Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ : ΤΡΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΘΗΝΑ

1) Ο Άγιος Βασίλειος, γεννημένος το 330μ.Χ. στη Νεοκαισάρεια του Πόντου από γονείς ευγενείς με δυνατό χριστιανικό φρόνημα, έμελλε να γίνει Μέγας πνευματικός διδάσκαλος και κορυφαίος θεολόγος και Πατέρας της Εκκλησίας, αφού η χριστιανική του ανατροφή και η πνευματική του πορεία τον οδήγησαν στην Θεία θεωρεία του Αγίου Ευαγγελίου, και στην αυστηρή ασκητική ζωή, παράλληλα με το ποιμαντικό, παιδαγωγικό και φιλανθρωπικό του έργο. Ο πατέρας του Βασίλειος ήταν καθηγητής ρητορικής στη Νεοκαισάρεια και η μητέρα του Εμμέλεια απόγονος οικογένειας Ρωμαίων αξιωματούχων. Στην οικογένεια εκτός από το Βασίλειο υπήρχαν άλλα οκτώ παιδιά. Μεταξύ αυτών, ο
Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, ο Όσιος Ναυκράτιος ασκητής και θαυματουργός, η Οσία Μακρίνα και ο Άγιος Πέτρος, Επίσκοπος Σεβαστείας. Τα πρώτα γράμματα, τού τα δίδαξε ο πατέρας του. Συνέχισε τις σπουδές του στην Καισαρεία της Καππαδοκίας, στην Κωνσταντινούπολη και στην Αθήνα. Εκεί σπούδασε γεωμετρία, αστρονομία, φιλοσοφία, ιατρική, ρητορική και γραμματική. Οι σπουδές του διήρκησαν τεσσεράμισι χρόνια. Η ασκητική του ζωή ξεκίνησε ήδη από τα χρόνια όπου φοιτούσε στην Αθήνα. Ο σοφός δάσκαλος του Εύβουλος εντυπωσιασμένος από την αυστηρή νηστεία, του Άγίου, και μετά την παραίνεση του, λέγεται ότι έγινε Χριστιανός. Συμφοιτητές του ήταν και δύο νέοι που έμελλε να διαδραματίσουν σπουδαίο ρόλο στην ιστορία. Ο ένας, φωτεινό ο Άγιος και Μέγας Πατέρας της Εκκλησίας ο Θεολόγος Γρηγόριος και ο άλλος μελανό στον αντίποδα, προδότης του Χριστού, Εθνικός και διώκτης των Χριστιανών, ο Ιουλιανός ο Παραβάτης. Κατά την διάρκεια αυτών των ετών, ο Άγιος Βασίλειος και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ανέπτυξαν μεγάλη και ισχυρή φιλία. Ταυτόχρονα με τις σπουδές τους, είχαν ιεραποστολική δράση. Διοργάνωναν χριστιανικές συγκεντρώσεις, στις οποίες ανέλυαν θρησκευτικά ζητήματα. Ίδρυσαν επίσης και τον πρώτο φοιτητικό χριστιανικό σύλλογο. Επέστρεψε στην Καισαρεία το καλοκαίρι του 356μ.Χ. και συνεχίζοντας την παράδοση του πατέρα του, έγινε καθηγητής της ρητορικής. Το 358 μ.Χ. επηρεασμένος από το θάνατο του αδερφού του μοναχού Ναυκρατίου, καθώς και με την παρότρυνση της αδερφής του Μακρίνας, βαπτίζεται Χριστιανός, και αποφασίζει να αφιερώσει τον εαυτό του στην ασκητική πολιτεία. Αποσύρθηκε λοιπόν σε ένα κτήμα της οικογενείας του στον Πόντο. Χαρακτηριστικό της μεγαλοψυχίας του είναι, ότι μετά την βάπτιση του δώρισε στους φτωχούς και στην εκκλησία το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του.
2) Ο Γρηγόριος γεννήθηκε το 329 στην Αριανζό, κοντά στη Ναζιανζό της Καππαδοκίας, γι’ αυτό λέγεται και Ναζιανζηνός. Έλαβε χριστιανική αγωγή από τον πατέρα του Γρηγόριο, που ήταν επίσκοπος στη Ναζιανζό, αν και αρχικά ανήκε στην ιουδαΐζουσα αίρεση των Υψισταρίων, και τη μητέρα του Νόννα. Σπούδασε στα πιο ονομαστά πνευματικά κέντρα της εποχής του, στην Καισάρεια, την Αλεξάνδρεια και την Αθήνα, όπου είχε συμμαθητή τον Μέγα Βασίλειο. Μετά τις σπουδές του γύρισε στη Ναζιανζό, σε ηλικία 30 ετών. Αφού βαπτίστηκε, έφυγε για την έρημο, όπου έγινε μοναχός. Αργότερα, ο Μέγας Βασίλειος, που ήταν αρχιεπίσκοπος στην Καισάρεια, τον χειροτόνησε επίσκοπο, παρά τη θέλησή του και πάλι. Ο Γρηγόριος δεν έμεινε για πολύ στη θέση αυτή. Μετά τον θάνατο του πατέρα του προτίμησε να φύγει και πάλι στην έρημο. Ήταν, όμως, γνωστός για την αρετή, τη σοφία και την ορθή πίστη του, ώστε οι χριστιανοί της Κωνσταντινούπολης τον κάλεσαν. Εκεί εκφώνησε τους περίφημους πέντε θεολογικούς λόγους του ενάντια στους αρειανόφρονες αιρετικούς, για τους οποίους ονομάστηκε Θεολόγος.
3) Ο Ιουλιανός (Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός, Λατ. Flavius Claudius Julianus, 331 ή 332 — 26 Ιουνίου 363), γνωστός ως Ιουλιανός ο Παραβάτης ή Ιουλιανός ο Αποστάτης, αλλά και Ιουλιανός ο Μέγας, ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο και αξιοσημείωτος φιλόσοφος και συγγραφέας στην ελληνική γλώσσα. Συμβασίλευσε, ως Καίσαρας, με τον Κωνστάντιο Β' από το 355 ως το 360 και μόνος του, ως Αύγουστος, από το 361 ως το 363. Ο Ιουλιανός ήταν ο τελευταίος αυτοκράτορας της Κωνσταντίνειας δυναστείας και ο μοναδικός παγανιστής μετά τον Μέγα Κωνσταντίνο. Ο Ιουλιανός είχε κλίση προς τη μόρφωση και έλαβε ευρύτατη κλασσική παιδεία. Έτσι, το 348 που του επιτράπηκε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη, μαθήτευσε στον εθνικό δάσκαλο Νικοκλή και τον χριστιανό Εκηβόλιο με τους οποίους διατήρησε επαφή και στη συνέχεια. Επίσης παρακολούθησε μαθήματα του εθνικού Θεμιστίου. Το 350-51 πήγε στην Πέργαμο όπου μαθήτευσε κοντά στον φιλόσοφο Αιδέσιο, ο οποίος ήταν κάποτε μαθητής του νεοπλατωνικού φιλοσόφου Ιάμβλιχου και ανήκε στον κύκλο των νεοπλατωνικών που πίστευαν στην άμεση επαφή με το θείο (θεουργία). Εκεί γνωρίστηκε με τον επίσης νεοπλατωνικό φιλόσοφο Μάξιμο με τον οποίο θα διατηρήσει στενή φιλία στην υπόλοιπη ζωή του. Μέσω του Μάξιμου, ο Ιουλιανός μεταστράφηκε οριστικά από τον Χριστιανισμό στις νεοπλατωνικές παγανιστικές αντιλήψεις, αν και κράτησε για καιρό κρυφή αυτή τη μεταστροφή. Εν τω μεταξύ, ο αδελφός του Γάλλος, ο οποίος δεν του έμοιαζε καθόλου στο χαρακτήρα γιατί ήταν βάναυσος και στενών αντιλήψεων, είχε αναγορευτεί, από τον Κωνστάντιο, Καίσαρας και είχε σταλεί στην Αντιόχεια, ως επικεφαλής των ανατολικών επαρχιών. Η κακοδιοίκησή του όμως ανάγκασε τον Κωνστάντιο να τον καθαιρέσει και να τον εκτελέσει το 354. Ο ίδιος ο Ιουλιανός τέθηκε σε απομόνωση στα Μεδιόλανα (Μιλάνο) για έξη μήνες, καθώς φοβόταν συνεχώς ότι θα τον εκτελέσουν. Τελικά, χάρη στην γυναίκα του Κωνστάντιου, αυτοκράτειρα Ευσεβία, σώθηκε από τα χειρότερα και στάλθηκε στην Αθήνα όπου παρακολούθησε τις διαλέξεις του χριστιανού ρήτορα Προαιρεσίου και του νεοπλατωνικού Πρίσκου. Επίσης μυήθηκε στα Ελευσίνια Μυστήρια. Στη συνέχεια ξαναέπεσε σε δυσμένεια αλλά, και πάλι χάρη στην Ευσεβία, απελευθερώθηκε και αναγορεύτηκε Καίσαρας από τον Κωνστάντιο σε ηλικία 24 ετών (6 Νοεμβρίου 355). Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία του 4ου αι. απαιτούσε διαφορετική συμπεριφορά από τους άρχοντές της και γι αυτό όχι μόνο ο χριστιανός ιστορικός Σωκράτης αλλά και ο φιλικά διακείμενος Αμμιανός Μαρκελλίνος επέκριναν τους τρόπους του Ιουλιανού. Ο τελευταίος μάλιστα, αναφέρει πως κάποτε ο Ιουλιανός έτρεξε να προϋπαντήσει με θέρμη τον φιλόσοφο και δάσκαλό του Μάξιμο, που είχε έρθει από την Έφεσσο, με τρόπο που ήταν αναξιοπρεπής και επιδεικτικά συναισθηματικός. Γενικά, ο ασκητικός τρόπος ζωής του Ιουλιανού και η εμφάνισή του δεν ήταν αγαπητά στους υπηκόους του, οι οποίοι είχαν συνηθίσει στην ιδέα του παντοδύναμου αυταρχικού μονάρχη που έπρεπε να στέκεται πολύ ψηλότερα από τους κοινούς θνητούς. Πολλοί σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν τον Ιουλιανό ως ένα από τους ικανότερους αυτοκράτορες σε όλη την ιστορία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, παρόλο που ουσιαστικά την κυβέρνησε επί μόλις δύο χρόνια. Σύμφωνα με τον Βικτόρ Κουζέν (Cousin), ολόκληρος ο κόσμος της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας τερματίσθηκε ουσιαστικά με τον θάνατο του Ιουλιανού. Ο εθνικός ιστορικός συγγραφέας Αμμιανός Μαρκελλίνος, μολονότι γενικά ευνοϊκός απέναντί του, τον κατακρίνει για το μέτρο απαγόρευσης της πρόσβασης των χριστιανών δασκάλων στην αρχαία Παιδεία, αυτό στην Ιστορία του, σχολιάζοντας ότι "ήταν σκληρός ο νόμος που απαγόρευε στους χριστιανούς ρητοροδιδασκάλους και γραμματικούς να διδάσκουν, εκτός αν συναινούσαν στη λατρεία των θεών."

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου