Υπερβαίνουν τις 48.000 πλέον οι προσλήψεις αναπληρωτών στη Δημόσια Εκπαίδευση. Ιδιαίτερα στη Δευτεροβάθμια προσεγγίζουν πλέον τον αριθμό των 15.000, ενώ τα επίσημα οργανικά κενά είναι 2.434 χωρίς να προσμετρώνται αυτά των ΣΜΕΑΕ. Παράλληλα στην αρχή κάθε σχολικού έτους υπάρχουν χιλιάδες πραγματικά λειτουργικά κενά που επιτείνουν το πρόβλημα. Τα ανωτέρω αποτελούν μια εντελώς αρνητική πραγματικότητα που δημιούργησαν οι κυβερνήσεις της μνημονιακής δεκαετίας με τους μηδενικούς διορισμούς στην Εκπαίδευση. Μολονότι κατά την τελευταία τριετία διορίστηκαν 25.000, οι δεκάδες χιλιάδες συνταξιοδοτήσεις των προηγουμένων ετών κρατούν αδιάλειπτα τον αριθμό των συναδέλφων αναπληρωτών στον εκρηκτικό αριθμό των 50.000.
Ευτυχώς η υπουργός Παιδείας υπερέβη τους ενδοιασμούς της εξαιτίας των επερχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων και ανακοίνωσε 3.772 μόνιμους διορισμούς οι οποίοι θα πραγματοποιηθούν τον Αύγουστο. Στους προβληματισμούς της είχαμε τοποθετηθεί δηλώνοντας πως υπήρχε η δυνατότητα να το πράξει πριν τη διάλυση της Βουλής, κάτι που είχε συμβεί το 1989 όταν η κυβέρνηση Α. Παπανδρέου είχε προγραμματίσει τους τότε διορισμούς και οι εκλογές στις 18 Ιουνίου δεν δημιούργησαν κανένα πρόβλημα, ενώ την όλη διαδικασία ολοκλήρωσε ομαλά η κυβέρνηση του Τζ. Τζαννετάκη. Το ότι θα ακολουθηθεί η ίδια διαδικασία είναι ένα θετικό βήμα που μας επαναφέρει στην κανονικότητα που υπήρχε προ του 2010 και είχαν υπηρετήσει με μεγάλη επιτυχία οι υπουργοί Παιδείας των κυβερνήσεων του Κώστα Καραμανλή.
Επισημαίνουμε πως ο αριθμός των 3.772 δεν είναι επαρκής, καθώς απλά ισοδυναμεί με τις φετινές συνταξιοδοτήσεις και οδηγεί στον ίδιο περίπου αριθμό αναπληρωτών για το επόμενο σχολικό έτος. Αλλά και η εξαγγελία του Αλ. Τσίπρα για 20.000 μόνιμους διορισμούς σε βάθος τετραετίας δεν αντιμετωπίζει επ ουδενί το μείζον αυτό πρόβλημα. Στην καλύτερη περίπτωση το 2027 οι αναπληρωτές θα είναι περί τους 43.000. Επιβάλλεται να ληφθούν άμεσες και ριζικές λύσεις καθώς τον Απρίλιο κατατέθηκαν 152.000 αιτήσεις ένταξης εκπαιδευτικών (Α/θμια- Β/θμια) στο νέο Πίνακα Κατάταξης (ΟΠΣΥΔ).
Η ΟΛΜΕ οφείλει στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα να συναντηθεί με τα πολιτικά κόμματα, να θέσει μετ’ επιτάσεως το ζήτημα και να ζητήσει συγκεκριμένες δεσμεύσεις. Στο πρόσφατο και όχι μόνο παρελθόν έχουν υπάρξει συναντήσεις με Ν.Δ.- ΣΥΡΙΖΑ- ΠΑΣΟΚ- ΚΚΕ- ΜΕΡΑ25, κάτι που πρέπει να πραγματοποιηθεί εκ νέου πριν τις 21/5. Στόχος είναι η μονιμοποίηση των χιλιάδων συναδέλφων μας, οι οποίοι επί σειρά ετών υπηρετούν υπό δυσμενείς συνθήκες και χαμηλότατους μισθούς, πολύ συχνά σε δυσπρόσιτες και απομακρυσμένες περιοχές. Απαιτείται άμεση κάλυψη των υπαρχόντων οργανικών κενών, σύσταση νέων εκεί όπου δεν υπάρχουν, αλλά και μόνιμες προσλήψεις σε Τμήματα Ένταξης- Παράλληλης. Εάν από το 2024 ακολουθηθεί η διαδικασία αυτή επιταχυνόμενη, θα επιλυθεί λυτρωτικά το χρόνιο αυτό ζήτημα και όσες- όσοι μοχθούν και στηρίζουν το Δημόσιο Σχολείο θα δικαιωθούν επιτέλους. Το επόμενο βήμα είναι να δοθεί η δυνατότητα στους νεότερους συναδέλφους πτυχιούχους Καθηγητικών Σχολών να διεκδικήσουν μια θέση στη Δημόσια Εκπαίδευση.
Παράλληλα η Ομοσπονδία οφείλει να συνεχίσει να διεκδικεί την επαναφορά του ωραρίου στα προ του 2013 επίπεδα, τα μνημόνια αποτελούν πλέον παρελθόν. Αλλά και το συνταξιοδοτικό είναι ένα ζήτημα που μας αφορά και μας ταλανίζει. Απαιτούμε να επανεξεταστούν τα δυσβάστακτα χρονικά όρια. Η πρόταση της ΟΛΜΕ για ηλικία αφυπηρέτησης στα 60 με υπηρεσία 30 ετών αποτελεί μια καλή εκκίνηση στο διάλογο με τα αρμόδια υπουργεία.
Θ. Τσούχλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου