Η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου του υπουργείου Παιδείας είχε κάτι από αποχαιρετισμό μέσα της. Σαν να αναγνώριζε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία ότι πέφτει ένα από τα κάστρα του ιδιότυπου φαντασιακού βασιλείου στο οποίο ζούμε εδώ και πολλά χρόνια - ο σχεδόν αποκλειστικός αριστερός έλεγχος της συζήτησης για την Παιδεία. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έριξε τόσο βάρος σε επιθέσεις εναντίον του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης, είτε για άσχετα, δευτερεύοντα θέματα είτε για καταγγελίες που αποδείχθηκαν ψευδείς, που ήταν σαν να μην ήθελε να συζητήσει για την Παιδεία. Και όταν ασχολήθηκε με το ζήτημα, αναγνωρίζοντας ότι υπάρχει «μεγάλο θέμα» με «φαινόμενα ακραία» στους χώρους των ΑΕΙ, εστίασε στο εκκεντρικό επιχείρημα ότι ορίζοντας βάσεις για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν θα ωφελήσει τα δημόσια πανεπιστήμια, αλλά θα ενισχύσει τα ιδιωτικά κολέγια.
Ο κ. Τσίπρας απαίτησε τόσες φορές από τον κ. Μητσοτάκη να ζητήσει «συγγνώμη» για τα πεπραγμένα του, που ήταν φανερή η προσπάθειά του να πλάσει μια πιο βολική πραγματικότητα για να στηρίξει το βασικό του επιχείρημα - ότι στους αγώνες για την Παιδεία «η δική σας παράταξη» ήταν «απέναντι». Γι' αυτό ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ υπερασπίστηκε με λυρικό ξέσπασμα όσους διαδήλωναν εναντίον του νέου νόμου, «που έχουν το θράσος να ομιλούν, έχουν το θράσος να σκέφτονται, έχουν το θράσος να ονειρεύονται, έχουν το θράσος να διεκδικούν μια καλύτερη ζωή». Σε αυτό το σημείο βρίσκεται το αδιέξοδο του αφηγήματός του, η ειρωνεία του γεγονότος ότι αυτοί που αυτοπαρουσιάζονται ως προοδευτικοί, ως κληρονόμοι του Διαφωτισμού, παίρνουν θέση εναντίον της προόδου και της λογικής. Απευθύνονται στο θυμικό των πολιτών, επιστρατεύουν υπερβολές και ψέματα για να στηρίξουν τη θέση τους. Σαν να είναι μόνον αυτοί, και όχι ο καθένας μας, που θέλουν την ενίσχυση των δημόσιων πανεπιστημίων, σαν αυτό να μην είναι θέμα όχι μόνο «γοήτρου» αλλά και επιβίωσης σε εθνικό και προσωπικό επίπεδο. Είναι αναγκασμένοι οι νέοι να υπερασπίζονται τα κακώς κείμενα στα πανεπιστήμια σήμερα, να διαδηλώνουν εναντίον των αλλαγών που εισάγονται, για να ενταχθούν στον ευγενή όμιλο αυτών που «ομιλούν», που «σκέφτονται», «ονειρεύονται» και «διεκδικούν μια καλύτερη ζωή»; Όποιος ισχυρίζεται (ή, χειρότερα, πιστεύει) ότι η πλειονότητα των φοιτητών και των πολιτών δεν θέλει τη βελτίωση των πανεπιστημίων, τη θωράκιση των πτυχίων τους, τη στήριξη της έρευνας, τη διεύρυνση της συνεργασίας με πανεπιστήμια και ιδρύματα του εξωτερικού, υπονομεύει ό,τι έχει να προτείνει ο ίδιος.
Η βελτίωση της εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες και η ανάδειξη των ικανοτήτων των νέων Ελλήνων θα κρίνουν το μέλλον μας σε έναν κόσμο ολοένα πιο ανταγωνιστικό και απρόβλεπτο. Αυτό το γνωρίζουμε όλοι. Το γνωρίζει και ο κ. Τσίπρας, του οποίου η κυβέρνηση είχε κάνει θετικά βήματα στα πανεπιστήμια και στην έρευνα κάτω από δύσκολες συνθήκες. Γι' αυτό η ομιλία του στη Βουλή την Πέμπτη, με τον θυμό και τις εύκολες κορώνες, απέπνεε και μια μελαγχολία. Σαν να γνώριζε ότι η μάχη έχει χαθεί, ότι η κοινωνία έχει προχωρήσει, ότι οι θέσεις που το κόμμα του στηρίζει σήμερα σύντομα θα αποδειχθούν αδιέξοδες. Γι' αυτό καταφεύγει σε καταγγελίες όπως «Δεν είστε κεντρώος πολιτικός, κ. Μητσοτάκη. Είστε ένας ακραίος πολιτικός και ένας πολιτικός που δεν έχει ενσυναίσθηση του πώς βιώνει ο μέσος Ελληνας πολίτης το σήμερα». Ενώ θέλει να ακυρώσει τον αντίπαλο, να τον αποτάξει από την κοινωνία, αμφισβητώντας την ίδια την ιδιότητά του ως ανθρώπου που νοιάζεται για τους άλλους, ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, με τις θέσεις του, με την έλλειψη επιχειρημάτων, φαίνεται να βρίσκεται σε άλλο μήκος κύματος από τον μέσο πολίτη. Και είτε ο πολίτης είναι οπαδός του κ. Μητσοτάκη είτε του κ. Τσίπρα, αυτό που τον απασχολεί είναι να λυθούν προβλήματα που δεν λύθηκαν έως σήμερα. Ούτε άστοχες και επιπόλαιες επιθέσεις στη Βουλή ούτε ονειροπόλοι ροπαλοφόροι ανταποκρίνονται σε αυτή την ανάγκη. Κάθε έξυπνος πολιτικός θα το γνώριζε αυτό.
Του ΝΙΚΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΡΑ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου