Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2012

Μεγάλη ευκαιρία διαπραγμάτευσης για την Ελλάδα


Από χθες το μεσημέρι οι αγορές προσπαθούν να αποτιμήσουν τη βαρύτητα των αποφάσεων που έλαβε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ακόμη περισσότερο να εκτιμήσουν πόσο η αλλαγή πολιτικής της ΕΚΤ, η σημαντικότερη ίσως από το ξέσπασμα της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, θα τιθασεύσει την οικονομική επιδημία που υπό μορφή ντόμινο χτυπά τη μία μετά την άλλη τις ευρωπαϊκές χώρες, αρχίζοντας από τις μικρές και φθάνοντας σταδιακά έως και το σκληρό πυρήνα της Ευρωζώνης.
Δύο είναι, συνοπτικά, τα χαρακτηριστικά της απόφασης: η παρέμβαση με αγορές, χωρίς όριο, μεσοπρόθεσμων κρατικών ομολόγων χωρών που βρίσκονται σε κατάσταση μνημονίου και η παραίτηση της κεντρικής τράπεζας από το καθεστώς του προτιμώμενου επενδυτή, το οποίο σημαίνει ότι τα ομόλογα που θα έχει στην κατοχή της δεν είναι προστατευμένα από πιθανό «κούρεμα», όπως συνέβη με το ελληνικό «haircut».
Αν και η αρνητική ψήφος της Γερμανίας στην απόφαση δεν είναι η καλύτερη επίδειξη πολιτικής συνοχής στην Ευρωζώνη, είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο νέος, περισσότερο παρεμβατικός ρόλος που επιλέγει η ΕΚΤ, όταν κάνει την εμφάνισή του στις αγορές, θα μετριάσει αρκετές από τις πιέσεις που δέχονται οι τίτλοι κρατικού χρέους πολλών χωρών της Ευρωζώνης.
Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον οι κινήσεις αυτές μπορούν να επηρεάσουν την εξέλιξη του ελληνικού προβλήματος. Η απάντηση δεν είναι ευθεία, όμως μπορεί να διατυπωθεί με τη μορφή ενός «ναι υπό προϋποθέσεις».
Η παραίτηση της ΕΚΤ από την ιδιότητα του προτιμώμενου επενδυτή ανοίγει το δρόμο για να διεκδικήσει η Ελλάδα ένα αναδρομικό «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων, αξίας 50 δισ. ευρώ, που κατέχει η κεντρική τράπεζα, κατά ποσοστό κοντά στο 60%, ελαφραίνοντας το ελληνικό χρέος κατά 30 δισ. ευρώ. Το αίτημα αυτό, καθ' όλα νόμιμο και χωρίς να προκαλεί άμεσο νέο ευρωπαϊκό κόστος, θα μπορούσε να τεθεί δίπλα στο επίσης εύλογο αίτημα, που ακουμπά στις αποφάσεις της συνόδου κορυφής για τον μη υπολογισμό στο δημόσιο χρέος των 48,8 δισ. ευρώ που θα δοθούν για τη χρηματοδότηση της ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών.
Αθροιστικά οι δύο αυτές παρεμβάσεις, αν γίνονταν αποδεκτές, θα μπορούσαν να μειώσουν το ελληνικό χρέος κατά 38 μονάδες ως ποσοστό του ΑΕΠ, στέλνοντας άμεσα στο καλάθι των αχρήστων οποιαδήποτε συζήτηση περί μη βιωσιμότητάς του. Πρόκειται για μεταβολή που, αν και δεν θα είχε επίδραση στο πρωτογενές έλλειμμα, θα άλλαζε τη διεθνή αξιολόγηση του ελληνικού χρέους.
Αυτή είναι η ώρα της μεγάλης διαπραγμάτευσης, εκεί πρέπει να εστιασθεί η στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης και με αυτόν τον τρόπο ενδεχομένως ο πρωθυπουργός να ανοίξει το δρόμο για να πετύχει αυτό που υποσχέθηκε πριν από λίγες ημέρες: ότι το πακέτο των μέτρων που θα υιοθετηθεί τώρα, θα είναι η τελευταία μεγάλη επίπονη παρέμβαση στην ελληνική οικονομία.
ΝΙΚΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ - nfran@naftemporiki.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου