Όλη η απόφαση του ΣτΕ
Αριθμός 1251/2024
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συνεδρίασε
δημόσια στο ακροατήριό του στις 9 Ιουνίου 2023, με την εξής σύνθεση:
Ευαγγελία Νίκα, Πρόεδρος, Μιχαήλ Πικραμένος, Μαρίνα-Ελένη
Κωνσταντινίδου, Διομήδης Κυριλλόπουλος, Αντιπρόεδροι του Συμβουλίου της
Επικρατείας, Άννα Καλογεροπούλου, Βαρβάρα Ραφτοπούλου, Δημήτριος Μακρής,
Σοφία Βιτάλη, Βικτωρία Πλαπούτα, Όλγα Παπαδοπούλου, Ιωάννης Σύμπλης,
Αγγελική Μίντζια, Ρωξάνη Γιαννουλάτου, Μαρλένα Τριπολιτσιώτη, Αγορίτσα
Σδράκα, Νικόλαος Σκαρβέλης, Βασίλειος Ανδρουλάκης, Φραντζέσκα Γιαννακού,
Ιωάννης Μιχαλακόπουλος, Σύμβουλοι, Παναγιώτα Γρουμπού, Γεώργιος Ζιάμος,
Χάιδω Ευαγγελίου, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Αγορίτσα
Σδράκα και Ιωάννης Μιχαλακόπουλος, καθώς και η Πάρεδρος Χάιδω
Ευαγγελίου, μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ.
2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Ελένη Γκίκα.
Για να δικάσει την από 21 Φεβρουαρίου 2020 αίτηση:
των: ……….., οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Απόστολο Παπακωνσταντίνου, που νομιμοποιήθηκε στην πρώτη επ’ ακροατηρίου συζήτηση,
κατά των: 1. Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.), που εδρεύει στην Αθήνα (Πουλίου 6), το οποίο παρέστη με την Ευαγγελία Σκαλτσά, Νομική Σύμβουλο του Κράτους και 2. Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, ο οποίος παρέστη με τη Βασιλική Παπαθεοδώρου, Νομική Σύμβουλο του Κράτους.
Η πιο πάνω αίτηση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ’ αριθ. 166/2023 αποφάσεως του Γ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση.
Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. 2ΓΕ/2019 προκήρυξη του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΦΕΚ τ. Α.Σ.Ε.Π. 46/24.12.2019) και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της παραπεμπτικής αποφάσεως, η οποία επέχει θέση εισηγήσεως, από τον εισηγητή Σύμβουλο Βασίλειο Ανδρουλάκη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, την αντιπρόσωπο του καθ’ ου Συμβουλίου και την αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίες ζήτησαν την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο
1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (κωδικός πληρωμής ηλεκτρονικού παραβόλου 326460680950 0427 0096/25-2-2020) ζητείται η ακύρωση της 2ΓΕ/2019 προκηρύξεως του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (τ. Α.Σ.Ε.Π. 46/24-12-2019 και 5/26-2-2020), με την οποία κλήθηκαν οι εκπαιδευτικοί δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κλάδων ΠΕ01, ΠΕ02, ΠΕ03, ΠΕ04, ΠΕ05, ΠΕ06, ΠΕ07, ΠΕ08, ΠΕ11, ΠΕ33, ΠΕ34, ΠΕ40, ΠΕ41, ΠΕ78, ΠΕ80, ΠΕ81, ΠΕ82, ΠΕ83, ΠΕ84, ΠΕ85, ΠΕ86, ΠΕ87, ΠΕ88, ΠΕ89, ΠΕ90 και ΠΕ91 να υποβάλουν αίτηση για τη διαδικασία κατατάξεως με σειρά προτεραιότητας, κατά κλάδο και ειδικότητα, για την πλήρωση των κενών θέσεων εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας Γενικής Εκπαιδεύσεως, καθώς και για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών των οικείων βαθμίδων εκπαιδεύσεως, κατά το μέρος που η ως άνω προκήρυξη εξαιρεί από τη μοριοδότηση της εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας των υποψηφίων την πραγματική προϋπηρεσία στην ιδιωτική εκπαίδευση, εκτός εάν ο ιδιωτικός εκπαιδευτικός έχει απολυθεί λόγω καταργήσεως της σχολικής μονάδας, τάξεως ή τμήματος ή λόγω καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας.
2. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον της Ολομέλειας του Δικαστηρίου κατόπιν παραπομπής με την 166/2023 απόφαση του Γ΄ Τμήματος του Δικαστηρίου.
3. Επειδή, λόγω επιγενομένου κωλύματος, κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 8 του π.δ. 18/1989, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 26 του ν. 3719/2008 (Α΄ 241), του Συμβούλου Ιωάννη Σύμπλη - τακτικού μέλους της συνθέσεως, η οποία εξεδίκασε την κρινόμενη υπόθεση - στη διάσκεψη έλαβε μέρος αντ’ αυτού, ως τακτικό μέλος, η Σύμβουλος Αγορίτσα Σδράκα, αναπληρωματικό, έως τώρα, μέλος της ως άνω συνθέσεως (σχετ. το 85/2023 Πρακτικό Διασκέψεως της Ολομελείας· Σ.τ.Ε. 409/2023 Ολομ.).
4. Επειδή, στην παρούσα δίκη, στην οποία προσβάλλεται προκήρυξη εκδοθείσα από το Α.Σ.Ε.Π. αυτό νομιμοποιείται παθητικώς. Περαιτέρω, ναι μεν το Α.Σ.Ε.Π., ως ανεξάρτητη αρχή κατοχυρωμένη από το Σύνταγμα, χωρίς νομική προσωπικότητα και μη υποκείμενη σε εποπτεία από άλλες διοικητικές αρχές, διεξάγει το ίδιο τις δίκες που το αφορούν, πλην σε δίκες με αντικείμενο τη συνταγματικότητα και εν γένει το κύρος των διατάξεων βάσει των οποίων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη του Α.Σ.Ε.Π., πρέπει, κατ’ ανάλογη εν μέρει εφαρμογή του τελευταίου εδαφίου της περ. β´ της παρ. 2 του άρθρου 21 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) και προς το συμφέρον της πλήρους και αποτελεσματικής διαγνώσεως της υποθέσεως, να κοινοποιείται αντίγραφο της αιτήσεως ακυρώσεως και στον Υπουργό, στην αρμοδιότητα του οποίου ανήκει η σχετική νομοθετική πρωτοβουλία εισαγωγής των διατάξεων αυτών και η εφαρμογή της νομοθεσίας στην οποία, ως εκ του περιεχομένου τους, ανήκουν, προκειμένου, εν όψει του ευλόγου ενδιαφέροντός του για τη διατήρηση της ισχύος των διατάξεων αυτών, να ασκήσει παρέμβαση υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης πράξεως του Α.Σ.Ε.Π. (Σ.τ.Ε. 1866/2020 επταμ. σκ. 6). Με τα ανωτέρω δεδομένα, στην παρούσα δίκη, όπου προσβάλλεται προκήρυξη του Α.Σ.Ε.Π. και τίθενται ζητήματα ως προς τη συνταγματικότητα διατάξεων του Κεφαλαίου Ε΄ (άρθρα 57 και 61) του ν. 4589/2019 (Α΄ 13), με τις οποίες εισήχθη νέο σύστημα διορισμού και προσλήψεων εκπαιδευτικών, μελών ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού (Ε.Ε.Π.) και ειδικού βοηθητικού προσωπικού (Ε.Β.Π.) της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως, η παράσταση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, στον οποίο, άλλωστε, κοινοποιήθηκε η κρινόμενη αίτηση, λογίζεται ως προφορική παρέμβαση υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης προκηρύξεως του Α.Σ.Ε.Π.
5. Επειδή, με την προσβαλλόμενη προκήρυξη προκηρύχθηκε η διαδικασία κατατάξεως με σειρά προτεραιότητας, κατά κλάδο και ειδικότητα, υποψηφίων για την πλήρωση κενών θέσεων εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας Γενικής Εκπαιδεύσεως και για την κάλυψη λειτουργικών αναγκών των οικείων βαθμίδων εκπαιδεύσεως. Οι αιτούντες οι οποίοι - όπως προκύπτει από τα προσκομισθέντα προαποδεικτικώς στοιχεία και δεν αμφισβητείται - υπηρετούν ή έχουν υπηρετήσει στην ιδιωτική εκπαίδευση και δεν ανήκουν στην κατηγορία των απολυθέντων εκπαιδευτικών (λόγω καταργήσεως της σχολικής μονάδας, τάξεως ή τμήματος ή καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας) υπέβαλαν αιτήσεις συμμετοχής στη διαδικασία. Δοθέντος δε ότι αμφισβητούν τη νομιμότητα της μη μοριοδοτήσεως κατά την επίδικη διαδικασία κατατάξεως της προϋπηρεσίας τους στην ιδιωτική εκπαίδευση, με έννομο συμφέρον ασκούν την υπό κρίση αίτηση ακυρώσεως.
6. Επειδή, σύμφωνα με το 111283/Ε1/9-9-2021 έγγραφο του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων (αρ. πρωτ. Σ.τ.Ε. ΕΠ3172/10-9-2021), η διαδικασία διορισμού των ενδιαφερομένων ολοκληρώθηκε μετά την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως με την έκδοση των σχετικών οριστικών πινάκων κατατάξεως και τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, κανένας δε από τους αιτούντες δεν έχει διορισθεί σε θέση μονίμου εκπαιδευτικού στο πλαίσιο της προσβαλλομένης 2ΓΕ/2019 προκηρύξεως. Κατόπιν τούτου, η προσβαλλόμενη προκήρυξη έχει εξαντλήσει το ρυθμιστικό περιεχόμενό της (Σ.τ.Ε. 2770/2020 Ολομ., 3317/2014 Ολομ.). Και ναι μεν η κρινόμενη αίτηση, παραδεκτώς ασκηθείσα κατά κανονιστικής πράξεως, ήτοι της 2ΓΕ/2019 προκηρύξεως του Α.Σ.Ε.Π., ως αφορώσα - ήδη - διαφορά που αναφύεται σε σχέση με τον διορισμό υπαλλήλων με διαδικασία υποκείμενη στον έλεγχο του Α.Σ.Ε.Π., ανήκει ανεκκλήτως στην αρμοδιότητα του διοικητικού εφετείου, δυνάμει των άρθρων 1 παρ. 1 περ. α΄ του ν. 702/1977 (Α΄ 268), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 2944/2001 (Α΄ 222), και 5Α του ίδιου νόμου, όπως αντικαταστάθηκε τελικά με το άρθρο 47 παρ. 3 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213), δεδομένου, όμως, ότι με την αίτηση αυτή αμφισβητείται η νομιμότητα της προσβαλλόμενης κανονιστικού χαρακτήρα προκηρύξεως, συντρέχει νόμιμος λόγος, συνιστάμενος στη σπουδαιότητα των τιθέμενων προς επίλυση με την κρινόμενη αίτηση ζητημάτων, που αφορούν τη συνταγματικότητα της διατάξεως του άρθρου 57 του ν. 4589/2019, κατά το μέρος που με αυτήν για τη μοριοδότηση των υποψηφίων εκπαιδευτικών δεν προσμετρείται η προϋπηρεσία στην ιδιωτική εκπαίδευση, το Συμβούλιο της Επικρατείας να διακρατήσει και να δικάσει την υπόθεση, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 34 παρ. 1 του ν. 1968/1991 (Α΄ 150· βλ. Σ.τ.Ε. 2047/2022 Ολομ., 192/2022 Ολομ., 2775/2020 Ολομ.).
7. Επειδή, με την παράγραφο 7 του άρθρου 103 του Συντάγματος κατοχυρώνονται οι αρχές της αξιοκρατίας και της διαφάνειας κατά τον διορισμό των δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίες συνάγονται, κατ’ αρχήν, και από τις γενικότερες διατάξεις της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, αποτελούν δε ειδικότερη έκφραση της συνταγματικής αρχής της ισότητας και του δικαιώματος ελεύθερης αναπτύξεως της προσωπικότητας και συμμετοχής στην οικονομική ζωή της χώρας (άρθρα 4 παρ. 1 και 5 παρ. 1 Συντάγματος· βλ. Σ.τ.Ε. 409/2023 Ολομ., 193/2022 Ολομ., 527/2015 Ολομ.). Εξ άλλου, οι αρχές της ισότητας και της ίσης προσβάσεως στις δημόσιες θέσεις, τις οποίες καθιερώνει το άρθρο 4 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος, αποτελούν συνταγματικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση των προσώπων που τελούν υπό τις αυτές ή παρόμοιες συνθήκες. Ο κανόνας αυτός δεσμεύει τα συντεταγμένα όργανα της Πολιτείας και ειδικότερα τόσο τον κοινό νομοθέτη, όσο και τη Διοίκηση, όταν θεσπίζει κανονιστικές ρυθμίσεις. Η παραβίαση των συνταγματικών αυτών αρχών ελέγχεται δικαστικώς, ώστε να διασφαλίζεται η πραγμάτωση του κράτους δικαίου και η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας εκάστου με ίσους όρους. Κατά τον δικαστικό αυτόν έλεγχο, που είναι έλεγχος ορίων και όχι της ορθότητας των νομοθετικών επιλογών, αναγνωρίζεται στον νομοθέτη (κοινό ή κανονιστικό) η ευχέρεια να ρυθμίσει με ενιαίο ή με διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες προσωπικές ή πραγματικές καταστάσεις και σχέσεις, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις υφιστάμενες κοινωνικές, οικονομικές, επαγγελματικές ή άλλες συνθήκες, που συνδέονται με καθεμία από τις καταστάσεις ή σχέσεις αυτές, με βάση γενικά και αντικειμενικά κριτήρια, που βρίσκονται σε συνάφεια προς το αντικείμενο της ρυθμίσεως. Πρέπει, όμως, η επιλεγόμενη ρύθμιση να κινείται μέσα στα όρια που διαγράφονται από την αρχή της ισότητας, τα οποία αποκλείουν τόσο την έκδηλα άνιση μεταχείριση, με τη μορφή της εισαγωγής καθαρά χαριστικού μέτρου μη συνδεόμενου προς αξιολογικά κριτήρια ή της επιβολής αδικαιολόγητης επιβαρύνσεως, όσο και την αυθαίρετη εξομοίωση διαφορετικών καταστάσεων ή την ενιαία μεταχείριση προσώπων που τελούν υπό διαφορετικές συνθήκες, με βάση όλως τυπικά ή συμπτωματικά ή άσχετα μεταξύ τους κριτήρια. Περαιτέρω, η αρχή της αξιοκρατίας, η οποία συνδέεται με την αρχή του κράτους δικαίου και το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος υπαγορεύει, η πρόσβαση σε δημόσιες θέσεις και αξιώματα να γίνεται, προεχόντως, με κριτήρια που συνάπτονται με την προσωπική αξία και ικανότητα των ενδιαφερομένων για την κατάληψή τους (Σ.τ.Ε. 409/2023 Ολομ., 192-3/2022 Ολομ., 1757-8/2019 Ολομ. κ.ά.). Και μπορεί μεν, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, ο νομοθέτης να θεσπίζει αποκλίσεις από τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας, κατά την πρόσβαση στις δημόσιες θέσεις, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι οι σχετικές ρυθμίσεις δικαιολογούνται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, είναι πρόσφορες για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και τηρείται η αρχή της αναλογικότητας (Σ.τ.Ε. 409/2023 Ολομ., 1943/2018 Ολομ.). Περαιτέρω, ο νομοθέτης είναι ελεύθερος να καθορίζει το ειδικότερο ουσιαστικό περιεχόμενο των ανωτέρω κριτηρίων, έχοντας την ευχέρεια, εφ’ όσον κατά την κρίση του εξυπηρετείται το δημόσιο συμφέρον, ακόμη και να μεταβάλλει προϊσχύοντες κανόνες δικαίου, αδιαφόρως αν θίγονται δικαιώματα, συμφέροντα ή προσδοκίες στηριζόμενα σε αυτούς, αρκεί η επιχειρούμενη ρύθμιση να χωρεί κατά τρόπο απρόσωπο και αντικειμενικό (βλ. Σ.τ.Ε. 193/2022 Ολομ. κ.ά.). Εξ άλλου, με το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος κατοχυρώνεται η προσωπική και οικονομική ελευθερία, ειδικότερη εκδήλωση της οποίας αποτελεί η επαγγελματική ελευθερία, δηλαδή η ελευθερία επιλογής και ασκήσεως ορισμένου επαγγέλματος, ως αναγκαίου στοιχείου της προσωπικότητος του ατόμου. Στην ελευθερία αυτή ο κοινός νομοθέτης μπορεί να επιβάλει περιορισμούς, οι οποίοι είναι συνταγματικώς επιτρεπτοί, εφ’ όσον δικαιολογούνται από αποχρώντες λόγους δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος, ορίζονται γενικά και κατά τρόπο αντικειμενικό, τελούν δε σε συνάφεια προς το αντικείμενο και τον χαρακτήρα του επαγγέλματος. Όταν δε ο θεσπιζόμενος περιορισμός αφορά την πρόσβαση στο επάγγελμα προσώπων που συγκεντρώνουν τα νόμιμα προσόντα, η αρχή της αναλογικότητας επιβάλλει να είναι εμφανής και σαφώς διαγνώσιμη η αναγκαιότητα επιβολής του για την επίτευξη του επιδιωκομένου από τον νόμο σκοπού (Σ.τ.Ε. 1943/2018 Ολομ., 959/2015 Ολομ., 1621/2012 Ολομ. κ.ά.).
8. Επειδή, στο άρθρο 16 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «1. ... 2. Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες. 3. ... 8. Νόμος ορίζει τις προϋποθέσεις και τους όρους χορήγησης αδείας για την ίδρυση και λειτουργία εκπαιδευτηρίων που δεν ανήκουν στο Κράτος, τα σχετικά με την εποπτεία που ασκείται πάνω σ’ αυτά, καθώς και την υπηρεσιακή κατάσταση του διδακτικού προσωπικού τους. Η σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται. 9. ...». Από τις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις συνάγεται ότι, εν όψει της αναγωγής της παιδείας σε βασική αποστολή του Κράτους, θεσπίζεται η εποπτεία του τελευταίου επί των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων, με συνέπεια την έντονη ρυθμιστική παρέμβαση του νομοθέτη στην οργάνωση και λειτουργία τους, καθώς και στην υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού τους (Σ.τ.Ε. 2114/2021 Ολομ. και παγίως). Με τις συνταγματικές αυτές διατάξεις, με τις οποίες αναγνωρίζεται ατομικό δικαίωμα ιδρύσεως και λειτουργίας ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων (βλ. και Σ.τ.Ε. 2376/1988 Ολομ., 14/1988 Ολομ.), για την πληρέστερη ανάπτυξη της παιδείας, που αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους, δεν παρέχεται η δυνατότητα ασκήσεως απλώς ιδιωτικής επιχειρήσεως στο πλαίσιο του άρθρου 5 του Συντάγματος, αλλά δημοσίου λειτουργήματος από ιδιωτικό φορέα υποκείμενο σε κρατικό έλεγχο και εποπτεία (Σ.τ.Ε. 2114/2021 Ολομ.). Για τούτο, τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια υποχρεούνται να τηρούν κατά βάση το ίδιο πρόγραμμα σπουδών για τα έτη υποχρεωτικής φοίτησης, και να αποβλέπουν στους ίδιους συνταγματικούς στόχους, όπως αυτοί διακηρύσσονται στην παρ. 2 του άρθρου 16, ενώ δεν επιτρέπεται να περιορίζουν την εκπαιδευτική ύλη ή να αλλοιώνουν τους στόχους αυτούς. Περαιτέρω, κατ’ εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως του άρθρου 16 παρ. 8 εδ. α´ του Συντάγματος, εκδόθηκε ο ν. 682/1977 «Περί Ιδιωτικών Σχολείων Γενικής Εκπαιδεύσεως και Σχολικών Οικοτροφείων» (Α΄ 244), ο οποίος ρύθμισε γενικώς τα θέματα της ιδρύσεως και λειτουργίας και του διδακτικού προσωπικού όλων των ιδιωτικών σχολείων γενικής εκπαιδεύσεως. Από την επισκόπηση των διατάξεων του νόμου αυτού, όπως κατά καιρούς είχε τροποποιηθεί και ίσχυε κατά τον χρόνο εκδόσεως της προσβαλλομένης πράξεως, δοθείσης της κατά τα ανωτέρω αυστηρής συνταγματικής πλαισιώσεως της ιδιωτικής εκπαιδεύσεως, προκύπτει ότι η παρεχόμενη στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια εκπαίδευση είναι, σύμφωνα με τον νόμο, κατά βάσιν ομοίου τύπου και περιεχομένου με την παρεχόμενη από τα κρατικά (πρβ. Σ.τ.Ε. 14/1988 Ολομ.), γι’ αυτό οι χορηγούμενοι από αυτά τίτλοι σπουδών, το περιεχόμενο των οποίων καθορίζεται από το Κράτος κατά τρόπο ενιαίο με τους αντίστοιχους τίτλους της δημοσίας εκπαιδεύσεως, είναι ισότιμοι με τους παρεχόμενους από τα δημόσια εκπαιδευτήρια (Σ.τ.Ε. 1760/2019 Ολομ.), το δε υπηρεσιακό καθεστώς των υπηρετούντων εκπαιδευτικών προσεγγίζει αυτό των υπηρετούντων στη δημόσια εκπαίδευση, ενώ εξ άλλου, το διδακτικό προσωπικό των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων έχει τα ίδια προσόντα που απαιτούνται για το προσωπικό των δημόσιων σχολείων.
9. Επειδή, στο άρθρο 53 του εντεταγμένου στο Κεφάλαιο Ε΄ του ν. 4589/2019, το οποίο (Κεφάλαιο) τιτλοφορείται «Σύστημα διορισμού και προσλήψεων εκπαιδευτικών, μελών ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού (Ε.Ε.Π.) και ειδικού βοηθητικού προσωπικού (Ε.Β.Π.) της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης», ορίζονται τα εξής: «Οι κενές οργανικές θέσεις εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, μελών Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.) και Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (Ε.Β.Π.), καθώς και οι λειτουργικές ανάγκες της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καλύπτονται με επιλογή προσωπικού που διενεργείται από το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.) βάσει προτεραιότητας, σύμφωνα με τα επόμενα άρθρα» και στο άρθρο 54 ότι: «1. Το Α.Σ.Ε.Π. προκηρύσσει και διενεργεί κάθε δύο (2) σχολικά έτη διαδικασία κατάταξης με σειρά προτεραιότητας, κατά κλάδο και ειδικότητα, των υποψηφίων για την πλήρωση των κενών θέσεων εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, μελών Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π., καθώς και για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η προκήρυξη και η διαδικασία κατάταξης πραγματοποιούνται ύστερα από σχετικό αίτημα του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, το οποίο διατυπώνεται, σύμφωνα με τις εκπαιδευτικές ανάγκες, κατά κλάδο και ειδικότητα. Με την προκήρυξη καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη διεξαγωγή της διαδικασίας. 2. Στη διαδικασία γίνονται δεκτοί οι υποψήφιοι εκπαιδευτικοί και μέλη Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. που διαθέτουν τα ειδικά τυπικά προσόντα διορισμού στην πρωτοβάθμια ή τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. 3. Πρόσθετο τυπικό προσόν πλήρωσης των κενών θέσεων εκπαιδευτικών και μελών Ε.Ε.Π. αποτελεί η παιδαγωγική και διδακτική επάρκεια, η οποία πιστοποιείται είτε πριν από τον διορισμό, σύμφωνα με την παράγραφο 4, είτε μετά τον διορισμό, μέσω επιτυχούς παρακολούθησης ειδικών επιμορφωτικών προγραμμάτων. Οι υποψήφιοι οι οποίοι διαθέτουν πιστοποιημένη παιδαγωγική και διδακτική επάρκεια κατά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων υποψηφιότητας, προτάσσονται των υποψηφίων που δεν τη διαθέτουν στους αξιολογικούς πίνακες κατάταξης. 4. Η παιδαγωγική και διδακτική επάρκεια πιστοποιείται: α) … β) … 5. …». Περαιτέρω, στο άρθρο 55 του νόμου προβλέπεται ότι: «Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να υποβάλουν αίτηση υποψηφιότητας για τον διορισμό τους ως μόνιμων ή / και την πρόσληψή τους ως αναπληρωτών ή ωρομίσθιων εκπαιδευτικών ή μελών Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π., με τον τρόπο που ορίζεται στη σχετική προκήρυξη του Α.Σ.Ε.Π.», στο άρθρο 56 ότι: «1. Οι υποψήφιοι για διορισμό ή πρόσληψη κατατάσσονται κατά κλάδο και ειδικότητα ... στους ακόλουθους αξιολογικούς πίνακες κατάταξης, οι οποίοι ισχύουν έως τη λήξη του δεύτερου σχολικού έτους που έπεται της λήξης του σχολικού έτους κατά το οποίο έλαβε χώρα η δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως: α) Πίνακας Α΄ (Εκπαιδευτικών Γενικής Εκπαίδευσης). β) Πίνακας Β΄ (Εκπαιδευτικών Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης - Ε.Α.Ε.). γ) Πίνακας Γ΄ (Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π.) … 2. ... 3. Κατά τη διάρκεια ισχύος τους, οι αξιολογικοί πίνακες κατάταξης δεν τροφοδοτούνται με νέα στοιχεία» και στο άρθρο 57 ότι «Ο αξιολογικός πίνακας Α΄ καταρτίζεται με βάση τα ακόλουθα προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια, κατά φθίνουσα σειρά συνολικής βαθμολογίας, όπως αυτή προκύπτει από την αθροιστική βαθμολόγηση των κριτηρίων αυτών, ως εξής: α) Ακαδημαϊκά Προσόντα: εκατόν είκοσι (120) μονάδες κατ’ ανώτατο όριο, οι οποίες αναλύονται για τους κλάδους της ΠΕ κατηγορίας ως εξής: αα) … β) (όπως η περίπτωση β΄ ίσχυε πριν από την αντικατάστασή της με το άρθρο 42 του ν. 4692/2020, Α΄ 111/12-6-2020) Εκπαιδευτική προϋπηρεσία: εκατόν είκοσι (120) μονάδες κατ’ ανώτατο όριο, οι οποίες αναλύονται ως εξής: μία (1) μονάδα ανά μήνα πραγματικής εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας έως κατ’ ανώτατο όριο εκατόν είκοσι (120) μήνες. γ) Κοινωνικά κριτήρια: αα) …». Εξ άλλου, στο άρθρο 61 του νόμου ορίζεται ότι: «1. Το Α.Σ.Ε.Π. καταρτίζει κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην οικεία προκήρυξη τους προσωρινούς αξιολογικούς πίνακες κατάταξης Α΄, Β΄ και Γ΄ (Γ1΄ και Γ2΄), καθώς και τον προσωρινό επικουρικό αξιολογικό πίνακα της παραγράφου 4 του άρθρου 58, οι οποίοι αναρτώνται στις ιστοσελίδες του Α.Σ.Ε.Π. και του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. ... 2. Οι υποψήφιοι μπορούν να υποβάλουν ένσταση κατά των ανωτέρω πινάκων σε αποκλειστική προθεσμία δέκα (10) ημερών από την επομένη της ανάρτησής τους στην ιστοσελίδα του Α.Σ.Ε.Π., σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από τις οικείες περί Α.Σ.Ε.Π. διατάξεις. 3. Ύστερα από τον έλεγχο των ενστάσεων, καταρτίζονται από το Α.Σ.Ε.Π. οι τελικοί αξιολογικοί πίνακες κατάταξης Α΄, Β΄ και Γ΄ (Γ1´ και Γ2´), καθώς και ο τελικός επικουρικός αξιολογικός πίνακας της παραγράφου 4 του άρθρου 58, οι οποίοι δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σύμφωνα με την περίπτωση ιε΄ της παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 3469/2006 (Α΄ 131). 4. Για την κατάταξη των υποψηφίων στους αξιολογικούς πίνακες, σύμφωνα με τα κριτήρια των προηγούμενων άρθρων: ... στ) (όπως η περίπτωση στ΄ ίσχυε πριν από την αντικατάστασή της με το άρθρο 43 του ν. 4692/2020) Για τον υπολογισμό των μονάδων εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας λαμβάνεται υπόψη η συνολική διάρκεια της πραγματικής εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας προσωρινού αναπληρωτή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 34 του άρθρου 6 του ν. 3027/2002 (Α΄ 152), της παρ. 4 του άρθρου 41 του ν. 3762/2009 (Α΄ 75) και της παρ. 4 του άρθρου 23, σε συνδυασμό με την παρ. 2 του άρθρου 6 και την παρ. 1. β του άρθρου 17 του ν. 3699/2008 (Α´ 199), που έχει πραγματοποιηθεί σε κλάδο της ίδιας εκπαιδευτικής κατηγορίας (ΠΕ, ΤΕ ή ΔΕ) με τον κλάδο για τον οποίο τίθεται η υποψηφιότητα. ζ) Η πραγματική προϋπηρεσία των εκπαιδευτικών όλων των κλάδων και ειδικοτήτων των ιδιωτικών σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης προσμετράται μόνο εφόσον: αα) οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί έχουν απολυθεί για κατάργηση των ιδιωτικών σχολικών μονάδων, τάξεων ή τμημάτων ή με καταγγελία της σύμβασης εργασίας και ββ) έχουν συμπληρώσει κατά την ημέρα της απόλυσης συνεχή υπηρεσία τουλάχιστον δύο (2) σχολικών ετών με πλήρες εβδομαδιαίο ωράριο ή με αναγωγή αυτού στο υποχρεωτικό. Δεν προσμετράται η προϋπηρεσία των ιδιωτικών εκπαιδευτικών των οποίων η σχέση εργασίας λύεται λόγω παραίτησης, καθώς και των ιδιωτικών εκπαιδευτικών που απολύονται για τους λόγους των περιπτώσεων δ΄ και ε΄ της παρ. 3 του άρθρου 30 του ν. 682/1977 (Α΄ 244) [οι περιπτώσεις αυτές αφορούν καταγγελία της συμβάσεως εργασίας λόγω συμπληρώσεως του 70ού έτους της ηλικίας και λόγω σωματικής ή πνευματικής ανικανότητας, συμπληρώσεως ορίου ηλικίας συνταξιοδοτήσεως και επιβολής της πειθαρχικής ποινής απολύσεως]. Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί για τους οποίους προσμετράται η προϋπηρεσία στην ιδιωτική εκπαίδευση σύμφωνα με την παρούσα περίπτωση, δεν διορίζονται αν κατά το χρόνο του διορισμού δεν έχουν συμπληρώσει υπηρεσία αναπληρωτή ή ωρομίσθιου σε δημόσια σχολεία επί δύο (2) τουλάχιστον πλήρη διδακτικά έτη. η) …», στο άρθρο 62 ότι «1. Οι υποψήφιοι που εντάσσονται στους τελικούς αξιολογικούς πίνακες Α΄, Β΄ και Γ´ (Γ1΄ και Γ2΄) μπορεί να διορίζονται κατά τη διάρκεια της ισχύος τους, ανάλογα με τις εκπαιδευτικές ανάγκες, σε κενές οργανικές θέσεις εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, μελών Ε.Ε.Π. ή Ε.Β.Π., εφόσον πληρούν τα γενικά προσόντα διορισμού και δεν συντρέχουν στο πρόσωπό τους κωλύματα διορισμού στο Δημόσιο. 2. … 4. (όπως η παρ. αυτή ίσχυε πριν από την αντικατάστασή της με το άρθρο 44 του ν. 4692/2020) Ο διορισμός των εκπαιδευτικών και μελών Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, βάσει της σειράς κατάταξής τους στους τελικούς αξιολογικούς πίνακες, καθώς και των δηλωθεισών προτιμήσεων. Οι εκπαιδευτικοί των κοινών κλάδων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης διορίζονται στην πρωτοβάθμια ή στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ανάλογα με τις ανάγκες του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων», στο άρθρο 63 ότι «1. Οι υποψήφιοι που εντάσσονται στους τελικούς αξιολογικούς πίνακες Α΄, Β΄ και Γ΄ (Γ1´ και Γ2´), καθώς και στον τελικό επικουρικό αξιολογικό πίνακα της παραγράφου 4 του άρθρου 58, μπορεί να προσλαμβάνονται ως προσωρινοί αναπληρωτές ή ωρομίσθιοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, διάρκειας έως ενός (1) διδακτικού έτους, προκειμένου να καλυφθούν λειτουργικές ανάγκες της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αν για οποιαδήποτε αιτία απουσιάζουν από σχολικές μονάδες εκπαιδευτικοί ή μέλη Ε.Ε.Π. ή Ε.Β.Π. ή δημιουργηθούν έκτακτα λειτουργικά κενά κατά τη διάρκεια του διδακτικού έτους. … 2. … 3. (πριν από την αντικατάσταση της εν λόγω παραγράφου 3 με το άρθρο 45 παρ. 1 του ν. 4692/2020) Η πρόσληψη αναπληρωτών εκπαιδευτικών ή μελών Ε.Ε.Π. ή Ε.Β.Π. διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, βάσει της σειράς κατάταξης των υποψηφίων στους τελικούς αξιολογικούς πίνακες, καθώς και των δηλωθεισών προτιμήσεων. … 4. Υποψήφιος εκπαιδευτικός ή μέλος Ε.Ε.Π. ή Ε.Β.Π. που προσλαμβάνεται ως αναπληρωτής παραμένει εγγεγραμμένος στους οικείους τελικούς αξιολογικούς πίνακες και δύναται να διοριστεί καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος των πινάκων. ... 5. (πριν από την προσθήκη εδαφίων στην εν λόγω παράγραφο 5 με το άρθρο 114 του ν. 4763/2020, Α΄ 254) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις κατά τις οποίες αντικειμενικοί λόγοι δεν επιτρέπουν την πρόσληψη προσωρινού αναπληρωτή, προσλαμβάνονται, ύστερα από δήλωση προτίμησης σύμφωνα με την παράγραφο 2, ωρομίσθιοι εκπαιδευτικοί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου διάρκειας έως ενός (1) διδακτικού έτους. Η πρόσληψη ωρομίσθιων εκπαιδευτικών γίνεται από τον οικείο Διευθυντή Εκπαίδευσης βάσει της σειράς κατάταξης των υποψηφίων στους τελικούς αξιολογικούς πίνακες, καθώς και των δηλωθεισών προτιμήσεων. 6. ... 7. ... 8. Η υπηρεσία που προσφέρθηκε με την ιδιότητα του αναπληρωτή ή του ωρομισθίου λογίζεται ως πραγματική δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία και λαμβάνεται υπόψη μετά τον μόνιμο διορισμό στη δημόσια εκπαίδευση για κάθε συνέπεια», στο άρθρο 66 ότι «1. Κατά την πρώτη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου: α) Η προκήρυξη της παραγράφου 1 του άρθρου 54 εκδίδεται το αργότερο εντός ενός (1) μήνα από την έναρξη ισχύος του παρόντος. β) ... γ) (η περίπτωση γ΄ καταργήθηκε με το άρθρο 64 του ν. 4692/2020) Οι τελικοί αξιολογικοί πίνακες κατάταξης ισχύουν για τα τρία (3) σχολικά έτη, που έπονται της λήξης του σχολικού έτους κατά το οποίο έλαβε χώρα η δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δ) … 2. ...», και στο άρθρο 67 ότι καταργούνται - μεταξύ άλλων - οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 4, οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 4Α, τα άρθρα 5 και 5Α, τα άρθρα 8 και 9 και το τελευταίο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 47 του ν. 3848/2010 (περ. γ´). Τέλος, στην παρ. 34 του άρθρου 6 του ν. 3027/2002, που μνημονεύεται στην παρατεθείσα ανωτέρω περ. στ΄ της παρ. 4 του άρθρου 61 του ν. 4589/2019, όπως αυτή τροποποιηθείσα ισχύει, καθορίστηκε η προϋπηρεσία η οποία αναγνωρίζεται ως προϋπηρεσία αναπληρωτή ή ωρομίσθιου εκπαιδευτικού, όπως είναι η προϋπηρεσία σε δημόσια σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως αρμοδιότητας του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, στα Μουσικά Σχολεία, στα τμήματα Αθλητικών Διευκολύνσεων, στις Σχολικές Μονάδες Ειδικής Αγωγής, στα Ναυτικά Λύκεια, στα Μεταλυκειακά Προπαρασκευαστικά Κέντρα, στα Ολοήμερα Σχολεία Πρωτοβάθμιας Εκπαιδεύσεως, στα Εκκλησιαστικά Σχολεία, στη Σιβιτανίδειο Δημόσια Σχολή Τεχνών και Επαγγελμάτων, στις Σχολές τουριστικής εκπαιδεύσεως του Οργανισμού Τουριστικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης κ.ά. Παρόμοιες διατάξεις για την αναγνώριση της προϋπηρεσίας αναπληρωτών εκπαιδευτικών προβλέπονται και στην παρ. 4 του άρθρου 41 του ν. 3762/2009 και στην παρ. 4 του άρθρου 23, σε συνδυασμό με την παρ. 2 του άρθρου 6 και την παρ. 1 περ. β΄ του άρθρου 17 του ν. 3699/2008.
10. Επειδή, στην αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας με την οποία εισήχθησαν οι παραπάνω διατάξεις του ν. 4589/2019 αναφέρονται τα εξής: «... Πρόκειται για ένα σύστημα επιλογής προσωπικού το οποίο θα διέπει εφεξής κατά πάγιο τρόπο τη διαδικασία διορισμού ή πρόσληψης εκπαιδευτικών, θέτοντας τέλος στη μακρά περίοδο εφαρμογής των μεταβατικών διατάξεων του ν. 3848/2010 (Α΄ 71), σύμφωνα με την αρχή του κράτους δικαίου και τη σχετική νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκρινε ανεπίτρεπτη την εξακολούθηση της εφαρμογής των μεταβατικών αυτών διατάξεων πέραν του σχολικού έτους 2018-2019 (1883/2017 απόφαση του Γ΄ Τμήματος). Το προτεινόμενο σύστημα προβλέπει διαδικασία κατάταξης των υποψηφίων σε αξιολογικούς πίνακες βάσει σειράς προτεραιότητας και όχι με γραπτό διαγωνισμό, κάτι το οποίο απλοποιεί και επιταχύνει σημαντικά τις σχετικές διαδικασίες. Σε κάθε περίπτωση, το προτεινόμενο σύστημα, με κατάταξη των υποψηφίων από το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.), είναι σύμφωνο με τις συνταγματικές αρχές της διαφάνειας, της ισότητας και της αξιοκρατίας και, ειδικότερα, της ελεύθερης πρόσβασης και σταδιοδρομίας κάθε Έλληνα πολίτη στις δημόσιες θέσεις κατά το λόγο της προσωπικής του αξίας και ικανότητας, σύμφωνα με τα άρθρα 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 παρ. 7 του Συντάγματος, καθώς θέτει προκαθορισμένα, αντικειμενικά και μετρήσιμα κριτήρια για την κατάταξη των υποψηφίων, τα οποία αφορούν τα ακαδημαϊκά τους προσόντα και την εκπαιδευτική προϋπηρεσία, αλλά και κοινωνικά κριτήρια. Ειδικότερα, για την εκπαιδευτική προϋπηρεσία μοριοδοτείται η προϋπηρεσία για χρονικό διάστημα έως 120 μήνες, το οποίο αποτελεί ένα εύλογο χρονικό διάστημα μοριοδότησης των εκπαιδευτικών που έχουν μακρά προϋπηρεσία και, ως εκ τούτου, διαθέτουν εμπειρία και έχουν προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στην εκπαίδευση, το δε χρονικό διάστημα των 120 μηνών στην παρούσα χρονική περίοδο ταυτίζεται ουσιαστικά με το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τον τελευταίο διαγωνισμό του Α.Σ.Ε.Π. για τον διορισμό εκπαιδευτικών το έτος 2008 μέχρι σήμερα, δηλαδή το χρονικό διάστημα κατά το οποίο δεν υπήρχε, λόγω των δημοσιονομικών περιορισμών, η δυνατότητα διεκδίκησης διορισμού σε μόνιμη θέση από τους υποψηφίους. Στο πλαίσιο αυτό, η ισόρροπη προσμέτρηση ακαδημαϊκών προσόντων σε συνδυασμό με την προϋπηρεσία εξασφαλίζει τη βέλτιστη επιλογή έμπειρου και επιστημονικά καταρτισμένου εκπαιδευτικού προσωπικού και ταυτόχρονα δίνει τη δυνατότητα διεκδίκησης θέσεων σε υποψηφίους με υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα με ελάχιστη ή μηδενική προϋπηρεσία. Περαιτέρω, με τη μοριοδότηση των κοινωνικών κριτηρίων, εκδηλώνεται η πρόνοια του νομοθέτη για την προστασία της οικογένειας και των ατόμων με αναπηρία».
11. Επειδή, ως προς το επίδικο ζήτημα της μοριοδοτήσεως της προϋπηρεσίας στην ιδιωτική εκπαίδευση κατά τη διαδικασία καταρτίσεως πινάκων διοριστέων στη δημόσια εκπαίδευση (πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια), οι διαδοχικώς ισχύσασες διατάξεις που αφορούν τον διορισμό εκπαιδευτικών προέβλεπαν τα ακόλουθα: α) Σύμφωνα με το άρθρο 15 του ν. 1566/1985 (Α΄ 167) οι διορισμοί των εκπαιδευτικών στα δημόσια σχολεία γίνονταν από ετήσιους πίνακες διοριστέων, με σειρά καθοριζόμενη, για τους εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης από τον βαθμό του πτυχίου και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Και στις δύο περιπτώσεις οριζόταν ότι, κατά τη σύνταξη των πινάκων διοριστέων, προτάσσονταν υποχρεωτικά και ανεξάρτητα από τον βαθμό πτυχίου τους όσοι είχαν μεταπτυχιακό ή διδακτορικό τίτλο αντίστοιχα, καθώς και όσοι πληρούσαν ορισμένα κοινωνικά κριτήρια, ενώ δεν προβλεπόταν συνυπολογισμός τυχόν προϋπηρεσίας για την ένταξη στους πίνακες. β) Ακολούθως, και μετά τη θέσπιση του ν. 2190/1994 (Α΄ 28) περί Α.Σ.Ε.Π., δημοσιεύθηκε ο ν. 2525/1997 (Α΄ 188) με το άρθρο 6 του οποίου καταργήθηκε από το έτος 1998 το σύστημα καταρτίσεως πινάκων διοριστέων μόνιμων εκπαιδευτικών με βάση τη σειρά εγγραφής στην επετηρίδα και αντικαταστάθηκε από σύστημα καταρτίσεως πινάκων διοριστέων με βάση την επιτυχία σε διαγωνισμό διενεργούμενο ανά διετία, με αφετηρία το έτος 1998, από το Α.Σ.Ε.Π. (παρ. 1 και 3). Προβλέφθηκε δε μεταβατική περίοδος πέντε ετών (1998-2002) παράλληλης λειτουργίας των δύο συστημάτων, με διαδοχικά μειούμενο το ποσοστό των διοριζομένων με βάση την επετηρίδα (παρ. 2). Κατά την ως άνω μεταβατική περίοδο προβλέφθηκε ειδική ευνοϊκή ρύθμιση για τους εκπαιδευτικούς που υπηρέτησαν ως προσωρινοί αναπληρωτές ή ωρομίσθιοι, συνιστάμενη στην, υπό προϋποθέσεις, προσαύξηση της βαθμολογίας τους στους διαγωνισμούς του Α.Σ.Ε.Π. (παρ. 5). Ειδικότερα, με το άρθρο 6 παρ. 5 του ν. 2525/1997 ορίσθηκε ότι οι επιτυχόντες στον διαγωνισμό (δηλ. όσοι λαμβάνουν την καθοριζόμενη στη διάταξη αυτή βαθμολογία) κατατάσσονται κατά τη σειρά της βαθμολογίας τους σε πίνακες επιτυχίας, στο δε εδάφιο τέταρτο προβλέφθηκε ότι στους διαγωνισμούς που θα διενεργούνταν κατά το μεταβατικό στάδιο της πενταετίας 1998-2002, η συνολική βαθμολογία των επιτυχόντων στον διαγωνισμό που υπηρέτησαν ως προσωρινοί αναπληρωτές και ωρομίσθιοι εκπαιδευτικοί σε δημόσια σχολεία, εφ’ όσον αυτοί είχαν συμπληρώσει προϋπηρεσία δύο τουλάχιστον διδακτικών ετών με πλήρες διδακτικό ωράριο, θα προσαυξανόταν με ποσοστό 2% για κάθε διδακτικό έτος. Ακολούθως, όμως, με το άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 2740/1999 (Α΄ 186) ορίσθηκε ότι: «Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 6 του ν. 2525/1997 εφαρμόζεται και για τους υποψήφιους εκπαιδευτικούς που έχουν συμπληρώσει την απαιτούμενη προϋπηρεσία στα ιδιωτικά σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης …». γ) Με τον ν. 2834/2000 (Α΄ 160) επιχειρήθηκε η μεταρρύθμιση του ν. 2525/1997. Προς τούτο προβλέφθηκε, μεταξύ άλλων, η κατάταξη των υποψηφίων στους πίνακες διοριστέων ύστερα από συνεκτίμηση του βαθμού πτυχίου, των μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών, του διδακτορικού και της προηγούμενης εκπαιδευτικής εμπειρίας και αντικαταστάθηκε η παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 2525/1995 ως εξής: «Προϋπηρεσία αποτελεί η απασχόληση ως προσωρινού αναπληρωτή ή ωρομίσθιου εκπαιδευτικού σε δημόσια σχολεία πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στη Σιβιτανίδειο Δημόσια Σχολή Τεχνών και Επαγγελμάτων, στις σχολές μαθητείας ταυ Ο.Α.Ε.Δ. του άρθρου 9 παρ. ΙΙ του Ν. 1566/1985, στα μεταλυκειακά προπαρασκευαστικά κέντρα του άρθρου 59 του Ν. 1566/1985, στα ναυτικά λύκεια, η υπηρεσία εκπαιδευτικών στα τμήματα ενισχυτικής διδασκαλίας του Εθνικού Ιδρύματος Νεότητας για μουσουλμάνους μαθητές και η προϋπηρεσία των εκπαιδευτικών των ιδιωτικών σχολείων πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης». Επισημαίνεται ότι μετά τον ν. 2525/1997 και παρότι είχε προβλεφθεί η ως άνω πενταετής μεταβατική περίοδος (1998-2002) παράλληλης λειτουργίας των δύο συστημάτων (επετηρίδας και διαγωνισμού), μετά τη λήξη της οποίας (δηλ. από το έτος 2003) οι διορισμοί θα διενεργούνταν μόνο από πίνακες καταρτιζόμενους ύστερα από διαγωνισμό του Α.Σ.Ε.Π., ο νομοθέτης θέσπισε αλλεπάλληλες ρυθμίσεις που αποσκοπούσαν στον διορισμό εκπαιδευτικών που είχαν υπηρετήσει ως αναπληρωτές στη δημόσια εκπαίδευση, παράλληλα με το κύριο σύστημα των διορισμών κατόπιν διαγωνισμού Α.Σ.Ε.Π. δ) Εν συνεχεία, ο ν. 3848/2010 (Α΄ 71) εισήγαγε με το άρθρο 1 την αρχή ότι οι κενές θέσεις εκπαιδευτικών και οι λειτουργικές ανάγκες της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως καλύπτονται από όσους συγκεντρώνουν βαθμολογία πάνω από τη βάση σε διαγωνισμό του Α.Σ.Ε.Π., όπως ειδικότερα οριζόταν με τις διατάξεις του ίδιου νόμου. Σε αρμονία προς την αρχή αυτήν προβλέφθηκε η ανά τριετία (διετία αρχικώς) διεξαγωγή διαγωνισμού για την κατάρτιση πίνακα κατατάξεως, με βάση την οποία (κατάταξη) θα γίνονταν τόσο οι διορισμοί των μονίμων, όσο και οι προσλήψεις των αναπληρωτών και ωρομισθίων εκπαιδευτικών για ορισμένο χρόνο (άρθρα 2, 3, 4 και 5 ν. 3848/2010). Στο άρθρο 3 του ν. 3848/2010 αναφορικά με τους τελικούς πίνακες κατατάξεως εκπαιδευτικών ορίσθηκε ότι: «1. Μετά την οριστικοποίηση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού συντάσσονται από το Α.Σ.Ε.Π., κατά κλάδο και ειδικότητα, οι τελικοί πίνακες κατάταξης εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Πίνακες Επιλογής Εκπαιδευτικών για την Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση - Π.Ε.Ε.Π.Δ.Ε.), στους οποίους εντάσσονται όσοι συγκέντρωσαν τη βαθμολογική βάση στο διαγωνισμό αυτόν ή σε έναν τουλάχιστον από τους δύο προηγούμενους διαγωνισμούς. Η σειρά κατάταξης των μετεχόντων στον τελικό πίνακα προσδιορίζεται από τις μονάδες που συγκέντρωσαν στο διαγωνισμό, από ακαδημαϊκά κριτήρια, από την προϋπηρεσία τους ως εκπαιδευτικών και από κοινωνικά κριτήρια ως ακολούθως: (α) Μονάδες από το διαγωνισμό: ... (β) Ακαδημαϊκά κριτήρια: ... (γ) Πραγματική εκπαιδευτική προϋπηρεσία: … Λαμβάνεται υπόψη η συνολική διάρκεια της πραγματικής εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας, όπως αυτή ορίζεται στις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 6 του ν. 2525/1997 ... και της παραγράφου 34 του άρθρου 6 του ν. 3027/2002 ..., όπως ισχύουν. Σε περιπτώσεις προϋπηρεσίας με μειωμένο ωράριο γίνεται αναγωγή στο εκάστοτε υποχρεωτικό εβδομαδιαίο ωράριο διδασκαλίας. (δ) Κοινωνικά κριτήρια: ... 2. ...». Συνεπώς, και υπό το πάγιο καθεστώς που προβλέφθηκε με τον ν. 3848/2010 ως προϋπηρεσία λαμβανόμενη υπ’ όψιν προς καθορισμό της σειράς κατατάξεως στους τελικούς πίνακες - οι οποίοι συντάσσονταν ύστερα από τη διενέργεια διαγωνισμού και στους οποίους εντάσσονταν όσοι μετέχοντες είχαν συγκεντρώσει την προβλεπόμενη βαθμολογία - ήταν αυτή που είχε αποκτηθεί από αναπληρωτές της δημόσιας εκπαίδευσης και από ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς. Ο νόμος αυτός περιείχε μεταβατικές διατάξεις, ορισμένες από τις οποίες κρίθηκαν αντισυνταγματικές με την απόφαση 527/2015 της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας (αφορά τον σε ποσοστό 40% διορισμό μονίμων εκπαιδευτικών από τον ενιαίο πίνακα αναπληρωτών), ενώ άλλες (αφορώσες την πρόσληψη αναπληρωτών εκπαιδευτικών) κρίθηκαν με τις αποφάσεις 4303/2015 και 1882/2017 του Συμβουλίου της Επικρατείας ανεκτές συνταγματικώς εφ’ όσον θα ίσχυαν για εύλογο χρονικό διάστημα. Τέλος, ε) ακολούθησε ο ν. 4589/2019, που περιλαμβάνει την αμφισβητούμενη με την υπό κρίση αίτηση διάταξη, με τον οποίο εισήχθησαν εκ νέου πάγιες ρυθμίσεις σχετικά με τη στελέχωση της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας δημόσιας εκπαιδεύσεως. Πέραν των ανωτέρω, με διάφορες διατάξεις ο νομοθέτης μεριμνούσε ώστε οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί που απολύονταν λόγω καταργήσεως σχολείων ή τμημάτων ή με καταγγελία της συμβάσεως εργασίας τους, να προσλαμβάνονται στη δημόσια εκπαίδευση με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, εφ’ όσον πληρούσαν συγκεκριμένες προϋποθέσεις σχετικά με τον χρόνο υπηρεσίας τους [βλ. την περ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 2986/2002 (Α΄ 24), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 3194/2003 (Α΄ 267), την καταργηθείσα με την παρ. 13 του άρθρου 9 του ν. 3848/2010, παρ. 1 του άρθρου 62 του ν. 1566/1985 (Α΄ 167) και την καταργηθείσα με την παρ. 13 του άρθρου 95 του ν. 1566/1985, παρ. 9 του άρθρου 30 του ν. 682/1977 (Α΄ 244)]. Εξ άλλου, με την περίπτωση β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν. 2986/2002 (Α΄ 24), όπως η εν λόγω περίπτωση β΄ αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 3194/2003 (Α΄ 267) και τελικώς με το άρθρο 9 παρ. 6 του ν. 3391/2005 (Α΄ 240) προβλέφθηκε ότι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί, που απολύονται για τους λόγους που προαναφέρθηκαν εγγράφονται στους πίνακες αναπληρωτών και ωρομίσθιων εκπαιδευτικών των παραγράφων 2 και 5 του άρθρου 6 του ν. 3255/2004 (Α΄ 138), εφ’ όσον συμπληρώνουν συγκεκριμένη προϋπηρεσία στην ίδια σχολική μονάδα, δεν παρέχεται δε δυνατότητα εγγραφής στους πίνακες αυτούς σε όσους παραιτήθηκαν από την εργασία τους. Όσοι εγγράφονται στον πίνακα αναπληρωτών δεν μπορούν να διορισθούν σε θέσεις μόνιμων εκπαιδευτικών κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 3255/2004 (Α΄ 138) πριν συμπληρώσουν υπηρεσία αναπληρωτή ή ωρομίσθιου σε δημόσια σχολεία επί δύο τουλάχιστον πλήρη διδακτικά έτη από την εγγραφή τους στον πίνακα. Με την απόφαση 1882/2017 του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι οι ανωτέρω διατάξεις του ν. 2986/2002 δεν αντίκεινται σε καμία συνταγματική διάταξη ή αρχή, με την αιτιολογία ότι με αυτές επιδιώκεται, προδήλως, ο θεμιτός κατά το Σύνταγμα σκοπός της αντιμετωπίσεως του προβλήματος της ανεργίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών (άρθρο 22 παρ. 1 του Συντάγματος), οι οποίοι μπορεί να απομακρύνονται από τη θέση τους για τους προαναφερθέντες λόγους (δηλαδή αποκλειστικά λόγω καταργήσεως ιδιωτικών σχολικών μονάδων, τάξεων ή τμημάτων ή με καταγγελία της συμβάσεως εργασίας) ακόμη και μετά από εργασία πολλών ετών.
12. Επειδή, με την προσβαλλομένη 2ΓΕ/2019 προκήρυξη του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού κλήθηκαν οι εκπαιδευτικοί Δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως, κλάδων ΠΕ01, ΠΕ02, ΠΕ03, ΠΕ04, ΠΕ05, ΠΕ06, ΠΕ07, ΠΕ08, ΠΕ11, ΠΕ33, ΠΕ34, ΠΕ40, ΠΕ41, ΠΕ78, ΠΕ80, ΠΕ81, ΠΕ82, ΠΕ83, ΠΕ84, ΠΕ85, ΠΕ86, ΠΕ87, ΠΕ88, ΠΕ89, ΠΕ90 και ΠΕ91, να υποβάλουν, εφ’ όσον κατέχουν τα γενικά και απαιτούμενα προσόντα, «ΑΙΤΗΣΗ - ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΔΗΛΩΣΗ» (ηλεκτρονική) για τη διαδικασία κατάταξης με σειρά προτεραιότητας, κατά κλάδο και ειδικότητα, για την πλήρωση των κενών θέσεων εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας Γενικής Εκπαιδεύσεως, καθώς και για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών των οικείων βαθμίδων εκπαιδεύσεως. Στο προοίμιο της προκηρύξεως αναφέρονται, μεταξύ άλλων, οι διατάξεις των άρθρων 53-67 του ανωτέρω ν. 4589/2019 (δηλαδή το Κεφάλαιο Ε΄ του νόμου αυτού), ενώ, περαιτέρω, στο Κεφάλαιο Δ΄ αναφορικά με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και συγκεκριμένα στην παράγραφο 8 «Αποδεικτικά/Βεβαιώσεις εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας» επαναλαμβάνονται οι ως άνω ρυθμίσεις του άρθρου 61 παρ. 4 στ και ζ του ν. 4589/2019, διευκρινίζονται δε τα εξής: «1. ... 2. Για την προσμέτρηση ιδιωτικής προϋπηρεσίας σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4ζ) του άρθρου 61 του ν. 4589/2019, οι υποψήφιοι καταθέτουν: • Βεβαίωση προϋπηρεσίας (συγκεντρωτική) από την οικεία Δ/νση Εκπ/σης στην οποία ανήκει το ιδιωτικό σχολείο, όπου θα αναγράφονται τα ακριβή χρονικά διαστήματα κατά τα οποία παρασχέθηκε η προϋπηρεσία, καθώς και το ωράριο εβδομαδιαίας διδασκαλίας τους. • Έγγραφο απόλυσης της οικείας Δ/νσης Εκπ/σης, στο οποίο θα αναγράφεται η πράξη-απόφαση της κατάργησης-αναστολής σχολικής μονάδας κ.λπ. ή της καταγγελίας σύμβασης. • Υπεύθυνη Δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986, στην οποία θα δηλώνεται ότι δεν εργάζονται σε άλλη σχολική μονάδα του ίδιου ή άλλου ιδιοκτήτη ιδιωτικού σχολείου (Γνωμ. ΝΣΚ 35/2006). 3. Για την προσμέτρηση εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας σε κράτη-μέλη Ε.Ε.: Βεβαίωση πρόσληψης από τον αρμόδιο/αρμόδιους φορείς οι οποίοι τελούν υπό τη διοικητική εποπτεία του αρμόδιου, σε κάθε κράτος, Υπουργείου και συνοδευόμενη από επίσημη μετάφραση στην οποία να αναγράφεται: -ότι τα σχολεία πρόσληψης ανήκουν στη δημόσια Γενική ή Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση -η ακριβής διάρκεια του διδακτικού έτους -τα ακριβή χρονικά διαστήματα κατά τα οποία παρασχέθηκε η ανωτέρω προϋπηρεσία -η εργασιακή σχέση με την οποία αποκτήθηκε η αναφερόμενη στα παραστατικά προϋπηρεσία -το υποχρεωτικό ωράριο διδασκαλίας του μονίμου, αναπληρωτή ή ωρομίσθιου εκπαιδευτικού -οι ώρες απασχόλησης ανά μήνα για τους ωρομίσθιους εκπαιδευτικούς και -ο φορέας πρόσληψης και το Υπουργείο στη διοικητική εποπτεία του οποίου ανήκει. Σύμφωνα με την αριθμ. 360/2011 Γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έχει γίνει δεκτή από την Υπουργό Παιδείας, προϋπηρεσία που έχει αποκτηθεί σε δημόσια σχολεία των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τους, κατά περίπτωση όρους, και προϋποθέσεις που ορίζονται από την οικεία νομοθεσία, δύναται να αναγνωριστεί ως προϋπηρεσία για την ένταξη στους πίνακες αναπληρωτών και ωρομισθίων, ακόμα και αν έχει προσφερθεί πριν από την ημερομηνία της ακαδημαϊκής/επαγγελματικής αναγνώρισης στην ημεδαπή του αλλοδαπού τίτλου.
ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
(επί των προϋπηρεσιών): Διευκρινίζεται ότι, βάσει των διατάξεων του
άρθρου 10 "Χρόνος συνδρομής προϋποθέσεων διορισμού" του ν. 3528/2007
(ΦΕΚ 26 Α΄), για την κατάταξη στους οικείους πίνακες, θα ληφθεί υπόψη
προϋπηρεσία προσφερθείσα μέχρι και την καταληκτική ημερομηνία της
προθεσμίας υποβολής αιτήσεων της παρούσης». Τέλος, στο Κεφάλαιο Ε΄ της
προκηρύξεως ορίζονται τα εξής: «Ο κάθε υποψήφιος, εφόσον κατέχει τα
γενικά και ειδικά προσόντα συμμετοχής και διορισμού, βαθμολογείται με
βάση τη μοριοδότηση των κριτηρίων που προβλέπονται στο άρθρο 57 του ν.
4589/2019. Το Α.Σ.Ε.Π. καταρτίζει, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην
οικεία προκήρυξη, τους προσωρινούς αξιολογικούς πίνακες κατάταξης και
απορριπτέων, οι οποίοι αναρτώνται στις ιστοσελίδες του Α.Σ.Ε.Π. και του
Υπουργείου Παιδείας, και Θρησκευμάτων. ... Σε περίπτωση που διαπιστωθεί
ότι τα δηλωθέντα προσόντα, κριτήρια/ιδιότητες δεν αποδεικνύονται με βάση
τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται ή εάν τα δικαιολογητικά δεν
υποβληθούν στις οικείες Δ/νσεις Εκπαίδευσης, δεν λαμβάνονται υπόψη τα
προσόντα, κριτήρια/ιδιότητες που δηλώνονται με την αίτηση συμμετοχής
τους στη διαδικασία. Επίσης προσόντα, κριτήρια/ιδιότητες τα οποία δεν θα
δηλωθούν στην Αίτηση-Υπεύθυνη Δήλωση (ηλεκτρονική), δεν θα ληφθούν
υπόψη, ακόμη και αν υποβληθούν τα σχετικά δικαιολογητικά στις
Διευθύνσεις Εκπαίδευσης. Οι ανωτέρω προσωρινοί πίνακες κατάταξης και
απορριπτέων καταρτίζονται από την Κεντρική Επιτροπή, που είναι αρμόδια
για την τήρηση της όλης διαδικασίας και καταχωρίζονται στον διαδικτυακό
τόπο του ΑΣΕΠ (www.asep.gr) και του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων
(www.minedu.gov.gr). Παράλληλα, το ΑΣΕΠ αποστέλλει στον τύπο για
δημοσίευση ανακοίνωση με την οποία γνωστοποιείται η σχετική καταχώριση.
Κατά των ανωτέρω προσωρινών πινάκων επιτρέπεται η άσκηση ενστάσεως, μέσα
σε αποκλειστική προθεσμία δέκα (10) ημερών, που αρχίζει από την επομένη
της, κατά τα ανωτέρω, καταχώρισής τους στον διαδικτυακό τόπο του ΑΣΕΠ
(www.asep.gr). Επιπλέον, η προθεσμία αυτή ορίζεται και αναφέρεται ρητώς
τόσο στην οικεία καταχώριση στον διαδικτυακό τόπο του ΑΣΕΠ όσο και στη
σχετική ανακοίνωση στον τύπο. Η άσκηση της ενστάσεως γίνεται
αποκλειστικά μέσω του διαδικτυακού του τόπου (www.asep.gr) ... Για την
ένσταση απαιτείται και παράβολο είκοσι ευρώ (20€), άλλως η ένσταση δεν
εξετάζεται. ... Το Α.Σ.Ε.Π. εξετάζει τις υποβληθείσες ενστάσεις και
ελέγχει τη νομιμότητα των πινάκων κατάταξης υποψηφίων. Ύστερα από τον
έλεγχο των ενστάσεων, καταρτίζονται από το Α.Σ.Ε.Π. οι τελικοί
αξιολογικοί πίνακες κατάταξης, οι οποίοι δημοσιεύονται στην Εφημερίδα
της Κυβερνήσεως, σύμφωνα με την περίπτωση ιε΄ της παρ. 2 του άρθρου 5
του ν. 3469/2006 (Α΄ 131). Οι ανωτέρω πίνακες θα ισχύσουν για τα τρία
σχολικά έτη που θα ακολουθήσουν τη λήξη του σχολικού έτους κατά το οποίο
θα λάβει χώρα η δημοσίευση των τελικών αξιολογικών πινάκων στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κατά τη διάρκεια της ισχύος των τελικών
αξιολογικών πινάκων, οι υποψήφιοι που θα ενταχθούν σε αυτούς μπορεί: (α)
να διορίζονται, σύμφωνα με τις εκπαιδευτικές ανάγκες, σε κενές
οργανικές θέσεις εκπαιδευτικών ΓΕ της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης ή (β) να προσλαμβάνονται ως προσωρινοί αναπληρωτές ή
ωρομίσθιοι εκπαιδευτικοί ΓΕ στην πρωτοβάθμια ή στη δευτεροβάθμια
εκπαίδευση, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου
διάρκειας έως ενός (1) διδακτικού έτους. Η ένταξη στους τελικούς
αξιολογικούς πίνακες δεν δημιουργεί δικαίωμα διορισμού ή πρόσληψης. Οι
διορισμοί ή οι προσλήψεις θα πραγματοποιούνται, κατά την διάρκεια ισχύος
των πινάκων, σύμφωνα με τις εκπαιδευτικές ανάγκες, με βάση τη σειρά
κατάταξης και τις δηλώσεις προτίμησης των υποψηφίων, με τη διαδικασία
των άρθρων 62 και 63 του ν. 4589/2019. Κατά τη διάρκεια ισχύος τους, οι
τελικοί αξιολογικοί πίνακες κατάταξης δεν τροφοδοτούνται με νέα
στοιχεία».
13. Επειδή, με τις διατάξεις των άρθρων 53 επ. του ν.
4589/2019, που παρατέθηκαν στην ένατη σκέψη υιοθετείται πάγιο σύστημα
προσλήψεων εκπαιδευτικών στη δημόσια εκπαίδευση, το οποίο αποτελεί
σύστημα μοριοδοτήσεως προσόντων και βασίζεται σε σημαντικό βαθμό στο
κριτήριο της πιστοποιούσας την εμπειρία του υποψήφιου εκπαιδευτικού
εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας (που μπορεί να αποφέρει 120 μονάδες κατ’
ανώτατο όριο, όσο και τα ακαδημαϊκά προσόντα). Ειδικότερα, σύμφωνα με
τις διατάξεις των περ. στ΄ και ζ΄ της παρ. 4 του άρθρου 61 του ν.
4589/2019, οι οποίες επαναλαμβάνονται στο Κεφάλαιο Δ΄ της ένδικης
προκηρύξεως, ο νομοθέτης έθεσε ως κριτήριο, μεταξύ άλλων, για την
επιλογή των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας
εκπαιδεύσεως, την προγενέστερη εμπειρία του υποψηφίου ως αναπληρωτή στη
δημόσια εκπαίδευση, κατ’ εξαίρεση δε και στην ιδιωτική. Όπως έχει
κριθεί, το κριτήριο της εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας αποτελεί γενικό και
αντικειμενικό κριτήριο επιλογής, συνάπτεται με την ικανότητα των
υποψηφίων να ασκήσουν με επιτυχία τα εκπαιδευτικά καθήκοντά τους και
συνάδει με τις αρχές της ισότητας και αξιοκρατίας (Σ.τ.Ε. 527/2015
Ολομ., 3593/2008 Ολομ.), στο προκείμενο δε σύστημα διορισμού, το οποίο
δεν βασίζεται σε γραπτή διαγωνιστική διαδικασία, αλλά σε μοριοδότηση
βάσει προκαθορισμένων και αντικειμενικών κριτηρίων (επιλογή βάσει σειράς
προτεραιότητας), ο νομοθέτης αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην
προϋπηρεσία των υποψηφίων, ως στοιχείο της κτηθείσας εκπαιδευτικής
εμπειρίας αυτών. Εξ άλλου, η μοριοδότηση της προϋπηρεσίας κατά βάσιν στη
δημόσια εκπαίδευση αποτελεί, κατά το σύστημα του νόμου, σημαντικό
κίνητρο προς τους ενδιαφερόμενους να διορισθούν ως εκπαιδευτικοί, ώστε
προ του διορισμού τους να απασχοληθούν ως αναπληρωτές και με τον τρόπο
αυτόν να συνεισφέρουν στην ομαλή λειτουργία των δημόσιων σχολείων,
καλύπτοντας τα κενά που παρουσιάζονται κατά τη διάρκεια του
εκπαιδευτικού έτους στη δημόσια εκπαίδευση ή διασφαλίζοντας τη
διδασκαλία μαθημάτων των οποίων οι προβλεπόμενες ώρες διδασκαλίας δεν
δικαιολογούν τον διορισμό μόνιμου εκπαιδευτικού (βλ. άρθρο 17 του ν.
1566/1985, Α΄ 167, και άρθρο 5 του ν. 3848/2010, Α΄ 71). Για τον λόγο
αυτόν (της συνεισφοράς στη δημόσια υπηρεσία της εκπαιδεύσεως) νομίμως ο
νομοθέτης μπορεί, κατ’ αρχήν, να διαφοροποιήσει την προϋπηρεσία που έχει
παρασχεθεί στη δημόσια εκπαίδευση σε σχέση με εκείνην που έχει
παρασχεθεί στην ιδιωτική. Ωστόσο, εφ’ όσον η εκπαιδευτική προϋπηρεσία
γενικώς αποτελεί κριτήριο επιλογής που συνάδει με τις αρχές της ισότητας
και αξιοκρατίας, λαμβανομένων υπ’ όψιν της κατά το Σύνταγμα και τον
νόμο (ν. 682/1977) συνάφειας της δημόσιας και ιδιωτικής πρωτοβάθμιας και
δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως και της ταυτότητας των προσόντων των
εκπαιδευτικών που υπηρετούν σ’ αυτές, καθώς και της αναγνωρίσεως της
ιδιωτικής προϋπηρεσίας, κατά τα προεκτεθέντα, σε ειδικές περιπτώσεις,
γεγονός που επιβεβαιώνει ότι αυτή, κατ’ αρχήν, ποιοτικά δεν
διαφοροποιείται από την παρασχεθείσα σε δημόσια εκπαιδευτήρια, η καθ’
ολοκληρίαν μη μοριοδότηση, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις του ν.
4589/2019, κατά τη διαδικασία συντάξεως των πινάκων κατατάξεως, της
προϋπηρεσίας στην ιδιωτική εκπαίδευση με μόνη εξαίρεση τις περιπτώσεις
της απολύσεως λόγω καταργήσεως της σχολικής μονάδας, τάξεως ή τμήματος ή
λόγω καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας (περ. ζ΄ της παρ. 4 του άρθρου
61 του ν. 4589/2019), ρύθμιση η οποία, άλλωστε, αποβλέπει, κατά τα
προεκτεθέντα στην ενδέκατη σκέψη, στην προστασία της εργασίας και όχι
στη στελέχωση των σχολικών μονάδων, παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές
της ισότητας και της αξιοκρατίας οι οποίες διέπουν την απασχόληση στη
δημόσια υπηρεσία και υπερακοντίζει τον σκοπό του νόμου που έγκειται στον
διορισμό στη δημόσια εκπαίδευση των πλέον άξιων και έμπειρων από τους
υποψηφίους, ώστε να εκπληρωθεί με τον λυσιτελέστερο τρόπο η εκ του
άρθρου 16 παρ. 2 του Συντάγματος κρατική υποχρέωση προς παροχή παιδείας
υψηλού επιπέδου (πρβ. Σ.τ.Ε. 407/2023 Ολομ.). Μόνη δε η διαφοροποίηση
στον τρόπο προσλήψεως των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, δεν αποτελεί επαρκές
αιτιολογικό έρεισμα της μη αναγνωρίσεως της προϋπηρεσίας αυτών, δοθέντος
ότι πρόκειται για κριτήριο το οποίο δεν συνάπτεται με την ικανότητα των
υποψηφίων να ασκήσουν εκπαιδευτικό έργο. Εξ άλλου, όπως εκτέθηκε στην
ενδέκατη σκέψη, σε προηγουμένως ισχύσαντα πάγια συστήματα διορισμού,
βασιζόμενα σε διαγωνιστική διαδικασία (ασχέτως της εν τοις πράγμασι
πλήρους ή μη εφαρμογής αυτών), η προϋπηρεσία στον ιδιωτικό τομέα
της εκπαιδεύσεως λαμβανόταν υπ’ όψιν και εμοριοδοτείτο, στοιχείο που
επίσης ενισχύει την αντίληψη ότι, κατ’ αρχήν, η προϋπηρεσία στη δημόσια
εκπαίδευση δεν είναι ποιοτικά διάφορη από αυτήν στον ιδιωτικό τομέα της
εκπαιδεύσεως. Τέλος, όπως ήδη εκτέθηκε, είναι μεν θεμιτό ο νομοθέτης να
επιδιώκει να ενισχύσει όσους έχουν υπηρετήσει ως αναπληρωτές ή
ωρομίσθιοι στη δημόσια εκπαίδευση και ως εκ τούτου διαθέτουν σημαντική
εμπειρία ειδικώς σ’ αυτήν, έχουν δε προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στο
δημόσιο σχολείο, ιδίως κατά την προηγηθείσα μακρά περίοδο, κατά την
οποία, λόγω σοβαρότατων δημοσιονομικών περιορισμών ήταν εξαιρετικά
δυσχερής έως αδύνατη η εφαρμογή παγίου συστήματος διορισμών, και
ενδεχομένως να προβλέψει ευνοϊκότερο τρόπο υπολογισμού της έναντι της
παρασχεθείσας στον ιδιωτικό τομέα, πλην τούτο, για τους προεκτεθέντες
λόγους, δεν μπορεί να οδηγήσει σε κατ’ ουσίαν παντελή παραγνώριση της
προϋπηρεσίας στην ιδιωτική εκπαίδευση, δοθέντος μάλιστα ότι το σύστημα
προσλήψεων του ν. 4589/2019 αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην εκπαιδευτική
εμπειρία. Πρέπει, επομένως, ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίον
προβάλλεται αντισυνταγματικότητα της περ. ζ΄ της παρ. 4 του άρθρου 61
του ν. 4589/2019 και του ομοίου περιεχομένου αντίστοιχου όρου του
Κεφαλαίου Δ΄ της προκηρύξεως, κατά το μέρος που προβλέπουν τη μη
προσμέτρηση της προϋπηρεσίας των υποψηφίων στην ιδιωτική πρωτοβάθμια και
δευτεροβάθμια εκπαίδευση, παρά μόνον στις κατά τα ανωτέρω εξαιρετικές
περιπτώσεις, να γίνει δεκτός. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.
Καλογεροπούλου, Α. Μίντζια και Μ. Τριπολιτσιώτη, όπως παγίως γίνεται
δεκτό, ο νομοθέτης έχει ευρύτατη εξουσία να καθορίζει τα προσόντα
επιλογής των υποψηφίων για την πλήρωση θέσεων του δημόσιου τομέα,
προκρίνοντας εκείνα που θεωρεί ότι εξυπηρετούν καλύτερα το δημόσιο
συμφέρον, καθώς και να ρυθμίζει τη διακρίβωση της ικανότητας των
υποψηφίων (πρβ. Σ.τ.Ε. 2151/2015 Ολομ., 1252/2003 Ολομ.). Στην
προκειμένη περίπτωση, η επιλογή του νομοθέτη να μη μοριοδοτήσει, κατ’
αρχήν, την προϋπηρεσία στην ιδιωτική αλλά μόνο αυτήν που παρασχέθηκε στη
δημόσια εκπαίδευση, δεν αντίκειται στις αρχές της ισότητας και της
αξιοκρατίας, διότι οι δύο κατηγορίες υποψηφίων να στελεχώσουν τη δημόσια
εκπαίδευση (εκπαιδευτικοί με προϋπηρεσία στο δημόσιο σχολείο και
εκπαιδευτικοί με προϋπηρεσία στον τομέα της ιδιωτικής εκπαιδεύσεως) δεν
τελούν υπό τις ίδιες συνθήκες, εφ’ όσον οι αναπληρωτές δεν έχουν σταθερή
απασχόληση, αλλά καλύπτουν τα κενά και τις έκτακτες ανάγκες που για
οποιονδήποτε λόγο δημιουργούνται κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους,
ενώ οι εκπαιδευτικοί στον ιδιωτικό τομέα υπηρετούν με σχέση εργασίας
αορίστου χρόνου στο ιδιωτικό σχολείο που, κατά τα δεδομένα της κοινής
πείρας, εδρεύει, κατά κανόνα, στον τόπο της κατοικίας τους. Πέραν
τούτου, η μοριοδότηση αποκλειστικά της προϋπηρεσίας στη δημόσια
εκπαίδευση εξυπηρετεί σοβαρό λόγο δημοσίου συμφέροντος, που συνίσταται
στην παροχή ισχυρού κινήτρου προς τους εκπαιδευτικούς οι οποίοι
στηρίζουν το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα και με την απασχόλησή τους ως
αναπληρωτές διασφαλίζουν την απρόσκοπτη συνέχεια της λειτουργίας της
δημόσιας υπηρεσίας, όπως αυτό συνάγεται και από την προεκτεθείσα
αιτιολογική έκθεση, η οποία, αναφερόμενη στη μέγιστη διάρκεια του χρόνου
μοριοδότησης (120 μήνες), μνημονεύει τις υπηρεσίες που παρασχέθηκαν από
τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς κατά την περίοδο των δημοσιονομικών
περιορισμών. Για τους λόγους αυτούς, κατά τη γνώμη της μειοψηφίας, η υπό
κρίση αίτηση ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.
14. Επειδή, κατόπιν
των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, παρέλκει δε ως
αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων ακυρώσεως.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Δέχεται την αίτηση ακυρώσεως.
Ακυρώνει εν μέρει την προσβαλλόμενη προκήρυξη, σύμφωνα με το αιτιολογικό.
Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου και
Επιβάλλει σε βάρος του Δημοσίου τη δικαστική δαπάνη των αιτούντων, η οποία ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 22 Ιουνίου 2023 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2024
Η Πρόεδρος Η Γραμματέας
Ευαγγελία Νίκα Ελένη Γκίκα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου