Τέλος βάζει το υπουργείο Παιδείας σε χρόνιες παθογένειες του παρελθόντος που κρατούσαν το εκπαιδευτικό σύστημα «δέσμιο» παλιών και αναχρονιστικών πρακτικών. Ειδικότερα, για πρώτη φορά τα ίδια τα ΑΕΙ αποκτούν λόγο στα κριτήρια εισαγωγής των υποψηφίων στα ΑΕΙ, επιλέγοντας τον συντελεστή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής για κάθε Πανεπιστημιακό τμήμα, αν δηλαδή θα κυμανθεί για παράδειγμα στο 80% της μέσης επίδοσης των υποψηφίων ή στο 120% της επίδοσης αυτής.
Με αυτό τον τρόπο το υπουργείο προσδοκά να δοθεί τέλος στο φαινόμενο εισαγωγής φοιτητών με χαμηλές βαθμολογίες, με τα στοιχεία να κάνουν λόγο πως το 30% των φοιτητών των πανεπιστημίων δεν αποφοιτούν ποτέ. Ένας ακόμη στόχος των αλλαγών που εισαγάγει το αρμόδιο υπουργείο είναι να τεθεί επιτέλους ένα «τέλος» στους αιώνιους φοιτητές που εγκλωβίζονται σε ένα δρόμο χωρίς διέξοδο και χάνουν τα χρόνια τους άσκοπα.
Αντίθεται με την αξιωματική αντιπολίτευση που ήθελε να φαίνεται ανοικτή η πόρτα της εισαγωγής στα ΑΕΙ για όλους χωρίς προϋποθέσεις και κριτήρια, ενώ στην πραγματικότητα ήταν κλειστή η πόρτα της αποφοίτησης, της επαγγελματικής αποκατάστασης, της προοπτικής, το υπουργείο δίνει μια διέξοδο στους φοιτητές.
Αναβαθμίζει και αναδεικνύει τις εναλλακτικές εκπαιδευτικές διαδρομές, την επιλογή Δημοσίων ΙΕΚ, που παρέχουν επαγγελματική κατάρτιση σε περισσότερες από 120 σύγχρονες ειδικότητες υψηλής ζήτησης και απορρόφησης από την αγορά, αυξάνοντας την πιθανότητα της επαγγελματικής τους καταξίωσης των νέων στη χώρα μας.
Ακολουθώντας τα μοντέλα άλλων χωρών της Δύσης που διαθέτουν κουλτούρα εκπαίδευσης που οδηγεί στην επαγγελματική αποκατάσταση, η κυβέρνηση συγκρούεται με πάγιες ξεπερασμένες νοοτροπίες και λογικές. Εδώ και πολλά χρόνια, διαμορφώθηκε η πεποίθηση ότι η εισαγωγή στα πανεπιστήμια αποτελεί το μόνο δρόμο για την επιτυχία. Η πεποίθηση αυτή ενισχύθηκε τόσο από την άκριτη δημιουργία πανεπιστημιακών τμημάτων (συνήθως χωρίς μελέτη), προκειμένου να υπηρετηθούν πελατειακές σχέσεις και τοπικά συμφέροντα, όσο και από την εισαγωγή χωρίς ελάχιστη βάση.
Τα στοιχεία που αποδεικνύουν την αναγκαιότητα των αλλαγών
Τα στοιχεία είναι χαρακτηριστικά. Η Ελλάδα έχει το 4ο υψηλότερο ποσοστό εγγραφών σε ΑΕΙ μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ (OECD/UIS/Eurostat 2019), ενώ σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ το ποσοστό αποφοίτησης από τα ΑΕΙ είναι 70%, με το 30% των φοιτητών να μην αποφοιτά ποτέ.
Ο ρυθμός αποφοίτησης, ως το ποσοστό αποφοίτων επί των φοιτητών, είναι σταθερά πολύ μικρότερος των άλλων χωρών με αποτέλεσμα να δημιουργείται σε όλα τα τμήματα συσσώρευση – το γνωστό πρόβλημα των «αιώνιων» φοιτητών.
Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της Eurostat «Eurostat- Population in Europe» (Ιούνιος 2020), ως προς το ρυθμό αποφοίτησης για το 2018 η Ελλάδα κατείχε την τελευταία θέση στο σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών με ρυθμό αποφοίτησης μόλις 9,17%, το οποίο απέχει πολύ από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι 24,05%. Ακόμη και αν λάβουμε υπόψη μόνο τους ενεργούς φοιτητές στα [Ν+2] έτη σπουδών, το ποσοστό αυτό παραμένει ιδιαίτερα χαμηλό. Με σχεδόν τους μισούς φοιτητές (42%) να έχουν ξεπεράσει τα έξι έτη σπουδών, η ενίσχυση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΕΕΚ) μοιάζει μονόδρομος, καθώς με αυτό τον τρόπο θα καταπολεμηθεί η ανεργία και οι νέοι απόφοιτοι θα μπορούν να βρουν άμεσα δουλειά. Και σε αυτό το πεδίο η χώρα μας καταγράφει πολύ ανησυχητικά αποτελέσματα.
Στην Ελλάδα, μόλις το 28% των μαθητών επιλέγουν τη διαδρομή της επαγγελματικής εκπαίδευσης, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να κυμαίνεται στο 48%. Το στατιστικό αυτό είναι άκρως ανησυχητικό, ιδιαιτέρως αν λάβουμε υπόψη τις προοπτικές της ΕΕΚ, σύμφωνα με τις οποίες το 51% των αποφοίτων Επαγγελματικών Λυκείων δηλώνουν ότι βρήκαν σταθερή δουλειά εντός έξι μηνών με το πέρας των σπουδών τους έναντι 34% των αποφοίτων Γενικών Λυκείων (CEDEFOP 2017).
Σε ό,τι αφορά τους μισθούς των ΕΕΚ, απολαβές των αποφοίτων δευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης είναι ίσες ή υψηλότερες από τις απολαβές των αποφοίτων δευτεροβάθμιας γενικής εκπαίδευσης (EU Statistics on Income and Living Conditions 2018).
Οι προοπτικές της ΕΕΚ γίνονται εμφανείς και από το γεγονός ότι το 25% των σπουδαστών σε ΙΕΚ έχουν ήδη πτυχίο πανεπιστημίου. Το 2012 το συνολικό αντίστοιχο ποσοστό ήταν 5% (ΓΣΕΕ 2020).
Αδυναμία ένταξης στην αγορά εργασίας
Η πρόχειρη επιλογή τμημάτων, το χαμηλό ποσοστό αποφοίτησης και η ανεπαρκής αξιοποίηση της επαγγελματικής εκπαίδευσης, οδηγούν χιλιάδες νέους σε χαμένα χρόνια σε πανεπιστημιακά τμήματα από τα οποίο δεν αποφοιτούν, και εγκλωβίζει χιλιάδες άλλους συμβάλουν στην αναντιστοιχία των δεξιοτήτων τους με τα ζητούμενα της αγοράς εργασίας. Συνέπεια των ανωτέρω είναι η υψηλή ανεργία των νέων που αγγίζει το 35%, με τη χώρα μας να βρίσκεται στη 2η θέση στον ΟΟΑΣΑ. Μάλιστα μετά το 2001 το 36% των αποφοίτων ΑΕΙ είναι άνεργοι σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ, ενώ η Ελλάδα είναι 23η μεταξύ των 28 χωρών της ΕΕ στην αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού συστήματος να αναπτύξει κατάλληλες δεξιότητες που οδηγούν σε απορρόφηση από την αγορά εργασίας (CEDEFOP 2018).
Τι φέρνει η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής
Η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ) για την εισαγωγή στα ΑΕΙ διασφαλίζει ότι οι νεοεισαχθέντες φοιτητές έχουν τις ακαδημαϊκές προϋποθέσεις για να παρακολουθήσουν και να ολοκληρώσουν επιτυχώς τις σπουδές τους στον προβλεπόμενο χρόνο, δίνοντας τέλος στο φαινόμενο εισαγωγής φοιτητών με χαμηλές βαθμολογίες, καθώς και στον εξαιρετικά χαμηλό ρυθμό αλλά και ποσοστό αποφοίτησης.
Με το νομοσχέδιο για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ΕΕΚ) που ψηφίστηκε τον Δεκέμβριο, προβλέφθηκαν οι προϋποθέσεις για την ουσιαστική αναβάθμιση των δομών αυτών και την καλύτερη σύνδεσή τους με τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς εργασίας, όπως:
- θέσπιση ορθολογικού συστήματος διακυβέρνησης της ΕΕΚ
- σύσταση συμβουλίων με την ουσιαστική συμμετοχή κοινωνικών εταίρων και τοπικών επιχειρήσεων για τη διάγνωση αναγκών της αγοράς εργασίας
- τη διαμόρφωση προγραμμάτων σπουδών
- ίδρυση και λειτουργία για πρώτη φορά Πρότυπων Επαγγελματικών Λυκείων, Πειραματικών Δημοσίων ΙΕΚ και Θεματικών Δημοσίων ΙΕΚ
Με το παράλληλο μηχανογραφικό φέτος δίνεται για πρώτη φορά η δυνατότητα για την υποβολή Παράλληλου Μηχανογραφικού Δελτίου για τη φοίτηση σε δημόσιο ΙΕΚ (ΔΙΕΚ). Στόχος είναι η ανάδειξη της ΕΕΚ ως μια απολύτως βιώσιμη εναλλακτική διαδρομή, με επαγγελματικές προοπτικές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου