμπληρώνει το υποχρεωτικό του ωράριο με μαθήματα
πρώτης ανάθεσης σε γειτονικά σχολεία ή/και με μαθήματα δεύτερης ανάθεσης
στο ίδιο σχολείο.
Δυσμενέστερη φαίνεται να είναι η θέση των
εκπαιδευτικών που βρίσκονται «στη διάθεση του ΠΥΣΔΕ», καθώς δεν
κατόρθωσαν μέχρι τώρα να τοποθετηθούν σε κάποιο οργανικό κενό. Κατά
συνέπεια καλύπτουν κάθε χρόνο ανάγκες που προκύπτουν για την ειδικότητά
τους στην περιοχή μετάθεσης.
Όμως τόσο οι ευρισκόμενοι «στη διάθεση
του ΠΥΣΔΕ» όσο και οι υπεράριθμοι δεν θα μπορούσε apriori κανείς να
αποφανθεί ότι πλεονάζουν, ότι δηλαδή περισσεύουν, αν δεν προχωρούσε σε
έναν απλό υπολογισμό: σε κάθε Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης για
να φτάσεις από τους ευρισκόμενους «στη διάθεση του ΠΥΣΔΕ» και τους
υπεράριθμους στους πλεονάζοντες, θα πρέπει να διαιρέσεις το άθροισμα των
ωρών των μαθημάτων πρώτης ανάθεσης μιας ειδικότητας δια του αθροίσματος
του υποχρεωτικού διδακτικού ωραρίου όλων των εκπαιδευτικών αυτής της
ειδικότητας και η διαίρεση να σου αφήνει υπόλοιπο. Αυτό το υπόλοιπο
είναι ο αριθμός των πλεοναζόντων, όχι το σύνολο των ευρισκόμενων «στη
διάθεση του ΠΥΣΔΕ» ή/και των υπεράριθμων.
Από αυτόν τον υπολογισμό λανθάνουν βέβαια δύο σημαντικές παράμετροι:
α)
ένας εκπαιδευτικός έχει τη δυνατότητα να διδάσκει και μαθήματα δεύτερης
ανάθεσης, τα οποία η πρόσφατη εγκύκλιος («Καταχώριση ωραρίου
εκπαιδευτικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης», αρ. πρωτ. 58733/Δ2,
26/4/2013) δεν ζητούσε από τους διευθυντές των σχολείων να τα
καταγράψουν. Το πιθανότερο λοιπόν είναι οι τελευταίοι να μην τα
κατέγραψαν, παρόλο που για τους όρους αυτής της εγγραφής γίνεται (ακόμη
και στον πρόσφατο νόμο 4172, άρθρο 82, παρ. 11) επίκληση του άρθρου 7
του Ν.3848/2010, που αναφέρει ρητά ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν και
«η τυχόν δεύτερη ειδικότητα των εκπαιδευτικών [και] η δυνατότητα
διδασκαλίας μαθημάτων με δεύτερη ανάθεση», και
β) ότι στη διάρκεια κάθε σχολικού έτους προκύπτουν κενά εξαιτίας αδειών για διάφορους λόγους (εγκυμοσύνης, ασθενείας κ.λπ.).
Ενόψει λοιπόν της διαπιστωτικής πράξης με την οποία ο κ. Υπουργός της
Παιδείας πρόκειται να επισημοποιήσει τον αριθμό των πλεοναζόντων ανά
ειδικότητα και Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, από τους οποίους θα
επιλεγούν όσοι μετατάσσονται σε διοικητικές θέσεις (και όχι μόνο),είναι
αναγκαίο να ξεκαθαριστεί με απόλυτη σαφήνεια τι ακριβώς σημαίνει
πλεονάζων στη δευτεροβάθμιας εκπαίδευση, από ποια κατηγορία επιλέγεται
και με ποια κριτήρια, ώστε να αποφευχθούν «ζημιές»:
i. για την δημόσια εκπαίδευση,
ii. ii. για το διοικητικό έργο του Υπουργείου Παιδείας που πρόκειται να στελεχωθεί από τους υπό μετάταξη εκπαιδευτικούς, και
iii. iii. για τους «γεννημένους για την τάξη» εκπαιδευτικούς.
Ποιες είναι αυτές οι «ζημιές» και πώς θα μπορούσαν να αποφευχθούν;
1.
Ο σοβαρότερος κίνδυνος για τη δημόσια εκπαίδευση είναι, εξαιτίας μιας
«χαλαρής» ή και ασαφούς ερμηνείας του όρου «πλεονάζων», να μετακινηθούν
σε διοικητικές θέσεις λειτουργοί με πολυετή διδακτική εμπειρία και
ανεκτίμητη προσφορά στη δημόσια εκπαίδευση (αλήθεια, τα «μηχανάκια» του
ΑΣΕΠ θα λαμβάνουν υπόψη τους και την αγάπη για το μαθητή και την
προσήλωση στη διδασκαλία;),που δεν έλειψαν ούτε μια μέρα από την τάξη,
επειδή στη σημερινή συγκυρία βρέθηκαν με λιγότερες από 12 ώρες στο
μάθημα πρώτης ανάθεσης, δηλαδή ακόμη και 11. Και τούτο, παρόλο που το
ωράριό τους παγίωςτο συμπληρώνουν σε γειτονικά σχολεία με μαθήματα του
αντικειμένου τους ή και στο ίδιο σχολείο με μαθήματα δεύτερης ανάθεσης.
Την ίδια στιγμή είναι πολύ πιθανόν φέτος, κατ’ εξαίρεσιν,να επιστρέψουν
στις οργανικές τους θέσεις εκπαιδευτικοί για χρόνια αποσπασμένοι σε
διοικητικές υπηρεσίες και, λιγότεροι, σε κόμματα ή πολιτικά γραφεία.
2.
Η εμπειρία αυτών των τελευταίων εκπαιδευτικών που επί σειρά ετών
κάλυπταν με τη θέλησή τους διοικητικές ανάγκες θα πρέπει οπωσδήποτε να
αξιοποιηθεί από το Υπουργείο Παιδείας. Ενδεχομένως, πέρα από την
πριμοδότησή τους, θα μπορούσαν τα πρόσωπα αυτά να αποτελέσουν την κύρια
δεξαμενή από την οποία θα αντληθούν οι εκπαιδευτικοί που θα μεταταχθούν
στις κεντρικές ή περιφερειακές υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας.
Υποθέτω ότι σε τούτο στοχεύει η παρακάτω φράση σε δημοσιεύματα του Τύπου
που αναφέρονται στους 2.500 εκπαιδευτικούς που πρόκειται να
μεταταχθούν:«..ο συγκεκριμένος αριθμός θα προέλθει από άλλες υπηρεσίες
που είναι αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί..».
3. Για να
διατηρηθούν όμως εντός της εκπαίδευσης οι πλέον έμπειροι δάσκαλοι νομίζω
ότι χρειάζεται να επανακαθοριστούν τα κριτήρια ένταξης στην κατηγορία
του υπεράριθμου. Το να μειωθεί το ωράριο ενός εκπαιδευτικού κάτω από τις
12 ώρες είναι πολύ πιθανό να συμβεί σε εκπαιδευτικούς όλων των
ειδικοτήτων, ειδικά στους νεότερους. Για ορισμένες ειδικότητες είναι
βέβαια περισσότερο πιθανό. Και τούτο γιατί, ενώ ένας Φιλόλογος μπορεί να
διδάξει πολλά μαθήματα σε πρώτη ανάθεση (Αρχαία Ελληνικά, Νέα Ελληνικά,
Ιστορία κ.λπ.), ένας καθηγητής ξένων γλωσσών, ένας Κοινωνιολόγος ή ένας
Θεολόγος κ.ά. έχουν ένα μόνο μάθημα πρώτης ανάθεσης. Με σημερινούς
όρους, όταν οι ώρες κάποιου από τους τελευταίους δεν επαρκούν για την
κάλυψη του ωραρίου του, μετακινείται σε άλλο σχολείο όπου υπάρχουν κενές
διδακτικές ώρες. Με δεδομένο λοιπόν ότι αυτός ο τελευταίος
εκπαιδευτικός θα καλύπτει το υποχρεωτικό του ωράριο (σύμφωνα με πρόσφατη
δήλωση του κ. Υπουργού της Παιδείας οι υπηρεσίες του Υπουργείου έχουν
τη δυνατότητανα ελέγξουν απόλυτατη σχολική καθημερινότητα μέσα από
ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα) και εφόσον το ωράριό του, λόγω
ειδικότητας, είναι κατακερματισμένο σε περισσότερα του ενός σχολεία,
πράγμα που δεν του επιτρέπει να καλύψει τις προϋποθέσεις μιας πλήρους
οργανικής θέσης (περισσότερες από 12 ώρες),μια λύση διαβλέπω στο
πρόβλημα, η επιλογή της οποίας από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου θα
διόρθωνε πολλές μελλοντικές «βλάβες»: την επέκταση της οργανικής θέσης
από το ένα σχολείο στην «ομάδα σχολείων». Η έδρα θα μπορούσε να είναι
μία, για λόγους πρακτικούς (σχολείο πληρωμών, καταγραφής αδειών κ.λπ.),
αλλά η υποχρέωση διδασκαλίας να αφορά τα σχολεία της ομάδας όπου ανήκει
το κύριο σχολείο του εκπαιδευτικού, στα οποία θα υφίστανται οι κενές
ώρες που υπολείπονται για τη συμπλήρωση του υποχρεωτικού του ωραρίου.
Στη
σημερινή εντελώς πρωτόγνωρη για όλους μας συγκυρία πιστεύω ότι η
εκπαίδευση δεν έχει την πολυτέλεια να στερηθεί των υπηρεσιών κανενός
πολύπειρου στελέχους της ούτε από την τάξη ούτε από τη διοίκηση.Δε μένει
λοιπόν παρά να προσπαθήσουμε να σώσουμε ό,τι ακόμα σώζεται.
esos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου