Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012

Καστοριά: Αρώματα από λουκούμι και χρώμα από φλοκάτη


Ήταν κάποτε μια εποχή, όχι πολύ μακριά από το σήμερα, που οι δρόμοι του Άργους Ορεστικού ευωδίαζαν από τη μυρωδιά του καβουρντισμένου στραγαλιού και τα αρώματα από τα φρέσκα λουκούμια. Ήταν τότε που τα γλυκίσματα και οι πειρασμοί δεν ήταν πολλοί και βιομηχανοποιημένοι αλλά λίγοι και πολύτιμοι. Τότε που οι κάτοικοι, για να αντιμετωπίσουν το τσουχτερό κρύο, έφτιαχναν ζεστές βελέντζες από το μαλλί που έκοβαν από τα πρόβατα και για να ζήσουν πουλούσαν τα προϊόντα τους στο παζάρι της πόλης. Εκεί, μπορούσε κανείς να βρει και τα ξακουστά μαχαίρια που κατασκεύαζαν με ατσάλι που ταξίδευε από την Αυστροουγγαρία για να λιώσει στη φωτιά και να αποκτήσει σχήμα και μορφή.
Με αυτές τις γεύσεις και τις αναμνήσεις μεγάλωσαν τα παιδιά εκείνης της εποχής και το μόνο που απέμεινε σήμερα είναι η νοσταλγία και οι μνήμες των παιδικών χρόνων και όσα καταγράφει η ιστορία του τόπου καθώς τα παραδοσιακά επαγγέλματα του στραγαλά και του μαχαιρά φαίνεται να περνούν πια στο παρελθόν αφού έχουν χαθεί ακόμη και οι τελευταίοι εκπρόσωποί τους. Αντίθετα, σταθερή
στην παράδοση, η οικογένεια που κατασκεύαζε λουκούμια το 1895 φτιάχνει και σήμερα το γλυκό αυτό έδεσμα στο ίδιο καζάνι, όπως τότε, αλλά σε νέο εργαστήριο.
 Τα λουκούμια του Άργους Ορεστικού
Όπως εξιστορεί στο ΑΜΠΕ ο οικονομολόγος Ευθύμης Ευθυμίου, με αφορμή την πραγματοποίηση σχετικής ημερίδας, στα τέλη του 19ου αιώνα,ο Αδάμ Τζώτζας βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη όπου μάθαινε την τέχνη του λουκουμιού στο μαγαζί ενός Τούρκου. Εκεί έμαθε να λιώνει τη ζάχαρη με το νερό, να ανακατεύει τα αρώματα του λουκουμιού, μέσα στη ζέστη από το φούρνο με τα ξύλα. Ήταν δύσκολη δουλειά να πλάσει κάποιος το καυτό μείγμα που απλωνόταν στον πάγκο από μάρμαρο για να «δουλευτεί» σκληρά, να στεγνώσει και να πάρει σχήμα και μορφή.
Γυρνώντας στο Άργος Ορεστικό, ο Τζώτζας αποφάσισε να φτιάξει το δικό του εργαστήριο και γρήγορα ο κόσμος της περιοχής- και όχι μόνο -«αγκάλιασε» τα γλυκά παρασκευάσματα της οικογένειας που έγιναν γνωστά και σε άλλες περιοχές. Λουκούμια, καραμέλες, ζαχαροστράγαλα και γλυκά του κουταλιού έγιναν δημοφιλή και κυκλοφορούσαν πλέον ευρύτατα στα καταστήματα της περιοχής και το διάσημο παζάρι και πανηγύρι του τόπου.
Την οικογενειακή παράδοση ανέλαβε αργότερα να συνεχίσει ο γιος του Αδάμ Τζώτζα, Νίκος, που μεγέθυνε την επιχείρηση. Σημαντικό πλήγμα, ωστόσο, στην πρόοδο του επαγγέλματος επέφερε ο κλάδος της γουνοποιίας καθώς από τις αρχές του 1970, οπότε άρχισε να ανθεί, πολλοί ήταν εκείνοι που εγκατέλειπαν τις μέχρι τότε ασχολίες τους προς χάριν των υψηλών ημερομισθίων της γούνας. Είναι χαρακτηριστικό ότι την εποχή εκείνη δέκα άνθρωποι που εργάζονταν στην επιχείρηση λουκουμιών προτίμησαν να την εγκαταλείψουν αφήνοντας πίσω τους τα καζάνια, τη ζέστη και τα καυτά λουκούμια αλλά και το εργαστήριο. Παρ' όλα αυτά, τα λουκούμια «αντιστάθηκαν» στο χρόνο και η παραγωγή τους συνεχίζεται και σήμερα υπό τη διεύθυνση της κόρης του Νίκου Τζώτζα, Ευδοξίας Βλάχου.
Από το ρεβίθι στο στραγάλι
 Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, πολύ δημοφιλή έγιναν τα στραγάλια, τα φιστίκια και τα σπόρια. Πρώτη ύλη της στραγαλοποιίας που αναπτύχθηκε στο Άργος Ορεστικό ήταν τα ρεβίθια που, μετά το απαραίτητο τρίψιμο, κατέληγαν στο χειροποίητο καζάνι για να καβουρντιστούν και να καταλήξουν σε χάρτινα σακουλάκια, έτοιμα προς πώληση στο κοινό. Τα υπόλοιπα προϊόντα της στραγαλοποιίας, συσκευάζονταν και προωθούνταν στο εμπόριο ενώ γνωστή από αυτή τη δραστηριότητα έγινε η οικογενειακή επιχείρηση Πανταζή.
Βελεντζοποιία και ταπητουργία
 Καταφθάνοντας στην περιοχή του Άργους Ορεστικού, στις αρχές του 1900, οι πληθυσμοί των βλάχων έφεραν μαζί τους και τις τέχνες τους που τους βοήθησαν να επιζήσουν κάτω από δύσκολες καιρικές συνθήκες και κοπιαστικά επαγγέλματα, όπως αυτό της κτηνοτροφίας. «Έτσι έγινε γνωστή η τέχνη της κατασκευής της φλοκάτης και της βελέντζας από το μαλλί των προβάτων» επισημαίνει η σπουδάστρια του ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας -Παράρτημα Καστοριάς Αιμιλία Μπεχλιούλη, η οποία πραγματοποιεί σχετική εργασία σε συνεργασία και με το δήμο Άργους Ορεστικού.
Για να φτιαχτεί το συγκεκριμένο προϊόν, που κρατούσε ζεστούς τους κτηνοτρόφους αλλά και τις οικογένειές τους μέσα στα σπίτια, η διαδικασία ήταν σύνθετη και περιλάμβανε τη λανάρα που μετέτρεπε το μαλλί σε κλωστή, τον αργαλειό που ύφαινε το προϊόν, το καζάνι για τη βαφή, τη νεροτριβή για το πλύσιμο και τις πρώτες ύλες που έδιναν το τελικό χρώμα (φύλλα καρυδιάς και καρυδότσουφλα για το καφέ, ρόδι για το μαύρο, φύλλα άσπρης μουριάς για το κίτρινο).
Σήμερα, ανάμεσα στους ελάχιστους τελευταίους εκπροσώπους του παραδοσιακού αυτού επαγγέλματος βρίσκονται η κ. Στέλλα Λάλα και ο γιος της, που έχουν καταστήματα στο Άργος Ορεστικό και την Καστοριά και εμπορεύονται χαλιά, βελέντζες και είδη προικός.
ΑΜΠΕ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου