Αναμφίβολα, η επιχείρηση «ανάκτηση αξιοπιστίας» του Πρωθυπουργού
τόσο στη συνάντηση με τον κ. Γιούνκερ, όσο και στις επισκέψεις σε
Βερολίνο και Παρίσι, ήταν, από επικοινωνιακής τουλάχιστον
απόψεως, επιτυχής. Δεν αναφέρομαι μόνο στις δημόσιες τοποθετήσεις και
δηλώσεις των Ευρωπαίων αξιωματούχων, όσο κυρίως στα δημοσιεύματα του
ευρωπαϊκού τύπου.
Βέβαια, οι γνωστοί αδημονούντες, έσπευσαν να βγάλουν πρόωρα
συμπεράσματα γιατί ο Πρωθυπουργός δεν έθεσε, ορθά-κοφτά, το ζήτημα της
επιμήκυνσης ή δεν απαίτησε, δημοσίως, αλλαγή της πολιτικής που μας έχει
επιβληθεί από την τρόϊκα, την τελευταία διετία.
Κατ’ αρχήν στην πολιτική, υπάρχουν πράγματα που γίνονται, αλλά δεν
λέγονται. Γιατί το τι
διημείφθη στην κατ΄ιδίαν συνάντηση μεταξύ Σαμαρά
και Μέρκελ, το γνωρίζουν μόνον οι δυό τους.
Δεύτερον, γιατί ο Πρωθυπουργός στην παρούσα φάση, επέλεξε να
παρουσιάσει πρώτα έργο και στη συνέχεια να θέσει τα αιτήματά του. Έχει
μια λογική η στρατηγική, όσο και αν κάποιοι διαφωνούν. Το αποτέλεσμα θα
δείξει ποιός είχε δίκιο.
Όμως, ακόμα και οι δημόσιες τοποθετήσεις των ηγετών αποτελούν μια
δέσμευση, από την οποία δύσκολα μπορούν να αποστασιοποιηθούν χωρίς
συνέπειες.
Εδώ, ακριβώς, αρχίζουν τα δύσκολα. Τόσο η κα Μέρκελ, όσο και ο κ.
Ολάντ συνάρτησαν τις μελλοντικές τους αποφάσεις με την κυοφορούμενη
έκθεση της τρόϊκα.
Έχουν, επομένως, κατοχυρώσει ένα άλλοθι. Μπορεί, λοιπόν, να θέλουν
να στηρίξουν την Ελλάδα για να βγεί από την κρίση, αλλά αν η έκθεση της
τρόϊκα είναι αρνητική και θεωρεί την περίπτωση μας χαμένη υπόθεση, τότε
ποιός θα τους κατηγορήσει αν αλλάξουν γνώμη; Ουδείς! Ήθελαν μεν, αλλά η
Ελλάδα δεν διήνυσε την απόσταση που την αφορούσε για να συναντήσει το
χέρι βοηθείας, που εκείνοι έτειναν εν τη μεγαλοθυμία τους!
Άρα, η έκθεση της τρόϊκα θα αποτελέσει τη στιγμή της αποκαλύψεως.
Επειδή, προφανώς, ο κ. Τόμσεν και η παρέα του δεν πρόκειται να γράψουν
ό,τι τους κατέβει στο κεφάλι, αλλά ό,τι εξυπηρετεί την ΕΕ, την ΕΚΤ και
το ΔΝΤ, η έκθεση τους θα αποκαλύψει τις πραγματικές προθέσεις της κας
Μέρκελ και της ΕΕ, κατά προέκταση.
Η ώρα της αποκάλυψης
Τι μπορούμε να περιμένουμε; Αν η έκθεση είναι
θετική, αυτό θα σημάνει ότι βλέπουν με μεγαλύτερη συμπάθεια την ελληνική
υπόθεση, αναγνωρίζουν τις υπέρμετρες θυσίες που έχει υποβληθεί ο
ελληνικός λαός, κατανοούν ότι το πρόγραμμα δεν μπορεί να συνεχίσει ως
έχει. Αυτό θα σηματοδοτήσει είτε μια χαλάρωση των όρων, είτε μια
επέκταση του χρόνου που απαιτείται για τη δημοσιονομική προσαρμογή.
Αυτό, όντως, θα αποτελέσει μια μεγάλη ανάσα. Θα απελευθερωθεί η
μεγάλη δόση των 31 δις, θα ολοκληρωθεί η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών,
το δημόσιο θα μπορέσει να αποπληρώσει μερικά από τα 7 δις που οφείλει
στους ιδιώτες. Επιπλέον, θα σταθεροποιήσει το οικονομικό και πολιτικό
περιβάλλον και θα δημιουργήσει προϋποθέσεις εξόδου από την κρίση.
Στη συνέχεια η χώρα μας, με ηρεμία και σε καλύτερο κλίμα, μπορεί να
θέσει και άλλα αιτήματα που θα βοηθήσουν περαιτέρω την οικονομία μας.
Όπως, για παράδειγμα, το «ξεπάγωμα» των κονδυλίων του ΕΣΠΑ, το OSI και
τη μη ένταξη στο δημόσιο χρέος των κονδυλίων που προορίζονται για την
ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, όπως γίνεται και στην περίπτωση της
Ισπανίας.
Δεύτερον, η έκθεση μπορεί μεν να είναι μεν θετική, αλλά υπό τη
«δαμόκλειο σπάθη» μιας διαλυτικής αίρεσης! Δηλαδή, να ζητά το
αδύνατο! Να θέτει τέτοιους όρους, η υλοποίηση των οποίων, ουσιαστικά,
καθιστά το πρόγραμμα ανεφάρμοστο. Γιατί η εφαρμογή του θα σημάνει
περαιτέρω συρρίκνωση του ΑΕΠ, μεγαλύτερη φτώχια και την πλήρη διάλυση
της οικονομίας και του κοινωνικού ιστού. Οπότε, αν δεν συμφωνήσουμε στο
..αδύνατο, εκείνοι θα …νομιμοποιηθούν να διακόψουν τη βοήθεια! Και η
ευθύνη θα είναι δική μας!
Αυτό, θα αποτελεί μια χονδροειδέστατη προσπάθεια εμπαιγμού του ελληνικού λαού. Μια παρωδία επίδειξης κοινοτικής αλληλεγγύης!
Επιπλέον, Θα αποκαλύψει, αυτό που όλοι ομολογούν κατ’ ιδίαν, αλλά
ελάχιστοι τολμούν να δηλώσουν δημοσίως. Ότι δηλαδή, η Γερμανία σκοπίμως
και για ιδιοτελείς λόγους, συντήρησε, αν δεν όξυνε την ελληνική κρίση.
Αφ’ ενός μεν επειδή αυτό εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της (το υποτιμημένο
ευρώ βοήθησε τις εξαγωγές της, το κόστος δανεισμού της έφτασε σε
αρνητικά επίπεδα, η Γερμανία μετεβλήθη σε «θυσαυροφύλακα» του ευρώ
κ.λ.π.). Αφ’ ετέρου, η ελληνική κρίση προσέφερε στη Γερμανία μια πρώτης
τάξεως ευκαιρία για να προωθήσει την πολιτική και οικονομική της
ηγεμονία με την τροποποίηση των ευρωπαϊκών συνθηκών που θα απαιτούν
μεγαλύτερο πολιτικό και οικονομικό έλεγχο των κρατών από τα θεσμικά
όργανα της ΕΕ.
Ο Πρωθυπουργός, ορθώς κατά τη γνώμη μου, έθεσε ως πρωταρχικό στόχο
την ανάκτηση της απωλεσθείσας αξιοπιστίας της χώρας. Στις διμερείς, πολύ
δε περισσότερο στις πολυμερείς σχέσεις, δεν έχεις ελπίδα, αν δεν
θεωρείσαι αξιόπιστος συνομιλητής. Μόνο έτσι, μπορείς να προωθήσεις τα
συμφέροντα της χώρας σου. Διότι διεθνώς επικραττεί
το pacta sunt servanta, η τήρηση δηλαδή των συμπεφωνημένων.
‘Όμως, επειδή υπάρχουν και λεόντειες συμφωνίες που σχεδόν αγγίζουν
τα όρια της υποτέλειας, ο κ. Σαμαράς, δημοσίως μάλιστα, έθεσε ακόμα δυο
προϋποθέσεις.
Πρώτον, την εθνική αξιοπρέπεια. Δεύτερον, τη δημοκρατία.
Ναι, η Ελλάδα οφείλει να τηρήσει τις αναληφθείσες υποχρεώσεις της.
Όμως, αν αυτό που ζητείται από τη χώρα, πλήττει βάναυσα την
αξιοπρέπεια του λαού της και τον οδηγεί σε εξαθλίωση και δεύτερον, θέτει
σε κίνδυνο την υπόστασή της, τότε έχει υποχρέωση να απαιτήσει
τροποποίηση του προγράμματος.
Γιατί καμιά δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση δεν νομιμοποιείται να
συναινέσει στην εξόντωση του λαού της, προκειμένου να φανεί συνεπής σε
αναληφθείσες δεσμεύσεις, οι οποίες μάλιστα επιβλήθησαν με τρόπο
εκβιαστικό και αντισυνταγματικό, εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη μας.
Γιατί, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελείται από μια ένωση ανεξαρτήτων χωρών,
που είναι οργανωμένες και παίρνουν αποφάσεις με τρόπο δημοκρατικό.
Δεν μπορεί να συμπεριφέρεται ως …τοκογλύφος.
Οι δημοκρατίες έχουν κανόνες, αρχές και όρια.
Δυστυχώς, αυτά, τα αυτονόητα, που έκανε ο κ. Σαμαράς, αμέλησε (το λέω
ήπια) να κάνει ο πατριάρχης του μνημονίου, ο πρώην Πρωθυπουργός κ.
Παπανδρέου. Γιατί αν το είχε κάνει, δεν θα φτάναμε εδώ.
Η ώρα της κρίσεως, λοιπόν, φτάνει…
Του Κώστα Ροδινού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου