Η «γνωριμία»
με την λειτουργία της Ε.Ε. της ΑΔΕΔΥ το καλοκαίρι του 2010 ήταν το λιγότερο
αποθαρρυντική. Ήδη από τις 2 Δεκεμβρίου του 2010 στο πλαίσιο της τοποθέτησής
μου στο 34ο Συνέδριο, δίνοντας ψήφο ανοχής στα πεπραγμένα, επισήμαινα τα σοβαρά και διαχρονικά προβλήματα στη λειτουργία
της και την πλήρη αναντιστοιχία με τις ανάγκες που δημιουργούσε η κρίση. Δυστυχώς
στα χρόνια που μεσολάβησαν τα προβλήματα όχι μόνο δεν λύθηκαν αλλά μετά το 35ο
Συνέδριο για λόγους που θα αναλυθούν εν καιρώ οξύνθηκαν. Παραθέτω την
τοποθέτησή μου στο 34ο Συνέδριο.
Με φιλικούς
χαιρετισμούς Αντώνης
Α.ΑΝΤΩΝΑΚΟΣ: Αγαπητοί συνάδελφοι, ίσως η εικόνα της αίθουσας σήμερα
παρουσιάζει
την αμηχανία όχι μόνο του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά και ελληνικής
κοινωνίας απέναντι σε καταστάσεις οι οποίες είναι πρωτόγνωρες,
τουλάχιστον για τα μεταπολεμικά χρόνια. Μια αμηχανία που θα,
μεγαλώσει ακόμα περισσότερο, γιατί η κρίση βρίσκεται ακόμα στην
αρχή της και δεν ξεπερνιέται εύκολα.
Γιατί αυτό που ξεκίνησε σαν κρίση
του χρηματοπιστωτικού συστήματος
δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η κρίση του εμπορικού ισοζυγίου όλου του δυτικού μπλοκ. Με τη παγκοσμιοποίηση και τη μεταφορά
της παραγωγής στις αναπτυσσόμενες χώρες της Άπω Ανατολής ήταν φυσικό επακόλουθο
να συρρικνωθούν οι παραγωγικές μονάδες και το παραγωγικό δυναμικό όλης της
Δύσης.
Όταν ακόμα σήμερα και η μεγαλύτερη χώρα του δυτικού μπλοκ, η Αμερική,
αδυνατεί να ισοσκελίσει το εμπορικό της ισοζύγιο παρά το εμπόριο όπλων
στο οποίο έχει το μεγαλύτερο μερίδιο, παρά τις χημικές βιομηχανίες και τις
φαρμακοβιομηχανίες, παρά το ότι μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον είχε την πρωτοκαθεδρία στις νέες καινοτομίες, στην έρευνα και στην
προώθηση προϊόντων νέας τεχνολογίας, παρ' όλα αυτά τα τελευταία χρόνια είναι
έντονα ελλειμματικό το εμπορικό της ισοζύγιο. Και μια χώρα με έντονα ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο αν δεν έχει
καθαρές εισροές και πόρους από άλλες δραστηριότητες είναι σαφές ότι δεν μπορεί
για πολλά χρόνια να επιβιώσει. Αυτό ήταν εκείνο που οδήγησε μέχρι
σήμερα στην έκρηξη του δημόσιου χρέους σε όλες τις χώρες της Δύσης και θα
οδηγήσει το δημόσιο χρέος σε ακόμα υψηλότερα και εφιαλτικότερα επίπεδα.
Και αν υπάρχουν
κάποιες εξαιρέσεις, όπως της Γερμανίας, η οποία πέρυσι παρουσίασε το δεύτερο
μεγαλύτερο εμπορικό πλεόνασμα στον πλανήτη, ύψους 200 δις €, δυστυχώς αυτό είναι η εξαίρεση στον κανόνα και οφείλεται
στο γεγονός ότι η Γερμανία έχει μια προνομιακή σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της
Ε.Ε. και κατά συνέπεια έχει ευνοϊκές αγορές για την ώρα.
Γιατί όσο η κα Μέρκελ ακολουθεί αυτή την πολιτική απέναντι
στις χώρες του Νότου και της ευρωπαϊκής περιφέρειας είναι βέβαιο ότι το επόμενο
βήμα θα είναι η κρίση να χτυπήσει και την πόρτα της Γερμανίας.
Το δημόσιο χρέος δεν ήταν μοναδικό πρόβλημα της ελληνικής
κοινωνίας, δεν ήταν το ελληνικό κράτος η μοναδική χώρα που είχε πρόβλημα
δημόσιου χρέους. Ακούστηκε και από άλλους συνέδρους και από αυτή την πτέρυγα το
πρωί, ότι χώρες όπως η Ιαπωνία έχουν δημόσιο χρέος, το οποίο αγγίζει το 200%
του ΑΕΠ. Και ελλείμματα επίσης έχουν και άλλες χώρες.
Το μεγάλο πρόβλημα με την Ελλάδα είναι ότι βγήκε και από
μόνη της, εκτέθηκε και ενώ μπορούσε
να δανειστεί το φθινόπωρο του 2009 με ευνοϊκούς όρους, με επιτόκια που θα ήταν
πολύ κάτω από τα επιτόκια του μνημονίου και να ακολουθήσει μια ήπια πολιτική
συνδυάζοντας την ανάπτυξη και ταυτοχρόνως μια προσπάθεια να περιοριστούν οι
σπατάλες εκεί που γινόντουσαν, αυτό δεν ακολουθήθηκε.
Και μετά από 5-6 μήνες η Ελλάδα οδηγήθηκε στο να αποτελέσει
το Δίστομο, το αντίστοιχο Δίστομο για τους λαούς της Ευρώπης. Οδηγήθηκε και
οδηγήθηκαν οι εργαζόμενοι σε ένα ολοκαύτωμα για παραδειγματισμό και για να
μπορέσουν ευκολότερα να περάσουν σε άλλες χώρες της Ευρώπης και της Δύσης
γενικότερα μέτρα αντεργατικά χωρίς αντιδράσεις. Και δεν είναι τυχαίο ότι τα
μέτρα αυτά λήφθηκαν με τέτοια ένταση με 6 μήνες καθυστέρηση.
Και επίσης θα πρέπει να δούμε και κάτι άλλο. Με αυτόν τον
πόλεμο των ισοτιμιών που γίνεται, αυτό που επιθυμούν οι Γερμανοί
φορολογούμενοι, οι Γερμανοί εργαζόμενοι, δηλαδή ένα σταθερό ευρώ, το επιθυμούν
και οι Γερμανοί βιομήχανοι;
Ή, μήπως οι Γερμανοί και γενικά οι Ευρωπαίοι βιομήχανοι
επιθυμούν αντίθετα ένα πιο αδύνατο ευρώ γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουν να
προωθήσουν τις εξαγωγές τους και κατά συνέπεια την παραγωγή τους; Μήπως
επιθυμούν ένα χαμηλότερο κόστος και μήπως εμείς τους διευκολύναμε στο να πάρουν
αυτά τα διπλά μέτρα αφ' ενός μεν να υποτιμηθεί το ευρώ σχετικά με τα άλλα
νομίσματα και αφετέρου να περάσουν μέτρα μείωσης του εργασιακού κόστους; Και
αυτό είναι σαφές ότι ευνοεί την ευρωπαϊκή βιομηχανία.
Άλλωστε, πολλοί από αυτούς και μεταξύ αυτών πρώτοι και καλύτεροι οι Γερμανοί δεν
ζημιώνονται από τα περιβόητα δάνεια προς την Ελλάδα. Αφ' ενός μεν γιατί τις
δικές τους Τράπεζες και τα δικά τους ασφαλιστικά Ταμεία διασφαλίζουν γιατί αυτά
είναι οι δανειοδότες του Ελληνικού Δημοσίου και αφετέρου γιατί εκμεταλλεύονται
τη διαφορά επιτοκίου ανάμεσα στο επιτόκιο που δανείζεται η Γερμανία και στο
επιτόκιο με το οποίο μας δανείζει. Μόνο η Γερμανία εισπράττει από την Ελλάδα
σαν διαφορά επιτοκίου γύρω στα 600 εκ. € το χρόνο.
Και εδώ να πούμε και κάτι άλλο. Ότι η κρίση του 1999-2000, η μεγάλη αναδιανομή που έγινε σε βάρος της
λαϊκής αποταμίευσης, τα 100 δις € που ληστευτήκανε με το μεγάλο σκάνδαλο του
Χρηματιστηρίου, έχουν οδηγήσει την Ελλάδα σε αδυναμία εσωτερικού
δανεισμού.
Γιατί, αγαπητοί συνάδελφοι, και το 1990 φτάσαμε σε
αντίστοιχη κρίση. Το 1990 το έλλειμμα
του κρατικού προϋπολογισμού ήταν 17,5% και το δημόσιο χρέος μαζί με τις
επισφαλείς εγγυήσεις του Δημοσίου ξεπερνούσε το 100% του ΑΕΠ. Να
θυμηθούμε την επιστολή Ντελόρ και να θυμηθούμε ότι επί οικουμενικής κυβέρνησης
Ζολώτα είχε φτάσει πάλι η Ελλάδα σε αδυναμία δανεισμού.
Δανείστηκε τότε όμως από την εσωτερική αποταμίευση με
ομόλογα τριετούς διάρκειας, πολλοί από εσάς θα τα θυμόσαστε, με επιτόκια 24%
και 25%, και έτσι τα όποια οφέλη επανήλθαν στην ελληνική κοινωνία και στους
Έλληνες αποταμιευτές που εισπράξανε αυτά τα χρήματα, αλλά δεν στραγγαλίστηκε
και η ανάπτυξη.
Αγαπητοί συνάδελφοι, πολλά θα μπορούσε να πει κάποιος. Δεν
θα πω πολλά περισσότερα. Θα πω ότι αυτή τη στιγμή έχουμε φτάσει σαν Χώρα σε ένα
οριακό σημείο. Και χρειαζόμαστε μια νέα μεταπολίτευση που τώρα πια είναι
αναγκαία.
Μπορεί εδώ και 20 χρόνια κάποιοι να λέγαμε ότι από τότε
Χρειαζόταν μια νέα μεταπολίτευση. Τότε ίσως ήταν υπερβολή, σήμερα όμως είναι
αναγκαιότητα. Και είναι αναγκαιότητα γιατί η δημοκρατία μας σε πολλά σημεία
είναι βαθιά ελλειμματική. Το μεγαλύτερο δε έλλειμμα υπάρχει στον τρόπο
λειτουργίας των μέσων μαζικής ενημέρωσης, που έχουν μετατραπεί σε μέσα μαζικής
χειραγώγησης της κοινωνίας και του λαού.
Ελλειμματικές
και προβληματικές είναι οι σχέσεις ανάμεσα στις τρεις εξουσίες, προβληματική
είναι η λειτουργία του κράτους. Όχι λόγω του όγκου των δημοσίων υπαλλήλων, που
όπως κατ' επανάληψη αποδείχθηκε από την ΑΔΕΔΥ δεν είναι μεγάλος, αλλά λόγω του
τρόπου λειτουργίας τους.
Το μεγαλύτερο έλλειμμα είναι η αδιαφορία ίσως, η αδιαφορία
που δεν προέκυψε τυχαία, προέκυψε από ισοπεδωτικές και απαξιωτικές λογικές που
επικρατήσανε κυρίως την δεκαετία του '80 και συνεχίστηκαν από κει και μετά και
διευρύνθηκαν.
Χρειάζεται
λοιπόν μια νέα μεταπολίτευση που θα κάνει μια βαθιά τομή όχι στην έκταση του
κράτους, αλλά στον τρόπο λειτουργίας του. Χρειάζεται μια
νέα μεταπολίτευση, η οποία θα επανατοποθετήσει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στο
ρόλο που κανονικά πρέπει να παίζουμε, της ενημέρωσης δηλαδή και του κριτή χωρίς
συμφέροντα, σε μέσα μαζικής ενημέρωσης που δεν θα εξυπηρετούν τους εργολάβους
και τους προμηθευτές του Δημοσίου.
Και χρειάζεται,
αγαπητοί συνάδελφοι, και μια τομή στο συνδικαλιστικό κίνημα. Μόνο η
εικόνα αυτού του συνεδρίου ίσως θα αρκούσε για κάποιον παρατηρητή απέξω να
καταδικάσει τα πεπραγμένα της ΑΔΕΔΥ. Και όχι
ότι δεν έχει ευθύνες και αυτή η Εκτελεστική της ΑΔΕΔΥ και για τη σημερινή
εικόνα του συνεδρίου. Όμως τις εικόνες, συνάδελφοι, θα πρέπει να τις
αναζητήσουμε σε όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο.
Οι εικόνες διατρέχουν όλη την περίοδο από το '74 και μετά με υπερβολές, με βερμπαλισμούς, με μεγαλόπνοα
σχέδια και με την αίσθηση ότι το συνδικαλιστικό κίνημα μπορούσε να κάνει τα
πάντα και μπορούσε να καθορίσει τα πάντα. Δυστυχώς αυτό δεν ήταν
αλήθεια. Και επειδή αυτό δεν ήταν αλήθεια, σιγά - σιγά και σταδιακά οδηγηθήκαμε
σε έναν εκφυλισμό, του οποίου μια εικόνα παρατηρούμε και σήμερα και μια
απεικόνιση του είναι και η σημερινή εικόνα του συνεδρίου.
Όχι σαν επιβράβευση της τριετούς θητείας της απερχόμενης
Εκτελεστικής Επιτροπής, ούτε σαν συγχωροχάρτι για ότι έγινε, γιατί βεβαίως
μπροστά σε αυτή την καταστροφή που βιώνει το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας
τους τελευταίους 8-9 μήνες,
από το Μάιο τουλάχιστον και μετά, το να λέμε ότι κάναμε
κάποιες κινητοποιήσεις αλλά η συμμετοχή ήταν μικρή, αλλά δεν ήρθαν οι
συνάδελφοι, δεν είναι αρκετό για να μας βγάλει σε τέτοιο σημείο που να είμαστε
ικανοποιημένοι με τον εαυτό μας, αλλά σαν σημείο αφετηρίας, σαν μια τελευταία
ευκαιρία για να ακολουθηθεί, να ξεκινήσει από αύριο μια καινούρια πορεία για
την ΑΔΕΔΥ και για το συνδικαλιστικό κίνημα γενικά, με πολλές επιφυλάξεις τα πεπραγμένα της ΑΔΕΔΥ θα πρέπει να
υπερψηφιστούν.
Με πολλές υποσημειώσεις, με πολλές επιφυλάξεις, σαν μια τελευταία
ευκαιρία για μια διαφορετική πορεία από την επόμενη Εκτελεστική Επιτροπή και
όχι σαν επιβράβευση της θητείας των 36 χρόνων ή ακόμα και της θητείας των 3
χρόνων της απερχόμενης Εκτελεστικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου