Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2012

ΕΛΣΤΑΤ: Εκρηκτική η αύξηση της φτώχειας - Απειλείται ήδη το 20% των Ελλήνων


Η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών (δυσκολία ικανοποίησης βασικών αναγκών, ανεπαρκείς συνθήκες στέγασης, επιβάρυνση από τις δαπάνες στέγασης, αδυναμία αποπληρωμής δανείων ή αγορών με δόσεις, δυσκολίες στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών, δυσκολία αντιμετώπισης των συνήθων αναγκών, ποιότητα ζωής) πλέον δεν αφορά μόνον τον φτωχό πληθυσμό της χώρας, αλλά και μέρος του μη φτωχού πληθυσμού.

Με αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, το 38,8% του πληθυσμού που έχει λάβει καταναλωτικό δάνειο να δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωμή αυτού ή των δόσεων για αγορά αγαθών και υπηρεσιών. Ενώ ακόμη και το 24,9% του μη φτωχού πληθυσμού έχει οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες αξίας περίπου 600 ευρώ.

Αυτό προκύπτει από την έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών, που διενήργησε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), με βάση τα εισοδήματα του 2010.

Σύμφωνα με την έρευνα:
• Ο πληθυσμός που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες σε τουλάχιστον τέσσερις από τις εννέα συνολικά διαστάσεις της υλικής στέρησης, αποτελείται κυρίως από:
-Παιδιά ηλικίας κάτω των 18 ετών (16,4%).
-Πληθυσμό ηλικίας 65 ετών και άνω (13,1%), ποσοστό που αυξάνει σε 14,7% στις γυναίκες και μειώνεται σε 11% στους άνδρες.
-Πληθυσμό 18 έως 64 ετών (15,4%).
-Παιδιά ηλικίας 18 έως 24 ετών που έχουν ολοκληρώσει την πρωτοβάθμια εκπαίδευση (35,2%).
-Πληθυσμό ηλικίας 18 έως 59 ετών που έχει ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση (6,5%).

• Το ποσοστό του πληθυσμού που διαβιεί σε κατοικία με στενότητα χώρου ανέρχεται σε 25,9% για το σύνολο του πληθυσμού, ενώ είναι 23,2% για τον μη φτωχό πληθυσμό και 35,8% για τον φτωχό πληθυσμό.

• Τα νοικοκυριά που επιβαρύνονται από το κόστος στέγασης ανέρχονται σε 24,3% για το σύνολο του πληθυσμού, σε 9,4% για τον μη φτωχό πληθυσμό και 79% για τον φτωχό πληθυσμό.

• Το 42,7% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού εκτιμάται σε 0,3%.

• Το 69,5% του φτωχού πληθυσμού και το 24,9% του μη φτωχού έχει οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες αξίας περίπου 600 ευρώ.

• Περιβαλλοντικά προβλήματα από παρακείμενη βιομηχανία ή κυκλοφορία αυτοκινήτων αντιμετωπίζει το 25,6% του συνολικού πληθυσμού, ενώ ποσοστό 20,3% του ίδιου πληθυσμού αναφέρει ως πρόβλημα τους βανδαλισμούς και την εγκληματικότητα στην περιοχή του.

• Το ποσοστό του συνολικού πληθυσμού που δηλώνει οικονομική αδυναμία να έχει ικανοποιητική θέρμανση ανέρχεται σε 18,7%, ενώ είναι 38,9% για τον φτωχό πληθυσμό και 13,7% για τον μη φτωχό πληθυσμό.

• Το 30% του μη φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι επιβαρύνεται πάρα πολύ από τις συνολικές δαπάνες στέγασης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τον φτωχό πληθυσμό εκτιμάται σε 55,7%.

• Το 38,8% του πληθυσμού που έχει λάβει καταναλωτικό δάνειο δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωμή αυτού ή των δόσεων για αγορά αγαθών και υπηρεσιών.

• Το 41,4% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει δυσκολία στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου κ.λπ.

• Το 48,9% του φτωχού πληθυσμού αναφέρει μεγάλη δυσκολία στην αντιμετώπιση των συνήθων αναγκών του με το συνολικό μηνιαίο ή εβδομαδιαίο εισόδημά του.

• Το μέσο ελάχιστο καθαρό μηνιαίο εισόδημα για την αντιμετώπιση των αναγκών των νοικοκυριών της χώρας, κατά δήλωσή τους, ανέρχεται σε 2.235 ευρώ. Τα φτωχά νοικοκυριά χρειάζονται 1.808 ευρώ, ενώ τα μη φτωχά νοικοκυριά 2.350 ευρώ.

• Το 17,1% του φτωχού πληθυσμού, το 6% του μη φτωχού πληθυσμού και το 8,3% του συνολικού πληθυσμού δεν διέθεταν ένα, τουλάχιστον, ΙΧ επιβατηγό αυτοκίνητο, ενώ το 17,9% των φτωχών νοικοκυριών, το 6,4% των μη φτωχών και το 8,9% του συνόλου των νοικοκυριών δεν διέθεταν προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή, αν και τα χρειάζονταν, λόγω έλλειψης οικονομικής δυνατότητας.




Τα στοχεία της έρευνας, συνεχίζουν να σοκάρουν καθώς:


Στα 1.956,42 ανερχόταν το 2010 η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών και ήταν μειωμένη κατά 5,3% σε σύγκριση με το 2009, ενώ, λαμβανομένης υπόψη και της επίδρασης του πληθωρισμού, μειώθηκε σε πραγματικούς όρους κατά 9,3%.

Σύμφωνα, επίσης, με την έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών 2010, που δημοσιοποίησε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), το σχετικά μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών αφορά στα είδη διατροφής (18%) και ακολουθούν οι μεταφορές (13,5%) και η στέγαση (11,7%), ενώ οι υπηρεσίες της εκπαίδευσης αποτελούν το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (3,3%).
Με τη μείωση της μηνιαίας δαπάνης, μεταβλήθηκε και το καταναλωτικό πρότυπο των νοικοκυριών. Έτσι:
• Για την περίοδο 2009-2010 παρατηρείται μεταβολή του καταναλωτικού προτύπου και, ειδικότερα, σημαντική μετατόπιση των δαπανών που αφορούν στην ένδυση - υπόδηση, ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια, επικοινωνίες, αναψυχή - πολιτισμό, προς τις δαπάνες που αφορούν στη διατροφή, τη στέγαση και τα οινοπνευματώδη ποτά.

Ειδικότερα, καταγράφεται μεγαλύτερη μείωση δαπανών σε τρέχουσες τιμές, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2009), για ένδυση - υπόδηση (-3,5%), επικοινωνίες (-12,5%), αναψυχή και πολιτισμό (-8,6%), ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια (-8,1%), υγεία (-7,3%) και διαρκή αγαθά (-6%). Μικρότερες μειώσεις παρατηρούνται στις δαπάνες για λοιπά αγαθά και υπηρεσίες (-4,8%), εκπαίδευση (-3,9%), στέγαση (-1,4%) και διατροφή (-1,4%), ενώ οι δαπάνες για τα οινοπνευματώδη ποτά και καπνό παρέμειναν σχετικά σταθερές.

Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές δαπανούν 1.481,57 ευρώ μηνιαίως, ενώ αυτά που διαμένουν σε αστικές περιοχές 2.099,49. Ήτοι, τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές δαπανούν λιγότερο κατά 29,4% σε μέσο όρο, από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αστικές περιοχές.
Στον αντίποδα, παρατηρείται σημαντική αύξηση του αριθμού των νοικοκυριών που διαθέτουν ηλεκτρονικό υπολογιστή στην κύρια κατοικία τους (+8,7%). Επίσης, καταγράφεται:
• Αύξηση από 37% σε 38% των νοικοκυριών που διαθέτουν πλυντήριο πιάτων (+3,3%)
• Αύξηση του αριθμού νοικοκυριών που κατέχουν δευτερεύουσες ή εξοχικές κατοικίες (+2,5%)
• Αύξηση του αριθμού των νοικοκυριών που διαθέτουν, τουλάχιστον, ένα κινητό τηλέφωνο (+2,2%).
Αλλά, και
• Μείωση του αριθμού των νοικοκυριών που διαθέτουν κλειστούς χώρους στάθμευσης στην κατοικία (μείωση 4,9%)
• Μείωση του αριθμού των νοικοκυριών που κατέχουν τουλάχιστον ένα επιβατικό αυτοκίνητο ΙΧ, (μείωση 2%), και του αριθμού των αυτοκινήτων μείωση κατά 4,2%.
• Μείωση του αριθμού των νοικοκυριών που έχουν σταθερό τηλέφωνο (μείωση 2,5%).

Ερευνώντας τις συνθήκες ανισότητας μεταξύ του πληθυσμού, προκύπτει ότι το μερίδιο της διάμεσης ισοδύναμης δαπάνης (αγορές) του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,5 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο της διάμεσης ισοδύναμης δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού. Παράλληλα, ο κίνδυνος φτώχειας απειλεί το 20% του πληθυσμού της χώρας, όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνεται υπόψη μόνο η δαπάνη με τρόπο κτήσεως αγορά (19,6% το 2009), ενώ ο δείκτης μειώνεται στο 15,6% του πληθυσμού (15,3% το 2009), όταν λαμβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσεως (τεκμαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόμενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόμενες δωρεάν από τον εργοδότη, άλλα νοικοκυριά, μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, κράτος κ.λπ.).

Επισημαίνεται, εξάλλου, ότι η μέση μηνιαία δαπάνη των φτωχών νοικοκυριών εκτιμάται στο 32,3% των δαπανών των μη φτωχών νοικοκυριών. Τα φτωχά νοικοκυριά δαπανούν το 33,1% του μέσου προϋπολογισμού τους σε είδη διατροφής, ενώ τα μη φτωχά το 17%. Λόγω της σύνθεσης των φτωχών νοικοκυριών (ηλικιωμένοι, ανασφάλιστοι κ.λπ.), η δαπάνη για υγεία ανέρχεται στο 8,7% του μέσου προϋπολογισμού τους, ενώ των μη φτωχών στο 6,4%.

Με βάση τα ισχύοντα στην Ευρώπη, παρατηρείται ότι οι δαπάνες για εκπαίδευση κυμαίνονται από 0,2% στη Νορβηγία και 0,8% στη Γερμανία και έως 4,4% και 3,3% του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών στη Βουλγαρία και στην Ελλάδα, αντίστοιχα. Ενώ, η Βουλγαρία και η Ελλάδα καταγράφουν τη μεγαλύτερη ιδιωτική δαπάνη για την υγεία, 6,6% και 6,4% του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών, αντίστοιχα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου